Σκέφτεσαι τούτη τήν ὥρα κάποιο θερινό, δροσερό ἀπομεσήμερο. Ἀπομεσήμερο εύεργετικό, ἀπό κεῖνα, δηλαδή, τά παραδείσια κληματιανά ἀπομεσήμερα, πού μετά τή μεσημεριανή ἡσυχία, τήν ὁποία λίκνιζε ἀπαλά τό μονότονο τραγούδι τοῦ τζίτζικα καί τό θρόϊσμα τῶν φύλλων τῆς κληματαριᾶς ἀπό τό μελτέμι τό πελαγίσιο, ἐμφανίζονταν στό μικρό χωριό, γιά νά προετοιμάσουν τό χωρικό γιά τήν ἐπερχόμενη τή νύχτα.
Ἕν᾿ ἀπ᾿ αὐτά τά ἀπομεσήμερα βλέπεις καί τώρα νά προβάλλεται στήν ὀθόνη τοῦ χρόνου· κάποιου χρόνου τῆς δεκαετίας τοῦ 1950.
Ἦταν καθισμένες οἱ γιαγιές ἀμφιθεατρικά στά σκαλοπάτια τοῦ σπιτιοῦ τοῦ μπαρμπα Βαρσαμά τοῦ Πολύζου, ἀπέναντι ἀπό τό Κοινοτικό Γραφεῖο κι ἔπλεκαν στή δροσιά κουβεντιάζοντας. Πόσες ἦταν δέ θυμᾶσαι. Ἴσως νά ἦταν ὅμως τρεῖς- τέσσερες, φορώντας τίς ἀρχοντικές φουστάνες, μιλοῦσαν περιμένοντας νἄρθει τό βράδυ, γιά νά νετάρουν.
Τότε λοιπόν ἦταν πού παρουσιάστηκαν δυό τρεῖς ἐπισκέπτες, πού παραθέριζαν στό νησί καί θεώρησαν καλό νά περιηγηθοῦν τοῦτο τό ἀπομεσήμερο τό χωριό μας. Θυμᾶσαι πολύ καλά τίς περιποιήσεις τῶν ντόπιων, ὅπως τούς κεράσουν γλυκό καί δροσερό νερό φερμένο ἀπό τή βρύση τοῦ χωριοῦ.
Οἱ ξένοι πρόσεξαν τίς γιαγιές πού συνέχιζαν τό πλέξιμο καί τήν κουβέντα τους. Προθυμοποιήθηκαν νά τίς φωτογραφήσουν. Ἐκεῖνες δέχτηκαν. Καί τότε πρόσεξες πώς οἱ ξένοι ἔδιναν σημασία σέ λεπτομέρειες τοῦ καθημερινοῦ μας βίου, -αὐτό τό συνειδητοποίησες ὅταν ἀργότερα διάβασες καί περιηγητικά κέιμενα- πρᾶγμα ἐντελῶς φυσικό κι αὐτονόητο γιὰ μᾶς, πού δέν μᾶς ἐντυπωσίαζε διόλου.
Ἄραγε, σκέφτεσαι ὕστερ᾿ ἀπό πενήντα περίπου χρόνια, ποῦ νά βρίσκεται ἐκείνη ἡ φωτογραφία, ἐκείνη ἡ διάσωση μιᾶς καί μόνης στιγμῆς ἀπό τόν βίο καί τήν ἀμάχη κάποιων ἄγνωστων καθημερινῶν ἀνθρώπων; Ποῦ χάθηκε, γιατί καταστράφηκε αὐτό τό τεκμήριο ζωῆς καί παρουσίας ἐκείνου τοῦ μικροῦ ὁμίλου τῶν γυναικῶν τοῦ χωριοῦ;
(Πόσες φορές δέ μετάνοιωσα πού, ὅταν βρῆκα μιά σειρά ἀπό φωτογραφίες σέ παλιό, ἐρειπωμένο σπίτι τοῦ Κάτω Χωριοῦ, τίς ἄφησα, μᾶλλον νά καοῦν, γιατί φοβήθηκα μήπως θεωρηθῶ ἱερόσυλος, κλέφτης καί καταπατητής τῆς ξένης περιουσίας! Ἀπό τή μιά μεριά νοιώθω ἰκανοποίηση πού δέν ἀποξένωσα αὐτό τό ὑλικό ἀπό τήν ἑστία του, ὅμως ἀπό τήν ἄλλη, ὅταν ἔμαθα ὅτι πουλήθηκε τό σπίτι, πικράθηκα, γιατί κατάλαβα ὅτι χάθηκαν μαζί μέ τίς μνῆμες πού κρατοῦσαν συντροφιά στά ἐρείπια αὐτά καί οἱ εἰκόνες ἐκεῖνες ἀπό κάποιο καιρό, πού ἄν καί μοιάζει γιά βαλσαμωμένος ἐν τούτοις εἶναι καί παραμένει πάντα ζωντανός καί ἕτοιμος νά φεγγοβολήσει ἀνασταίνοντας θύμησες καί πρόσωπα, ὅπως τοῦ σιταριοῦ οἱ σπόροι...).
π. Κ.Ν.
Καλλιανός
No comments:
Post a Comment