Thursday 19 April 2012

Σύμβολα και συμβολισμός [A΄]

…στα πλαίσια της Ελληνικής Επανάστασης

του Δρα Ανδρέα Ανδρεόπουλου

Γιατί να μας ενδιαφέρει το θέμα των συμβόλων και των συμβολισμών τόσο πολύ, σε σχέση με την ελληνική επανάσταση; Τι μπορεί άραγε να μας αποκαλύψει και γιατί μπορεί να είναι σημαντικό σήμερα; Γενικά η γλώσσα των συμβόλων μας αποκαλύπτει ένα επίπεδο σκέψης και ζωής πέρα από την επίσημη ρητορική είτε του κράτους είτε της επιστήμης, κι έτσι μπορεί πολλές φορές να μας δώσει μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για αυτό που σκέφτεται και αισθάνεται ένας λαός – για αυτό που μπορούμε ίσως να προσεγγίσουμε ως την αλήθεια του ελληνικού λαού. Ουσιαστικά η προσέγγιση της ιστορίας μας με αυτό τον τρόπο προτείνει και οδηγεί σε μιαν άλλη ιστοριογραφία, μιαν άλλη αξιολόγηση της ιστορίας μας, και σε μιαν άλλη αντίληψη για το τι ακριβώς συνιστά το παρελθόν και το παρόν μας.

Κατ’ αρχάς, η σημασία των συμβόλων της επανάστασης του 1821 μας αποκαλύπτεται σε τρία επίπεδα:

· Έτσι ώστε να κατανοήσουμε τις κοινωνικές, πολιτιστικές και πολιτιστικές συνθήκες μέσα στις οποίες συνέβηκε η επανάσταση. Αυτό το θέμα είναι ουσιαστικά η εξερεύνηση της ταυτότητας του εξεγερμένου λαού, η ταυτότητα του 1821.
· Έτσι ώστε να κατανοήσουμε τη σημασία της κληρονομιάς που μας άφησε η επανάσταση του 1821, η απόσχιση από το Οθωμανικό κράτος, και η ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους. Για αυτό το σκοπό η κριτική μας ανάλυση μπορεί να μας φανερώσει όχι μόνο τις αναπόφευκτες ίσως ιστορικές συνθήκες και επιλογές, αλλά και τα λάθη που έγιναν τότε, πολλά από το οποία διορθώθηκαν αργότερα ή μπορούν να διορθωθούν.
· Τελικά αυτό έχει σημασία για τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε το ιστορικό παρελθόν μας αλλά και το παρόν μας. Για άλλη μια φορά, το ερώτημα είναι ουσιαστικά η ψηλάφηση της πολιτιστικής, κοινωνικής, πολιτικής και θρησκευτικής μας ταυτότητας. Η κρίση της ταυτότητάς μας ως λαού είναι σήμερα πιο επίκαιρη από ποτέ, και πιο σημαντική από οποιαδήποτε οικονομική κρίση.

Για ποια σύμβολα μιλάμε; Και εδώ μπορούμε να τα κατατάξουμε σε τρεις βασικές κατηγορίες.


Σύμβολα Χριστιανικής προέλευσης

Πρώτα πρώτα, μπορούμε να διακρίνουμε σύμβολα χριστιανικής προέλευσης, καθώς και σύμβολα που θυμίζουν το ελληνικό κράτος πριν από την κατάλυση της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (Βυζαντίου). Τέτοια σύμβολα είναι πρώτα πρώτα ο σταυρός που ακόμα και τώρα υπάρχει στην ελληνική σημαία και υπήρχε στις οικογενειακές ή στρατιωτικές σημαίες πολλών οπλαρχηγών. Ο συνδυασμός γαλάζιας και άσπρης σημαίας με σταυρό υπήρχε στον Κολοκοτρώνη (γαλάζιος σταυρός σε άσπρο φόντο) και άλλους οπλαρχηγούς. Σε πολλές άλλες σημαίες οπλαρχηγών βρίσκουμε διάφορες παραλλαγές του σταυρού, γαλάζιου, κόκκινου, λευκού, ή μαύρου.

Παράλληλα, σε πολλές σημαίες οπλαρχηγών βρίσκουμε εικόνες αγίων όπως ο Άγιος Γεώργιος ο Δρακοκτόνος στη σημαία του Αθανάσιου Διάκου, του Μάρκου Μπότσαρη και άλλων ηπειρώτικων ομάδων, οι Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη στη σημαία των Υψηλάντηδων, και οι Αρχάγγελοι Μιχαήλ και Γαβριήλ. Βρίσκουμε επίσης και συνθήματα που μας θυμίζουν τις πρώτες στρατιωτικές επιτυχίες των Χριστιανών, όπως το ‘Εν τούτω Νίκα’.

Η πρώτη ελληνική σημαία με τη σημερινή της μορφή (γαλάζιο φόντο και λευκός σταυρός) σχεδιάστηκε, ευλογήθηκε και υψώθηκε το 1807 στη Μονή Ευαγγελιστρίας στη Σκιάθο. Σ’ αυτή ο ηγούμενος Νήφων όρκισε τους οπλαρχηγούς Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, Ανδρέα Μιαούλη, Παπαθύμιο Βλαχάβα, Γιάννη Σταθά, Νικοτσάρα και πολλούς άλλους. Παραλλαγή της ήταν η σημαία του Παπαφλέσσα, φτιαγμένη με πιο σκούρο γαλάζιο χρώμα. Αυτή η τελευταία έχει πολύ ενδιαφέροντα συμβολισμό, καθώς φτιάχτηκε από το αντερί ενός παπά και τη φουστανέλα ενός συμπολεμιστή του, του Παναγιώτη Κεφάλα. Επεκράτησε ως το κατ’ εξοχήν ελληνικό σύμβολο το 1822, όταν ο Μαυροκορδάτος, πρόεδρος τότε του εκτελεστικού, εγκατέλειψε τα προηγούμενα σύμβολα της Φιλικής Εταιρείας που προξενούσαν ανησυχία στις συντηρητικές ξένες δυνάμεις, και επέβαλε τη γαλανόλευκη ως σημαία του ελληνικού κράτους.

Το πιο γνωστό σύμβολο που είναι συνδεδεμένο με την επανάσταση είναι το λάβαρο της Αγίας Λαύρας, που απεικονίζει την Κοίμηση της Θεοτόκου. Η μονή της Αγίας Λαύρας είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση, και αρχικά το λάβαρο είχε χρησιμοποιηθεί ως παραπέτασμα της Ωραίας Πύλης. Στην επανάσταση ήταν ήδη περίπου εκατό χρονών και θεωρούνταν κειμήλιο. Κατά μία αναφορά όμως το λάβαρο που χρησιμοποιήθηκε στα Καλάβρυτα είχε από τη μια μεριά την Ανάσταση και από την άλλη τον Άγιο Γεώργιο, κάτι που συνάδει και με το χαρακτήρα της επανάστασης ως ανάστασης του έθνους, και με τη θέση του Αγίου Γεωργίου ως στρατιωτικού αγίου. Πιθανόν να χρησιμοποιήθηκαν και τα δύο λάβαρα.

Χριστιανικό σύμβολο είναι και η ημερομηνία που συμβατικά δίνεται ως η έναρξη της επανάστασης, δηλαδή η 25η Μαρτίου. Εδώ, πρώτα πρώτα, αντιμετωπίζουμε ένα ιστορικό πρόβλημα. Οι διάφορες ιστορικές αναφορές που έχουμε από την εποχή δε φαίνεται να υποστηρίζουν την άποψη που επεκράτησε αργότερα, δηλαδή ότι η επανάσταση άρχισε στις 25 Μαρτίου με όρκο που δόθηκε στην Αγία Λαύρα πάνω στο λάβαρο. Όμως αυτού του είδους η έρευνα δεν υποβιβάζει ούτε τη σημασία της ημερομηνίας, ούτε τη σημασία του λαβάρου – ίσα ίσα που δείχνει αυτά τα δύο στοιχεία επεκράτησαν ακριβώς λόγω της σημασίας του συμβολισμού τους. Η 25η Μαρτίου ως ημερομηνία συνδέθηκε τελικά με την επανάσταση όχι λόγω κάποιας συγκεκριμένης στρατιωτικής πράξης που απετέλεσε την απαρχή της (γιατί διάφορες άλλες ημερομηνίες αναφέρονται, σε σχέση με τέτοιες πράξεις, όπως στις 23 Μαρτίου, και ίσως πιο σωστά στις 22 Φεβρουαρίου όπως θα δούμε παρακάτω), αλλά ακριβώς λόγω της Χριστιανικής διάστασής της, που ήταν αναπόσπαστο μέρος του ξεσηκωμού.


Σύμβολα σύγχρονης δυτικής προέλευσης

Δεύτερη κατηγορία συμβόλων είναι αυτά που σχετίζονται ή μοιάζουν με σύγχρονα δυτικά σύμβολα, πολλές φορές με κάποια αναφορά σε επαναστατικές και ριζοσπαστικές ιδέες. Έτσι έχουμε πολλές παραλλαγές, ιδιαίτερα στους αγωνιστές που σχετίστηκαν με τις παραδουνάβιες επαρχίες όπως οι Υψηλάντηδες και ο Ρήγας Φεραίος, μιας τρίχρωμης σημαίας αποτελούμενη από τρεις οριζόντιες λωρίδες με κόκκινο, λευκό και μαύρο χρώμα. Κατ’ αναλογία με πολλές δυτικοευρωπαϊκές σημαίες όπου κάθε χρώμα συμβολίζει κάποια ιδέα που θεωρείται θεμελιώδης για το συγκεκριμένο έθνος (με πιο γνωστό το συμβολισμό της γαλλικής σημαίας που σημαίνει την ελευθερία, την αδελφοσύνη και την ισότητα), η κόκκινη, λευκή και μαύρη σημαία σήμαινε, κατά τους Υψηλάντηδες, αυτά: «Το άσπρον σημαίνει την αθωότητα της δίκαιας ημών επιχειρήσεως κατά των τυράννων, το μαύρο τον υπέρ πατρίδας και ελευθερίας θάνατον ημών και το κόκκινον την αυτεξουσιότητα του Ελληνικού λαού και την χαράν αυτού διότι πολεμεί δια την ανάστασιν της πατρίδας» (Στρατιωτικοί Νόμοι του Νικόλαου Υψηλάντη, άρθρο 11).

Αυτός ο τρόπος του συμβολισμού της ταυτότητας ενός έθνους μέσα από τρία, συνήθως, χρώματα, είναι κάτι γνωστό από πολύ καιρό στη Δύση. Βέβαια ολόκληρος σχεδόν ο συμβολισμός της Φιλικής Εταιρείας έχει δυτικές ρίζες. Όλη η οργάνωση της Εταιρείας ήταν δανεισμένη από τη μυστική δομή του Τεκτονισμού, και, μάλλον ακόμα πιο άμεσα, από τη δομή της μυστικής επαναστατικής οργάνωσης των Καρμπονάρων της αρχής του 19ου αιώνα, με την οποία είχαν σχέση μέλη της Φιλικής Εταιρείας καθώς και άλλοι φιλέλληνες, όπως ο λόρδος Μπάυρον. Τα τέσσερα στάδια μύησης (σε αδελφοποιτούς, βλάμηδες, ιερείς και ποιμένες) και η Αόρατος Αρχή, κορυφή μιας πυραμίδας που δεν ήταν ορατή στα μέλη της οργάνωσης, παραπέμπουν στην αυτοπροστασία οποιασδήποτε μυστικής και παράνομης οργάνωσης, αλλά περισσότερο από όλα συνετέλεσαν στο να δοθεί η εντύπωση ότι η Αόρατος Αρχή, ο κρυφός αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας δεν ήταν άλλος από τον τσάρο της Ρωσίας, κι έτσι ότι η Ρωσική υπερδύναμη θα πολεμούσε, αργά ή γρήγορα, για την απελευθέρωση της Ελλάδας. Η Φιλική Εταιρεία πάντως ταυτίστηκε με το σύνθημα ‘Ελευθερία ή Θάνατος’ που υπήρχε στη σημαία της, αλλά ήταν ήδη γνωστό από ένα λόγο του Patrick Henry στα πλαίσια της Αμερικανικής επανάστασης το 1775 (“Give me liberty or give me death”), αν και φαίνεται ότι το σύνθημα είχε χρησιμοποιηθεί τουλάχιστον στην αρχή του 18ου αιώνα, στην πολιορκία της Βαρκελώνης από τους Γάλλους και τους Ισπανούς. Το σύνθημα Ελευθερία ή Θάνατος πέρασε στις σημαίες πολλών οπλαρχηγών, ενώ πιθανό είναι να διαμόρφωσε έμμεσα και την ελληνική σημαία με τις εννέα λευκές και γαλάζιες λωρίδες, όσες και οι συλλαβές της φράσης.

Όμως όπως προανέφερα, οι επιφυλάξεις των μεγάλων δυνάμεων για το ριζοσπαστισμό των Καρμπονάρων ανάγκασαν τους Φιλικούς να παραμερίσουν την επιρροή τους σύντομα μετά την επανάσταση, κάτι που δεν ήταν πολύ σημαντικό πλέον για την ιστορική συνέχεια, αφού η Φιλική Εταιρεία είχε προσφέρει όσα θα μπορούσε, και η συνέχεια έπρεπε να ακολουθήσει σε φανερά, θεσμικά επίπεδα, και όχι στα μυστικά υπόγεια όπου γίνονταν με τελετουργικό τρόπο οι μυήσεις μπροστά σε ένα κερί και ένα κρανίο, έτσι ώστε να θυμίζουν ότι ελευθερία και θάνατος δεν απείχαν πολύ αναμεταξύ τους.

Μαζί με την επιρροή της Φιλικής Εταιρείας, ένα άλλο στοιχείο που ήρθε από τη Δύση, ή μάλλον πιο πολύ από την εκδυτικισμένη Ανατολή, ήταν μια συγκεκριμένη αντίληψη περί πολιτικής ισχύος που ήταν συνδεδεμένη με τις μοναρχίες και τις βασιλικές οικογένειες της εποχής. Έτσι, μαζί με την κρυφή (και ανακριβή, όπως φάνηκε σύντομα) αναφορά στον τσάρο, οι Υψηλάντηδες και ο Μαυροκορδάτος, παρά τη σχετικά περιορισμένη τους στρατηγική ικανότητα, επεβλήθησαν στα πολιτικά και τα διπλωματικά πράγματα ως κατέχοντας τον τίτλο του πρίγκηπα ή του υπουργού Εξωτερικών (ποστέλνικου) στη Μολδοβλαχία. Ήταν παρόμοιας φύσης η έλλειψη αντίστασης από τη μεριά των Ελλήνων που συνέβαλε στην εγκατάσταση του Όθωνα από τις Μεγάλες Δυνάμεις – ενός πρίγκηπα, ενός βασιλικού οίκου και ενός συστήματος που καμμία σχέση δεν είχε με την επανάσταση, την Ελλάδα και τις ανάγκες της. Εδώ μπορούμε να θυμηθούμε ότι ανεξάρτητα από το πώς θα μπορούσαμε να δούμε το ρόλο της μοναρχίας ως θεσμού στην Ελλάδα του 19ου ή και του 20ου αιώνα, ένα από αυτά που στέρησε η Τουρκοκρατία από την υπόδουλη Ελλάδα ήταν και η αριστοκρατία της, δηλαδή η συνέχεια των ισχυρών και ικανών ηγετών (και οικογενειών, αλλά ποτέ με το φεουδαρχικό τρόπο που έδωσε δύναμη στις ισχυρές οικογένειες των δυτικοευραπαϊκών βασιλείων) που θα μπορούσε, με συμβολικό έστω τρόπο, να δείξει ότι το ελληνικό κράτος υπήρχε πριν από την πτώση της Κωνσταντινούπολης το 1453. Δεν υπήρχαν πλέον Παλαιολόγοι, Καντακουζηνοί, Σκληροί, Άγγελοι, για να δώσουν βασιλικό οίκο που θα έπειθε τα δυτικοευρωπαϊκά κράτη για αυτή τη συνέχεια, κι έτσι όλες οι δυναστείες της σύγχρονης Ελλάδας είχαν είτε Γερμανική είτε Δανική καταγωγή.


Αρχαιοελληνικά σύμβολα

Η Τρίτη κατηγορία συμβόλων προσπαθεί να δείξει κάποια σχέση με την αρχαία Ελλάδα. Έτσι έχουμε τη σύσταση του Ιερού Λόχου δίπλα στους Υψηλάντηδες, που κατ’ όνομα τουλάχιστον αντλούσε την έμπνευσή του από το ομώνυμο στρατιωτικό σώμα της αρχαίας Θήβας. Έχουμε επίσης διάφορα αρχαιοελληνικά συνθήματα στις σημαίες των οπλαρχηγών, όπως το Ταν ή επί τας, τον μυθολογικό φοίνικα που αναγεννάται από τις στάχτες του, την προσπάθεια για αναβίωση της ελληνικής γλώσσας, κάτι που βλέπουμε, ενδεικτικά, τόσο στον Αδαμάντιο Κοραή όσο και στον Μάρκο Μπότσαρη, για να μιλήσουμε για δύο πολύ διαφορετικούς ανθρώπους. Στον Κοραή αυτό πήρε τη μορφή της καθαρεύσουσας, μιας γλώσσας που αν και δε μπορούσε να απαρνηθεί τις αλλοιώσεις και την εξέλιξη που είχε υποστεί ειδικά τους τελευταίους αιώνες, μπορούσε τουλάχιστον να αποτινάξει κάποιες από τις πιο πρόσφατες προσμίξεις. Στον Μπότσαρη, από την άλλη μεριά, που έγραψε το ‘Λεξικό της Ρωμαϊκής και της Αρβανιτικής απλής’ σε νεαρή ηλικία, βλέπουμε την προσπάθεια να μιληθεί πιο πολύ, όσο γινόταν, η ελληνική γλώσσα.

Βέβαια, το στοιχείο που έδειχνε πιο έντονα από όλα τα άλλα προς τα πού θα πήγαινε η κατάσταση πριν από την επανάσταση, ήταν κάτι που δεν πέρασε απαρατήρητο από τους Τούρκους: Αντί για τα πιο συνηθισμένα ονόματα και τα υποκοριστικά τους που τα έκαναν αγνώριστα ακόμα και για Χριστιανικά μη ελληνικά ονόματα (όπως Τσάμης, Γώγος, Κίτσος, κτλ), μια γενιά πριν την επανάσταση οι υπόδουλοι Έλληνες άρχισαν να δίνουν αρχαιοελληνικά ονόματα στα παιδιά τους – δείγμα αυτής της τάσης ανάμεσα στους οπλαρχηγούς ήταν ο Οδυσσέας Ανδρούτσος. Οι Τούρκοι πίεσαν το Πατριαρχείο να κρατήσει αποστάσεις από αυτό το φαινόμενο και να συστήσει στους Έλληνες να μην πράττουν με αυτό τον τρόπο. Γενικά όμως, όπως θα δούμε στη συνέχεια, η ταύτιση του υπόδουλου και ύστερα εξεγερμένου ελληνισμού, με την αρχαιοελληνική παράδοση απευθείας, δημιούργησε τόσα προβλήματα όσα είχε λύσει.

Σημείωση: Το παραπάνω κείμενο είναι από την ομιλία του Δρα. Ανδρεόπουλου, που έδωσε κατά τον Εθνικό Εορτασμό που οργάνωσε στις 25 Μαρτίου τ.έ. στο Λονδίνο η Εταιρεία Πελοποννησίων Μεγ. Βρετανίας, για να τιμηθεί η 25η Μαρτίου 1821. Η συνέχεια και το τέλος αύριο.

No comments:

Post a Comment