ἤ, Ἀνάγνωση τοῦ βιβλίου τῆς Βασιλικῆς
Σπ. Κοσμᾶ, Ἰωάννης, Ἀποκαλύπτης - Χάκερ. Μιά εἰκαστική προσέγγιση, ἐκδ.
ΠΑΠΑΖΗΣΗ, ἈΘήνα 2007, σελ. 139
Ἡ Βάσω Κοσμᾶ κατάγεται μέν ἀπό
τόν Πειραιᾶ, ὅπου καί σπούδασε, ὅμως στήν οὐσία εἶναι μιά φτασμένη Σκοπελίτισσα
καλλιτέχνις πού τιμᾶ τό νησί, στό ὁποῖο ζεῖ, ἀδιάκοπα τριανταπέντε χρόνια -μιά
ζωή, δηλαδή.
Οἱ γνώσεις της πάνω στή
ζωγραφική, τήν κεραμεική, τήν ἁγιογραφία καί τό ψηφιδωτό τῆς δίνουν τήν εὐκαιρία
νά ξετυλίξει τό ὄντως ἀξιοπρόσεχτο ταλέντο της, τό ὁποῖο καί ἔχει τύχει ἰκανῆς ἀποδοχῆς
ἀπό τούς φιλότεχνους, καθώς προβλήθηκε, μέσω τῶν Ἐκθέσεών της, στό νησί καί ἀλλοῦ.
Ὁ τρόπος πού ζωγραφίζει, πού
ἐκτυπώνει, δηλαδή, τήν μεταποιημένη, σέ σχήματα καί χρώματα, γόνιμη καί πλούσια
φαντασία της, εἶναι φορτισμένος ἀπό τό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς καί ἐπηρεασμένος σέ
μεγάλο μέρος ἀπό τή σύγχρονη ζωγραφική. Ὅμως αὐτό πού διακρατεῖ ὁ ἐπισκέπτης
θεατής εἶναι ἕνα: ἡ αἰσιοδοξία πού ἀκτινοβολοῦν οἱ χρωματισμοί, ἡ ἐλπίδα πού ἀναδύεται
μέσα ἀπό τό μπέρδεμα τῶν σχημάτων καί κυρίως ὁ προβληματισμός πού ἐν εἴδει ἐσωτερικῶν
ἐρωτημάτων ἀναδύεται. Καί τό ἀνάφερα αὐτό, ὄχι τυχαῖα, ἀλλά γιατί (ξανα) διαβάζοντας
τό μοναδικό της βιβλίο, που εἶναι μιά ἐπιτυχημένη -ἔτσι προσωπικά τό ἐκτιμῶ- προσέγγιση
στό ὄντως προφητικό καί συνάμα κορυφαῖο βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως τοῦ Ἰωάννη, «Ἀποκάλυψη»,
πρόσεξα μέ πόση ὤριμότητα καί ἐπιμελημένη βιβλιογραφική ἐνημέρωση, προσπαθεῖ νά
τό προσεγγίσει: Ἄρα, νά τό ἑρμηνεύσει, δηλαδή, νά ξεκλειδώσει τίς τυχόν ἑφτασφράγιστες
θύρες του, μέ ὁδηγό μοναδικό τήν εἰκαστική τέχνη (εἰκασία= συμπέρασμα, παράσταση,
ἀλλά καί φαντασία).
Σύμφωνα μέ κορυφαῖο ἑρμηνευτή
«ἡ Ἀποκάλυψη τοῦ ἀγίου Ἰωάννη κλείνει τή σειρά τῶν βιβλίων τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Στό
πρῶτο, τή Γένεση, περιγράφεται ἡ Δημιουργία τοῦ Κόσμου, ἡ ἀποτυχία τοῦ ἀνθρώπου,
ἡ ὑποδούλωσή του στό κακό καθώς καί ἡ ἱστορία τῆς θείας Οἰκονομίας, μέ στόχο τή
Δημιουργία ἑνός νέου λαοῦ τοῦ Θεοῦ, μιᾶς νέας ἀνθρωπότητος. Στήν Ἀποκάλυψη [λοιπόν]
περιγράφεται ἡ τελική σύγκρουση πρός τό Κακό, ἡ ἀναδημιουργία τοῦ ἀνθρώπου καί
τῆς Κτίσης» (Σ. Ἀγουρίδης).
Βηματίζοντας στ᾿ ἀχνάρια τῆς
μεταφυσικῆς ἀναζήτησης ἡ Β. Κ(οσμά) μεταποιεῖ τά χρώματα καί σχέδιά της σέ κεραῖες
μιᾶς προσωπικῆς ἐπικοινωνίας μέ τό Θεό. Γι᾿ αὐτό καί ἀποφαίνεται, καθώς προσεγγίζει
τό 21ο κεφάλαιο, ὅπου γίνεται λόγος γιά τόν καινούριο κόσμο τοῦ Θεοῦ, μέ τόν
«καινόν οὐρανόν καί καινήν γῆν» (Ἀποκ. 21, 1), ἀναφέροντας τά ἑξῆς: «Αὐτός πού
θέλει νά διατρέξει αὐτόν τόν διάσπαρτο ἀπό σπασμένα γυαλιά δρόμο τῆς Τέχνης, δέν
πρέπει νά ξεχνᾶ ὅτι ὁ ζωγράφος εἶναι ἄνθρωπος τῆς φύσης, αὐτή τόν δημιούργησε ὥστε
νά τή ζωγραφίσει. Ἄν δέν ἀγαπήσει τή μητέρα του, ἄς μήν τή ζωγραφίσει, δέν θά τόν
ψέξει κανείς. Ἀλλά ἄν δοκιμάσει τή φλογερή δίψα του νά ζωγραφίσει τά πάντα, ἄν
προσπαθεῖ νά διακρίνει στόν κόσμο τῆς φύσης τό ὄργανο τῆς τέχνης του, ἄν ἔχει τόν
πυρετό τῆς ἔμφυτης κλίσης καί τόν ἐνθουσιασμό τῆς ἰδιοφυΐας, ἄς ἀκολουθήσει τήν
δύναμη πού τόν ὁδηγεῖ: αὐτός προαισθάνθηκε τόν ἄνθρωπο, αὐτός θά τόν
ζωγραφίσει. Θά πατήσει τά σπασμένα γυαλιά καί μέ τό αἷμα του καί τόν προσωπικό
του πόνο θά γεννήσει τίς νέες μορφές. Ἄς ὑποχωρήσει στή φαντασία ἀπό τήν ὁποία
κατέχεται, ἄς διακοσμήσει αὐτό πού
βλέπει... Δέν ἔχουμε ποτέ τό δικαίωμα νά μιλήσουμε ἄσχημα, ὅταν μποροῦμε νά ἐκφράσουμε
ὅ,τι θέλουμε μέ τά ὑπάρχοντα ἐκφραστικά μέσα» (σελ. 64-65).
Κι ἡ Βάσω κατάφερε αὐτό τό
τελευταῖο: νά ἐκφράσει, ἀφοῦ βίωσε, νά ζωγραφίσει, ἀφοῦ κατάφερε νά ἰσορροπήσουν
μέσα της ὁ λόγος καί ἡ εἰκαστική του ἔκφραση, νά πετύχει, δηλαδή, νά ἀναγνώσει
τήν Ἀποκάλυψη, νά συγκλονιστεῖ ἀπό Αὐτό τό ἔνθεο ποίημα καί τελικά νά πετύχει νά
τό ἰχνογραφήσει, ὡς συλλαβισμό πανίερου βηματισμοῦ πρός τό θεῖο καί συνάμα τόσο
φωτεινοῦ καί αἰνιγματικοῦ, πού μονάχα τό κλειδί τῆς Πίστεως, δηλαδή, τῆς ἐμπιστοσύνης
στό Θεό, ἀφήνει τελικά ἐλεύθερο τό χέρι τῆς δημιουργοῦ νά παρουσιάσει τά ὅσα μᾶς
παρέδωσε: ἔργα ἔνθεα καί ἔντιμα, ἔργα πού ἑρμηνεύουν καί φωτίζουν, ἔργα
ταυτισμένα πλήρως μέ τόν ψυχισμό καί θεοφίλητο κόσμο τῆς καλλιτέχνιδος.
Εὐχή μας, νά συνεχίσει αὐτή
τήν πορεία της μέ μοναδικό σκοπό τή συνάντηση μέ τόν Θεό. Αὐτός ἄλλωστε εἶναι
κι ὁ σκοπός τοῦ κάθε καλλιτέχνη, γιατί μονάχα αὐτός μπορεῖ νά καταφέρει νά
βιώσει συνειδητά τό ψαλμικό: «Οἱ ούρανοί διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ ποίησιν δέ χειρῶν
αὐτοῦ ἀναγγέλλει τό στερέωμα» (Ψαλμ. 18, 2).
π. Κ.Ν. Καλλιανός
No comments:
Post a Comment