Αὐτοποιμαντική: ἤ,Ψάχνοντας πίσω ἀπό τά προσωπεῖα
Στόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πέργης κύριο Εὐάγγελο, οφειλή
Ὅταν βρεθεῖς στό κατώφλι τοῦ πόνου, ὅταν στιγματιστεῖς ἀπό τίς κορυφαῖες τῆς ἀγωνίας ὦρες, τότε οἱ ἀνάγκες σου γιά μιά χειραψία ἀδελφική, γιά ἕνα χαμόγελο πού θά θραύει τούς καθρέφτες τῆς φαρμακωμένης σου ζωῆς, αὐξάνονται ὅλο καί περισσότερο. Γιατί τότε χρειάζεται νά στυλωθεῖς, νά βρεῖς τίς ρίζες τοῦ ἑαυτοῦ σου ἀπ᾿ ὅπου καί θά κρατηθεῖς, ἐλπίζοντας πάντα στό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί στή συναντίληψη τῶν "φίλων καί τῶν πλησίων", ἀλλά καί ὅλων τῶν ὅσων πασχίζουν νά δοῦν μέσ᾿ ἀπό τόν πόνο σου τό δικό τους δείκτη εὐαισθησίας. Ὅπως ἐπίσης τότε εἶναι πού χρειάζεται ὀ συνάνθρωπος καί, γιά νά μή πολυλογῶ, τότε εἶναι πού ἀναμένεις τή συνδρομή του σ᾿ αὐτή σου τή ζητεία: μιά ζητεία προσφορᾶς τῆς ἀνθρωπιᾶς καί τῆς φιλοτιμίας τοῦ ἄλλου, ὥστε νά προστρέξει χαρίζοντας ἔνα χαμόγελο κι ἔνα λόγο εἰλικρινῆ, τίμιο, φιλάδελφο καί φιλόξενο.
Στέκομαι ἔπειτα ἀπό ἰκανό χρονικό διάστημα, διάστημα ὀχτώ χρόνων, καί πασχίζω νά βάλω σέ μιά τάξη πρόσωπα, γεγονότα, συμπεριφορές.
Ξαναβλέπω τή χορεία τῶν συνανθρώπων πού συνάντησα σέ πολυτελεῖς αἴθουσες, σέ μεγαλόπρεπα γραφεῖα, σέ θέσεις ἀνώτερες. Βλέπω ὅλους ἐκείνους πού ἀδιαφόρησαν κρατώντας ὅμως τά σχήματα καί τήν ἀναγκαία ἀπόσταση, ὥστε νά περιφρουρεῖται ἡ ἡσυχία τους. Συναντῶ καί πάλι ἐκεῖνα τά πρόσωπα πού στέκουν ἀτσαλάκωτα πίσω ἀπο τά φρούρια-γραφεῖα τους καί πασχίζω νά ἑρμηνεύσω τήν ψυχρή τους ἀντιμετώπηση στό κορυφαῖο μου πρόβλημα καί φυσικά τήν ἐπιθυμία τους νά τούς ἀφήσω τό γρηγορώτερο ἥσυχους.
Ὡστόσο, ὅταν περάσουν ἐκεῖνες οἱ ὧρες τῶν ἀνήσυχων καί ἀγωνιωδῶν καταστάσεων, ὅταν διέλθεις σχεδόν ἀλώβητος κι αὐτές τίς συμπληγάδες, τότε εἶναι εὔκολο νά καταλάβεις κάποια πράγματα, τά ὁποῖα ἐξισορροποῦν μέσα σου ποικίλες ἀντιδράσεις, ἀντιλήψεις περίεργες καί δύστροπους ψυχωτικούς κινδύνους. Γιατί τότε μπορεῖς νά δεῖς τά πράγματα μέ ἡρεμία καί κατανόηση. Καί τοῦτο, ἐπειδή πίσω ἀπό τά πρόσωπα ἐκεῖνα καί τίς συμπεριφορές τους ὑπάρχει ἤ μπορεῖ νά ὑπάρχει τό ἄγνωστο παιχνίδι στό ὁποῖο εἶναι κεκλημμένοι νά συμμετάσχουν. Ἔτσι, πίσω ἀπό τίς φαινομενικές καταστάσεις τῆς ἀταραξίας καί τῆς ἀδιαφορίας, τῆς ἀπουσίας κάθε εἰλικρινοῦς συνδρομῆς, τῆς λησμονημένης εὐαισθησίας καί ἀνθρωπιᾶς, μπορεῖ νά κρύβεται μιά ἐπώδυνη κατάσταση, ἕνας σταυρός βαρύτερος τοῦ δικοῦ σου, πού τόν συγκαλύπτει γιά λίγο αὐτή ἠ στάση, αὐτή ἡ τάση γιά ὑπεροχή, γιά κυριαρχία. Ποιός γνωρίζει ἄν στό βάθος τῆς ψυχῆς αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων δέν ὑπάρχει μιά τρικυμία, ἡ ὁποία καί ταλανίζει τό εἶναι, ἄν τά σπλάχνα τους δέν τά ροκανίζει ἡ ἀρρώστεια, πού καί τελικά ρυθμίζει ὄλες τίς πτυχές τοῦ ἀνθρώπινου βίου, ὅταν φτάσει στή κορύφωσή της;
Ἔτσι βλέπεις πίσω ἀπό τ᾿ ἄγνωστα αὐτά πρόσωπα καί τό δικό σου τό πρόβλημα· συγκρίνοντάς το λοιπόν πιό ψύχραιμα, πασχίζεις νά ρυθμίσεις τό βίο σου κατά τέτοιο τρόπο, ὥστε νά μπορέσεις νά σταθεῖς ὄρθιος ἀπέναντι στά σοβαρά προβλήματα, τά ὁποῖα καί ὅλο καί περισσότερο ὑψώνουν τά τείχη τους.
Πάντως ὀφείλω νά ὁμολογήσω καί νά καταθέσω, ὡς προσωπικῆς ἀναψυχῆς βίωμα καί διέξοδο ἀπό κάποιες πνιγηρές καί ἀρρωστημένες ὧρες μέσα σέ γραφεῖα καί νοσοκομεῖα, μεσοῦντος τοῦ θέρους, τή δροσερή καί φιλόξενη πλατεία τῆς Μονῆς Πετράκη, ὅπου πέρασα πολλά μεσημέρια, κάτω ἀπό τίς ζείδωρες φυλλωσιές τῶν δέντρων καί σιμά σ᾿ ἔνα ἱερό χῶρο, χῶρο γνώριμο ἀπό παλιά. Ἠ ἀρμονία τοῦ ἥρεμου θερινοῦ μεσημεριοῦ συνταίριαζε πλήρως μέ τό σεμνό καί εὐκατάνυκτο Καθολικό, τό ὁποῖο παρ᾿ ὅλο πού ἦταν κλειστό ἐκεῖνες τίς ὧρες, ὧρες κοινῆς ἡσυχίας, ἐν τούτοις ἀπέπνεε ἕνα κάλλος, μιά παρηγορία, μιά ἀνάπαυση, βοηθοῶντας πλήρως στή ἀποφόρτιση τῆς ψυχῆς. Ἐκεῖ γύρω καί τά σεμνά κελλία, συντρόφευαν, ἔστω καί κλειστά, γιατί ἄφηναν στήν ψυχή ἐκείνους τούς σταλαγμούς ἀπό τό τόσο εὐῶδες καί βαθύ ποίημα τοῦ γείτονά μου, τοῦ Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη.
"Κίνησα πάλι γιά νά ρθῶ, Χριστέ μου, στήν αὐλή σου..."
Αὐτή ἡ αὐλή πού ξέρει ν᾿ ἀναπαύει, ἡ ὅποια αὐλή τοῦ Κυρίου εἶναι πού μεταβάλλει τόν πόνο μας σέ ἀναψυχή, τόν θυμό μας σέ συγκατάβαση καί φυσικά τήν ὁργή σέ μιά σταγόνα εὐαισθησίας καί περίσκεψης. Γιατί ἐδῶ εἶναι πού χωρᾶμε ὅλοι, πού μποροῦμε νά ξαποστάσουμε, νά βγάλουμε τό ψωμί τό νερό καί τή ντομάτα, γιά νά στυλωθοῦμε, ἀλλά καί ν᾿ ἀποθέσουμε τήν ἀδυναμία μας στά χέρια τοῦ Θεοῦ πού εἶναι ἐκεῖ κοντά καί μᾶς ἀκούει.
Πᾶνε χρόνια ἀπό τότε. Ὅμως ἡ αὐλή ([1]) ἐκείνης τῆς Ἀθηναϊκῆς Μονῆς ἀκόμα μέ ἀναψύχει, μέ διδάσκει καί μέ παρηγορεῖ, γιατί οἱ βλοσυρές μορφές τῶν ἀνθρώπων δέν ἔπαψαν νά ὑπάρχουν, οἱ ἀποστάσεις νά κρατοῦνται μέ περισσή βεβαιότητα καί φυσικά ἡ ἀπανθρωπία νά γίνεται δικαίωμα τοῦ καθενός πού ἐπιμένει νά θεωρεῖ τόν ἑαυτό του τό κέντρο αὐτοῦ τοῦ μάταιου κόσμου... Ἔστω γιά λίγες ὦρες. Γιατί τίς ὑπόλοιπες, τοῦ ἡμερήσιου κύκλου του, τίς διατρέχει ἡ βασανισμένη καί πικραμένη βιοτή, ἐπιμερισμένη σέ ποικίλες θλίψεις καί σταυρούς. Τό ἐρώτημα ὄμως εἶναι ἄν ἔχουν κι αὐτοί ἀνακαλύψει μιά δροσερή αὐλή ὅπου θά ξαποστάσουν...
[1] Προτείνω ἐδῶ στόν ἀναγνώστη μου νά μελετήσει μέ προσοχή τό ποιητικό δοκίμιο τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πέργης κυρίου Εὐαγγέλου Γαλάνη, "Ἐν ταῖς αὐλαῖς τοῦ Κυρίου", πού περιλαμβάνεται στό βιβλίο του, Λαός Χάριτος, Ἀθήνα 1973, σελ. 61-79.
π. Κ.Ν. Καλλιανός
No comments:
Post a Comment