Σ’ ἕνα παλιό Τσέχικο παραμύθι ἡ νεαρή ἡρωϊδα Κάτινκα στέλνεται ἀπό τήν ἄκαρδη μητριά καί τήν κόρη της νά μαζέψει μενεξέδες στό χιονιά τοῦ καταχείμωνου. «Ἀφοῦ τούς θέλω πρέπει νά ὑπάρχουν!» ἦταν ἡ διαταγή τῆς σκοτεινῆς «ἀδελφῆς». Χαμένη μέσα στό δάσος ἡ Κάτινκα διακρίνει μέσ’ ἀπ’τά δάκρυα τῆς ἀπελπισίας της μιά κόκκινη ἀνταύγεια καί μαζεύει ὅλο της τό κουράγιο γιά νά τήν πλησιάσει. Ὅταν τό καταφέρνει, ἔκπληκτη ἀντικρύζει στό κέντρο ἑνός ξέφωτου ἀναμμένη φωτιά καί γύρω της δώδεκα ἀκίνητα πρόσωπα μέ πανωφόρια καί κουκοῦλες σέ διαφορετικό χρῶμα ἀνά τρεῖς. Ὁλόλευκο αὐτό τῆς πρώτης τριάδας, πρασινωπό σάν τό χορτάρι τῆς ἑπόμενης, στό χρῶμα τῶν θερισμένων σταχυῶν τῆς ἄλλης, τῶν κόκκινων μήλων τῆς τελευταίας. Πρόκειται γιά τούς ἀδελφούς μῆνες τῶν τεσσάρων ἐποχῶν. Ὁ μεγαλύτερος τους ὁ Ἰανουάριος κρατώντας ἕνα κατάλευκο ραβδί ἐμφανίζεται ὡς ὑπεύθυνος τῆς φωτιᾶς καί τήν συνδαυλίζει κάθε τόσο.
Ἀφοῦ λοιπόν ὁ Ἰανουάριος ἄκουσε μέ συμπάθεια τί ἔψαχνε τό κορίτσι, καλεῖ τόν Μάρτιο νά βοηθήσει. Αὐτός μέ τό ραβδί τοῦ Ἰανουαρίου ζωντανεύει τή φωτιά κι ἡ φλόγα πού ὑψώνεται προκαλεῖ τόση ζέστη ὥστε τό χιόνι λυώνει κι οἱ μενεξέδες ἀρχίζουν ν’ ἀνθίζουν.
Τά βάσανα τῆς Κάτινκας δέν τελειώνουν ὡστόσο ἐδῶ, γιατί στή συνέχεια τῆς ἀπαιτοῦνται φράουλες καί ἀργότερα μῆλα. Οἱ εἰκόνες τῶν μηνῶν εἶναι θαυμάσιες καθώς, μέ τήν σειρά τους, φέρνουν μιάν ἀνάπαυλα καλοκαιρίας μές στή χειμωνιά, ἀρκετή γιά νά ὡριμάσουν οἱ καρποί πού προσφέρονται ὡς δῶρα στό καλόκαρδο κορίτσι. Ἀλλά ἀξίζει νά προσέξει κανείς μιά λεπτομέρεια: ὅλοι τους γιά νά συνδαυλίσουν τήν φωτιά, παίρνουν τό ραβδί ἀπό τόν σεβάσμιο Ἰανουάριο, ὁ ὁποῖος ἀντιπροσωπεύει τήν δυναμική τῆς νέας ἀρχῆς πού σφραγίζει ἐπίσης κάθε ἑπόμενο μήνα τοῦ ἐτήσιου κύκλου. Μέχρι τή λύση τοῦ «δράματος» ὁ Ἰανουάριος στέκεται στοργικός ἀρωγός τῆς ἡρωίδας.
Μέ τήν συμβολική του γλώσσα τό παραμύθι μιλάει γιά πολλές ψυχικές πραγματικότητες. Ἀνάμεσά τους κεντρική θέση κατέχει ἡ φωτιά στό ξέφωτο τῆς καρδιᾶς τοῦ χιονισμένου δάσους. Τριγυρισμένη ἀπό τήν ἐπικράτεια τῆς παγωνιᾶς , ἀντιστοιχεῖται πρός τήν ἐσωτερική φωτιά πού ζητᾶ τήν ἄγρυπνη προσοχή μας σ’ ὅλη τήν διάρκεια τοῦ χρόνου. Καθένας μπορεῖ νά ἀναρωτηθεῖ τί ἀκριβῶς ἀντιπροσωπεύει γι αὐτόν. Ἴσως τήν λαχτάρα γιά ζωή, τήν δημιουργικότητα, τόν ἐνθουσιασμό ἤ τήν ἀγάπη. Δυνατή φωτιά ἀλλά καθόλου πρόθυμη νά συντηρεῖ τόν παραλογισμό: «Ἀφοῦ κάτι τό θέλω πρέπει νά ὑπάρχει».
Ὁ σοφός Ἰανουάριος πάντως ἐξοργισμένος μέ τίς δυό ἄπληστες συγγενεῖς τῆς ἡρωίδας προκάλεσε τέτοια ἀνεμοθύελλα ὥστε, περιπλανημένες, νά παγώσουν τελικά στό χιόνι «μέ τήν κατάρα καί τό μίσος στήν καρδιά τους».
Ἡ ἀγαθή πάλι Κάτινκα «γονατίζοντας μπροστά στό εἰκονοστάσιο παρακαλοῦσε τόν Θεό και τούς Ἁγίους, γι’ αὐτές τίς δυό πού τήν εἶχαν τυραννήσει.» Ἡ ἱστορία προικίζοντας τήν ταπεινή ἡρωϊδα μέ ἱκανότητα μακροθυμίας καί συγχώρεσης τήν ἀναδεικνύει σέ χαρακτήρα μέ ἠθικό βάθος, ὑπερβαίνοντας ἔτσι τά εἰδολογικά ὅρια τοῦ παραμυθιοῦ. Ἐνδεχομένως ἡ παλιά Τσέχικη διήγηση ὑπερβαίνει καί τά χωροχρονικά σύνορα:
Στόν ἐκφοβισμό τῆς σύγχρονης ἀκόρεστης ἀναλγησίας ἀντιπροτείνει τήν παράδοξη ἰσχύ τῆς ψυχῆς, ζωντανεμένης στό πρόσωπο μιᾶς χαριτωμένης ἄκακης, τήν ὁποία πρόθυμα δέχονται νά ὑπηρετήσουν ὁ Χρόνος καί ἡ Φύση!
Ἀφοῦ λοιπόν ὁ Ἰανουάριος ἄκουσε μέ συμπάθεια τί ἔψαχνε τό κορίτσι, καλεῖ τόν Μάρτιο νά βοηθήσει. Αὐτός μέ τό ραβδί τοῦ Ἰανουαρίου ζωντανεύει τή φωτιά κι ἡ φλόγα πού ὑψώνεται προκαλεῖ τόση ζέστη ὥστε τό χιόνι λυώνει κι οἱ μενεξέδες ἀρχίζουν ν’ ἀνθίζουν.
Τά βάσανα τῆς Κάτινκας δέν τελειώνουν ὡστόσο ἐδῶ, γιατί στή συνέχεια τῆς ἀπαιτοῦνται φράουλες καί ἀργότερα μῆλα. Οἱ εἰκόνες τῶν μηνῶν εἶναι θαυμάσιες καθώς, μέ τήν σειρά τους, φέρνουν μιάν ἀνάπαυλα καλοκαιρίας μές στή χειμωνιά, ἀρκετή γιά νά ὡριμάσουν οἱ καρποί πού προσφέρονται ὡς δῶρα στό καλόκαρδο κορίτσι. Ἀλλά ἀξίζει νά προσέξει κανείς μιά λεπτομέρεια: ὅλοι τους γιά νά συνδαυλίσουν τήν φωτιά, παίρνουν τό ραβδί ἀπό τόν σεβάσμιο Ἰανουάριο, ὁ ὁποῖος ἀντιπροσωπεύει τήν δυναμική τῆς νέας ἀρχῆς πού σφραγίζει ἐπίσης κάθε ἑπόμενο μήνα τοῦ ἐτήσιου κύκλου. Μέχρι τή λύση τοῦ «δράματος» ὁ Ἰανουάριος στέκεται στοργικός ἀρωγός τῆς ἡρωίδας.
Μέ τήν συμβολική του γλώσσα τό παραμύθι μιλάει γιά πολλές ψυχικές πραγματικότητες. Ἀνάμεσά τους κεντρική θέση κατέχει ἡ φωτιά στό ξέφωτο τῆς καρδιᾶς τοῦ χιονισμένου δάσους. Τριγυρισμένη ἀπό τήν ἐπικράτεια τῆς παγωνιᾶς , ἀντιστοιχεῖται πρός τήν ἐσωτερική φωτιά πού ζητᾶ τήν ἄγρυπνη προσοχή μας σ’ ὅλη τήν διάρκεια τοῦ χρόνου. Καθένας μπορεῖ νά ἀναρωτηθεῖ τί ἀκριβῶς ἀντιπροσωπεύει γι αὐτόν. Ἴσως τήν λαχτάρα γιά ζωή, τήν δημιουργικότητα, τόν ἐνθουσιασμό ἤ τήν ἀγάπη. Δυνατή φωτιά ἀλλά καθόλου πρόθυμη νά συντηρεῖ τόν παραλογισμό: «Ἀφοῦ κάτι τό θέλω πρέπει νά ὑπάρχει».
Ὁ σοφός Ἰανουάριος πάντως ἐξοργισμένος μέ τίς δυό ἄπληστες συγγενεῖς τῆς ἡρωίδας προκάλεσε τέτοια ἀνεμοθύελλα ὥστε, περιπλανημένες, νά παγώσουν τελικά στό χιόνι «μέ τήν κατάρα καί τό μίσος στήν καρδιά τους».
Ἡ ἀγαθή πάλι Κάτινκα «γονατίζοντας μπροστά στό εἰκονοστάσιο παρακαλοῦσε τόν Θεό και τούς Ἁγίους, γι’ αὐτές τίς δυό πού τήν εἶχαν τυραννήσει.» Ἡ ἱστορία προικίζοντας τήν ταπεινή ἡρωϊδα μέ ἱκανότητα μακροθυμίας καί συγχώρεσης τήν ἀναδεικνύει σέ χαρακτήρα μέ ἠθικό βάθος, ὑπερβαίνοντας ἔτσι τά εἰδολογικά ὅρια τοῦ παραμυθιοῦ. Ἐνδεχομένως ἡ παλιά Τσέχικη διήγηση ὑπερβαίνει καί τά χωροχρονικά σύνορα:
Στόν ἐκφοβισμό τῆς σύγχρονης ἀκόρεστης ἀναλγησίας ἀντιπροτείνει τήν παράδοξη ἰσχύ τῆς ψυχῆς, ζωντανεμένης στό πρόσωπο μιᾶς χαριτωμένης ἄκακης, τήν ὁποία πρόθυμα δέχονται νά ὑπηρετήσουν ὁ Χρόνος καί ἡ Φύση!
Νατάσα Κεσμέτη
Δεκέμβριος 2011
Δεκέμβριος 2011
Χρόνια Πολλά με υγεία κάθε ευλογία.
ReplyDeleteΕύχομαι κάθε επιτυχία στο σπουδαίο έργο σας!
πρωτ. Γερασιμάγγελος Στανίτσας