Ακόμη μια
αληθινή ιστορία για την Μικρασιατική Καταστροφή
Η Βασιλίτσα γεννήθηκε στη
Σμύρνη, στις 26 Φεβρουαρίου του 1917. Το σπίτι τους ήταν δίπλα ή πολύ κοντά -δεν
είμαι σίγουρη- στο ναό της Αγίας Φωτεινής, ο οποίος δεν υπάρχει πια… Πριν 3
περίπου χρόνια από τη γέννησή της είχε γεννηθεί ο αδελφός της. Ο μπαμπάς της,
η μαμά της, ο αδελφός της και η Βασιλίτσα ήταν μια όμορφη οικογένεια. Όμως,
όταν η μικρή ήταν μόλις 2 χρόνων, η μαμά έφυγε ξαφνικά για τον ουρανό. Έμεινε ο
μπαμπάς χωρίς την αγαπημένη του γυναίκα και τα παιδιά χωρίς μαμά.
Οι αδελφές τού μπαμπά,
ζήτησαν αμέσως να πάρουν η κάθε μια από ένα παιδί και να το μεγαλώσουν. Ήταν άλλωστε
παντρεμένες, δεν είχαν παιδιά και έμεναν κοντά.
Αλλά ο μπαμπάς ήταν ανένδοτος: «Δεν δίνω τα παιδιά μου». Βέβαια η γιαγιά
-η μητέρα του- ήταν χήρα, έμενε μαζί με το γιό της και λάτρευε τα εγγόνια της.
Υπάρχει μια φωτογραφία «χαρμολύπης» λίγο μετά το θάνατο της μαμάς, με τη γιαγιά
στα μαύρα, καθισμένη σε μια πολυθρόνα και δεξιά και αριστερά της από ένα παιδί.
Στα ολόμαυρα κι αυτά…
Κάποτε, προξένεψαν στον
μπαμπά μια κοπέλα που είχε έρθει στη Σμύρνη μικρή, από τη Μυτιλήνη. Παντρεύτηκαν.
Το 1922 η νέα μαμά, έμεινε έγκυος. Όταν έγινε το Μεγάλο Κακό, ήταν περίπου 6
μηνών. Τον μπαμπά τον είχαν πάρει οι Τούρκοι. Η γιαγιά βρέθηκε μόνη
με τα 2 παιδιά, την νύφη έγκυο και τις δυο της κόρες χωρίς άνδρες -τους είχαν
πάρει φυσικά κι αυτούς οι Τούρκοι, και μάλιστα αυτοί σκοτώθηκαν εκεί.
Την ημέρα που έβαλαν την
τεράστια φωτιά στη Σμύρνη, οι γυναίκες τρελάθηκαν. Ώσπου να σκεφτούν τί θα κάνουν, το σπίτι πήρε
φωτιά. Πρόλαβε η γιαγιά να βάλει σε μια μεγάλη πλεκτή κουβέρτα ό,τι έβρισκε
μπροστά της, έκανε την κουβέρτα μπόγο για τον ώμο, πήρε τη Βασιλίτσα από το
χέρι και έφυγαν μέσ’ το χαλασμό, με την μια κόρη της να κρατάει τον αδελφό της
Βασιλίτσας και ένα μπόγο, και την άλλη να βοηθάει την έγκυο να πάρει και εκείνη
μερικά αναγκαία πράγματα. Αναμαλλιασμένες έτρεξαν να σωθούν στην παραλία.
Όλοι γνωρίζουμε τί έγινε εκεί…
Μετά από απίστευτη
ταλαιπωρία, ίσως και ενός χρόνου, αφού βέβαια είχε γεννηθεί ένα κοριτσάκι που
το βάφτισαν για ευνόητους λόγους Ελευθερία (αυτή βέβαια είναι μια άλλη
ιστορία…) εγκαταστάθηκαν τελικά στο Πολύγωνο της Αττικής, όπου υπήρχαν
προχειροφτιαγμένα καταλύματα για τους πρόσφυγες και κοινή τουαλέτα. Εκεί, δεν
ήταν μέρα να μη κλάψουν για τους άνδρες τους, που δεν ήξεραν αν θα ξαναδούν,
αλλά και επειδή ήταν αδύνατο να συγχωρήσουν στον εαυτό τους -κυρίως η γιαγιά-
ότι δεν είχαν πάρει μαζί τους την εικόνα της Παναγίας, που όλοι σεβόντουσαν και
τιμούσαν όχι μόνο στο σπίτι τους, αλλά και σε όλη τη γειτονιά…
Κάποια ημέρα, νομίζω ενάμιση
χρόνο μετά την Καταστροφή, ενώ καθόντουσαν με καρέκλες έξω από το «σπίτι» στο
Πολύγωνο (είχε ένα άνοιγμα ο τόπος εκεί) βλέπουν να έρχεται μέσα από το στενό
δρομάκι -ίσως και ενός μέτρου- που ήταν
δίπλα τους, την αγαπημένη τους γειτόνισσα από… τη Σμύρνη! Αρχίζουν να κλαίνε
και να ξεφωνίζουν όλες μαζί και όταν συνήλθαν κάπως, ανοίγει η γειτόνισσα την
τσάντα της -λέω τσάντα, αλλά δεν ξέρω τί ακριβώς ήταν- βγάζει ένα δέμα και
συγκινημένη το δίνει στη γιαγιά, λέγοντας: «Όταν φύγατε σε κείνο το χαμό, και
είμαστε έτοιμοι να φύγουμε και εμείς, χωρίς να σκεφτώ τίποτα, μπήκα στο σπίτι
σας σχεδόν μέσ’ στη φωτιά, για να πάρω την εικόνα της Παναγίας, που δεν ξέρω
γιατί, ήμουν σίγουρη πως μέσα στην τρομάρα σου την είχες ξεχάσει. Έψαχνα ένα
χρόνο για να σας βρω… Είναι δική σου και πάλι»!
Αυτή την εικόνα της Παναγίας
την έχω στο Εικονοστάσι μου... Από τη μαμά μου, την αξέχαστη, την πάντα χαρούμενη
Βασιλίτσα.
Ντέμη
Παπαϊωάννου-Σταυροπούλου
No comments:
Post a Comment