Monday, 25 October 2021

Τῆς μοναξιᾶς ἡ μουσική

 
Ξεκινώντας π μι νοερ πίσκεψη στ πατρικ τ σπίτι
 

Εναι μορφα ταν βρέχει. Κι ς εναι μουντς ρίζοντας, κι ς σέρνεται σιωπ στ δρόμο, πως σέρνεται ξω στ δρόμο τ μικρ ποτάμι πο κατεβαίνει γι τ θάλασσα. Ναί, εναι μορφα λα γύρω, φο βροχ μ τ μουσική της παραμυθία συντονίζει τν ψυχ μ τ μέγιστο τς μοναξις προνόμιο, τν συγυρίζει κα συνάμα τς ναθέτει τν λλη διακονία: ν τοιμαστε γι μι σημαντικ κα κορυφαία πίσκεψη. παραίτητη πίσκεψη, πο γίνεται συνάμα κα καταφυγή. Στ σιωπηλ τ πατρικ τ σπίτι, κε που πρωτάκουσε, τότε στ πρτα της τ χρόνια, τ χλωρ ατ τ νοσταλγικ τς βροχς τ μουσική, καθς ρυθμικ σταζε πάνω στ σκουριασμένο τσίγκο το χαγιατο, κι στερα κύλαγε γι ν κατέβει στ δρόμο... Γιατ στος σκοτεινούς μας καιρος ναζήτηση μις χλωμς, στω, ρωγμς π᾿ που θ νέβει τ φς, εναι παρατητη, πως παραίτητα εναι κα τ φόδια τ πνευματικ φόδια, πο νασύρουμε πό μέσα μας, γι ν ξορκίσουμε τν ποια δυστυχία. χι τ μοναξιά. Τ δυστυχία μονάχα, πο γεν πραξία κα πουσία, στ ν μν χεις συντροφιά, δηλαδή. χι ξάπαντος νθρώπινη συντροφιά, λλ τ συντροφι κάποιων γαπημένων στιγμν, πο τς φυλς μέσα σου, πως φυλς τς παλις οκογενειακς φωτογραφίες: ατς τς κρυσταλλωμένες στιγμς το χρόνου, μ τς ποες, μάλιστα, κα μυστικ συν-διαλέγεσαι, λλ κα σ ναπαύει στω κι ατ  τους παρουσία.
 
μως μ τ μουσικ συντρόφευμα τς βροχς, πο χαρίζει παράλληλα κα τ μεγάλο τς συχίας προνόμιο, δωρίζονται κι ατς ο στιγμές, π τ χθς φτασμένες στιγμές, πο μαζί τους σέρνουν κα μι σειρ π γεγονότα, εκόνες, χους, μυρωδιές, λλ κα πρόσωπα.
 
Κα δν τς στοχς εκολα ατς τς στιγμές. Μάλιστα, μ τέτοιους καιρούς, βροχερος καιρούς κα γκριζόλευκους, πο μοιάζουν μ παλιές, χλωμς φωτογραφίες, σπρόμαυρες φωτογραφίες, πο πλώνουν γύρω τους τ νοσταλγία ς φωτοστέφανο στς μέρες κενες, τς σιωπηλς σήμερα κα κίνητες: πως τ τοπία κα τ πρόσωπα...
 
Γιατ μέσα π τν χνα τς βροχς, τν νάσα τς  γρασίας, ρχίζει κύκλος τν νθυμήσεων. Πο τς συντροφεύει κείνη μουσικ πο φηναν ο στάλες τς βροχς στν τσίγκο, μουσικ πο νανούριζε κα γέμιζε τν πνο παιδικ νειρα, θαλπωρ κι εφροσύνη. Κι κόμα ταν κι κενες οἱ φωνς τν νθρώπων, φωνς βιαστικς μέσα στ βροχερ πρωϊν πο εωδίαζε βρασμένο φασκόμηλο, καμμένο λάδι κα ρετσίνα π τ πεκα πο σιγόκαιγαν στ τζάκι. μως σ᾿ λ᾿ ατ προστίθενταν κα μυρωδι το βρεγμένου ρούχου, πο στέγνωνε σιμ τή φωτιά, τ καψαλισμένο ψωμί, ο φρεσκοτηγανισμένες πίττες τηγανίτες, λουσμένες στ βυσιν πετιμέζι, πο εωδίαζε στιμμένο σταφύλι.
 
Κα σιμ σ᾿ ὅλ᾿ ατ, πο τ συντρόφευε κείνη μουσικ τς βροχς, ταν κι ο συνάξεις τ πόβραδα στ σπίτια, κενες ο μικρς κοινότητες, -κυρίως γυναικν- άφο ο ντρες μαζεύονταν στούς καφενέδες στ μαγαζιά, στ παντοπωλεα τς γειτονις, γι ν πον γι τ μαξούλια, τν καιρ κα ν ρυθμίσουν παράλληλα τς δουλιές τους, γι  τ μάζεμα τ κουβάλημα τς λις, τν τοιμασία γι τ σπορ κα τόσα λλα. κόμα ν πον κα τς «βραϊς» -τ ναλήμματα, τς βραγις δηλαδ πο χαλάρωναν, πέφτανε μ τ βροχόπτωση κι στερα θελαν «σήκουμα», φτιάξιμο δηλαδ.
 
Στ μνήμη πομένουν κόμα κα τ μισοφωτισμένα δειλινά, το «τσουπάν’ ρα», πως τ λέγανε στ χωριό, γιατ σταμάταγε γι λίγο βροχή, πρς χάριν, λέγανε ο παλιοί, το τσοπάνη, γι ν βολέψει τ «πράμματα» κα ν προλάβει ν γυρίσει στ σπίτι.
 
Εναι λήθεια, δν ξαναεδα τέτοια ποιητικ πόβραδα, μ κενο τ φς πο σταζε πάνω στς στέγες κα στν κρεβατι πο εχαμε ξω πό τ σπίτι. Κρεβατι μ τ χαλκοκίτρινα φύλα κα τ ρόζ σταφύλια, τ χειμωνιάτικα, πο τ εχαν «ντύσει» μ λευκ φορέματα γι ν μν τ τρνε τ πουλιά.
 
σταζε τ νερ κα πεφτε στς πλάκες μ ρυθμ παράξενο, φο μάζευε φς π τ πέναντι γκρίζο πέλαγο κι στερα χανόταν...
 
Ακόμα ταν κενες ο παράξενες σκις στ τζάμια, σκις π τ κληματαριά, τ σπίτια πέναντι κα τ δέντρα, σκις πο χώνευαν στ τέλος πάνω στος χλωμος τοίχους το σπιτιο.
 
Μέχρι ν᾿ νεβε νύχτα κα ν᾿ ρχίσει πάλι μουσικ τς βροχς πάνω στ τσίγκο, λλ κα στος κουβάδες ξω πο τος τοποθετοσαν γι ν μαζέψουν νερό.
 
Τ χρυσαφένιο, ταπειν φς τς λάμπας το πετρελαίου παραμέριζε τος σκιους το δειλινο.
 
π τ νυχτωμένο δρόμο κούγονταν τ κουρασμένο κα μονότονο βάδισμα το ργοπορημένου κα βρεγμένου τσοπάνη, πο κροτάλιζε πάνω στ πέτρινα, μουσκεμένα σκαλοπάτια το καλτεριμιο.
 
Κι στερα σιωπ σεριανοσε τ δεια σοκάκια συντροφευμένη π τν παλι τ μουσικ τς βροχς.
 
Λς κι κουγες τσέμπαλο...
 
π. Κ.Ν. Καλλιανός
Σκόπελος, 26-27 κτ. 2014

No comments: