ἤ, Πανηγυρίζοντας κι ἐφέτος τοὺς Τρεῖς Ἱεράρχες
Στὴ Μνήμη τοῦ
Βασιλείου Παντ. Σκλάβου, Ἐπιτρόπου τῆς ἐνορίας μας (†29-1-2021)
Καί μέ τό "Δι᾿ εὐχῶν...", ἀφοῦ ἁγιαστεῖ ὁ κόσμος καί λάβει μαζί μέ τό ἀντίδωρο τό κέρασμα, τό Πανηγύρι κλείνει τή θύρα του στόν φετεινό τό χρόνο καί αὐτό πού ἀκολουθεῖ πιά εἶναι ἡ γνωστή ἡ καθημερινότητα.
Ὡστόσο, κάτι ἀπομένει στήν ψυχή ὡς καταστάλαγμα ἀπό τήν ὅλη αὐτή τή διαδικασία τῆς προετοιμασίας, ἀλλά καί τῆς αἴγλης πού ἐμφανίζει τό πανηγύρι τοῦτο. Κι αὐτό ἐμφανῶς ἐντοπίζεται, στήν ἐσωτερική χαρά, πού βεβαιώνεται μέσα ἀπό ἕνα πλῆθος βιωματικῶν καταστάσεων καί φωτεινῶν στιγμῶν, οἱ ὁποῖες καταυγάζουν τό εἶναι τοῦ κάθε πιστοῦ.
Ἄς τίς ἀναζητήσουμε, παραμερίζοντας τά παραπετάσματα τοῦ ἐνθουσιασμοῦ, τῆς κόπωσης καί τῆς ἀγωνίας, πού διατρέχει ὅλες αὐτές τίς ἑόρτιες ὧρες.
Στήν ἀρχή, λοιπόν, τῆς ἀκολουθίας ὄλα εἶναι φωτεινά, λαμπρά, δεμένα πάντα μέ μιά ἰδιότυπη ὑπεροχή: στοιχεῖο πού συνέχει αὐτές τίς στιγμές, οἱ ὁποῖες ξεχωρίζουν ἐξάπαντος μέσα στήν ἐνοριακή Κοινότητα. Ἄλλωστε, κι ἡ ἴδια ἡ λέξη Πανήγυρις σημαίνει, ὑποδηλοῖ καί ἐμφανίζει κάτι ξεχωριστό στό χῶρο τῆς κάθε Κοινότητας ἀνθρώπων. Γι᾿ αὐτό καί ὑπάρχει ἡ συνδρομή πάντων τῶν ἑορταστῶν, ἡ τιμητική παρουσία τους καί φυσικά ἡ ψυχολογία τῆς εὐφροσύνης πού προσφέρει ἡ Γιορτή. Νομίζεις πώς ἐκείνη τή μέρα ὁ θάνατος ἔχει ξεπεραστεῖ -τόση εἶναι δηλαδή ἡ εὐφροσύνη! Κι ἄς ξέρεις ὅτι εἶσαι μελλοθάνατος, ὅπως ὅλοι ὅσοι συμπράττουν, συμμετέχουν βιώνουν τή γιορτή ὡς μιά ξεχωριστή ἡμέρα, πού σημειώνεται ἀκόμα καί στό ἡμερολόγιο διαφορετικά ἀπό τίς ἄλλες, καθώς εἶναι γραμμένη μέ ἐντονότερα γράμματα καί μέ σταυρό.
Αὐτό ὅμως δέν ἔχει τόσο μεγάλη σημασία, ὅσο ἔχει τό ν᾿ ἀφουγκραστεῖς, μέ γαλήνη καί συγκίνηση, μέ κατάνυξη καί δέος ἐκεῖνες τίς μυστικές φωνές πού φωλιάζουν στήν ψυχή, φωνές εὐλογημένες πού ἔρχονται μαζί μέ τίς Μνῆμες τῶν Προσώπων πού στελέχωσαν αὐτούς τούς χώρους περνώντας στή συνέχεια στό βάθος τῆς σκηνῆς. Φωνές ἀγαπημένες, Μορφές ἁγιωτικές, χλωμές, ὡσάν τή φλόγα τοῦ μελισσοκεριοῦ σέ ὥρα ὀρθρινή, πού παραστέκουν καί ζοῦνε (πρβλ. Β΄ Κορ. 6, 9-10) σιμά μας, συντροφεύοντας τίς θλίψεις μας καί τίς χαρές μας, κρατώντας πάντα τό γνήσιο ἰσοκράτημα τῆς Ἀγάπης καί τῆς καταννόησης, ἰδιαίτερα σ᾿ αὐτούς τούς ἄγριους καιρούς πού ἐξατμίζεται καί τό ἔσχατο μόριο φιλανθρωπίας, φιλοτιμίας καί προσφορᾶς.
Προνομιακά ό Θεός μᾶς ἔταξε νά κυκλοφοροῦμε καθημερινά σέ χώρους, πού μέρα τή μέρα, χρόνο τό χρόνο μειώνονται σέ ἀνθρώπινο δυναμικό, γιατί τά παλαιά, τά πατρογονικά τά σπίτια ἔπαψαν νά εἶναι γιά τούς νεότερους οἱ εὔκρατοι ἐκεῖνοι χῶροι, ὅπου ἀναπτύσσεται τό εἶναι, καθώς ή ἐγκατοίκηση σ᾿ αὐτά μοιάζει ν᾿ ἀποτελεῖ καί νά εἶναι μιά βιολογική συνέχεια, ὥστε νά μπορέσει νά εὐδοκιμήσει καί ν᾿ αὐγατίσει ἡ ἐνοριακή Κοινότητα. Ὅμως αὐτά, μέ τήν εἰσβολή τῆς νεωτερικότητας καί τῆς ἐπιθυμίας γιά ὑπεροχή, πέρασαν στήν ἱστορία.
Κάθε τόσο τά στασίδια ἀδειάζουν· φεύγουν οἱ παλιοί γιά τήν Αἰωνιότητα, δίχως νά ξέρουν ποῦ ν᾿ ἀφήσουν, τό, ἀγράφῳ κληρονομικῷ δικαίῳ, στασίδι πού τό βρῆκαν ἀπό τούς προγόνους τους. Γι᾿ αὐτό φεύγοντας ἀπομένει κενός ὁ τόπος περιμένοντας... Περιμένοντας τήν ἐπερχόμενη ἐρημία, ὅταν κι ὁ τελευταῖος ἐνορίτης θά περάσει τό κατώφλι τῆς ἐκκλησιᾶς μέ τό στερνό ἀντίδωρο στό χέρι. Ὅταν ὁ παπάς θά πεῖ τό στερνό του "Δι᾿ εὐχῶν…» κι ὕστερα θά σκοτεινιάσει ὁ τόπος θά σβύσει καί τό στερνό τό λαδοκάντηλο, θά ἔρχονται οἱ χειμῶνες μέ τά ἅγια Δωδεκαήμερα, οἱ ἄνοιξες μέ τίς Μεγαλοβδομάδες καί τό Πάσχα, τά καλοκαίρια μέ τούς εὐλογημένους τούς Δεναπνταύγουστους κι ἡ ἐρημιά θά πλανιέται ἀνάμεσα στίς σκοτεινές γωνιές τοῦ ναοῦ, ἐπιχειρώντας τή μόνιμη πλέον ἐγκατάσταση. Πού δέ θά γίνει, ὅμως, ποτέ, γιατί μέσα σ᾿ αὐτούς τούς ἱερούς τούς χώρους πλανιῶνται οἱ ψυχές τῶν Κτητόρων, τῶν εὐκλεῶς ἱερατευσάντων, τῶν εὐλαβῶν ἱεροψαλτῶν, ἐπιτρόπων, ἀφιερωτῶν καί ἐνοριτῶν. Μιά λιτανεία ψυχῶν πού ἔχουν πιά δεθεῖ μέ τό χῶρο, πού καταλύει τό χρόνο καί συνορεύει σέ τέλεια ἀσφάλεια μέ τό Θεό.
Ὅλοι αὐτοί, λοιπόν, εἶναι ἡ καθημερινή συντροφιά μας, καθώς ἀραιώνει ὁ κόσμος. Ὅλοι αὐτοί εἶναι ἡ ἐλπίδα μας, ὅταν θά κλείσουμε γιά στερνή φορά τή θύρα τοῦ ναοῦ καί δέν θά ὑπάρξει ἑπόμενη. Γι᾿ αὐτό καί προανάφερα πώς, προνομιακά ό Θεός μᾶς ἔταξε νά διακονοῦμε αὐτούς τούς χώρους...
Τέλος τῆς πανηγύρεως καί ἡ ἀπόδοσή της στόν ἐπόμενο τό χρόνο. Ὡστόσο, θά χρειαστεῖ νά σκεφτοῦμε, καθώς προσκυνοῦμε, πρίν ἀναχωρήσουμε γιά τό σπίτι μας, ὅτι με τό τέλος τῆς πανηγύρεως προετοιμάζεται, ὑφαίνεται στόν ἀργαλειό τοῦ χρόνου καί ἡ δική μας στερνή φορά. Τήν περιμένουμε...
π. Κων. Ν.
Καλλιανός
No comments:
Post a Comment