π. Ἀνδρέας Ἀγαθοκλέους, Ἡ τελευταία μέρα τοῦ Θεοῦ,
ἔκδ. Ἱ. Ἡσυχαστήριον Ἁγίας Τριάδος, Λυθραδόντας [Κύπρου] 2015, σ.σ. 86
Μὲ τὸν ἐμπνευσμένο καὶ εὐπρεπῆ πρόλογο τοῦ Γέροντος Ἐφραίμ,
Καθηγουμένου τῆς Μονῆς τοῦ Βατοπεδίου νὰ μᾶς εἰσοδεύει στὸν πάντερπνο λειμώνα τῶν
θεοβιωματικῶν καὶ σεμνῶν λόγων τοῦ συγγραφέως, ἀρχίζει τὸ νέο αὐτὸ βιβλίο, τὸ ἑνδέκατο
στὴν πνευματική διαδρομὴ τοῦ π. Ἀνδρέα, ποὺ φέρει τὸν ἐσχατολογικὸ τίτλο «Ἡ
τελευταία μέρα τοῦ Θεοῦ». Τίτλος ποὺ ἀνακαλεῖ στὴ μνήμη μας τὸν κορυφαῖο λόγο
τοῦ ὁσίου Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου: «Ὁ καιρὸς τῆς ζωῆς μου βρίσκεται στὴν ἑνδεκάτη ὥρα».
Μὲ μικρά, λιτὰ, ἀλλ᾿ ὡστόσο πυκνογραμμένα κείμενα
προσπαθεῖ ὁ π. Ἀνδρέας, μέσω ἑνὸς ἱερέως,
τοῦ π. Γεωργίου, (ὅλοι καταλαβαίνουμε πὼς εἶναι ὁ ἴδιος ὁ σ. ποὺ
δανείζεται ἀσφαλῶς τὸ τίμιο ὄνομα τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, στὸ ναὸ τοῦ ὁποίου ἐπὶ
δεκαετίες διακόνησε), νὰ μᾶς χαρίσει τὶς ἐμπειρίες του, ποὺ σχετίζονται μὲ τὴν ἀναζήτηση
τοῦ Θεοῦ. «...ὁ π. Γεώργιος θέλει νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὰ κοινωνικὰ καὶ
θρησκευτικὰ κατεστημένα. Θέλει νὰ πετάξει ὅσα, χρόνια τώρα τοῦ κρύβουν τὸ
πρόσωπο τοῦ Θεοῦ» (σ. 21). Γι᾿ αὐτὸ καὶ Τὸν ἀναζητεῖ σὲ Ἁγίους Τόπους (σ. 17-19,
29-32), σὲ Ἁγίου Γέροντες καὶ πνευματικοὺς ὁδηγούς (σ. 25-28), σὲ ἁγιοφόρα
προσκυνήματα (σ. 31-35), στὸ Ἁγιονόρος, μέχρι τὴ μακρὰ Ἀριζόντα, ὅπου ζωηρὴ
χτυπᾶ ἡ καρδιὰ τῆς Ὀρθοδόξου πνευματικότητος καὶ ἀποπνέει στὸ Νέο Κόσμο τὸ χνῶτο
τοῦ Θεοῦ.
Ἀναζητώντας ὅμως τὸ Θεὸ βιώνεις, ὅπως εἶναι ἑπόμενο καὶ
τὴν θεοεγκατάλειψη, τὴν ἄρση τῆς Χάριτος (π. Ἱερόθεος Βλάχος). Γι᾿ αὐτὸ πολὺ
σοφὰ καὶ μὲ τὴν ἁγιοπνευματική ἐμπειρία ποὺ
διαθέτει ὁ Γ. Ἐφραίμ ἀποφαίνεται: «Ἡ φαινομενικὴ ἀπόκρυψη τῆς Χάριτος ἐκπαιδεύει
τὸν ἄνθρωπο πρὸς τὴν ἀπόκτηση τῆς ἁγιότητος. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο φανερώνεται ἡ
πιστότητα τοῦ ἀνθρώπου, ὁ πιστὸς ἀποκτᾶ πείρα, ἡ ὁποία εἶναι τὸ πιὸ σημαντικὸ
λάφυρο σὲ αὐτὸν τὸν ἀγώνα» (σ. 11).
Ὡστόσο θὰ πρέπει να ὑπογραμμίσουμε ὅτι μαζὶ μὲ τὴν
θεοεγκατάλειψη ὁ πιστὸς βιώνει καὶ τὴν ἐσχάτη Ἡμέρα τῆς Παρουσίας τοῦ Θεοῦ στὴ
ζωή του. Κι εἶναι οἱ στιγμὲς αὐτὲς τόσο ὁριακές, ποὺ νομίζει κάποιος ὅτι εἶναι ἕνα
σύνορο ποὺ καθορίζεται μεταξὺ τοῦ ἴδιου καὶ τοῦ Θεοῦ. Κάτι ποὺ στὴν οὐσία δὲν ὑφίσταται,
ὠστόσο τὸ ὑποθέτει ὁ κάθε ἀγωνιζόμενος, γιατὶ ἀποκάμνει ἀπὸ τὶς δοκιμασίες του.
Κι ἄς ἔχει ἀκούσει τόσες καὶ τόσες φορὲς τὰ Εὐαγγελια τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου ὅπου
τὴν θεοεγκατάλειψη (πρβλ. «Θεέ μου, Θεέ μου, ἱνατὶ μὲ ἐγκατέλειπες;») τὴν
διαδέχεται ἡ πλήρης παραίτηση στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ (Πάτερ, εἰς χεῖρας Σου παρατίθιμι
τὸ πνεῦμα μου) ( σ. 41-43).
Ἡ ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ εἶναι μιὰ πορεία. Πορεία στὸ ἄγνωστο.
Μόνο ποὺ τὸ ἄγνωστο αὐτὸ ὡς πυρήνα του ἔχει τὴ σιωπὴ τοῦ Θεοῦ. Μιὰ σιωπὴ ποὺ ὡστόσο
θρυμματίζεται μὲ παρουσία Του. Παρουσία ποὺ καλεῖσαι ν᾿ ἀνακαλύψεις (σ. 77-78).
Κι ἔρχεται αὐτὴ ἡ περιούσια ὥρα, ἀφοῦ οἱ δοκιμασίες, οἱ ἐμπειρίες καὶ οἱ
περιπέτειες στὴν πνευματικὴ ζωὴ ἀναστείλουν τὴν παρουσία τῆς Χάριτος,
κομίζοντας παράλληλα τὸ μεγάλο Μυστήριο τῆς Παιδείας τοῦ Θεοῦ (π. Ἱερόθεος
Βλάχος) στὸν ἀγωνιζόμενο. Περιούσια ὥρα,
τὴν ὁποία τελικὰ καταννοεῖ ὡς τὴ «μοναδικὴ ἀσφάλεια τῆς ἐσωτερικῆς του
πληροφορίας...» (σ. 76). Πληροφορία, ποὺ συμπυκνώνεται στὸ λόγο τῶν πατέρων
μας: «Τοῦ Θεοῦ νὰ γένει». Κι ὅταν γίνεται τοῦ Θεοῦ, τὸ γνωρίζουμε πολὺ καλὰ ὅτι
ἀναπαύεται, ὄχι μοναχα ὁ ἄνθρωπος, ἀλλὰ κι ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ποὺ εἶναι πάντα
φιλάνθρωπος καὶ μακρόθυμος.
Ἔτσι καταννοεῖ ἐπιτέλους ὅτι ἡ μέρα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ
κάθε μέρα τοῦ ἀνθρώπου, ὅπου μαζὶ πορεύονται ἀπὸ τὸ «νῦν στὸ ἀεί» κι ἕως τῆς
συντελείας.
Εὐγνωμονοῦμε, λοιπόν τὸν καλὸ μας παπα-Ἀνδρέα ποὺ κατάφερε
κι αὐτὴ τὴ φορὰ νὰ κατανύξει τὴν ψυχή μας μὲ τὸν στέρεο καὶ κατὰ πάντα
θεοφύλακτο καὶ εὐλογημένο του λόγο. Ὅπως τὸν εὐχαριστοῦμε ποὺ κόσμισε τὸ βιβλιο
μὲ πολλὲς φωτογραφίες ποὺ ἡ ἀνάγνωσή τους λέει ἄλλα τόσα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ἔγραψε.
παπα-Κων. Ν. Καλλιανός
No comments:
Post a Comment