Προσωπικά δεν
πιστεύω ότι οι πωλήσεις των βιβλίων κάνουν κάποιον/α μεγάλο συγγραφέα. Κατά τη
γνώμη σας ποια η διαφορά μεταξύ ενός μέτριου κι ενός μεγάλου συγγραφέα;
Η ευχή μας πάντοτε
είναι το κάθε νέο βιβλίο να είναι καλοτάξιδο κι ευπώλητο. Δεν είναι όμως όλα τα
βιβλία ευπώλητα. Πολλών συγγραφέων / ποιητών τα έργα δε, έγιναν ευπώλητα μετά
το θάνατό τους!
Ίσως τελικά η
απάντηση που ψάχνουμε στο ερώτημά σας αυτό να είναι η διαχρονικότητα του
μηνύματος που εμπεριέχεται σε ένα έργο. Κάποια έργα αναγνωρίζονται ως ελκυστικά
και πρόσκαιρα δημοφιλή, ανάλογα με την εποχή και τις τάσεις. Κι αυτό είναι
κατανοητό κι αποδεκτό. Ανάλογα συμβαίνει βέβαια και στη μουσική. Όμως η
ελκυστικότητα και η πρόσκαιρη δημοφιλία δεν μπορεί να αποτελούν αντικειμενικά
κριτήρια αξίας.
Εκείνο το έργο
που θα μείνει, είτε στον γραπτό λόγο, είτε στην αντίστοιχη μουσική δημιουργία,
είναι εκείνο που πραγματικά συγκινεί και εμπνέει τον αναγνώστη και τον ακροατή.
Είναι εκείνο που δημιουργεί δονήσεις στην ψυχή, που φωτίζει το δρόμο μας ως
αυθεντικός οδοδείκτης και τελικά χαρακτηρίζεται ως κλασικό.
Το χαρακτηριστικότερο
παράδειγμα είναι φυσικά η Αγία Γραφή, με τα αιώνια μηνύματά της. Στο χώρο της κοσμικής
λογοτεχνίας δε, υπάρχουν αρκετά ενδιαφέροντα παραδείγματα, όπως ο «παππούς» μας
ο Όμηρος, αλλά και άλλοι «ξένοι», όπως ο Σαίξπηρ, για τον οποίο ο Νίκος
Καζαντζάκης έγραψε πως είναι «ο πιο
αθάνατος θνητός που πλάστηκε από εγγλέζικο χώμα»!
Αν και ζείτε στο
Λονδίνο, υποθέτω ότι παρακολουθείτε όλα αυτά που συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια
στην Ελλάδα. Υπάρχει κάτι που σας
φοβίζει και που σας κάνει να ανησυχείτε; Πείτε μου κάτι που είδατε και ακούσατε
τελευταία για την Ελλάδα και σας ενόχλησε…
Ειλικρινέστατα
αυτά που συμβαίνουν στην Πατρίδα (πάντα γράφω τον όρο αυτό με «Π» κεφαλαίο) το τελευταίο
διάστημα, με απασχολούν ιδιαίτερα, διανοητικά αλλά και ψυχικά, κι έχουν
αποτελέσει ένα από τα κύρια αντικείμενα της προσευχής μου.
Η σύγχρονη
κρίση, που προφανέστατα δεν είναι μόνο οικονομική, την οποία θα πρέπει να
αντιμετωπίσουμε βασικά ως μοναδική ευκαιρία διοικητικής αναδόμησης και κοινωνικής
αναβάθμισης, ανέδειξε την τεράστια σημασία και τον υπέροχο και θετικότατο ρόλο της
οικογένειας στο πλαίσιο της ελληνικής κοινωνίας. Η συσπείρωση των μελών, η
επιστροφή των απομακρυσμένων μελών, η επανένταξη των ηλικιωμένων στην
οικογενειακή εστία, σαφώς μπορούν να χαρακτηρισθούν ως στοιχεία πνευματικής
υγείας μέσα στις δύσκολες εποχές που διανύουμε.
Στον αντίποδα
αυτών μπορεί κανείς να διακρίνει πολλά προβλήματα, όπως τα υψηλά ποσοστά
ανεργίας των νέων, το κλείσιμο πολλών μικρών επιχειρήσεων, η επαιτεία στους
δρόμους πόλεων και χωριών (σε πρόσφατη επίσκεψή μου στην αγαπημένη μου Αθήνα με
αιφνιδίασαν με την ξαφνική και απότομη παρουσία τους μπροστά μου τρεις
διαφορετικοί επαίτες μέσα σε ένα πρωϊνό) και η ενεχυρίαση ή και εκποίηση ακόμα του
πλούτου και της τιμής των ανθρώπων, με τη μορφή της παράδοσης σε
ενεχυροδανειστήρια, ή όπου αλλού, των πολύτιμων προσωπικών και οικιακών
αντικειμένων τους.
Εκτός από την
προσωπική μου παρατήρηση και ερμηνεία των θεμάτων αυτών, σαφώς υπάρχει και
ενόχληση, όπως τέθηκε και στο ερώτημα. Κι αυτό συνίσταται στο απαράδεκτο και
δυστυχώς πραγματικό γεγονός του ρατσισμού, το οποίο παρατηρείται έντονα το
τελευταίο διάστημα και μάλιστα αποκτά και επίσημη φωνή και εκπροσώπηση στην
ελληνική κοινωνία. Δεν χρειάζεται νομίζω να αναφερθώ σε συγκεκριμένα συμβάντα.
Και μόνο η ύπαρξη του φαινομένου αυτού καθ’ αυτού μας γεμίζει ντροπή ως έθνος.
Εμάς που είμασταν από γεννησιμιού μας -ως φυλή- ανοιχτόκαρδοι, ανοιχτόμυαλοι (open-minded, όπως λένε κι οι Άγγλοι) και φιλόξενοι. Περιττό να
αναφέρω ότι με εκφράζει απόλυτα το σύνθημα: «Οι
παππούδες μας πρόσφυγες, οι γονείς μας μετανάστες, εμείς ρατσιστές;».
Η εμπειρία μου
από την Διασπορά, στο χώρο της οποίας κινούμαι και δρω για 27 συναπτά έτη, μου
δίνει το δικαίωμα να αναφέρω και να υπογραμμίσω ότι όπου κι αν έζησα, όπου κι
αν ταξίδεψα, όπου κι αν κινήθηκα, σπούδασα, έκανα γνωριμίες και φίλους, παντού
με αντιμετώπισαν ως ίσο, παντού με καλωσόρισαν και μου προσέφεραν χώρο να
πατήσω, να κατοικήσω, να αναπτυχθώ. Κανένας δεν μου έθεσε κανένα εμπόδιο στην
πορεία μου. Πώς, λοιπόν, να μην ενοχλούμαι και να μην αντιδρώ με τα ρατσιστικά
φαινόμενα και τις διάφορες εκφράσεις τους που βλέπω, ακούω και διαβάζω πως
συμβαίνουν στην Πατρίδα μας, που είναι
-εκτός των άλλων- και η γενέθλια γη της δημοκρατίας!
Δεν μπορώ να
μην καταθέσω εδώ και την σύγχρονη ποιμαντική εμπειρία μας, που έχει αναφορά στο
νέο μεταναστευτικό ρεύμα, κυρίως νέων ανθρώπων, στην πλειοψηφία τους
επιστημόνων, που οδηγεί μακριά από την Πατρίδα τη ραχοκοκκαλιά του νέου
επιστημονικού κι επιχειρηματικού δυναμικού της πληγωμένης -ίσως ανεπανόρθωτα-
ελληνικής κοινωνίας. Πολλοί μας τηλεφωνούν από την Ελλάδα (ακόμα και τελείως
άγνωστοι σε εμάς) ζητώντας μας να μεριμνήσουμε για εύρεση εργασίας. Άλλοι
μπαίνουν σε ένα αεροπλάνο και καταφθάνουν. Μας κτυπούν την πόρτα και μας
κοιτούν ίσια στα μάτια με αγωνία και λαχτάρα...
Η αλήθεια
είναι ότι πολλοί βρίσκουν αυτό που επιθυμούν. Και χαιρόμαστε πολύ όταν μπορούμε
να βοηθήσουμε. Άλλοι, ίσως οι περισσότεροι, ταλαιπωρούνται αρκετά. Δεν είναι
εύκολο να συνδράμεις όλους. Χρειάζεται συστηματική, συντονισμένη κι
επιστημονική αντιμετώπιση του φαινομένου αυτού, η οποία δεν είναι ακόμα έτοιμη
και οργανωμένη. Έχω την εντύπωση πάντως ότι η Ελλάδα... μετακομίζει! Και
αποδημεί!
Κλείνοντας, θα
ήθελα να μας πείτε ένα στόχο που έχετε για το μέλλον…
H ψυχή
έχει πάντα πολλές λαχτάρες. Σε διάφορα επίπεδα υπάρχουν και θα υπάρχουν πάντα
στόχοι, βλέψεις και καρδιακές επιθυμίες. Αλλά για να καταφέρνω να παραμένω
άνθρωπος και για να δικαιούμαι να κηρύττω Ιησού και να προβάλλω τον Έλληνα
λόγο, έχω υποχρέωση να ασκηθώ και να καλλιεργήσω περισσότερο κάποιες αναγκαίες
αρετές, όπως την υπομονή και τη μακροθυμία... Ίσως κάποτε να κατακτήσω κάποιες
κορυφές, αλλά αυτές δεν θα είναι επ’ ουδενί το τέλος, αλλά η αφετηρία για κάτι
καινούργιο, υψηλότερο και πλουσιότερο. Όπως λέει κι ο ποιητής (Γιώργος Σεφέρης):
«Λίγο ακόμα να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα»!
Πηγή: ΕλληνικήΓνώμη
No comments:
Post a Comment