(Οἱ ἐναγώνιες κορυφώσεις τοῦ πνευματικοῦ μας ἀγῶνα)
Ἀνήκει έξάπαντως στή δικαιοδοσία μας ἡ βεβαιωμένη
ἐναγώνια προσπάθεια γιά τόν καθορισμό τῶν ὁρίων, μέσα στά ὁποῖα καί καλούμεθα
νά ἐπιτελέσουμε τίς ποιμαντικές μας δραστηριότητες καί ἐντολές. Γιατί στά
χρόνια μας, ἡ εὔστοχη συνάντηση μέ τό ποίμνιο τῆς ἐνοριακῆς Κοινότητας ἐξαρτᾶται
ἀπὸ τὰ δεδομένα τῶν χρονικῶν περιθωρίων, τόσο ἡμῶν τῶν ποιμένων, ἀλλά καί τῶν ἐνοριτῶν, πού ἔπαψαν, τουλάχιστον στά τουριστικά ἐπαρχιακά κέντρα καί τὶς
κοινότητες αὐτὲς, νά ἐξακολουθοῦν νά διαθέτουν τό χρόνο τους, ὄσον ἀφορᾶ τήν λήψη καὶ
ἐξασφάλιση τῆς ὅποιας ποιμαντικῆς μέριμνας καί ἐκκλησιαστικῆς καταρτίσεως. Αὐτό
ἀποτελεῖ δέ καί εἶναι ἡ βάση τῆς προβληματικῆς ἑνός συνειδητοῦ ἐφημερίου, ὁ
ὁποῖος βλέπει ὅτι μέσα σέ λίγα χρόνια μεταβάλλεται, ἀπό πνευματικό διάκονο καί
ὁδηγό σέ φύλακα καί ἐκφραστή μιᾶς τύπου φολκλόρ "παραδοσιακῆς", ἀνώδυνης καί τυπολογικῆς
ὑπηρεσίας, μέ ἀπoτέλεσμα τή δημιουργία μιᾶς ἐπώδυνης κατάστασης,
πού, ὅπως εἶναι φυσικό, ὁδηγεῖ σέ ἀρρωστημένες ἐνέργειες καὶ ἀνυπόστατες
συμπεριφορές, καθώς μέτρο τῶν πάντων εἶναι πιά ἡ παραγωγή καί ἡ οἰκονομική
εὐρωστία.
Γι᾿ αὐτό καί σέ "ἀξιοποιημένα" τουριστικά
κέντρα παρατηρεῖται τό φαινόμενο τοῦ νεοπλουτισμοῦ, καθώς ἡ ἐναλλαγή τῶν
χθεσινῶν ἁπλῶν ἀνθρώπων, πού καλλιεργοῦσαν τή γῆ καί ζοῦσαν μιάν ἁρμονική
κοινωνική συμβίωση, σήμερα μεταβάλεται σέ ἀγώνα ἄκρατου ἀνταγωνισμοῦ. Κι αὐτό
γιατί οἰ οἰκονομικές συγκυρίες ἦλθαν κατά τέτοιο τρόπο, ὥστε νά λησμονήσουν
πολλοί ἀπ᾿ αὐτούς, καί καταγωγή καί ρίζες, ἀλλά τρόπους βιοτῆς. Μέ ἀποτέλεσμα
νά ξιπαστοῦν ἀρκετοί σέ τέτοιο σημεῖο, ὥστε νά περιθωριοποιήσουν τήν παράδοσή τους, τόν κόσμο δηλαδή πού τούς
ἀνάστησε.
Μέσα σ᾿ αὐτόν τόν μεταβαλλόμενο κόσμο ζῶντας καί κινούμενος, λοιπόν, ὁ παπᾶς πασχίζει νά κρατήσει τίς ἰσορροπίες πού
χρειάζονται διακινδυνεύοντας κάποτε, γιατί ὁ στόχος εἶναι πάντα ὁ ἴδιος: τό νά
περιθωριοποιεῖται ὁ κλῆρος, νά διακωμωδεῖται ὁ παπᾶς, νά βγαίνει πρός τά ἔξω
ὅλη ἡ χολή τῶν ὅσων ἀπό "ἐνδιαφέρον" καί "ἔγνοια"
κριτικάρουν τήν κάθε λέξη καί τήν κάθε κίνησή του. Χώρια ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι,
κατέχοντας τήν ὅποιαδήποτε θέση καὶ ἀρέσκονται νὰ εἶναι ἐπιτημητές τῶν πάντων,
πασχίζουν νά βροῦν μύριες ὅσες προφάσεις, γιά νά δικαιολογήσουν τή στάση τους
ἀπέναντι στό παπαδαριό, ὅπως περιφρονητικά μᾶς ἀποκαλοῦν, ἔτσι ὥστε νά ἔχουν
στή φαρέτρα τους βέλη ἕτοιμα νά μᾶς ἐξοντώσουν.
Σ᾿ αὐτές, λοιπόν, τίς περιπτώσεις βέβαιο εἶναι ἡ
καταφυγή σέ στιγμές καί χώρους φορτισμένους μέ τήν ἀγωνία, τόν πόνο καί τή
μοναξιά τοῦ Ἰησοῦ, ποὺ ἐπιμένει νὰ μᾶς κοιτάζει μὲ τὴ γνωστὴ μακροθυμία Του καὶ
τὴ χαρισματικὴ Ἀγάπη καὶ καλωσύνη Του. «Μάθετε ἀπ᾿ ἐμοῦ ὅτι πρᾶος εἰμὶ καὶ
ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν» (Μτθ.11, 29). Κι
αὐτό μᾶς ἀρκεῖ.
π. K.N. Kαλλιανός