Στοχασμοί τῆς Κυριακῆς τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου, ἀπολείτουργοι...
Μέ τό τέλος τῆς Θ. Λειτουργίας, τῆς Λειτουργίας αὐτῆς
τῆς σημαντικῆς καί ἱερῆς ἠμέρας, ἀνεβαίνουν, ὅπως εἶναι ἑπόμενο, οἱ ἀναγκαῖοι
στοχασμοί, γιά τό νόημα πού διακρατεῖ ἡ ἡμέρα αὐτή κι ὄχι μόνο. Γιατί ἡ ἡμέρα αὐτή εἶναι ἡ ἀφετηρία: ἀφετηρία ἑνός δρομολογίου πού περατώνεται, ἀφοῦ
προηγηθεῖ μιά περιπέτεια, ἕνας ἐναγώνιος δρόμος, μιά διάβαση στήν ἔρημο γιά συνάντηση τῆς Γῆς τῆς Ἐπαγγελίας. Ἐπειδή ὅλοι μας ἐπιζητοῦμε νά βρεθοῦμε σέ κάποια γῆς τῆς Ἐπαγγελίας, μακρυά ἀπό τήν ἔναγχο καί ἀδυσώπητη ἔρημο, τή φρυγμένη καί δίχως τήν παραμικρή σκιά ἔρημο. Ἐντρύφημά μας καθημερινό σ᾿ αὐτήν τήν
περιπέτεια, ἡ προσευχή, αὐτή ἡ ἀδιάλειπτη ἐπικοινωνία μέ τό Θεό-Πατέρα, πού ξέρει νά μᾶς παραμυθεῖ. Καί τήν ἔχουμε τόση ἀνάγκη αὐτή τήν παραμυθία, ἰδιαίτερα
στά χρόνια μας, ὅπου ἡ γρανιτένια ἀντίσταση κάποιων πληγώνει ἀνεπανόρθωτα τήν εὐαισθησία
μας. Κι αὐτό, γιατί ὑπάρχει ἔπαρση καὶ ὑπεροψία,
ἴδιον θέλημα καί φιλαυτία, πού παραμερίζουν τή Θεία Χάρη.
Τό δρομολόγιο, λοιπόν,
πού ἄρχισε σήμερα καί περατώνεται τό Μ. Σάββατο, μέ κορυφώσεις στήν
θεόσδοτο Μεγάλη Ἑβδομάδα, ἀνοίγεται
μπροστά μας καί μᾶς προτρέπει νά τό διανύσουμε μέ βασικό καί απαραίτητο ἐφόδιο
τήν τελωνική προσευχή, ἡ ὁποία συνοψίζεται σέ τρεῖς λέξεις: «Ὁ Θεός ἰλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ». Λέξεις
φορτισμένες μέ ἁγιοκατάνυξη καί δέος, πού παραμερίζει κάθε μεσότοιχο μεταξύ τοῦ
θείου καί τοῦ ἀνθρωπίνου. Γιατί ἡ ταπείνωση ὡς ἀρετή καί συνειδητή συμπεριφορά,
εἶναι τό πρόσφορο πού κόμισε ὁ ἐκ Παρθένου τεχθείς ἅμα τῇ ἐμφανίσει Του. Ἤ ὅπως
θά πεῖ ἡ Ἐκκλησία τήν βραδυά τῆς Θείας Γεννήσεως, «τί εὐτελέστερον σπηλαίου», γιά νά θυμίσει μέ τό λόγο Της αὐτόν πώς τό βασικό δομικό στοιχεῖο γιά νά στηθεῖ τό πνευματικό μας οἰκοδόμημα εἶναι ἡ ταπείνωση. Ἀρετή πού σήμερα μᾶς τή δίδαξε ἔνας
Τελώνης. Κι ὄχι μόνο τή δίδαξε, ἀλλά ἔγινε καί τό ὑψηλότερο παράδειγμα ἀπό Ἐκεῖνον
πού τή βίωσε καί παρουσίασε ὡς συμπεριφορά του ἀναμφίβολη καί πάντα σεβαστή. Καί νά σκεφτεῖ κανείς, πώς Ἐκεῖνος πού «ἐταπείνωσεν
ἑαυτόν», ὑπῆρξε καί εἶναι «ὁ Δεσπότης
πάντων...».
Ὡστόσο στόν ἀντίποδα τῆς ἱερότητας πού διακρατεῖ ἡ ἡμέρα
ὑπάρχουν, καί θά συνεχίσουν νά ὑπάρχουν πάντοτε, φαινόμενα καί συμπεριφορές πού ἐμπαίζουν «τήν πίστιν τήν ἀμώμητον»
(βλ. Κυριακή τῶν Βαΐων, Ἑσπέρας). Γιατί ὅταν
ἡ πανίερη καί θεοκατάνυκτη αὐτή πρώτη
Κυριακή τοῦ Τριωδίου σκιάζεται ἀπό ἄτεχνες καί ἀπρεπεῖς ἐνέργειες, οἱ ὁποῖες υἱοθετοῦν
τόν Φαρισαϊσμό καί τήν ὑποκριτική τέχνη παραμερίζοντας τήν τελωνική εἰλικρίνεια γιά μετάνοια κι ἐπιστροφή στήν Πατρική Ἑστία (πρβλ. καί Λκ.15, 11-33), τότε
διαπιστώνεται καί ἡ ἀλλοτρίωση ἀπό τό Ἐκκλησιαστικό ἦθος καί εὐπρέπεια, τοῦ ὁποίου
ὁ κεντρικός ἄξονας εἶναι ἀσκητικός, λιτός καί ταπεινοσχήμων. Ἔτσι, ὅταν ἡ
Κυριακή αὐτή καλύπτεται ἀπό ὑπερβολικές συμπεριφορές μας, ὅπως τά ἐκωφαντικά μεγάφωνα, τά ὁποῖα «μεταδίδουν!» τήν Εὐχαριστιακή Σύναξη, τά κηρύγματα πού προβάλλουν τόν ὑπερβάλλοντα ναρκισισμό μας, ἡ στεγνή ἀπό φιλανθρωπία καί φιλοθεΐα
προσέγγιση τοῦ ἄλλου, τοῦ συνανθρώπου κ.λ.π. Ὁπότε, ποιός ὁ λόγος νά σκύψουμε
πάνω στό Τριώδιο, στήν ἀξία τῆς παραβολῆς τοῦ Τελώνου καί Φαρισαίου, τοῦ Εὔσπλαχνου
Πατέρα ἤ τοῦ Ἀσώτου ἀργότερα κ.ἄ., ὅταν δέν ἀποθησαυρίζουμε τίποτε ἀπό τόν πλοῦτο
πού ἐγκρύπτεται στό ὀρυχεῖο τῆς Ὑμνογραφίας καί τῶν Εὐαγγελικῶν περικοπῶν. Γιατί τό κορυφαῖο ζήτημα εἶναι νά βροῦμε μέσα στίς λέξεις τῶν ὕμνων καί τῶν εὐαγγελικῶν
περικοπῶν τούς ὁδοδεῖκτες ἐκείνους πού θά καταφέρουν νά μᾶς σιμώσουν στήν ἁγιότητα,
τήν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ τήν «ἀτέλεστον τελειότητα».
Φοβᾶμαι πώς ἐλάχιστοι καταλαβαίνουν τή γλώσσα τῆς Ἐκκλησίας
πού εἶναι σωτηριολογική, ἁγιαστική καί «πρός τό συμφέρον τῶν αἰτήσεών» μας. Οἱ
περισσότεροι ἀναλώνονται ἀκόμα στήν ἐξεύρεση τρόπων, ὥστε νά εἶναι ὅσο τό δυνατόν
περισσότερο ἀνθρωπάρεσκοι. Δυστυχῶς...
π. Κων. Ν. Καλλιανός
Κυριακή τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου
No comments:
Post a Comment