ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΣΕΒ.
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ
Εφέτος με την βοήθεια του Αγίου Θεού συμπληρώθηκαν ενενήντα συναπτά έτη
από το έτος Ιδρύσεως της Ιεράς Μητροπόλεως 1922 και κατόπιν προαχθήσης σε
Αρχιεπισκοπή Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας. Ενενήντα χρόνια δημιουργικά και
βαρυσήμαντα για τον Ορθόδοξο λαό μας –στη βάση του Ελληνικό, που ζει και
προοδεύει στις χώρες της Δυτικής και Κεντρώας Ευρώπης.
Μέχρι το 1922, οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, κυρίως οι Ελληνικής καταγωγής,
που ήταν εγκατεστημένοι στις εν λόγω περιοχές, δεν είχαν απ’ ευθείας σχέση από οιοδήποτε
Πατριαρχείο ή Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία. Γι’ αυτό και οργανώνονταν σε
αυτόνομες Κοινότητες και προσλάμβαναν Κληρικούς από διάφορες Oρθόδοξες Εκκλησιαστικές Αρχές, τους οποίους διόριζαν ή
έπαυαν κατά βούληση.
Υπήρξε, συνεπώς, σωτήρια η ρηξικέλευθη και αυτόχρημα προφητική η απόφαση
του μεγάλου εκείνου Οικουμενικού Πατριάρχη, του αείμνηστου Μελετίου Δ΄ Μεταξάκη
(25 Νοεμβρίου 1921 - 20 Σεπτεμβρίου 1923) και της περί αυτόν Αγίας και Ιεράς
Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως να ιδρύσει, την
Μητρόπολη Θυατείρων με έδρα το Λονδίνο και έτσι να θέσει κάτω από την
εκκλησιαστική και πνευματική του κανονική δικαιοδοσία τις διάσπαρτες Κοινότητες
των Ελληνορθοδόξων Χριστιανών που ζούσαν στις περιοχές αυτές της Ευρώπης. Ως
πρώτον Ποιμενάρχη της νεοσύστατης αυτής Επαρχίας
του Θρόνου διόρισε τον αείμνηστο Γερμανόν Στρηνόπουλον, μέχρι τότε Μητροπολίτη
Σελευκείας και ταυτόχρονα Διευθυντή της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, ο οποίος
υπήρξε μία από τις πιο εξέχουσες προσωπικότητες στη χορεία των μεγάλων Ιεραρχών
του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Ορθοδοξίας.
|
O πρώτος Μητροπολίτης Θυατείρων
Γερμανός Στρηνόπουλος (+1951) |
Υπό την εκκλησιαστική επιστασία του Μητροπολίτη Θυατείρων Γερμανού
βρίσκονταν όλες οι χώρες της Δυτικής και Κεντρώας Ευρώπης, τις οποίες ήταν
υποχρεωμένος να επισκέπτεται και να οργανώνει εκ των ενόντων τους
Έλληνορθόδοξους απόδημους, των οποίων ο αριθμός είχε αυξηθεί κατακόρυφα μετά το
τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, της τραγικής Μικρασιατικής Καταστροφής και
της επώδυνης εκείνης ανταλλαγής πληθυσμών, μεταξύ των οποίων και οι πληθυσμοί
της Ανατολικής Θράκης, από την οποία ο ίδιος καταγόταν.
Τα ταξίδια εκείνα ούτε εύκολα ήταν αλλά ούτε και η Μητρόπολή του
διέθετε την οικονομική άνεση να τα χρηματοδοτεί. Και όμως παρ’ όλες τις
δυσκολίες, τα επιτεύγματα υπήρξαν λίαν αξιόλογα και αποτελούν στέφανο τιμής και
ιερής μνήμης για τον μεγάλο εκείνο Ιεράρχη, ο οποίος εξεδήμησεν εις Κύριον στις
3 Ιαναουαρίου 1951 και ετάφη στο Λονδίνο. Τον διαδέχθηκε ο πρώην Μητροπολίτης
Φιλαδελφείας Αθηναγόρας Α΄ Καββάδας, ο οποίος μέχρι τον θάνατό του το 1962,
εργάστηκε σκληρά και αποτελεσματικά ώστε οι χιλιάδες πλέον ομογενείς που
κατέφυγαν στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου
Πολέμου και τον Ελληνικόν εμφύλιον πόλεμον σε αναζήτηση εργασίας, να οργανωθούν
σε Κοινότητες και να παραμείνουν όσο το δυνατό κοντά στην Εκκλησία και στις
αρχές και παραδόσεις του Γένους. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο για να ενισχύσει το
έργο της διαποίμανσης της Αρχιεπισκοπής Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας προέβη
στην εκλογή πέντε Βοηθών Επισκόπων: Απαμείας Ιάκωβον με έδρα Λονδίνον, Ρηγίου
Μελετίον με έδρα το Παρίσι, Θερμών Χρυσοστόμον με έδρα την Βιέννη, Μελίτης
Ιακώβον (μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Αμερικής) και Ασπένδου Ματθαίον διά τους εν
Μεγάλη Βρετανία και αλλαχού Ορθοδόξους Πολωνούς.
Το έτος 1963 διορίσθηκε Ποιμενάρχης της Μητροπόλεως αρχικά και στη
συνέχεια Αρχιεπισκοπής Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας, ο πρώην Επίσκοπος
Ελαίας και διακονών εις Καναδάν υπό τον Αρχιεπίσκοπον Αμερικής Ιάκωβον,
Αθηναγόρας Β΄ Κοκκινάκης, ο οποίος και συνέβαλε τα μέγιστα στην διαμόρφωση της
σημερινής δομής της Αρχιεπισκοπής Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας, της οποίας το
έτος 1963 η δικαιοδοσία περιορίσθηκε στις Βρετανικές Νήσους, την Ιρλανδία και
Μάλτα.
Όταν ο Μητροπολίτης Γερμανός Στρηνόπουλος έφτασε στο Λονδίνο στα μέσα
του 1922, υπήρχαν στις Βρετανικές Νήσους μόνο τέσσερεις οργανωμένες Ελληνικές
Ορθόδοξες Κοινότητες με ιδιόκτητο Ναό στις πόλεις Λονδίνου, του Λίβερπουλ, του Μάντσεστερ
και του Κάρντιφ. Στους τέσσερεις αυτούς Ναούς προστέθηκε και η Κοινότης των
Αγίων Πάντων Λονδίνου το 1948, η οποία στεγάστηκε σε Αγγλικανικό Ναό στην
περιοχή Camden Town Λονδίνου όπου είχαν
ήδη εγκατασταθεί πολλές χιλιάδες μεταναστών, κυρίως εκ Κύπρου.
Το ίδιο συνέβη σταδιακά και με άλλες Κοινότητες όχι μόνο στο Λονδίνο
αλλά και σε διάφορες μεγάλες πόλεις του Ηνωμένου Βασιλείου μετά την μαζική
μετανάστευση στο Ηνωμένο Βασίλειο χιλιάδων Ελληνοκυπρίων, πριν και μετά την
ανακήρυξη της Κύπρου σε Δημοκρατία τον Αύγουστο του 1960. Η συμβολή του
Αρχιεπισκόπου Αθηναγόρα Β΄ Κοκκινάκη στην ίδρυση και οργάνωση Κοινοτήτων σε όλη
την επικράτεια του Ηνωμένου Βασιλείου υπήρξε αποφασιστικής και κρίσιμης σημασίας
για τον εδώ Απόδημο Ελληνισμό και την Ορθοδοξία γενικώτερα.
Η ίδρυση και οργάνωση των Ελληνικών Ορθοδόξων Κοινοτήτων στη Διασπορά
αποτελεί έναν από τους απαράβατους όρους όχι μονάχα για την επιβίωσή της, αλλά
και για την γενικότερη πρόοδό της. Γι’ αυτό και εκεί όπου υπάρχει Ελληνικός
Ορθόδοξος Ναός και οργανωμένη Κοινόνητα, εκεί υπάρχει προοδος σε όλους τους
τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητος. Κατ’ αρχήν το θρησκευτικό αίσθημα των
μεταναστών ενισχύεται και συνεχίζει να παραμένει ζωντανό και ακμαίο και έτσι
αποφεύγεται η θρησκευτική τους αλλοτρίωση, η οποία όταν συμβεί, αποδυναμώνει πολιτιστικά και
θρησκευτικά τον λαό και τον καθιστά έρμαιο των κάθε λογής κοινωνικών και
θρησκευτικών απροσανατολιστικών ρευμάτων που μαστίζουν την σημερινή κοινωνία.
Όπως πολύ προσφυώς αναφέρει ο Οικουμενικός ημών Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος «Η ύπαρξις των ορθοδόξων κοινοτήτων ανά τον
κόσμον, ωργανωμένων εις Μητροπόλεις και Αρχιεπισκοπάς, συμβάλλει τα μέγιστα εις
τον ευαγγελισμόν της οικουμένης, όχι μόνον διά των διαχριστανικών και
διαθρησκειακών διαλόγων, αλλά και από μόνης της παρουσίας των πιστών διά του εν
γένει βίου των. Διά τον λόγον τούτον
βέβαιοι ότι ήδη αγωνίζεσθε, καλούμεν υμάς κατά τον νέον ενιαυτόν τον
οποίον μας χαρίζει η ευσπλαχνία του Δημιουργού μας, να εντείνετε τας
προσπαθείας σας εις την κατά το δυνατόν τελείαν μίμησιν του Δεσπότου Χριστού,
διότι ‘υμείς, έστε το φως του κόσμου’».
Μια καλά οργανωμένη Κοινότητα
θέτει επίσης ως έναν από τους αντικειμενικούς της σκοπούς την καλλιέργεια και
την προάσπιση της Ελληνικής Παιδείας, Γλώσσας και Πολιτισμού, της οικογενειακής
συνοχής και κοινωνικής προόδου. Με αυτόν τον τρόπο προστατεύεται η
Ελληνική μας οικογένεια, χωρίς την οποία
η Αποδημία είναι δυστυχώς καταδικασμένη σε αφομοίωση και αφανισμό.
Ύστερα από την αδρή αυτή αναφορά στην ίδρυση της Αρχιεπισκοπής
Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας θα θέλαμε να υπογραμμίσουμε την εξαιρετική
πρόοδό της, ιδιαίτερα μετά το 1963. Όπως
πολύ καλά γνωρίζετε, η Αποδημία οργανώθηκε συστηματικά, απέκτησε Ναούς και
οικήματα διά την κάλυψη των κοινωνικών, κοινοτικών και εκπαιδευτικών αναγκών του
λαού της, χειροτόνησε Ιερείς και Διακόνους για να υπηρετούν το Ποίμνιόν της και
εδέχθη στην αγκαλιά της Πιστούς από όλη την χώρα. Ανοικοδόμησε επίσης νέον Ναόν
εις την περιοχή Harrow αφιερωμένον εις τους Αγίους Παντελεήμονα και
Παρασκευή.
Για να γίνουν όμως όλα αυτά είμαστε όλοι υποχρεωμένοι να συμμετέχουμε
και να συμβάλλουμε, ο καθένας μας και η καθεμία μας με το κατά δύναμιν, στο
οικοδόμημα που λέγεται Ορθόδοξη Κοινότητα και γενικώτερα Αποδημία. Η Ορθόδοξη
Εκκλησία, ως ένας από τους βασικούς θεσμούς της Ομογένειας, παραμένοντας
άρρηκτα δεμένη με τις διαχρονικές αξίες, αρχές και παραδόσεις του Γένους, προσπαθεί
να διασφαλίσει όλες εκείνες τις προυποθέσεις που θα την οδηγήσουν στην επιτυχία
των στόχων της. Ανάμεσα σε πολλές άλλες αναφέρουμε την πίστη στον Θεό, την
αγάπη στον άνθρωπο, την έμφαση στην καλλιέργεια της γλώσσας. Η δημιουργία
κατάλληλης στέγης όπου να καλλιεργείται συνειδητά και οργανωμένα η Ελληνορθόδοξη
Χριστιανική Παράδοση, συντελεί δε στη ανάπτυξη αισθημάτων σεβασμού προς την φιλόξενη
αυτή Χώρα στην οποία ζούμε και θεωρούμε δεύτερη πατρίδα μας, όσο και προς το
Οικουμενικό Πατριαρχείο, Ελλάδα και Κύπρο.
Κλείνοντας αυτήν την ομιλία με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 90 χρόνων
από την ίδρυση της Βιβλικής αυτής Επαρχίας του Οικουμενικού Θρόνου, απονέμωμεν
φόρον τιμής στους κατά καιρούς Εργάτες και Ποιμένες της, τον ευσεβή λαόν της
Αρχιεπισκοπής Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας, ο οποίος ποικιλότροπα έδωκε
καλήν μαρτυρίαν της εν Χριστώ Πίστεώς του, εμπιστεύθηκε την οικογένειά του στον
εν Τριάδι Προσκυνουμένον Θεόν και διεφύλαξεν ως κόρην οφθαλμού το Ευαγγέλιον
της Αναστάσεως και της Πεντηκοστής. Τόσον ο Κλήρος όσο και ο λαός κράτησαν
αναμμένη την λαμπάδα της πίστεως εν Χριστώ, με την βεβαιότητα ότι οι επόμενες
γενεές θα την διαφυλάξουν μέχρι της συντέλειας του αιώνος όπως εντέλλεται ο
Κύριος προς τον Άγγελον των Θυατείρων «πλήν
ο έχετε κρατήσατε άχρις ου αν ήξω» (Αποκ. Κεφ. 2, 25). Στον Κύριον ημών
Ιησού Χριστόν ανήκει η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Λονδίνο, Οκτώβριος 2012
Ο Αρχιεπίσκοπος Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας Γρηγόριος
|
Αρχιεπίσκοπος Θυατείρων & Μεγ. Βρετανίας κ.κ. Γρηγόριος |
Ἱερά Ἀκολουθία - Δοξολογία 90ετηρίδος
τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Θυατείρων καί Μεγάλης Βρετανίας
1922-2012
ΔΟΞΟΛΟΓΙΑ
Ἀπολυτίκια:
Εὐλογητός εἶ Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν, ὁ πανσόφους τούς ἁλιεῖς ἀναδείξας
καταπέμψας αὐτοῖς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον καί δι’ αὐτῶν τήν οἰκουμένην σαγηνεύσας
Φιλάνθρωπε δόξα Σοι.
Τό Ἀπολυτίκιον τοῦ Ναοῦ
Σῶσον, Κύριε, τόν Λαόν Σου, καί εὐλόγησον τήν κληρονομίαν Σου, νίκας
τοῖς βασιλεῦσι, κατά βαρβάρων δωρούμενος, καί τό σόν φυλάττων, διά τοῦ Σταυροῦ
Σου πολίτευμα.
Δέησις:
Ἐλέησον ἡμᾶς ὁ Θεὸς κατά τό μέγα ἐλεός σου, δεόμεθά σου, ἐπάκουσον καί
ἐλέησον.
Κύριε, ἐλέησον (χ3)
Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ τῶν εὐσεβῶν καί Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν
Κύριε, ἐλέησον (χ3)
Ἔτι δεόμεθα ὑπὲρ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν Γρηγορίου καί πάσης τῆς ἐν
Χριστῷ ἡμῶν ἀδελφότητος
Κύριε, ἐλέησον (χ3)
Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ τῆς Βασιλίσσης τῆς χώρας ταύτης καί πάσης ἀρχῆς καί
ἐξουσίας ἐν αὐτῇ.
Κύριε, ἐλέησον (χ3)
Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ ἐλέους, εἰρήνης, ὑγείας, σωτηρίας, συγχωρήσεως καί
ἀφέσεως τῶν ἀμαρτιῶν πάντων τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τῶν κατοικούντων καί
εὐρισκομένων ἐν τῇ πόλει, τῇ χώρα καί Ἱερᾳ Ἀρχιεπισκοπῇ ταύτη, τῶν Ἐνοριτῶν,
Ἐπιτρόπων, Κηδεμόνων, Συνδρομητῶν, Δωρητῶν, Εὐεργετῶν, τῶν κοπιόντων καί
ψαλλόντων, τῶν Διδασκόντων καί Διδασκομένων ἐν τοῖς Ἐκπαιδευτηρίοις τῆς Ἱερᾶς
Ἀρχιεπισκοπῆς ταύτης καί πάντων ὑμῶν τῶν συνελθούντων καί παρακολουθούντων τήν
Ἱεράν Μυσταγωγίαν ταύτην καί τῶν ἀπολειφθέντων πατέρων καί ἀδελφῶν ἡμῶν ὑγείας
καί προστασίας καί τοῦ ἄνωθεν φωτισμοῦ πάντων ὑμῶν εἴπωμεν.
Κύριε, ἐλέησον (χ3)
Εὐχή:
Ἐπάκουσον,
ἡμῶν ὁ Θεός, ὁ Σωτήρ ἡμῶν, ἡ ἐλπίς πάντων τῶν περάτων τῆς γῆς καί τῶν ἐν
θαλάσσῃ μακράν· καί ἵλεως, ἵλεως γενοῦ ἡμῖν, Δέσποτα, ἐπί ταῖς ἀμαρτίαις ἡμῶν
καί ἐλέησον ἡμᾶς. Ἐλεήμων γάρ καί φιλάνθρωπος Θεός ὑπάρχεις, καί σοί τήν δόξαν
ἀναπέμπομεν, τῷ Πατρί καί τῷ Υἱῷ καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς
αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.
Εὐχή:
Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ ἀναπαύσεως τῶν ψυχῶν πάντων τῶν εὐσεβῶν καί Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν,
τῶν ἀειμνήστων Οἰκουμενικῶν Πατριαρχῶν Μελετίου, Ἀθηναγόρου καί Δημητρίου, τῶν
Ἀρχιεπισκόπων Γερμανοῦ, Ἀθηναγόρου, Ἀθηναγόρου και Μεθοδίου καί τῶν Ἀρχιερέων
Ἰακώβου, Τιμοθέου, Ἀριστάρχου, Χριστοφόρου, Ματθαίου, Εἰρηναίου, Ἐλευθερίου,
τῶν Ἰερέων, Ἰερομονάχων καί Διακόνων τῶν διακονησάντων ἐν τῇ Ἰερᾷ Ἀρχιεπισκοπῇ
ταύτη, τῶν Μοναχῶν, Μοναζουσῶν καί σύμπαντος τοῦ εὐσεβοῦς καί Ὀρθοδόξου λαοῦ ὁ
ὁποῖος ἐκοιμήθῃ ἐν Κυρίῳ καί ἐτάφῃ ἐν τῇ Ἱερᾷ Ἀρχιεπισκοπῇ ταύτη.
Ὅπως Κύριος ὁ Θεός τάξῃ τάς ψυχάς αὐτῶν ἔνθα οἱ
δίκαιοι ἀναπαύονται· τά ἐλέη τοῦ Θεοῦ, τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν καί ἄφεσιν τῶν
αὐτῶν ἁμαρτιῶν παρά Χριστῷ τῷ ἀθανάτῳ βασιλεῖ καί Θεῷ ἡμῶν αἰτησώμεθα.
Παράσχου, Κύριε.
Ὁ Θεός τῶν πνευμάτων καί πάσης σαρκός,
ὁ τόν θάνατον καταπατήσας, τόν δέ διάβολον καταργήσας, καί ζωἠν τῷ κόσμῳ σου
δωρησάμενος, αυτός, Κύριε, ἀνάπαυσον τάς ψυχάς τῶν κεκοιμημένων δούλων σου, ἐν
τόπῳ φωτεινῷ, ἐν τόπῳ χλοερῷ, ἐν τόπῳ ἀναψύξεως, ἔνθα ἀπέδρα ὀδύνη, λύπη καί
στεναγμός. Πᾶν ἁμάρτημα τό παρ’ αὐτῶν πραχθέν ἐν λόγῳ ἢ ἔργῳ ἢ διανοίᾳ, ὡς
ἀγαθός καί φιλάνθρωπος Θεός, συγχώρησον· ὅτι οὐκ ἔστιν ἄνθρωπος, ὃς ζήσεται καί
οὐχ ἁμαρτήσει· σὺ γάρ μόνος ἐκτός ἁμαρτίας ὑπάρχεις, ἡ δικαιοσύνη σου
δικαιοσύνη εἰς τόν αἰῶνα, καί ὁ νόμος σου ἀλήθεια.
Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ τοῦ εἰσακοῦσαι Κύριον τόν Θεόν ἡμῶν φωνῆς τῆς δεήσεως
ἡμῶν τῶν ἀμαρτωλῶν καί ἐλεῆσαι ἡμᾶς.
Κύριε, ἐλέησον
Ἀπόλυσις