(ἤ, τῆς κυρα-Σαρακοστῆς τὰ εἰσόδια)
Στη μνήμη της αγαπημένης Μητέρας μου Μαγδαληνής
Τὸ μενεξελί δειλινό, ἡ μεγάλη καμπάνα τοῦ πρώτου κατανυκτικοῦ ἑσπερινοῦ, κι ὕστερα ἡ μικρὴ ἡ σύναξη τῶν πιστῶν, τῶν ὅσων πιστῶν, ποὺ περιμένουν μὲ τὸ ἄκουσμα τοῦ Μεγάλου Προκειμένου νὰ δοῦν κι ἐφέτος νὰ εἰσοδεύει ἡ Κυρὰ-Σαρακοστή. Σοβαρή, σιωπηλή, μὲ τὸ λιπόσαρκο κορμί της νὰ κινεῖται ἀνάλαφρα μέσα στὸ νυχτωμένο ναὸ ποὺ εὐωδιάζει θυμίαμα, μελισσοκέρι καὶ τὸ ἄρωμα ποὺ ἔμεινε ἀπό τὴν πρωϊνὴ τὴ λειτουργία. Ποιὸς ξέρει, ἴσως νὰ τὸ ἀναδίνει κι ὁ Ἀμνὸς τῆς Προηγιασμένης ποὺ περιμένει πάνω στὴ Ἁγία Τράπεζα «σφαγιασθῆναι καὶ δοθῆναι εὶς βρῶσιν τοῖς πιστοῖς» (βλ. Χερουβικὸ Μ. Σαββάτου)...
Ἑσπέρας προκείμενον, λοιπόν, «Μὴ ἀποστρέψεις τὸ πρόσωπόν σου ἀπὸ τοῦ παιδός σου ὅτι θλίβομαι...» Οἱ στίχοι ἀκτινοβολοῦν μὲ ἀκρίβεια στὶς ψυχὲς τὸ Φῶς τῆς Ἀναστάσεως, ποὺ ἄν καὶ ἀργεῖ, ἀχνοφέγγει στὸ βάθος τοῦ Χρόνου, τοῦ Χρόνου ποὺ ἄρχισε νὰ ντύνεται ἀπό ἀπόψε τὰ μώβ τοῦ πένθους. Μέχρι νὰ σκορπισθοῦν οἱ δάφνες καὶ τὰ ἄνθη τοῦ Μ. Σαββάτου στὸ «Ἀνάστα ὁ Θεός...», μαζὶ μὲ τὸ φωτεινό, τὸ ἀνοιξιάτικο χαμόγελο. Μέχρι τότε ὅμως...
Μέχρι τότε ὁ δρόμος εἶναι μακρὺς καὶ ἀνηφορικὸς. Κάπου-κάπου, σιμὰ στὰ βράδυα τῶν Χαιρετισμῶν, στὰ χαρμολυπικὰ τὰ Σάββατα καὶ τὶς φωτεινὲς τὶς Κυριακές, ξαποσταίνουμε, ὡς τὸ βράδυ τῆς Κυριακῆς ὅμως, ποὺ θ᾿ ἀκουστεῖ καὶ πάλι τὸ Μέγα Προκείμενο. Τότε, λοιπόν, θὰ περάσει ἀπό ἐμπρὸς μας ξανὰ ἡ Κυρα-Σαρακοστή, γιὰ νὰ μᾶς θυμίζει τὴν παρουσία της κι ἐμεῖς θὰ φυτέψουμε στὴν ψυχὴ μας ἄλλον ἔνα σπόρο ὑπομονῆς, καθὼς θὰ συλλαβίζουμε τὴν εὐχὴ τοῦ ἁγίου τῆς Κατανύξεως, τοῦ ὁσίου Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου. «Ναὶ, Κύριε, πνεῦμα ὑπομονῆς χάρισαί μοι..»
Ὅταν μὲ τὴ Νύχτα ποὺ ἔρχεται, ἐπιστρέφουμε στὰ σπίτια μας, νοιώθουμε νὰ μᾶς συντροφεύει ἡ Κυρα-Σαρακοστὴ καὶ νὰ θρονιάζεται σὲ περίοπτη θέση, ἀφοῦ προηγουμένως μαζέψει ὅλα τὰ ἐδέσματα τῆς Τυρινῆς καὶ μᾶς θυμίσει τὸ τραγούδι ποὺ τὸ ἔλεγαν οἱ παλιὲς οἱ γιαγιές, ποὺ σήμερα δὲν ὑπάρχουν πιὰ καὶ μόνο τὰ λογια τους περπατοῦν ἀνάμεσά μας, ὅπως οἱ σεβάσμιοι οἱ ἴσκιοι τους...
«Πάει οὑ κριάτους πέθανι/ψυχουμαχάει κι οὑ τύρους/κι παίρνει τὴ περηφανιά οὑ σκόρδους κι οὑ κρουμύδους».
Ἀπό κεῖ καὶ πέρα, ἀφοῦ μᾶς σερβίρει τὰ εὐώδη νηστήσιμα καὶ ντύσει τὸ σπίτι μὲ τῆς χαρμολύπης τὸ χιτῶνα, μᾶς ὁδηγεῖ στὸ εἰκονοστάσι καὶ μὲ περισσὴ φροντίδα μᾶς δείχνει τὴ Σταύρωση καὶ τὴν εἰς Ἅδου Κάθοδον τοῦ Κυρίου, γιὰ νὰ μᾶς φιλέψει μετὰ τὴν ἐλπίδα, ὅπως ὁ παπᾶς τὸ Ἀντίδωρο στὴν Προηγιασμένη...
Ἑσπέρας προκείμενον, λοιπόν, «Μὴ ἀποστρέψεις τὸ πρόσωπόν σου ἀπὸ τοῦ παιδός σου ὅτι θλίβομαι...» Οἱ στίχοι ἀκτινοβολοῦν μὲ ἀκρίβεια στὶς ψυχὲς τὸ Φῶς τῆς Ἀναστάσεως, ποὺ ἄν καὶ ἀργεῖ, ἀχνοφέγγει στὸ βάθος τοῦ Χρόνου, τοῦ Χρόνου ποὺ ἄρχισε νὰ ντύνεται ἀπό ἀπόψε τὰ μώβ τοῦ πένθους. Μέχρι νὰ σκορπισθοῦν οἱ δάφνες καὶ τὰ ἄνθη τοῦ Μ. Σαββάτου στὸ «Ἀνάστα ὁ Θεός...», μαζὶ μὲ τὸ φωτεινό, τὸ ἀνοιξιάτικο χαμόγελο. Μέχρι τότε ὅμως...
Μέχρι τότε ὁ δρόμος εἶναι μακρὺς καὶ ἀνηφορικὸς. Κάπου-κάπου, σιμὰ στὰ βράδυα τῶν Χαιρετισμῶν, στὰ χαρμολυπικὰ τὰ Σάββατα καὶ τὶς φωτεινὲς τὶς Κυριακές, ξαποσταίνουμε, ὡς τὸ βράδυ τῆς Κυριακῆς ὅμως, ποὺ θ᾿ ἀκουστεῖ καὶ πάλι τὸ Μέγα Προκείμενο. Τότε, λοιπόν, θὰ περάσει ἀπό ἐμπρὸς μας ξανὰ ἡ Κυρα-Σαρακοστή, γιὰ νὰ μᾶς θυμίζει τὴν παρουσία της κι ἐμεῖς θὰ φυτέψουμε στὴν ψυχὴ μας ἄλλον ἔνα σπόρο ὑπομονῆς, καθὼς θὰ συλλαβίζουμε τὴν εὐχὴ τοῦ ἁγίου τῆς Κατανύξεως, τοῦ ὁσίου Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου. «Ναὶ, Κύριε, πνεῦμα ὑπομονῆς χάρισαί μοι..»
Ὅταν μὲ τὴ Νύχτα ποὺ ἔρχεται, ἐπιστρέφουμε στὰ σπίτια μας, νοιώθουμε νὰ μᾶς συντροφεύει ἡ Κυρα-Σαρακοστὴ καὶ νὰ θρονιάζεται σὲ περίοπτη θέση, ἀφοῦ προηγουμένως μαζέψει ὅλα τὰ ἐδέσματα τῆς Τυρινῆς καὶ μᾶς θυμίσει τὸ τραγούδι ποὺ τὸ ἔλεγαν οἱ παλιὲς οἱ γιαγιές, ποὺ σήμερα δὲν ὑπάρχουν πιὰ καὶ μόνο τὰ λογια τους περπατοῦν ἀνάμεσά μας, ὅπως οἱ σεβάσμιοι οἱ ἴσκιοι τους...
«Πάει οὑ κριάτους πέθανι/ψυχουμαχάει κι οὑ τύρους/κι παίρνει τὴ περηφανιά οὑ σκόρδους κι οὑ κρουμύδους».
Ἀπό κεῖ καὶ πέρα, ἀφοῦ μᾶς σερβίρει τὰ εὐώδη νηστήσιμα καὶ ντύσει τὸ σπίτι μὲ τῆς χαρμολύπης τὸ χιτῶνα, μᾶς ὁδηγεῖ στὸ εἰκονοστάσι καὶ μὲ περισσὴ φροντίδα μᾶς δείχνει τὴ Σταύρωση καὶ τὴν εἰς Ἅδου Κάθοδον τοῦ Κυρίου, γιὰ νὰ μᾶς φιλέψει μετὰ τὴν ἐλπίδα, ὅπως ὁ παπᾶς τὸ Ἀντίδωρο στὴν Προηγιασμένη...
π. Κων. Ν. Καλλιανὸς
Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς, 1 Μαρτίου 2009
Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς, 1 Μαρτίου 2009
Σημείωση ιστολόγου: Χθες βράδυ έλαβα το παρακάτω μήνυμα: «Σήμερα, Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς, γύρω στὶς 4 καὶ λίγο πρίν τὸν Κατανυκτικὸ ἔφυγε ἡ Μητέρα μου Μαγδαληνή, 88 ἐτῶν. Παρακαλῶ εὔχου γιὰ τὴν ψυχή Της καὶ ἀφιέρωσέ της τὸ κείμενό μου ποὺ θ᾿ ἀναρτήσεις π.Κ.». Πάντα η αναχώρηση της μάνας είναι ένα μέγα γεγονός στην προσωπική ιστορία του καθενός μας. Τέλος μαζί κι αφετηρία. Αυτά τα γνωρίζει ο π. Κ. πολύ καλά. Όμως αυτή την ευαίσθητη στιγμή οφείλουμε να σταθούμε κοντά του, δίπλα του, και να απευθύνουμε μαζί του τον πατερικό λόγο: «δριμύς ο χειμών αλλά γλυκύς ο παράδεισος». Ας ευχηθούμε ολόψυχα να αναπαύσει ο Άγιος Θεός μας την καλή της ψυχή εν χώρα ζώντων! Στον αδελφό μας δε, και στην οικογένειά του, να σταλάξει ελπίδα και παρηγοριά.
1 comment:
Ο Θεός ας αναπαύσει την ψυχή της εν χώρα ζώντων.
Post a Comment