Wednesday 20 July 2011

«Η Γυναίκα της Ζάκυνθος»

Το Θεατρικό Φυτώριο Αίγινας παρουσιάζει από σήμερα (στα ελληνικά με αγγλικούς υποτίτλους) μέχρι και το ερχόμενο Σάββατο, στις 7.30 μ.μ. κάθε βράδυ, στο Θέατρο Τέχνης Λονδίνου (26 Crowndale Road, London NW1 1TT), το θεατρικό έργο του μεγάλου Εθνικού μας Ποιητή Διονυσίου Σολωμού «Η Γυναίκα της Ζάκυνθος».

Στο εν λόγω έργο παρουσιάζεται ανατομία ψυχισμού γυναίκας (αρχόντισας) της Ζακύνθου, στα χρόνια της πολιορκίας του Μεσολογγίου. Διαταραγμένος ψυχισμός,πλήρης αρνητικών συναισθημάτων, που την οδηγούν τελικά στην αυτοκτονία: «Κι εσηκώθηκα και επήα οπίσω από τον καθρέφτη και είδα τη γυναίκα της Ζάκυθος που εκρεμότουνα και εκυμάτιζε».

Το έργο έχει επιμεληθεί ο Νίκος Καλαμό, ηθοποιός και σκηνοθέτης, ο οποίος «έχει αφοσιωθεί για χρόνια στο έργο αυτό, με μια εμμονή που ξεπερνάει τα όρια του θεάτρου και αποκτά διάσταση αποστολής· μια ερμηνεία που κάνει το κείμενο να λάμπει...» (Λουΐζα Αρκουμανέα, εφημ. «ΤΟ ΒΗΜΑ», Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2010).

Ο Κ. Βάρναλης, αναφερόμενος στη «Γυναίκα της Ζάκυνθος», μιλάει για ένα έργο ρεαλιστικό, που «σατιρίζει τους κακούς πατριώτες», συγκεκριμένα μιαν αριστοκράτισσα «και κοντά σ’ αυτήν και τις άλλες αριστοκράτισσες της Ζάκυνθος». Πρόκειται χωρίς αμφιβολία, παρατηρεί ο Στ. Αλεξίου, για την Ιερά Συμμαχία, που επεδίωκε τη διαιώνιση του παλιού καθεστώτος στις κοινωνίες της Ευρώπης και αντιδρούσε σε κάθε φιλελεύθερο κίνημα.

Το πρώτο Κεφάλαιο του σημαντικού αυτού έργου έχει ως εξής:

1. Εγώ, Διονύσιος Ιερομόναχος, εγκάτοικος στο ξωκλήσι του Αγίου Λύπιου, για να περιγράψω ό,τι στοχάζουμαι, λέγω:

2. Ότι εγύριζα από το μοναστήρι του Αγίου Διονυσίου, όπου είχα πάει για να μιλήσω με ένα καλόγερο για κάτι υπόθεσες ψυχικές,

3. και ήταν η ώρα οπού θολώνουνε τα νερά, και είχα φθάσει στα Τρία Πηγάδια, και ήταν εκεί τριγύρου η γη όλο νερά, γιατί πάνε οι γυναίκες και συχνοβγάνουνε.

4. Εσταμάτησα σε ένα από τα Τρία Πηγάδια, και απιθώνοντας τα χέρια μου στο φιλιατρό του πηγαδιού, έσκυψα να ιδώ αν ήτουν πολύ νερό·

5. και το είδα σκεδόν γιομάτο, και είπα: Δόξα σοι ο Θεός·

6. γλυκιά η δροσιά που στέρνει για τα σπλάχνα του ανθρώπου το καλοκαίρι, μεγάλα τα έργα Του, και μεγάλη η αφχαριστία του ανθρώπου.

7. Και οι δίκαιοι κατά την Θεία Γραφή πόσοι είναι; Και συλλογίζοντας αυτό, επέσανε τα μάτια μου στα χέρια μου οπού ήτανε απιθωμένα στο φιλιατρό.

8. Και θέλοντας να μετρήσω με τα δάχτυλα τους δίκαιους, ασήκωσα από το φιλιατρό το χέρι μου το ζερβί, και κοιτώντας τα δάχτυλα του δεξιού είπα: Τάχα να είναι πολλά;

9. Και αρχίνησα και εσύγκρενα τον αριθμό των δικαίων οπού εγνώριζα, με αυτά τα πέντε δάχτυλα, και βρίσκοντας πως ετούτα επερισσεύανε, ελιγόστεψα το δάχτυλο το λιανό, κρύβοντάς το ανάμεσα στο φιλιατρό και στην απαλάμη μου·

10. και έστεκα και εθεωρούσα τα τέσσερα δάχτυλα για πολληώρα, και αιστάνθηκα μεγάλη λαχτάρα, γιατί είδα πως ήμουνα στενεμένος να λιγοστέψω, και κοντά στο λιανό μου δάχτυλο έβαλα το σιμοτινό του στην ίδια θέση.


11. Εμνέσκανε το λοιπόν αποκάτου από τα μάτια μου τα τρία δάχτυλα μοναχά, και τα εχτυπούσα ανήσυχα απάνου στο φιλιατρό, για να βοηθήσω το νου μου να εύρει κάνε τρεις δίκαιους.

12. Αλλά επειδή αρχινήσανε τα σωθικά μου να τρέμουνε σαν τη θάλασσα που δεν ησυχάζει ποτέ,

13. ασήκωσα τα τρία μου έρμα, και έκαμα το σταυρό μου.

14. Έπειτα, θέλοντας να αριθμήσω τους άδικους, έχωσα το ένα χέρι μες στην τζέπη του ράσου μου, και το άλλο ανάμεσα στο ζωνάρι μου, γιατί εκατάλαβα, αλίμονον!, πως τα δάχτυλα δεν εχρειαζόντανε ολότελα.


15. Και [ο] νους μου εζαλίστηκε από το μεγάλον αριθμό· όμως με παρηγορούσε το να βλέπω πως καθένας κάτι καλό είχε απάνου του.

16. Και μου ήρθε στο νου μου περσότερο από όλους αυτούς η Γυναίκα της Ζάκυθος, η οποία πολεμάει να βλάφτει τους άλλους με τη γλώσσα και με τα έργατα·

17. και γυρεύοντας να ιδώ εάν μέσα σε αυτή την ψυχή, εις την οποίαν αναβράζει η κακία του Σατανά, αν έπεσε ποτέ η απεθύμια του παραμικρού καλού,

18. έπειτα που εστάθηκα να συλλογιστώ καλά, ύψωσα το κεφάλι μου και τα χέρια μου στον ουρανό και εφώναξα: Θε' μου, καταλαβαίνω πως γυρεύω ένα κλωνί αλάτι μες στο θερμό.

19. Και είδα πως ελάμπανε αποπάνου μου όλα τ' άστρα, και εξάνοιξα την Αλετροπόδα οπού με ευφραίνει πολύ.

20. Και εβιάστηκα να κινήσω για το ξωκλήσι του Αγίου Λύπιου γιατί είδα πως εχασομέρησα. Και ήθελα να φθάσω για να περιγράψω τη Γυναίκα της Ζάκυθος.

21. Και ιδού καμία δωδεκαρία ψωρόσκυλα που ηθέλανε να μου εμποδίσουνε το δρόμο.

22. Και μη θέλοντας εγώ να τα κλωτζοβολήσω, για να μην εγγίξω την ψώρα και τα αίματα πού 'χανε, εστοχαστήκανε πως τα σκιάζουμαι,

23. και ήρθανε βαβίζοντας σιμότερά μου· όμως εγώ εκαμώθηκα πως σκύφτω να πάρω πέτρα

24. και έφυγαν όλα και εξεθύμαιναν τα κακορίζικα ψωριασμένα τη λύσσα τους, το ένα δαγκώνοντας το άλλο.

25. Αλλά ένας οπού εδιαφέντευε κάποια από τα ψωρόσκυλα, επήρε και αυτός μία πέτρα

26. και βάνοντας ο άθεος για σημάδι το κεφάλι εμέ του Διονύσιου του Ιερομόναχου, δεν το πίτυχε· γιατί από τη βία τη μεγάλη με την οποίαν ετίναξε την πέτρα, εστραβοπάτησε, και έπεσε.

27. Έτζι εγώ έφθασα στο κελί του Αγίου Λύπιου παρηγορημένος από τες μυρωδίες του κάμπου, από τα γλυκότρεχα νερά, και από τον αστρόβολον ουρανό, ο οποίος εφαινότουνα αποπάνου από το κεφάλι μου μία Ανάσταση.

No comments:

Post a Comment