Κορυφαίος δάσκαλος και γνήσιος πατριώτης
Ο
Αρχιεπίσκοπος Σλαβωνίου και Χερσώνος Ευγένιος Βούλγαρης (1716-1806) δεν ήταν
μόνον ο κορυφαίος διδάσκαλος του Γένους και εκ των πολυμαθεστέρων και πολυγραφοτέρων
συγγραφέων όλης της Ευρώπης. Σε μια δύσκολη για τον Ελληνισμό εποχή προσπάθησε
για την ελευθερία των Ελλήνων και τη δημιουργία ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, έχοντας
τον σεβασμό και την εκτίμηση της Αυτοκράτειρας της Ρωσίας Αικατερίνης Β΄.
Γεννήθηκε
στην Κέρκυρα και ήταν ιδιοφυής στα γράμματα. Όπως γράφει ο Κων. Σάθας ήταν «πανεπιστήμων και χαλκέντερος συγγραφεύς, πρόμαχος της
Ορθοδοξίας λαμπρός, τα μέγιστα συντελέσας εις μετάδοσιν της νεωτέρας φιλοσοφίας
εν τω ημετέρω έθνει» («Νεοελληνική Φιλολογία - Βιογραφίαι των εν τοις γράμμασι
διαλαμψάντων Ελλήνων 1453-1821», Εν Αθήναις, Εκδ. τέκνων Αν. Κορομηλά, 1868,
σελ. 569). Σημειώνεται ότι γνώριζε να διαβάζει, να γράφει και να ομιλεί σε δέκα
γλώσσες.
Ο
Ιησουίτης μοναχός Gerhard Podskalsky στο
κλασικό του έργο «Η Ελληνική Θεολογία επί Τουρκοκρατίας 1453 - 1821» (Μετ. π.
Γεωργίου Μεταλληνού, Έκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα,
2005, σελ. 440) αναφέρει για τον
Βούλγαρη: «Στη μνήμη των μεταγενεστέρων, ιδιαίτερα στην Ελλάδα, ο πιο
μορφωμένος εκπρόσωπος του λαού του ζει ακόμη, αν όχι ως πρότυπο (χάρη στον συγκρατημένο
πάντοτε τρόπο του), έστω ως ο μεγάλος διδάσκαλος της γενιάς της Επανάστασης.
Διανοούμενοι όπως ο Αδαμάντιος Κοραής ομολογούν με παρρησία ότι σε αυτόν και
μόνο οφείλουν τις άριστες γνώσεις τους».
Ως
πανεπιστήμων ο Αρχιεπίσκοπος Σλαβινίου και Χερσώνος άφησε κληρονομιά στον
Ελληνισμό έργα θεολογικά, φιλοσοφικά, φιλολογικά, εθνικά και θετικών επιστημών
(φυσικής και μαθηματικών). Ο Βούλγαρης, ως Έλληνας, μαθαίνει ό,τι νέο υπάρχει
στη φιλοσοφία και στις θετικές επιστήμες και ενεργεί όπως δίδαξε ο Μέγας
Βασίλειος στον προς τους νέους λόγο του. Γράφει σχετικά ο αείμνηστος Βασ.
Τατάκης: «Ο Βούλγαρης παρουσιάζεται ως τύπος Νεοέλληνα λογίου, που πηγαίνει
προς τη Δύση, αποδέχεται τη φιλοσοφία και την Επιστήμη, αλλά δεν θυσιάζει
τίποτε από την κληρονομιά του Έλληνος Ορθοδόξου» («Σκούφος - Μηνιάτης -
Βούλγαρης - Θεοτόκης», Εκδ. «Αετός», Βας. Βιβλ. τόμος 8, σ. 240).
Ιεροδιάκονος
ο Βούλγαρης χειροτονήθηκε το 1738, σε ηλικία 22 ετών. Τα εγκύκλια μαθήματα τα
έλαβε στη γενέτειρά του Κέρκυρα και στη συνέχεια σπούδασε στην Πάντοβα και στην
Βενετία. Σχολάρχης διετέλεσε στις σχολές των Ιωαννίνων και της Κοζάνης. Σταθμός
για την Εκκλησία, το Έθνος και τα Γράμματα ήταν όταν ο Πατριάρχης Κύριλλος Ε΄ του
ανέθεσε, το 1753, τη διεύθυνση της Σχολής στο Άγιον Όρος, που επί των ημερών
του ονομάσθηκε Αθωνιάς Εκκλησιαστική Ακαδημία. Κατά τον Σάθα «πανταχόθεν
συνέρρεον εκεί μαθηταί, ίν’ ακροασθώσι του Ευγενίου και των συνδιδασκόντων»
(Αυτ. σελ. 567). Ενώ η Σχολή ήταν θεωρητικής κατευθύνσεως, ο Ευγένιος δίδασκε
στους μέλλοντας ιερείς και ιεραποστόλους φιλοσοφία και θετικές επιστήμες. Στην
είσοδο της Ακαδημίας ανήρτησε επιγραφή, ανάλογη της Ακαδημίας του Πλάτωνα: «Γεωμετρήσεων
εισίτω, ου κωλύω. Τω μη θέλοντι συζυγήσω τας θύρας» (Όποιον ασχολείται με
την Γεωμετρία δεν τον εμποδίζω να εισέλθει. Σε εκείνον που δεν θέλει να
ασχοληθεί του κλείνω τις πόρτες).
Μαθητές
του στην Αθωνιάδα ήσαν οι ιερομάρτυρας Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, Άγιος Αθανάσιος
ο Πάριος, ιερομάρτυρας Αθανάσιος. Μαθητές του επίσης ήσαν οι Σέργιος Μακραίος,
Ιώσηπος Μοισιόδακας, Διονύσιος ο Πλαταμώνος και Αθανάσιος Ψαλίδας. Αυτοί
ίδρυσαν σχολές ανά την Ελλάδα και «συνέβαλαν εις την πνευματικήν αναγέννησιν
και την εθνικήν ενατένισιν του εν τω σκότει δουλείας ευρισκομένου Γένους ημών».
(Προσφώνηση προς τον Οικ. Πατρ. κ. Βαρθολομαίο Αρχιμ. Νικηφόρου Μικραγιαννανίτου
Σχολάρχου Αθωνιάδος, «Τόμος για τα 240 χρόνια από τον διορισμό του Ευγενίου
Βουλγάρεως σχολάρχου της Αθωνιάδος, 1753-1993», Αθωνιάς, 1997, σελ. 36).
Ο
Οικ. Πατριάρχης στην από 15 Δεκεμβρίου 2004
επιστολή του προς τους μεταφραστές - επιμελητές του έργου του
Βούλγαρη «Διατριβή περί ευθανασίας» (Εκδ, «Εξάντας», Αθήναι, 2005), καθηγητές
της Ιατρικής Ιωάν. Δημολιάτη και Εμμ. Γαλανάκη, αποκαθιστά με σαφή τρόπο τον
διακεκριμένο Ιεράρχη διδάσκαλο του Γένους, μετά τα όσα είχε υποστεί από το Οικ.
Πατριαρχείο. Αυτά περιγράφονται στην, με ημερομηνία 29 Ιανουαρίου 1759, επιστολή
του Ευγενίου προς τον Πατριάρχη Κύριλλο Ε΄. (Βλ. σχ. Ιωάννου Οικονόμου
Λαρισσαίου (1783-1842) «Επιστολαί διαφόρων Ελλήνων Λογίων, Ανωτάτων Κληρικών...»,
Εκδ. Γιάννης Αντωνιάδης, Αθήνα, 1964, σελ. 485-492). Γράφει ο κ. Βαρθολομαίος:
«Ο μακαριστός και πολυγραφώτατος Επίσκοπος Ευγένιος, ο τοσούτον τιμήσας
εν τη αλλοδαπή το Ορθόδοξον αρχιερατικόν σχήμα, έζησε και ενεργοποιήθη εις μίαν
λίαν δύσκολον πνευματικώς περίοδον, εκείνην του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού,
εχθρικώς σφόδρα αρχήθεν διακειμένου έναντι παντός του Χριστιανικού. Όμως, εν
βαθεία επιστημοσύνη και ακλινεί προσκολήσσει προς την Ορθόδοξον δογματικήν
διδασκαλίαν, κατώρθωσεν ο χαλκέντερος ούτος ανήρ να συνδυάση αμφότερα και να
πλουτίση την εκκλησιαστικήν ημών βιβλιογραφίαν, αλλά και την τοιαύτην των
θετικών επιστημών, δια βιβλίων και έργων εχόντων διαχρονικήν την αξίαν, ως το
υφ’ υμών μέλλον να κυκλοφορηθή...»
(Σελ. 9-10).
Το
1759 ο διάκονος Ευγένιος υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την Αθωνιάδα. Δεν άντεξε
τις υπονομεύσεις και τις ίντριγκες. Ο Μοισιόδαξ περιγράφει τη συμφορά και την
ερημία της Σχολής μετά την αποχώρηση του: «Πού ο κλεινός Ευγένιος; Πού η
πολυπληθής χορεία των μαθητών, ήτις εν χαρά της Ελλάδος πάσης συνεκρότει έναν
Ελικώνα νέον Μουσών και μουσοτρόφων; Εφυγαδεύθη εκείνος, εφυγαδεύθη αυτή.
Βροντή νεμέσεως επέπεσε και εσκόρπισε διδάσκοντας και διδασκομένους και η
οικοδομή εκείνη, υπέρ της οποίας ο τοσούτος θρους (θόρυβος) εν τη βασιλευούση
και εν τη λοιπή Ελλάδι, κατήντησεν (οίμοι!) η κατοικία, η φωλεά των κοράκων!»
(Κων. Σάθα «Βιογραφίαι των εν τοις γράμμασι διαλαμψάντων Ελλήνων», σελ. 568,
σημ. 1).
Στο
τέλος του 1759 ο Ευγένιος Βούλγαρης προσεκλήθη από τον Πατριάρχη Σεραφείμ Β΄ να
διδάξει τις σύγχρονες επιστήμες στην Μεγάλη του Γένους Σχολή. Το 1761 ο
Πατριάρχης Σεραφείμ ανατρέπεται και εξορίζεται. Αναλαμβάνει Πατριάρχης ο εχθρός
του Ιωαννίκιος Γ΄ Καρατζάς (1761-1763) και μετά ο Σαμουήλ Χαντζερής. Και οι δύο
αντιπαθούσαν τον Ευγένιο και τον υποχρέωσαν να παραιτηθεί. Απογοητευμένος έφυγε
από την Κωνσταντινούπολη το 1763 και δεν επέστρεψε ποτέ στη σκλαβωμένη Πατρίδα.
Όμως δεν την ξέχασε. Αυτό αποδεικνύεται από τους «Λογισμούς» και την Διαθήκη
του.
Οι
Κων. Κούμας και Σέργιος Μακραίος έγραψαν ότι για λίγο πέρασε από την Δακία
(σημερινή Ρουμανία), και φιλοξενήθηκε από τους ηγεμόνες της. Στη συνέχεια μετέβη
στη Λειψία. Εκεί, το 1766, εκδίδει το
περίφημο βιβλίο του «Λογική εκ παλαιών τε και νεωτέρων συνερανισθείσα», τιμάται
από τον αυτοκράτορα Φρειδερίκο Β΄ και γνωρίζεται με τον μοιραίο για τον
Ελληνισμό Ρώσο κόμη Θεόδωρο Ορλώφ. Με τη γνωριμία αυτή ένα νέο κεφάλαιο ανοίγει
στη ζωή του, το οποίο συνδέεται με τη Ρωσία.
Επαληθεύονται οι στοχασμοί του για την Τουρκία
Ο
Ευγένιος Βούλγαρης μετά τη Λειψία φιλοξενήθηκε κάποιους μήνες στο Βερολίνο από
τον αυτοκράτορα Φρειδερίκο Β΄. Αυτός θεωρείτο εκφραστής της πεφωτισμένης δεσποτείας, ήταν φίλος και
χορηγός του Βολταίρου και του άρεσε να φιλοξενεί και να συζητεί με διανοούμενους
της εποχής του. Στη συνέχεια και συγκεκριμένα το 1771 μετέβη στην Αγία
Πετρούπολη, όπου μετά από σύσταση του Θεοδώρου Ορλώφ τον δέχθηκε με τιμές η
Αυτοκράτειρα της Ρωσίας Αικατερίνη Β΄ η Μεγάλη.
Η
εποχή για τον Ελληνισμό ήταν εξαιρετικά κρίσιμη. Ο Θεόδωρος Ορλώφ και ο αδελφός
του Αλέξιος, άνθρωποι της αυλής, που επηρέαζαν την αυτοκράτειρα, από το 1766 είχαν
αρχίσει να παρακινούν τους Έλληνες να επαναστατήσουν. Την 1η Μαρτίου
1770 ο Θεόδωρος Ορλώφ, επικεφαλής μοίρας του Ρωσικού στόλου, κήρυξε την Επανάσταση
από το Οίτυλο της Μάνης, που δεν περιορίσθηκε στην Πελοπόννησο, αλλά απλώθηκε
σε πολλές περιοχές του Ελληνισμού, όπως στην Κρήτη (με τον Δασκαλογιάννη), στην
Ήπειρο με τους Χειμαριώτες, στα νησιά του Αιγαίου.
Το
τραγικό ήταν ότι μετά την αντίδραση των Οσμανιδών οι Ρώσοι αποχώρησαν,
αφήνοντας τους επαναστάτες μόνους και ανυπεράσπιστους. Αποτέλεσμα η σφαγή χιλιάδων
Ελλήνων. Το 1770 ήταν σε εξέλιξη και ο Α΄ Ρωσοτουρκικός πόλεμος (1768-1774), ο
οποίος έληξε με νίκη της Ρωσίας και την υπογραφή της συνθήκης Κιουτσούκ -
Καϊναρτζή. Με αυτήν ουδέν υπέρ των Ελλήνων προέκυψε, πλην του ότι τα εμπορικά
πλοία με ρωσική σημαία απέκτησαν το δικαίωμα να πλέουν ελεύθερα στον Εύξεινο
Πόντο, στα στενά του Βοσπόρου και στο Αιγαίο. Πολλά τότε ελληνικά πλοία σήκωσαν
ρωσική σημαία...
Αυτά
συμβαίνουν ΠΡΙΝ από τη Γαλλική επανάσταση. Ανάμιξη στην Επανάσταση του 1770
έχει μόνο η Ρωσία, για την οποία οι Έλληνες πίστεψαν ότι μπορούσε να τους βοηθήσει.
Τότε οι Γάλλοι θεωρητικοί της Επανάστασης Βολταίρος και Ντιντερό ήσαν τρόφιμοι
των αυλών των αυτοκρατόρων, του Φρειδερίκου και της Αικατερίνης, και
απομυζούσαν πολλά χρήματα. Ο Christophe Migeon σημειώνει για τον Βολταίρο μεταξύ άλλων: «Ο Βολταίρος
ήταν ένας δεινός επιχειρηματίας. Αγαπά το χρήμα και το κερδίζει χάρη στην πένα
του και στους πρίγκηπες που τον καλομαθαίνουν» (Les cahiers
science et vie, No 152, Avril 2015, p. 93). Με τα Ορλωφικά αποδεικνύεται μύθος η επίδραση
της Γαλλικής Επανάστασης στο να αποτινάξουν οι Έλληνες τον οθωμανικό ζυγό.
Ο
διάκονος Ευγένιος Βούλγαρης γράφει το 1771 ή το 1772, αμέσως δηλαδή μετά τα
Ορλωφικά, το έργο του «Στοχασμοί», ένα από τα σημαντικότερα προεπαναστατικά
κείμενα. Σπάνιο αντίγραφό του ανήκε στην βιβλιοθήκη Γιάννη Βλαχογιάννη (Βλ. Ν.
Καμαριανού «Επτά σπάνια ελληνικά φυλλάδια δημοσιευμένα στην Πετρούπολη»
(1771-1772), Ο Ερανιστής τ. 18, 1986, σελ. 1-34). Τα όσα ο Βούλγαρης γράφει
περί της Τουρκίας και των Μεγάλων Δυνάμεων, είναι ως να τα γράφει σήμερα.
Το
κείμενο αρχίζει έτσι: «Ήλπισε ποτέ κάποιος με τόση οξύτητα και ευκολία να
μέλλει να καταντήσει στο χείλος του γκρεμού το Οθωμανικό Κράτος; όχι. Μα ήλπισε
κάποιος ότι ενώ έφτασε έως εκεί, με την πίεση ενός βραχίονος ισχυρού, άλλα
χέρια ισχυρά και αυτά, δυνάμενα να συνεισφέρουν
και με μια μικρή ώθηση στο να το
κατακρημνίσουν, δεν το θέλουν; Μα, τελευταίο, ήλπισε κάποιος ότι αυτά τα χέρια δια
να εμποδίσουν το γκρέμισμα του Οθωμανικού Κράτους θα το στηρίξουν; Οπωσδήποτε
όχι...» (Σημ. γρ. Η μεταφορά του κειμένου στα νεοελληνικά από τον γρ.).
Στη
δεύτερη σελίδα σα να περιγράφει τον Ερντογάν: «Τα χρησμολογήματα του Μωάμεθ
πληροφορούν τους Τούρκους ότι αυτοί είναι το έθνος το θεοφιλές και άγιο και
εκλεκτό. Το μόνο έθνος το οποίο ο Θεός το διόρισε να κυβερνήσει όλο τον κόσμο,
και ότι επομένως το Βασίλειό τους... δεν είναι δυνατόν ουδέποτε να καθαιρεθεί,
ούτε και αν συμφωνήσουν όλες οι δυνάμεις των Βασιλίσκων της Ευρώπης». Και
συνεχίζει στη σελίδα 4:
«Αλλά τίθεται το ερώτημα οι Τούρκοι δεν βλέπουν το οφθαλμοφανές ότι η
μοίρα τους εξαρτάται από την απόφαση των Χριστιανών βασιλέων; Αποκρίνομαι το
αντίθετο, ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι Τούρκοι και ως Τούρκοι είναι πληροφορημένοι ότι κατά τις αρχές της
πίστης τους το Βασίλειό τους θα μείνει ακέραιο έως το τέλος, θα απολαύσει δόξα
και δύναμη και θα υποτάξει όλους, όπως είπαμε. Επίσης ως Τούρκοι πρεσβεύουν και
το δόγμα ότι υπάρχει μια ισχυρή ειμαρμένη, η οποία κρατά δεμένους τους
Χριστιανούς Βασιλείς, τους σφίγγει και τους αναγκάζει να μένουν στα όριά
τους... Ως Τούρκοι είναι εκ συστήματος άσπονδοι εχθροί του Χριστιανισμού...».
Ο
Βούλγαρης στην 34η σελίδα τονίζει ότι τρία πράγματα κινούσαν τους
Γραικούς να παίρνουν το μέρος των Χριστιανών Βασιλέων, κάθε φορά που αυτοί
έκαμαν πολέμους εναντίον των Οθωμανών: Πρώτον η θλίψις της βαρείας και
ανυπόφορης τυραννίας. Δεύτερον η ελπίδα της αποκαταστάσεως της ελευθερίας του
Γένους και τρίτον η ζέση της πίστεώς τους στον Χριστό. Αλλά, όπως σημειώνει, οι
Γραικοί βλέπουν ότι όλα τα άλλα χριστιανικά κράτη της Ευρώπης δεν έχουν τον
ζήλο της χριστιανικής πίστεως κατά της ψευδοθρησκείας του Μωάμεθ. Οι Γραικοί
βλέπουν ότι δεν πρέπει να ελπίσουν στο εξής να δουν βοήθεια για την ελευθερία
τους. «Επειδή τώρα», όπως γράφει,
«που περισσότερο από κάθε άλλη φορά (Σημ. γρ. Με τα Ορλωφικά) έφεξε
σε αυτούς μια τέτοια ελπίδα οι Δυνάμεις της Ευρώπης, αντί να προθυμοποιηθούν
και να απλώσουν σε αυτούς χέρι βοηθείας δια να τους καταστήσουν ελεύθερους,
έστω εν μέρει, φάνηκαν τρόπον τινά ζηλότυποι στην ελευθερία τους. Και εκείνο το
χέρι που υπέρ τους από μακριά απλώθηκε να τους ελευθερώσει δεν έλειψαν από το
να το εμποδίσουν».
Προς
το τέλος των «Στοχασμών» του ο Βούλγαρης επιχειρηματολογεί γιατί είναι προς το
συμφέρον της Ρωσίας και της υπόλοιπης
χριστιανικής Ευρώπης, ένα ισχυρό, ελεύθερο και ακηδεμόνευτο Ελληνικό Κράτος.
Υποστηρίζει ότι η ύπαρξη Ελληνικού Κράτους «ήθελε φυλάξει εις το εξής την
επιζητούμενη ισορροπία της Ευρώπης». Και απαντά στο επιχείρημα ότι οι
Ευρωπαίοι αφήνουν την Τουρκία να αλωνίζει γιατί αυτό υπαγορεύουν τα συμφέροντά
τους: «Κύριε των Δυνάμεων! Όφελος εις την Ευρώπη είναι να βασιλεύουν οι
Τούρκοι στην Ευρώπη! Τα εμπορικά συμφέροντα αλλάζουν στον χρόνο, ενώ η
κυριαρχία της Τουρκίας μένει». Και καταλήγει οι χριστιανοί βασιλείς να μην
αφήσουν την ευκαιρία να βοηθήσουν στη δημιουργία του Ελληνικού κράτους και στον
εξοστρακισμό από την Ευρώπη των Οθωμανών: «Αν ο Τούρκος αποκατασταθεί πάλιν
ως πρότερον αναμφιβόλως ουδέποτε θα βρίσκεται σε ασφάλεια η Ευρώπη, ενόσω ο
Οθωμανός θα βασιλεύει στην Ευρώπη». Αυτά γράφονται το 1771/72!
Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
No comments:
Post a Comment