Monday 9 June 2014

«Μοναχός, στοῦ χειμώνα τὸ σφαγεῖο...»


Ἀνάγνωση γνωριμίας τοῦ «Κρυπτόλεξου», τοῦ ποιητῆ Δημ. Κοσμόπουλου

Ναί, εἶναι διαπιστωμένο πιά:  ὁ Παπαδιαμάντης ἀκόμα συγκινεῖ, τέρπει, ἐμπνέει καὶ φωτίζει τὶς ψυχές, τῶν ταπεινῶν στρουθίων τὶς ψυχὲς κι ὄχι τῶν ἐπαιρουμένων καὶ τῶν κουφών. Γι᾿ αὐτὸ καὶ διαβάζεται ἀκόμα, διαδίδεται καὶ ἐρευνᾶται ὁ λόγος του, ἀλλὰ καὶ κάποτε τὰ γραφτά του γίνονται σημεῖα ἀντιλεγόμενα, ποὺ ἀνοίγουν δρόμους στὸ διάλογο. Τὶς περισσότερες φορὲς χρησιμότατους.

Ὡστόσο,  χρειάζεται νὰ ποῦμε καὶ τὸ ἄλλο:  Ὅτι δηλαδή, ὁ Ππδ. ἐμπνέει ἐπίσης, φωτίζει μὲ τὸ ἄσβυστο κερὶ τοῦ λόγου του τὰ μονοπάτια τῶν ὅσων ἐπιθυμοῦν νὰ βιώσουν εἰλικρίνεια, φιλοπτωχία καὶ ἁπλότητα.


Πολλοὺς μέχρι σήμερα ἔχω συναντήσει νὰ ἐμπνέονται ἀπὸ τὸν Ππδ. καὶ νὰ ἕλκονται ἀπὸ μιὰ γλώσσα ποὺ θυμίζει ἐκκλησιά, ἀλλὰ καὶ γειτονιὰ συγχρόνως. Μιὰ γλώσσα ποὺ τιμᾶ τὶς ρίζες τοῦ λόγου καὶ συνάμα τὶς καλωπίζει μὲ εἰκόνες ἀφάνταστα ποητικές, ζωντανὲς καὶ γνήσιες. Ἕνας ἀπ’ αὐτούς, ποὺ σεργιανοῦν ματὰ προθυμίας πολλῆς στὰ  μονοπάτια τοῦ Ππδ λόγου, εἶναι κι ὁ Δημήτρης Κοσμόπουλος, ὁ ποιητής, ὁ λόγιος, ὁ μαθητὴς τοῦ Διδασκάλου, τοῦ κὺρ Ἀλέξανδρου δηλ. ποὺ μέσα στὴ φούρια τῶν ἐνυπώσεων τῆς καθημερινότητας καὶ τῆς ἀδιάπτωτης κυριαρχίας τῶν εἰκόνων,  δὲ διστάζει νὰ πεῖ:

«Κι εἶδε τὸ Ἀρνίο ποὺ κήρυξε ἡ χαρά σου.
Καθὼς χυνότανε στὴν ἅγια σιωπή του,
ἡ θαλπερὴ φτερούγα σου ἔγινε Μονή του» ( σ. 10)

Δὲν εἶναι δύσκολο, πιστεύω, νὰ καταλάβουμε πὼς τὸ Ἐσφαγμένο Ἀρνίο (βλ. Ἀπ. 13, 8 ἑξ.) εἶναι ὁ προορισμός μας, καθὼς γύρω του θ᾿ ἁπλωθούμε, ὅπως τότε, στὸν παλλαπλασιασμὸ τῶν πέντε ἄρτων καὶ δύο ἰχθύων»( βλ. Ἰω. 6, 10).

«Ὅλοι ἴδιο πρόσωπο, σὲ μιὰ παρέα» (σ. 12), τῆς Ἐκκλησίας,  φυσικά, τὴν παρέα ποὺ τὴ ζοῦμε μὲ γνησιότητα στὰ διηγήματα, καὶ δὴ τὰ Σκιαθίτικα τοῦ Ππδ. Τῆς Ἐκκλησίας ἐπίσης, τῆς Ὀποίας συνειδητοποιοῦσε, «Βαστάζων τὸν Σταυρόν»  (σ. 13), τὴν φιλοστοργία καὶ σωτηριολογική Της διάσταση. Ἤ, ὅπως ἐκεῖνος ἤξερε νὰ μεταποιεῖ τὰ βιώματά του σὲ λόγια, θὰ μᾶς θυμίσει:

«Κάλλιο μιὰ μέρα στὴ δική σ᾽ αὐλή, παρὰ χιλιάδες·
στὸν ἴσκιο ἂς εἶμαι τοῦ ναοῦ σὰν παραπεταμένος
καλύτερα, παρὰ νὰ ζῶ σ᾽ ἁμαρτωλῶν λημέρια»
[1]

Σύμβολο αὐτῆς τῆς προσέγγισης στὴν Αὐλὴ τοῦ Κυρίου ὁ Πρόδρομος τῆς Χάριτος,

«Ἐρήμους περιπολῶν....
Δείχνοντας Ἀμνὸ τὸν Βαπτιζόμενο» (σ. 21)

Αὐτὸν τὸν Ἀμνὸ ποὺ κέρδισε,

«Καθὼς φυσοῦσε ὅλα τ᾿ ἀγρίμια του, τοῦ κόσμου ὁ δρυμών»

[μ’]

«Ἕνα ποτήρι ἀλυπιακοῦ, ψωμὶ κι ἐληά
Τοῦ πτωχοῦ εὐτυχία» (σ.20)

Τελικά, τῆς Πανηγύρεως ὁ προεξάρχων, ποιὸς τἄχα νὰ εἶναι; ( σ. 21)

Ἰδού, λοιπόν, τὸ κρυπτόλεξον....
.............................................................

«Νυχτώνει κι ὅλα θὰ καοῦν στὸ χιόνι.
Τὸ φέρνει μαῦρο κι ὅλο τὸ πετρώνει
ὁ χιονιστὴς Βορρᾶς».

Τότε δηλαδή, ποὺ τὸ νυχτωμένο σπίτι -«μία μετὰ τὸ μεσονύκτιον» (ἀπό τὴν ἐπιστολὴ τῶν ἀδελφῶν τοῦ Ππδ.) μεταποιεῖται μέσα στὸν ὑπόλοιπον  Χρόνο τῆς ζωῆς, σέ, 

«Ἀνάκτορο φωτολαμπὲς...» (σ. 21).

γιὰ νὰ γίνει τὸ σφάλισμα τῶν ματιῶν του (ἀπὸ τὴν ἐπιστολὴ τῶν ἀδελφῶν τοῦ Ππδ.),

«Ὕπνος διὰ βίου, πρόβα θανάτου» (σ. 9)

ἔξω, στὴ θεοσκότεινη, τὴ  χειμωνιάτικη τὴ Σκιάθο, ποὺ ἑτοιμάζεται νὰ γιορτάσει τὰ Θεοφάνεια, καὶ πού,

«Περνάει στὶς φλέβες τοῦ χιονιᾶ τὸ κρύο» (σ. 13)

 ἡ ἐρημιὰ συντροφεύεται

«μὲ χιονόμαλλον ἀέρα» (σ. 11)

.......Τότε λοιπόν,

κι ὁ κὺρ Ἀλέξανδρος, ὁ τοῦ Παπαδαμαντίου υἱός,

«...τὸν χρυσό του σπόρο, σπέρνει στὴν ψυχή.
Μοναχός, στοῦ χειμώνα τὸ σφαγεῖο» (σ. 13)

Μ᾿ ἕνα δικό του «Τετέλεσται», ἀφήνει τὸ πνεῦμα του...

Καὶ τώρα ὅλα  πιά,

«Σιγησάτωσαν. Ἡ νὺξ ἔσται φωταυγὴς καὶ γαληνή»[2]

Ἀμήν.

παπα-Kων. N. Kαλλιανός



[1] Αλ. Παπαδιαμάντης, Ἡ Γλυκοφιλοῦσα, Ἅπαντα, τ. 3ος, ΔΟΜΟΣ, Ἀθήνα 1984, σελ. 71-88.
[2] Δηκ. Κοσμόπουλος, Κροῦσμα, Κέδρος, 2011, σελ. 38.

No comments:

Post a Comment