Sunday 9 November 2014

Άγ. Νεκτάριος & Αργολίδος Νεκτάριος


Πριν λίγα χρόνια  μια παρέα νέων ανθρώπων, με οδηγό τον π. Νεκτάριο Αντωνόπουλο (νυν Μητροπολίτη Αργολίδος) κάναμε ένα μακρινό, συγκλονιστικό ταξίδι, από εκείνα που μόνο μία φορά στη ζωή σου θα καταφέρεις να κάνεις. Διασχίσαμε την απέραντη Σιβηρία, που «μόνο τα πουλιά γνωρίζουν που τελειώνει» όπως γράφει ο Τσέχωφ. Φτάσαμε ως το παγωμένο Νορίλσκ, μόλις 600 χλμ.  από τον Βόρειο Πόλο. Επιθυμούσαμε να γνωρίσουμε τους τόπους  εξορίας του Αγίου Λουκά του ιατρού και αρχιεπισκόπου Κριμαίας.


Οδοιπορώντας  στην έρημο της Σιβηρίας, σταματήσαμε σε πολλά χωριά και πόλεις. Ο πιστός λαός, όπου μάθαινε πως έρχονται ταξιδευτές από την Ελλάδα, έβγαινε στις εισόδους των πόλεων  και στους δρόμους. Πλημμύριζε τους ναούς που θα επισκεπτόμασταν.  Οι άνθρωποι  μας υποδέχονταν κρατώντας εικόνες στα χέρια και λαχταρούσαν να προσκυνήσουν το Τίμιο Ξύλο που είχαμε μαζί μας από την ιερά μονή Σαγματά. Από την μακρινή και άγνωστη για εκείνους Ελλάδα γνώριζαν μόνο τον Άγιο Νεκτάριο!

Θυμάμαι τον π. Γεννάδιο στο Γενισέισκ να κρατά μια εικόνα του Αγ. Νεκταρίου μέσα στο ναό που διακονούσε. Τον Αρχιεπίσκοπο Κρασνογιάρσκ κ. Αντώνιο, στην περιοχή  Ποκρόφκι,  την ώρα της λιτανείας,  να κρατά κι εκείνος μια εικόνα του Αγίου Νεκταρίου. Σε κάποιο χωριό στην καρδιά της Σιβηρίας, μέσα στο εκκλησίασμα μια κυρία κρατούσε την εικόνα του Αγίου Νεκταρίου, μέσα σε αραχνοΰφαντο  μαντήλι. Σαν να ένιωθε πως τα γυμνά της χέρια δεν μπορούσαν να αγγίξουν ούτε την εικόνα του…

Ο Άγιος Νεκτάριος της αγάπης, του πόνου, της υπομονής, της ταπείνωσης, της φτώχειας, είχε αγγίξει τις ψυχές τούτων των ταλαιπωρημένων ανθρώπων.

Δεν γνωρίζω πώς έμαθαν εκεί στην άκρη της γης για έναν τόσο σύγχρονο Άγιο. Είδα όμως να του μιλούν μυστικά με τα μάτια τους κατακόκκινα !

Όταν μάθεις να αγαπάς, αγαπάς πέρα από το χρόνο...


Αυτό δεν είναι η αγιότητα; Ο Άγιος Νεκτάριος κατά τον χρόνο της επίγειας ζωής του αγαπούσε, πρόσφερε και προσφερόταν ασταμάτητα. Αυτό κάνει και τώρα!

Λίγα χρόνια μετά το ταξίδι, ο π. Νεκτάριος μας διάβασε το παρακάτω κείμενο:   

«Σὲ ἕνα χωριὸ τῆς Ρουμανίας δὲν ὑπῆρχε ἱερέας, καὶ οἱ κάτοικοι πήγαιναν συχνὰ στὸν Πατριάρχη μὲ  αἴτημα, τὴν πλήρωση τῆς κενῆς θέσης. Ὅμως ὁ Πατριάρχης δὲν εἶχε τὴν δυνατότητα νὰ ἱκανοποιήσει τὸ αἴτημα τῶν ἀνθρώπων. Πήγαιναν καὶ ξαναπήγαιναν οἱ κάτοικοι, ἀλλά, τίποτε ὁ Πατριάρχης τοὺς ἔλεγε τὰ ἴδια λόγια, ὅτι δὲν ἔχω ἱερέα νὰ σᾶς στείλω στὸ χωριό. Ἐν τῷ μεταξὺ ἄλλοι πέθαιναν ἀδιάβαστοι, ἄλλοι εἶχαν γυναῖκες καὶ παιδιὰ χωρὶς γάμο, τὰ παιδιὰ καὶ οἱ μεγάλοι ἦταν ἀβάπτιστοι.


Μία μέρα σταμάτησε ἔξω ἀπὸ τὸν Ναὸ ἕνα αὐτοκίνητο καὶ κατέβηκε ἕνας ἱερέας ὅλο τὸ χωριὸ ἀνάστατο ἦρθε παπὰς φώναζαν. Πῆγαν ἐκεῖ οἱ κάτοικοι, τὸν καλωσόρισαν καὶ τοῦ εἶπαν: πῶς ἦρθες στὸ χωριό ἀφοῦ ὁ Πατριάρχης μᾶς εἶχε πεῖ ὅτι δὲν ἔχει παπὰ νὰ μᾶς στείλει; Τότε ὁ ἱερέας τοὺς εἶπε αὐτὸ δὲν θέλατε; δὲν θέλατε ἱερέα; Νὰ ἦρθα. Ὅλο τὸ χωριὸ χάρηκε στὴν παρουσία τοῦ νέου ἱερέα. Ὁ Ἱερέας ἄρχισε ἀμέσως δουλειὰ. Πῆγε σὲ ὅλους τοὺς τάφους καὶ διάβαζε τὴν ἐξόδιο ἀκολουθία, βάπτισε καὶ πάντρεψε ὅλους στὸ χωριὸ λειτουργοῦσε τοὺς κοινωνοῦσε. Μιὰ μέρα καλεῖ τοῦς χωρικοὺς καὶ τοὺς λέγει ὅτι: θὰ φύγω τελείωσε ἡ ἀποστολή μου. Τότε τὸ χωριὸ ἀναστατώθηκε, τώρα ποὺ ἦρθες θὰ φύγεις; Ὅμως ὁ ἱερέας δὲν ἄκουγε τοὺς κατοίκους καὶ ἐνέμενε στὴν ἀπόφασή του. Ἀφοῦ οἱ χωρικοὶ κατάλαβαν ὅτι δὲν γινόταν τίποτε τὸν εὐχαρίστησαν γιὰ τὴν προσφορά του καὶ τὸν κατευόδωσαν.


Μετὰ ἀπὸ μέρες πῆγαν στὸν Πατριάρχη νὰ τὸν εὐχαριστήσουν ποὺ τοὺς ἔστειλε παπὰ καὶ νὰ τοῦ ποῦν ὅταν μπορέσει νὰ τοὺς ξαναστείλει κάποιον ἱερέα, ἀλλὰ ὁ Πατριάρχης δὲν ἤξερε τίποτε. Τοὺς εἶπε ὅτι ἐγὼ δὲν ἔστειλα κανέναν παπὰ γιατί δὲν ἔχω, ὅμως περιμένετε, μήπως ὁ πρωτοσύγκελλος σᾶς ἔστειλε κάποιον γιὰ νὰ σᾶς ἐξυπηρετήσει. Πῆρε τηλέφωνο τὸν πρωτοσύγκελλο ἀλλὰ οὔτε αὐτὸς εἶχε στείλει κανέναν. Ὁ Πατριάρχης τοὺς εἶπε: τί ἔκανε αὐτὸς ὁ ἱερέας στὴν ἐνορία; Οἱ χωρικοὶ εἶπαν μᾶς πάντρεψε, μᾶς βάπτισε, μᾶς ἔκανε τὶς κηδεῖες τῶν γονέων, μᾶς ἔκανε ὅτι κάνει ἕνας παπάς. Καλὰ εἶπε ὁ Πατριάρχης δὲν σᾶς ἔδινε χαρτιὰ δὲν ἔγραφε τὰ μυστήρια;

- Βεβαίως εἶπαν οἱ χωρικοί μᾶς ἔδινε χαρτιὰ καὶ τὰ καταχώρισε στὰ βιβλία τοῦ Ναοῦ.

- Δὲν εἴδατε τί ἔγραφε; καὶ πῶς ὑπέγραφε μὲ τί ὄνομα;


- Ὅλα τὰ στοιχεῖα δέσποτα τὰ ἔγραφε στὰ ρουμανικὰ, πολλὰ γράμματα δὲν ξέρουμε γιατί, τὴν ὑπογραφὴ τὴν ἔβαζε σὲ ἄλλη γλώσσα ποὺ δὲν ἔχουμε ξαναδεῖ.

Ὁ Πατριάρχης παρακάλεσε νὰ πᾶνε νὰ φέρουν τὰ βιβλία γιὰ νὰ δεῖ ποιὸς ἦταν αὐτὸς ὁ κληρικός. Ὅταν τοῦ πῆγαν τὰ βιβλία ὁ Πατριάρχης ἔμεινε ἔκθαμβος, δὲν πίστευε στὰ μάτια του. ὄντως ὅλα τὰ στοιχεῖα ἦταν γραμμένα στὰ ρουμανικὰ ἐνῶ τὸ ὄνομά του ἦταν γραμμένο στὰ Ἑλληνικὰ μὲ τὸ ὄνομα τῆς ὑπογραφῆς:

Νεκτάριος ἐπίσκοπος Πενταπόλεως».

Σίσσυ Κόσσυβα
Δημοσιογράφος - Συγγραφέας

No comments:

Post a Comment