Αὔριο ξημερώνει λοιπόν,
φθινόπωρο. Ἄσχετ’ ἄν τὸ καλοκαίρι ἐπιμένει νὰ τὸ ἐμποδίζει νὰ φανεῖ. Νὰ φανεῖ μὲ τὰ ἥρεμα χρώματά του,
τὴν φορεμένη στὰ χλωμά της τὰ δειλινά, τὴ θάλασσα τοῦ ἀπομεσήμερου καὶ φυσικὰ ν’ ἀναδυθεῖ πιὰ ἀπὸ τὴ γῆς ἡ ζείδωρη ἡ εὐωδιὰ τοῦ νοτισμένου
χώματος, ποὺ περιμένει μὲ ὑπομονὴ τὶς «πρῶτες σταγόνες τῆς βροχῆς», ὅπως μᾶς τὸ διδάσκει κι ὁ ποιητής.
Φυσικὰ σήμερα δὲν ὑπάρχουν ἤ σπανίζουν οἱ ρομαντκὲς ψυχὲς ποὺ ζοῦσαν, βιώναν κι ἔνοιωθαν
πραγματικά, «τὰ δειλινὰ τὰ πένθιμα, τὰ φθινοπωρινά» μὲ ποιητικὴ διάθεση καὶ τρυφερότητα. Αύτὰ ἦταν κάποτε τὰ στοιχεῖα ἐκεῖνα ποὺ χάριζαν στὶς τρυφερὲς ψυχὲς ὀνειρεμένες μνήμες
καὶ βιώματα μοναδικά.
Τὰ ὁποῖα σήμερα ἐξατμίστηκαν ἤ τουλάχιστον
σώθηκαν σὲ μακρυνοὺς στίχους τοῦ Κ. Οὐράνη, τοῦ Τέλλου Ἄγρα, τοῦ Κ. Χατζόπουλου.
Κι ἐξατμίστηκαν, γιατὶ ἡ ἐποχή μας δὲν ἀντέχει τὸ ρομαντισμό, δὲν ἀσπάζεται τὴν εὐαισθησία τῆς τρυφερῆς ὕπαρξης ποὺ ὀνειρεύεται. Τώρα
πιὰ ὅλ᾿ αὐτὰ τὰ καταβροχθίζει,
μέρα τὴ μέρα ἡ τεχνολογία, ποὺ ἀπὸ τὴ μιὰ χαρίζει τρόπους ἐπικοινωνίας καὶ «εἰκονικῶν» συναντήσεων, μὲσω τῶν διαδικτυακῶν παροχῶν, ἀπὸ τὴν ἄλλη ἀπομυζὰ ἀπὸ τὴν ψυχὴ τὴ χαρμολύπη τῆς εὐαισθησίας, τῆς ποιητικῆς διάθεσης, τῆς ἔντιμης καὶ φιλάνθρωπης ἐπικοινωνίας. Χωρὶς τὴν ψύχρα τῶν βιαστικῶν μηνυμάτων, τῶν ἀβάσταχτων κενῶν, τῶν ἀναξίων σχολίων σὲ διάφορες ἐφαρμογὲς, ποὺ χαρακτηρίζονται ἀναγκαῖοι δίαυλοι ἐπικοινωνίας.
Κάποτε ὁ Σεπτέμβριος μὲ τὰ σκουριασμένα καὶ χλωμὰ φύλλα τῶν δέντρων, μὲ τὴ θάλασσα ν’ ἀναρριγᾶ στὸ πέρασμα τοῦ μπουρινιοῦ, μὲ τὰ δειλὰ τὰ κυκλάμινα, ποὺ φρόντιζαν μὲ τὸ μελαγχολικό τους
τὸ ὕφος καὶ χρώμα νὰ στολίζουν
κομμάτια τῶν χωραφιῶν καὶ τῶν ἀβραγιῶν. Κάποτε ὁ Σεπτέμβριος, λοιπόν,
μὲ ὅλ᾿ αὐτὰ ἄφηνε καὶ στὴν καρδιὰ τὸ χάδι τῆς τρυφερότητας καὶ τῆς εὐαισθησίας...
Ἴσως ἐμεῖς οἱ παλιοὶ ποὺ ζήσαμε σὲ ἄλλες ἐποχές, πασπαλισμένες
μὲ ἄφθονη ποιητικότητα
νὰ τὰ λέμε αὐτὰ μήπως καὶ τ᾿ ἀκούσουν κι ἄλλοι... Γιατὶ δὲ μπορεῖ, κάπου θὰ χωνευτεῖ, θὰ βουλιάξει μιὰ μονάχα λέξη, ποὺ θ᾿ ἀνεβάσει ἀπὸ τὸν ὅποιο βυθὸ τὸ μέγα χάρισμα: Τό, "εἰκὼν εἰμί τῆς ἀπροσίτου δόξης... Θεέ
μου". Ἀλήθεια, δὲν ἀρκεῖ αὐτό;
π. Κ.Ν. Καλλιανός