Wednesday 20 July 2016

Στου Θεσβίτη τα ψηλώματα

Αυτές οι παραμονές των γιορτάδων… Η αβασταγιά, η άφραστη καρτερία του ξημερώματός τους… Κι εκείνη η λαχτάρα να γίνουν τα πάντα όπως τότε! Να μην αλλάξει τίποτα απόλα όσα η μάνα μνήμη κουβαλά στο διάβα της, στο βραχύ μας  πέρασμα,  από τα πρόσκαιρα τούτου του κόσμου. Μέσα στου θέρους το πανηγύρι, η ψυχή ζητά να παύσει  λίγο ο χρόνος, να γυρίσει στα περασμένα και στα λυτρωτικά αξέχαστα, τότε που οι άνθρωποι πίστευαν  γιατί ζούσαν και ζούσαν γιατί πίστευαν… Να συναντηθούμε με τα ξυπόλυτα τους πόδια στο ξέγυμνο ανίσκιωτο ανηφόρι προς τα ψηλώματα του Αγιολιά. Δε βαστούν «ούτε βαλλάντιον, μη πήραν, μηδέ υποδήματα», μόνο μοσχολίβανο και κερί καθάριο! 


Μπροστά ο Παπάς με το μαθημένο γέρικο μουλάρι, φορτωμένο με τα πλεχτά καλαμένια κοφίνια. Να ακούς το χάλκινο κυπρί του να χτυπά ακανόνιστα σε κάθε δύσκολο βήμα του. Να αρβαλάνε ολοένα τα ασημωμένα αγιωτικά και τα κουδουνάκια του θυμιατού μέσα στις βαριές κόφες. Και συ ξοπίσω μ ένα σώμα κάθιδρο και μια πολύδιψη ψυχή, να θαρρείς πως αρχίνησε το εσπερινό θυμιάτισμα στων κεκραγαρίων το κατευθυνθήτω… Τάμα το ανέβασμα με του λιβανωτού το φόρτωμα στου Ταϋγέτου το ψήλωμα. Θαρρείς πως πάντοτε η κορυφή του αστραποβολά! Μοιάζει τούτη η περίβλεπτη καντηλήθρα, με άσβηστο αειφανές αστέρι, σαν ολόχρονο Άγιο Φως, για τους Μανιάτες που γεννιούνται και τελεύουν στη σκιά του Πενταδάκτυλου, κάθε φορά που τον θωρούν όταν σκοτεινιάζει. 

Μόλις πρωτοσουρουπώσει θα φουντώσει με λιβάνι η μεγάλη φωτιά της παραμονής, να αγγίξει με την πιο θαλερή της φλόγα τον ξάστερο θόλο, να ανάψει με την ευωδιαστή πυράδα της  τους ταπεινούς βραδινούς του ήλιους. Τα δουλεμένα χέρια τους γιομίζουν από λιβανόσκονη σαν ολονυχτίς την συνδαυλίζουν. Σε κάθε ριξιά, αρωματισμένη ανάσα βαθιά και ένα Σταυροτύπωμα ανεξίτηλο και μια ιεροκρύφια ευχή και ένας αφουγκρασμός, μήπως φανεί τώρα ο Προφήτης προτού ξανααναληφθεί. Στα σίγουρα θαρθει κι από δω, απ την κορυφή της ξακουστής του πυραμίδας.  Απ όλες τις ράχες και τα φαράγγια, τις πλαγιές, τα υψώματα, τα αγνάντια τα γλυκοφωτισμένα τούτη τη νύχτα της παραμονής, θα περάσει να ευλογήσει. Και σ όλους αυτούς που στάξανε δρωτάρια και κοπιάσανε οι σάρκες τους για να τον ανταμώσουν, θα υποσχεθεί κάποτε μεσιτεία για σωσμό. Και σ όσους μείναν στα ψηλώματά του και έγιναν φρουροί τους, θα υποσχεθεί στηριγμό και παράκληση.

Μετά το δι ευχών, το πρωί σαν ρημώσει και πάλι το πλάτωμα της αγιοκορφής του, ένα παιδί θα ψάξει να βρει  μια τίκλα βαριά, σιμά στο καιροδαρμένο  εκκλησάκι του, να βάλει από κάτω της χαρτί με  μήνυμα, για τον μέγιστο των Προφητών, τον πυρίπνοο Ζηλωτή της πίστης μας, τον μύστη του όντως Θείου Φωτός:   

Όσο κρατούν τα πόδια μου, Προφήτη Άγιέ μου
Δεύτερε Πρόδρομε Κριτού, ένσαρκε Άγγελέ μου,
Λιβάνι θα φορτώνομαι και φως από μελίσσι,
Ναρχομαι την παραμονή στο πιο ψηλό ξωκκλήσι!

Θα μοιάζει με αστράναμμα, ο αγέρας θα θυμιάζει,
Πύρινη νύχτα ακοίμητη Θεσβίτη θα δοξάζει!
Θα ηχήσει σήμαντρο ορθρινό στη Σπάρτη και στη Μάνη,
σαν στου Αγιολιά  την κορυφή παιδί μεταλαμβάνει!

Νώντας Σκοπετέας

No comments:

Post a Comment