(Μὲ ἀφορμὴ μιὰ
φωτογραφία)
Στὸν πολυαγαπητό μου κ. Δημήτρη Νόλλα, ποὺ ἀγαπάει αὐτὸν τόν τόπο
Μέσα στὸ θερινὸ τὸ μεσημέρι, ποὺ ἀκόμα μᾶς ἀφήνει περιθώρια αἰσιοδοξίας, μιὰ φωτογραφία ἔρχεται νὰ συγκινήσει τὴν ψυχὴ καὶ συνάμα ν’ ἀνακλέσει στὴ Μνήμη εἰκόνες τοῦ χτές, ποὺ εἶναι σπαρμένες, ὅπως τὰ σπίτια σὲ τοῦτο τὸν ἄχραντο τὸν τόπο. Τὸν τόπο τὸν γελαστό, ποὺ ἀντικρύνει τὸ Αἰγαῖο, τὴ Σκιάθο, τὴν Εὔβοια, ἀλλὰ καὶ τὸ Πήλιο. Καὶ καθὼς ἡ θερινή, θεϊκὴ γαλήνη ἁπλώνεται σὰν σεντόνι τρυφερὸ πάνω στὸν τόπο, νοιώθεις,
ναί, τὴν αἰσθάνεσαι, τὴ ζεῖς τὴν εὐαισθησία καὶ ὁμορφιὰ νὰ σὲ κατακτᾶ, νὰ σοῦ ξεχωρίζει τὶς κακοφορμισμένες
τὶς πληγές καὶ νὰ τὶς θεραπεύει.
Κοιτάζεις, λοιπόν, τὸν τόπο σου καὶ συγκινεῖσαι, καθὼς δὲν ἀναγνωρίζεις πιὰ τὰ νέα τὰ σπίτια μέσα στοὺς σκιεροὺς τοὺς δασῶνες. Καὶ δυστυχῶς τὰ χρόνια ποὺ πέρασαν δὲν ἀφήνουν περιθώρια ἐπίσκεψής τους καὶ γνωριμίας, γιατὶ ὁ ἔγκοπος τρόπος
συναντήσεώς τους, συντονίζεται καὶ μὲ κάτι ἄλλο: Κάποτε ὅλ᾿ αὐτὰ ἦταν διαφορετικά,
πλημμυρισμένα μὲ ἡσυχία, νοτισμένα μὲ τὴν πρωϊνὴ τὴ δροσιά καὶ μυροβολημένα ἀπὸ τὴν ἀνάσα τοῦ δάσους καὶ πέτρας ποὺ ἔκαιγε μέσα στὸ θερινὸ τὸ μεσημέρι. Τώρα,
λοιπόν, ἄλλαξαν, ὅπως ἀλλάζουν οἱ ἄνθρωποι κατοικίες,
ὅπως ἀλλάζουν οἱ ἡλικίες, καὶ φορτώνουν τὴ ράχη χρόνια καὶ βάσανα.
Ἀγναντεύω, τὸ Λουτράκι, τὴν Πλατάνα, τὸ Κλῆμα... Ὅλα στὴ θέση τους, ὅπως πάντα. Μονάχα
πὼς φάρδυναν οἱ κατοικίσιμες
περιοχές... Λές καὶ προστέθηκαν νέα πρόσωπα, φιλοξενούμενα... Νἄναι ἀλήθεια αὐτό ἤ μιὰ εἰκονικὴ ἀπάτη; Δὲν τὸ ξέρω ἀκόμα. Περιμένω
μονάχα νὰ δῶ. Νὰ δῶ δηλαδή, νέους ἀνθρώπους ποὺ θ᾿ ἀγαπήσουν τὸν τόπο, θὰ συντηρίσουν, ὅσο γίνεται, τὰ παλιά του τὰ καλτερίμια, τὰ λιτὰ τὰ καλύβια, τὰ μυριοβαδισμένα καὶ ποτισμένα μὲ ἱδρώτα μονοπάτια, νὰ μπορέσουν νὰ ξανανάψουν τὶς λησμονημένες τὶς παραστιές, νὰ ξαναβγοῦν στὰ «Κάγκελα» καὶ στὸν «Πεῦκο» ν’ ἀγναντέψουν τὸ καράβι τῆς γραμμῆς στὸ Λουτράκι...
Ναί, ἀλήθεια τὰ λέω...
π. Κ.Ν. Καλλιανός
[Ἡ φωτ. εἶναι ἀπὸ τὴν ἠλ. σελίδα τοῦ κ. Γ. Ρουσέτη,
Δρώμενα τοῦ τόπου μας]
No comments:
Post a Comment