Monday 7 April 2014

Σαρανταπέντε χρόνια...

Κάθε χρόνο, μόλις ὁ Ἀπρίλης ἀρχίζει νὰ κάνει τὰ πρῶτα του βήματα μέσα στὴ μυρωμένη ἐαρινὴ ἀτμόσφαιρα, ἕνα ἀόρατο χέρι σφίγγει τὴν ψυχὴ κόβοντας τὴν ἀνασα κι ἀνεβάζοντας στὰ μάτια σταλαγμοὺς δακρύων. Κι ἄς ἔχουν περάσει ἀπό τότε, ἀπὸ τὶς ἕξη τοῦ Ἀπριλίου τοῦ 1969 τόσα χρόνια. Κάτι μέρες ὠσὰν αὐτὲς δύσκολα λησμονοῦνται, ὅπως δὲ λησμονιέται κι ἡ Μορφὴ τοῦ Πατέρα ποὺ ἔφυγε ἀπ᾿ τὸν κόσμο αὐτὸ τὴν Κυριακὴ ἑξη Ἀπριλίου τοῦ 1969. Μάλιστα τὴ χρονιὰ ἐκείνη ἡ Κυριακὴ ἐκείνη ἦταν τῶν Βαΐων, μιὰ μέρα σημαδιακή, φορτισμένη μὲ κορυφαῖες διδαχές, ἀλλὰ πάνω ἀπ᾿ ὅλα προθάλαμος τῆς εἰσόδευσής μας στὴ Μεγαλοβδομάδα.


Ὁ Πατέρας ἔφυγε μόνος, δίχως νὰ εἶναι κανένας σιμά του, στὴ μακρυνὴ Ἀμερικὴ ὅπου εἶχε πάει νὰ ἐργαστεῖ ὅπως τόσοι καὶ τόσοι συγχωριανοί του. Ἔφυγε στὰ πενήντα - δύο του καὶ θάφτηκε στὴν ξένη γῆ, δίχως νὰ προφτάσει νὰ δεῖ τὴν οἰκογένειά του.


Ἔτσι κάθε χρόνο αὐτὲς τὶς μέρες στέκει ἡ Μνήμη κι ἀναπολεῖ ἐκεῖνο τὸ ἀνοιξιάτικο πρωϊνὸ τῆς Μ. Τρίτης ποὺ πληροφορηθήκαμε στὸ χωριό,  τὴν ἀπώλεια τοῦ Πατέρα. Τὸ Καφενεῖο, ὅπου στεγαζόταν τὸ μοναδικὸ χειροκίνητο τηλέφωνο τοῦ χωριοῦ, ποὺ μύριζε τσιγάρο, καφὲ καὶ ρακί, ὁ μπάρμπα-Κωστὴς ὁ Μπερδάνης πίσω ἀπό τὸν πάγκο, μὲ τὸ αἰώνιο τσιγάρο στὸ στόμα, ἡ μισοφωτισμένη αἴθουσα, τὸ τηλεγράφημα, τὰ μισοφαγωμένα ἀπό τὴ συγκίνηση λόγια τοῦ μπάρμπα-Κωστή, κι ὕστερα ὁ θρῆνος στὸ σπίτι καὶ τὸ τέλος μιᾶς ἀναμονῆς, ὅλ᾿ αὐτὰ κυκλώνουν τὸ νοῦ αὐτὲς τὶς μέρες, κι ἄς πέρασαν τόσες δεκαετίες. Δεκαετίες σημαδεμένες ἀπὸ ἀπουσίες, μὲ τὴν πλέον κορυφαία καὶ ἀρχικὴ αὐτὴ τῶν ἀρχῶν τοῦ Ἀπριλίου τοῦ 1969. Γιατὶ τὸν περιμέναμε τὸν Πατέρα νὰ ἔρθει γιὰ τὸ Πάσχα. Ὅμως...


Καὶ τὸ κυριώτερο: Ἴσα-ἴσα ποὺ τὸν θυμᾶμαι.

Σαρανταπέντε χρόνια, λοιπόν. Στ᾿ ἀλήθεια, πότε πέρασαν;

Παρασκευή, 4 Ἀπριλίου 2014
π. Κων. Ν. Καλλιανός

No comments:

Post a Comment