Είχα τη χαρά να επικοινωνήσω πρόσφατα με τον Βασίλη Κομπορόζο, ο οποίος κατ’ αρχάς μου έστειλε μια ευγενική και γενναιόδωρη κριτική για τις πρόσφατα εκδοθείσες ποιητικές συλλογές μου κι ύστερα μου απέστειλε κάποιες δικές του ποιητικές συλλογές. Τις μελετώ με ενδιαφέρον. Θαυμάζω το στιχοπλέξιμο και απολαμβάνω τα όμορφα σχέδια, που επιμελείται η καλλιτέχνις και ποιήτρια σύζυγός του Αρχοντούλα Αλεξανδροπούλου.
Ανακαλύπτω στη σκέψη του έναν πυρετώδη αγώνα μεταξύ νύχτας και ημέρας, σκότους και φωτός, χειμώνα και άνοιξης και μια προσπάθεια να ανοίξει τον ορίζοντά του, να γευθεί εμπειρίες και να ζήσει έντονα και δημιουργικά. Η ιστορία και η Πατρίδα από τη μία πλευρά, αλλά και το νέο, το ερχόμενο, το απροσδιόριστο από την άλλη, τον συναρπάζουν και τον δονούν. Για τούτο προτείνει με έμφαση: «Τα όνειρα μην τα νηστεύεις».
Μου κάνει ιδιαίτερη εντύπωση πως ο ποιητής, παρότι διορισμένος δημόσιος υπάλληλος (Καθηγητής, πτυχιούχος Αγγλικής Φιλολογίας, γεννημένος στο Αγρίνιο το 1974), δεν επαναπαύθηκε στη θέση και τη μονιμότητά του, δεν αρκέστηκε στο σταθερό και το σίγουρο, αλλά αποφάσισε να ρισκάρει πνευματικά, να οδοιπορήσει μοναχικά και να ανοίξει δρόμους, όπως έχουμε χρέος όλοι μας να κάνουμε. Την ευθύνη του δεν την αρνήθηκε, την τιμή του την χρωστούμε.
Δυο χαρακτηριστικά παραδείγματα της ποιητικής του άσκησης είναι και τα παρακάτω:
ΑΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΟΣ
Προστατευμένος
από το φως του ήλιου
μέσα στους τέσσερεις μεγάλους τοίχους
με τα κάδρα
τραπέζια, φρούτα, θάλασσες, βουνά, βροχή ένα θέατρο
κι ένας ήλιος
ανασαίνουν ελεύθερα
μες στα κάδρα
και μαζί τους κι εγώ.
Το λευκό χρώμα στους τοίχους
εκτελεί σωστά το καθήκον του
να φωτίζει.
Έξω στο δρόμο
βλέπω έναν άνθρωπο να βαδίζει
απροστάτευτος
μέσα στη λευκή φωτοδρομία του ήλιου.
Και στις σταγόνες του ιδρώτα του να διαχέεται
σαν σιωπηλή διαδήλωση
η μυρωδιά του ακύμαντου ουρανού
εκείνης της καλοκαιρινής μέρας.
Γυρίζει
με κοιτά
και συνεχίζει.
ΤΩΝ ΣΤΙΓΜΩΝ
Τα δάκρυα των στιγμών που ξοδέψαμε για μας
σύνοψη μιας ολόκληρης χρονιάς
και υπενθύμιση από ατσάλι σμιλεμένη
στα χυτήρια της θύμησης
για την καινούργια χρονιά.
Ο ύπνος συνεργός της νοσταλγίας
και υπηρέτης της μοναξιάς
το δάσος τους ποτίζοντας
με αναμνήσεις απ’ τα κρυμμένα του σεντούκια.
Οι καρδιές κόκκινες σαν ιστορία
διηγούμενη με ανεξίτηλο μελάνι
απ’ τους κονδυλοφόρους του χρόνου.
Κι η φεγγαράδα του φωτός
στα πλακόστρωτα της αναμονής
με τη χημεία της προσμονής οδηγό.
Το παιχνίδι των λεπτών με την ώρα
και η αραίωση του χρόνου
με το νερό της αναβολής.
Δάκρυα στάλες σαν ακούραστο κύμα
ή σπασμένο ρολόϊ.
Στάλες καθρεπτιζόμενες στα δάκρυα
κάτοπτρο της γέφυρας από τα περασμένα στα ερχόμενα
και τροχονόμος η μνήμη
που αποξεχνιέται στις αναμνήσεις της.
Στάλες που υπενθυμίζουν:
Τα όνειρα μην τα νηστεύεις.
Τα δάκρυα των στιγμών που ξοδέψαμε για μας
σύνοψη μιας ολόκληρης χρονιάς
και υπενθύμιση από ατσάλι σμιλεμένη
στα χυτήρια της θύμησης
για την καινούργια χρονιά.
Ο ύπνος συνεργός της νοσταλγίας
και υπηρέτης της μοναξιάς
το δάσος τους ποτίζοντας
με αναμνήσεις απ’ τα κρυμμένα του σεντούκια.
Οι καρδιές κόκκινες σαν ιστορία
διηγούμενη με ανεξίτηλο μελάνι
απ’ τους κονδυλοφόρους του χρόνου.
Κι η φεγγαράδα του φωτός
στα πλακόστρωτα της αναμονής
με τη χημεία της προσμονής οδηγό.
Το παιχνίδι των λεπτών με την ώρα
και η αραίωση του χρόνου
με το νερό της αναβολής.
Δάκρυα στάλες σαν ακούραστο κύμα
ή σπασμένο ρολόϊ.
Στάλες καθρεπτιζόμενες στα δάκρυα
κάτοπτρο της γέφυρας από τα περασμένα στα ερχόμενα
και τροχονόμος η μνήμη
που αποξεχνιέται στις αναμνήσεις της.
Στάλες που υπενθυμίζουν:
Τα όνειρα μην τα νηστεύεις.
No comments:
Post a Comment