Monday 24 April 2017

Μέ τό καράβι ν᾿ ἀργεῖ....

(Μαθητικά βιώματα καί καταθέσεις γιά τήν Κυριακή τοῦ Θωμᾶ)

Μπορεῖ νά πέρασαν κοντά πέντε δεκαετίες, μισός αἰώνας, δηλαδή, ἴσως καί παραπάνω, ὅμως χλωρές ἀπομένουν στή μνήμη ἐκεῖνες οἱ, δύσκολες, ὄντως, ὧρες τῆς ἀναχώρησης τό ἀπόγευμα τῆς Κυριακῆς τοῦ Θωμᾶ, γιά τό Βόλο, γιά τό Γυμνάσιο, πού φοιτούσαμε τότε... Κι ἴσως σήμερα νά μή λένε τίποτε στά νέα τά παιδιά αὐτά τά ἐφηβικά βιώματα καί ἡ νοσταλγία πού τά περιβάλλει, ὅμως ἄν σταθεῖ κάποιος καί τά ἐξετάσει στοργικά καί ὑπεύθυνα, τότε θά καταλάβει, γιατί ἐκεῖνος ὁ κατήφορος ἀπό τό χωριό μας στό Λουτράκι ἦταν μιά κάθοδος διόλου εὐχάριστη καί εὐεργετική στίς ψυχές μας. Στίς ψυχές μας πού διατηροῦσαν ἀκόμα ψήγματα εὐαισθησίας, προσήλωσης στό «οἰκίας περιβάλλον» (Κ.Π. Καβάφης), στό σπίτι μας... Ὅμως ἡ ζωή τοῦ καθενός μας εἶναι ἀναπότρεπτα διανθισμένη μέ ποκίλα βιώματα, κάποια ἀπό τά ὁποῖα εἶναι τόσο ἀκριβά καί ραντισμένα μέ τῆς εὐαισθησίας τά ἀρώματα. Ὅπως ἐκεῖνα τῆς ἀναχώρησης ἀπό τό νησί τήν  Κυριακή τοῦ Θωμᾶ, ὅπως προαναφέρθηκε.

Ἀφοῦ, λοιπόν, περνοῦσε ἡ Μ. Ἑβδομάδα μέ ὅλο της τό μεγαλεῖο καί τήν κατάνυξη, ἔφτανε κι ἡ ἑβδομάδα τῆς Διακαινησίμου μέ κατάληξη τήν Κυριακή τοῦ Θωμᾶ. Κι ἦταν ἡ ἡμέρα αὐτή ἡ στερνή μας στό χωριό πού εὐωδίαζε ἄνοιξη καί Πασχαλιά. Γιατί ἀπό τήν ἑπομένη ἔπρεπε νά ἐπιστρέψουμε στά μαθητικά μας τά θρανία καί στήν ἀναμονή τῆς ἡμέρας πού θά ἐπιστρέφαμε καί πάλι στό χωριό.

Τό καράβι συνήθως περνοῦσε ἀπό τό Λουτράκι τό ἀπόγευμα, ὁπότε γύρω στό μεσημέρι ἀναχωρούσαμε ἀπό τό χωριό, παλιότερα μέ τά πόδια, ἀπό τό παλιό τό καλτερίμι κι ἀργότερα ἀπό τόν Ἐλιώνα μέ τό λεωφορεῖο.

Ἀλήθεια, μέ πόση ὀδύνη ἀφήναμε τότε τά σπίτια μας ἀποχαιρετώντας τούς δικούς μας... Κι ὅταν πάλι φτάναμε στό Λουτράκι, μέ πόση νοσταλγία κοιτάζαμε τά λευκά σπιτάκια τοῦ χωριοῦ πού χύνονταν ἀπέναντί μας, στήν ὁλοπράσινη πλαγιά, σάν μιά χοῦφτα βότσαλα!!! Τί στιγμές κι ἐκεῖνες... Μέ συντροφιά τή γεύση τῆς πασχαλινῆς τῆς κουλούρας στό στόμα καί τοῦ μαγιάτικου τοῦ τριανταφύλλου τήν εὐωδιά στήν τσέπη τοῦ σακκακιοῦ... Κι ἡ σκέψη νά σεργιανᾶ στά σοκκάκια τοῦ χωριοῦ, νά στέκει προσμονάριος στό χωνεμένο μισοσκόταδο τῆς παλιάς μας ἐκκλησιᾶς, νά παραστέκει στό λιτό τραπέζι τό γιορτινό...

Κάποτε ὅμως συνέβαινε ν᾿ ἀργεῖ νά ἔλθει τό καράβι... Κι αὐτή ἡ καθυστέρηση ἦταν, στ᾿ ἀλήθεια, τόσο λυτρωτική, τόσο φορτισμένη μέ συγκίνηση. Τότε... Στά τρυφερά τά χρόνια δηλαδή...

π. Κ.Ν. Καλλιανός
Σάββατο τῆς Διακαινησίμου 2017

No comments:

Post a Comment