Ἀπόπειρα αὐτοβιογραφικῆς κατάθεσης
Ἔχω πιά τήν βεβαιότητα πού μοῦ παρέχουν τά χρόνια τῆς ποιμαντικῆς μου διακονίας, τά ὁποῖα πέρασαν πιά τίς τρεῖς δεκαετίες, ὅπως καί τά χρόνια πού ἔζησα καί τά ὀποῖα ξεπέρασαν κι αὐτά τίς ἔξι δεκαετίες, νά πῶ ὅ,τι μέ φέρνει πιό σιμά στήν ἀνοιχτή ἐξομολόγηση. Γιατί αὐτό πού μοῦ ἀνήκει ὡς προνόμιο εἶναι ἠ ἐλεύθερη ἔκφραση κάποιων μου ἀπόψεων, τίς ὁποῖες θά παραθέσω δίχως νά τό ἐπιθυμῶ νά πληγώσω κανένα -ποτέ μου δέν τό ἐπεδίωξα ἄλλωστε. Ἄσχετα ἄν ἔχω τρωθεῖ ὁ ἴδιος πολλές φορές ἀπό γνωστούς καί φίλους· δέν ἀξίζει νά πράξω κι ἐγώ τό ἴδιο κατακρίνοντας κάποιους πού ἀθελά τους, τό πιστεύω αὐτό, μέ μαχαίρωσαν, μέ λόγια, μέ ἔργα καί φυσικά μέ τή συμπεριφορά τους. Ἀλήθεια, τί περίμενα σέ μιά κοινωνία ἀγωνιζομένων συνανθρώπων μου πού ἐπιμένουν νά φοροῦν τούς δερμάτινους χιτῶνες καί νά ἱδροκοποῦν γιά τήν (ἄστοχη καί ἄχρηστη ἐν πολλοῖς) προβολή τους;
Γεννήθηκα σέ κάποιον ἄσημο τόπο πού δέν διέθεται κανένα προνόμιο "πολιτισμοῦ". Μέ λίγα λόγια, ἡλεκτρικό μέχρι τά πρῶτα χρόνια τῆς δεκαετίας τοῦ 1970 δέν εἴχαμε, νερό μέχρι τά μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ 1960 πηγαίναμε καί πέρναμε ἀπό τή βρύση, τροχοφορόρα δέν κυκλοφοροῦσαν
καί τό τηλέφωνο ἦταν σ᾿ ὅλο τό χωριό ἔνα καί μοναδικό κι ἐκεῖνο χειροκίνητο.
Χάρηκα πού τά πρῶτα βήματα, τά ὁποῖα ἔκαμα, εἶδα νά μέ όδηγοῦν σιμά σ᾿ ἐκείνη τήν ἐκκλησιά, στό Κάτω Χωριό, ὅπου καί ἔλαβα τά πιό σημαντικά βιώματα, τά ὁποῖα στή συνέχεια μοῦ ἔγιναν οἱ ἀπαραίτητοι ἀναβαθμοί πάνω στούς ὁποίους καί προσπαθῶ νά βηματίζω. Ἀναβαθμοί, ὅπως ἡ ἁπλότητα, ἡ Πίστη, ὁ σεβασμός στίς ἀξίες τῆς Παραδόσεως καί ἡ Μνήμη τῶν προγόνων μου: αὐτῶν πού ἀπομένουν τό θεμέλιο τῆς Ζωῆς καί τῆς Ματυρίας τήν ὁποία καί προσφέρω.
Ἀνάφερα τούς προγόνους μου
καί συνειδητοποιῶ αὐτό πού ἔγραψα, γιατί γνωρίζω πολύ καλά, πώς γιά νά βρεθῶ ἐγώ σ᾿ αὐτή τή θέση καί νά καταθέτω τίς σκέψεις καί τά βιώματά μου,
κάποιοι χτεσινοί, μακρυνοί κι ἄγνωστοι σέ μένα συγγενεῖς, πάλαιψαν, ὄντες ἀγράμματοι ἀλλά σοφοί, ν᾿ ἀναστήσουν κάποιον, πού ἄν καί δέν τούς γνώρισε ποτέ, τούς εὐγνωμονεῖ καί τούς μνημονεύει. Ἤταν, μέ λίγα λόγια, τά πρόσωπα πού γέννησαν τούς παππούδες καί τίς γιαγιάδες· κι ἀκόμα πιό πίσω. Πρόσωπα παιδεμένα, σκληραγωγημένα καί μέ φιλότιμο, ἄνθρωποι πού μάζευαν τόν ἱδρῶτα κάι τόν κόπο τους καί τ᾿ ἀποταμίευαν σέ κεῖνα τά μικρά κι ἀπέριττα σπίτια, ἀπ᾿ ὅπου ἔλειπε τό ὑπερβολικό καί τό ἄχρηστο. Ἀποταμίευαν "κάνοντας τήν πεντάρα λίρα", κατά τήν κοινότυπη φράση τους, ὄχι γιά νά φανοῦν στούς ἀνθρώπους ὡς ἔχοντες καί κατέχοντες, ἀλλά γιά νά δώσουν στά παιδιά τους κι ἰδιαίτερα στά κορίτσια τους
μιά σερμαγιά, ὥστε νά γνωρίζουν πώς "ἦταν ἀπό καλή γενιά"· νοικοκυραῖοι δηλαδή καί μέ φιλότιμο πάντα.
Τό Σχολεῖο ἦταν καινούριο ὅταν στά τέλη τοῦ 1956 πήγαμε μαθητές στήν πρώτη τοῦ Δημοτικοῦ. Γιατί μέχρι τότε Δάσκαλοι καί μαθητές πλανιόντουσαν σέ διάφορα σπίτια τοῦ χωριοῦ τά ὁποῖα χρησιμοποιοῦσαν ὡς αἴθουσες διδασκαλίας.
Τό καλό ἦταν πώς μάθαμε γράμματα, παρ᾿ ὅλες τίς δύσκολες συνθῆκες, γιατί πηγαίναμε πρωΐ κι ἀπόγευμα -ἐκτός ἀπὸ τὸ ἀπόγευμα τοῦ Σαββάτου- Σχολεῖο, μέ βροχή, μέ χιόνι, φορτωμένοι τή σάκκα καί τό ἀπαραίτητο τό ξύλο ἤ τά ξύλα γιά ν᾿ ἀνάψει ἡ σόμπα τό χειμώνα. Ἄλλο ἔνα στοιχεῖο πειθαρχίας ἦταν ἡ νηστεία τά μεσημέρια, ὅταν πηγαίναμε ἀδιάβαστοι καί φυσικά ἡ βέργα ἀπό ἀγριελιά πού μᾶς ἔκανε νά τρέμουμε, ἀλλά καί νά δείχνουμε μεγαλύτερη ἐπιμέλεια. (Ξέρω πώς κάποιους τούς ξενίζουν ὅλ᾿ αὐτά, ὡστόσο εἶναι πραγματικότητες
καί ἐν πολλοῖς εὐεργετικές, γιατί μᾶς ἔμαθαν νά προσέχουμε, νά μήν αὐθαδιάζουμε καί τό κυριώτερο νά εἴμαστε ἐπιμελεῖς καί φίλεργοι).
Ἀπό κεῖνες τίς πρώιμες σχολικές ὧρες κρατῶ μέσα μου ἱερά καί κορυφαῖα βιώματα τά ὁποῖα καί μοῦ προσφέρουν σέ ὧρες πνιγμονῆς τῶν ἀνήλιαγων καί ἄγριων καιρῶν μας ἐκείνη τήν εἰρήνη καί τήν ὀμορφιά πού προσεγγίζει τήν κατάνυξη καί τήν εὐλογία. Γιατί πάντα θά ὑπάρχουν μέσα μου τά γκρίζα φθινοπωρινά πρωϊνά τῶν Κυριακῶν, τά μισοφωτισμένα ἀπόβραδα τῶν Χαιρετισμῶν τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς καί φυσικά τά φωτεινά πρωϊνά τοῦ Σαββάτου τοῦ Λαζάρου, ὄταν πηγαίναμε γιά Ἐκκλησιασμό σ᾿ ἐκείνη τήν παλιά μας
τήν Ἐκκλησιά. Καί πάντα μέ τή συνοδεία τοῦ δασκάλου ἤ τῆς δασκάλας.
(Σήμερα, στήν ἐποχή αὐτή τῶν ραγδαίων ἐξελίξεων καί τῶν σπουδαίων ἀνακαλύψεων ὅλ᾿ αὐτά θεωροῦνται παραμύθια ἀπό μιά ξεχασμένη ἐποχή· παιδαγωγικοί μέθοδοι ξεπερασμένοι καί ἄγονοι γιά τήν πνευματική προκοπή. Καί δέν εἶναι διόλου παράξενο πού ἔχουμε βάλει ὡς πρότυπό μας
τήν ἀσύδοτη συμπεριφορά τήν ὁποία μᾶς καταθέτει ὡς καθημερινό χαρτζιλίκι ἡ τηλοψία. Δυστυχῶς).
(ἀπόσπασμα ἀπό εὑρύτερο γραπτό)
π. Κων. Ν. Καλλιανός
No comments:
Post a Comment