1.
Πρός
Καρυάς
Στῆς
Παναγιᾶς τό περιβόλι,
Θέ μου,
ἀπ᾿ τό γλυκό σου
φῶς τί βρύσες
χύνονται!
Περπατῶ στό ἐλιώνα
καί πνίγομαι
στίς
ἀσημένιες
φωτιές του.
Στίς
φοῦχτες μου
παίρνω νερό ἀπό τήν
πέτρα
καί νοιώθω
ἕνα
μεθύσι ἀπό ἡλιαχτίδες:
ἡ μουσική τῶν
μοναχῶν, τό "τάλαντον",
τό σήμαντρο,
οἱ καμπάνες
τοῦ Πρωτάτου
ἕνα
γαλάζιο φῶς
πού ἀναρριγεῖ
στίς
χορδές τῆς
ψυχῆς μου.
Ἄχ,
νά μποροῦσα
μέσα μου
νά κράταγα
μπόλικο
φῶς, γιά τίς
νυχτιές πού αὔριο
θά᾿ ρθουν!...
(ἀπό τήν
πρώτη ποιητική συλλογή, "Μυστικόν
Ἔαρ",
Οἱ Ἐκδόσεις
τῶν φίλων,
Ἀθήνα
1964, σελ. 58)
2.
Μικρό Ἀπόδειπνο
Ὑγρό μά ἐξαίσιο
δροσοβόλημα
μέ τή βροχή, πού πέφτει
ραβδωτή
κανοναρχεῖ καί ψέλνει
ἁπαλά
στά σπάνια
κεραμίδια τῆς
Ἀθήνας:
"Τάς
ἑσπερινάς
ἡμῶς
εὐχάς
πρόσδεξαι
ἅγιε
Κύριε..." Ὅσο
βαθειά μου μπαίνει
μέχρι
τό κόκκαλο
ἡ βροχή, τόσο
ἀναβρύζει
κι
ὁ ὕμνος
ὁ ἑσπερινός,
βαθύς κ᾿ ἐμποτισμένος,
ἀπό τά δάκρυα
τῆς ψυχῆς...
-Ἀπόψε
κανείς
νά μοῦ ζεστάνει
δέ μπορεῖ τά κρύα
δάχτυλα
ἐκτός
ἀπό τό κομποσκοίνι
πού ἕνας ἐρημίτης
μοῦ ἐχάρισε
γιά εὐλογία
στό φρικτό Καρούλι
τοῦ Ἄθωνα· ἤ τό παλιό μου
κηροπήγιο
πού εὐώδη
καίει ἁγνοῦ κεριοῦ λαμπάδα.
Ἔξαρση
κι ἀγαλλίαση
πού αἰσθάνομαι
ὅταν
ὁ ἀέρας
κ᾿ ἡ βροχή ἀδυνατοῦν
νά σβύσουν
τή μικρή φλογίτσα
τῆς λαμπάδας
μου.
(ἀπό τή δεύτερη
ποιητική συλλογή, Ἡ Θύελλα
καί ὁ Γνόφος,
ἐκδ.
"Οἱ Ἄνεμοι", Ἀθήνα
1966, σελ.66)
3.
Ἀπό τήν
ἕκτη
ἐννεάδα:
δ΄
Κάτω
ἀπ᾿ τή φλοῦδα
τῶν δακτύλων,
πού ροδίζουν
θαμένες
ἀναμνήσεις
ἀπό ἁμαρτωλά ταξίδια,
μέ δυσκολία
καταφέρνουν νά ἐπιζήσουν
ἐκεῖνες
οἱ παλιές
διαδρομές γεμάτες
ἀφή ὅλο
ρίγος,
σέ παλαιϊκές
ἐπιγραφές
σ᾿ ἐρημοκκλήσια,
ἐκεῖ στήν
ἔρημο
τῆς Κερασιᾶς,
σπαρμένη
τάφους ἀσκητῶν,
πού ὁ ὕπνος
τους
μυρώνει
τό χορτάρι,
τόν ἀγέρα
κ᾿ ἔρχεται ὡς
κῦμα
μιᾶς
εὐωδιᾶς
τρυφερῆς ἀνάμεσα
στά δάκτυλα...
(ἀπό τή συλλογή, Ἔγκλειστος βίος,
οἱ ἐκδόσεις
τῶν φίλων,
Ἀθήνα
1973, σελ.74)
Θεωρῶ ἀπαραίτητον νὰ καταθέσω
στὴν ἀγάπη
τῶν φίλων
ἀναγνωστῶν
μου, πὼς
ἀπὸ καιρὸ διαχωρίζω τὴν
ὅλη
ποιητικὴ συγκομιδὴ τοῦ
πολυσέβαστου καὶ ἀγαπητοῦ μου
κ. Π.Β.
Πάσχου σὲ ἑνότητες,
ποὺ, πιστεύω, ὅτι
θὰ εἶναι
ἕνα
χρησιμότατο ἐγκόλπιο γιὰ τὸν φιλόθεο ἀναγνώστη, ποὺ καταννοεῖ τὸ βάθος τῆς
εὐλάβειας τοῦ ποιητῆ, ἀλλὰ κυρίως
συνδράμεται ψυχωφελῶς
ὅταν
ὁ ποιητικός λόγος,
γίνεται ἡ φωτεινὴ καὶ στερεὰ βακτηρία
ὥστε
νὰ σεργιανίσει τὸ Ὄρος λ.χ.
ἤ νὰ ζήσει
τὶς
μεγάλες ὧρες τῆς
προσευχῆς, ἀλλὰ τῶν
μεγάλων Γιορτῶν.
Φυσικὰ ἡ παρούσα παρουσίαση εἶναι
ἁπλᾶ ἕνα
δεῖγμα, γιατὶ θ᾿
ἀκολουθήσουν -σὺν
Θεῷ- κι ἄλλες.
π. Κ.Ν.
Καλλιανός
No comments:
Post a Comment