To παρακάτω Πατερικό κείμενο, αφιερωμένο στην Υπεραγία Θεοτόκο, προέρχεται από την ψυχή και την γραφίδα του Αγίου Σιλουανού. Πρωτοδημοσιεύθηκε σε ένα ιδίωμα βυζαντινής γλώσσας στον τόμο του Αρχιμ. Σωφρονίου Σαχάρωφ, με τον τίτλο «Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης», που εκδόθηκε από την Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ Αγγλίας το 1995. Εδώ παρουσιάζεται σε μεταγραφή στα Νέα Ελληνικά, από τον ενταύθα εγκαταβιούντα ιστολόγο Α.Δ.Σ., εις τιμήν της Παναχράντου Μητρός του Κ.η.Ι.Χ. και Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας.
Η Θεομήτωρ δεν αμάρτησε ποτέ, ούτε με λογισμό, και ποτέ δεν έχασε τη χάρη, αλλά είχε κι αυτή μεγάλες θλίψεις. Όταν στεκόταν δίπλα από τον Σταυρό, τότε η θλίψη της ήταν απέραντη όπως κι ο ωκεανός, και οι πόνοι της ψυχής της ήταν ασύγκριτα μεγαλύτεροι του αδαμιαίου πόνου, μετά την έξωση από τον Παράδεισο, γιατί και η αγάπη της ήταν ασύγκριτα μεγαλύτερη της αγάπης που είχε ο Αδάμ στον Παράδεισο. Κι αν επέζησε τα κατάφερε μόνο με τη θεία δύναμη, μέσω της ενίσχυσης του Κυρίου, γιατί η ευδοκία Του ήταν να της επιτρέψει να δει την Ανάσταση και ύστερα, μετά την Ανάληψή Του, να παραμείνει ως παράκληση και χαρά των Αποστόλων και του νέου χριστιανικού λαού.
Εμείς δεν φθάνουμε στην πληρότητα της αγάπης της Θεοτόκου, και γι’ αυτό δεν μπορούμε να κατανοήσουμε απόλυτα το βάθος της θλίψης της. Η αγάπη της ήταν τέλεια. Αγαπούσε απείρως τον Γιό και Θεό της, αλλά αγαπούσε με μεγάλη αγάπη και το λαό. Τι να αισθανόταν άραγε, όταν εκείνοι, τους οποίους αγαπούσε τόσο πολύ και ποθούσε τη σωτηρία τους, σταύρωναν τον αγαπημένο Γιό της; Αυτό δεν μπορούμε να το καταλάβουμε, γιατί η δική μας αγάπη για τον Θεό και τους ανθρώπους είναι λίγη. Όπως άπειρη και ακατάληπτη υπήρξε η αγάπη της Παναγίας, έτσι άπειρος ήταν και ο πόνος της και ακατάληπτος μένει για εμάς.
Άσπιλε Παρθένε Θεοτόκε, πες μας σε εμάς, στα παιδιά σου, πώς όταν ζούσες στη γη αγαπούσες τον Γιό και Θεό σου; Πώς αγαλλόταν το πνεύμα σου επί τω Θεώ τω Σωτήρι σου; Πώς προσέβλεπες στο κάλλος του προσώπου Του; Πώς σκεπτόσουν ότι Αυτός είναι Εκείνος, που τον διακονούν όλες οι επουράνιες δυνάμεις με φόβο και αγάπη;
Πες μας τι αισθανόταν η ψυχή σου, όταν βάσταζες στα χέρια σου το θαυμαστό Νήπιο; Πώς το ανέτρεφες; Πώς πονούσε η ψυχή σου, όταν μαζί με τον Ιωσήφ τον ζητούσες για τρεις ημέρες στην Ιερουσαλήμ; Ποιά αγωνία ζούσες, όταν ο Κύριος παραδόθηκε στη σταύρωση και πέθανε πάνω στο Σταυρό; Πες μας, ποιά χαρά γεννήθηκε μέσα σου για την Ανάσταση, ή πώς κτυπούσε η καρδιά σου από τον πόθο του Κυρίου μετά την Ανάληψη;
Οι ψυχές μας έλκονται, για να γνωρίσουν για τη ζωή που έζησες με τον Κύριο στη γη. Εσύ όμως δεν θέλησες να παραδώσεις αυτές τις πληροφορίες στη Γραφή, αλλά κάλυψες με σιωπή το μυστήριό σου.
Πολλά θαύματα και ελέη είδα από τον Κύριο και από την Θεοτόκο, αλλά δεν μπορώ καθόλου να ανταποδώσω με οποιονδήποτε τρόπο την αγάπη αυτή. Τι να ανταποδώσω εγώ στην Υπεραγία Θεοτόκο, η οποία δεν με εγκατέλειψε εμένα που έχω πέσει στην αμαρτία, αλλά με επισκέφθηκε με το έλεός της και με συνέτισε; Εγώ δεν την είδα, αλλά το Άγιο Πνεύμα μου έδωσε την ευλογία να την αναγνωρίσω από τα γεμάτα χάρη λόγια της, και ευφραίνεται το πνεύμα μου, και η ψυχή μου έλκεται κοντά της μέσω της αγάπης, ώστε και μόνο η αναφορά του ονόματός της γλυκαίνει την καρδιά μου.
.
Όταν ήμουν νεαρός υποτακτικός, προσευχόμουν κάποτε μπροστά στην εικόνα της Θεομήτορος, και η προσευχή του Ιησού μπήκε στην καρδιά μου κι άρχισε εκεί να προφέρεται μόνη της. Άλλοτε στο Ναό άκουγα την ανάγνωση των προφητειών του Ησαΐα και στις λέξεις «Λούσασθε, και καθαροί γίνεσθε» (Ης. 1, 16), σκέφθηκα: «Μήπως η Παναγία αμάρτησε ποτέ, έστω και με λογισμό»; Και τότε θαυματουργικά, μια φωνή μέσα στη καρδιά μου, ενωμένη με την προσευχή, πρόφερε ρητά: «Η Μητέρα του Θεού δεν αμάρτησε ποτέ, ούτε με τη σκέψη». Με τον τρόπο αυτό το Άγιο Πνεύμα μαρτύρησε μέσα στην καρδιά μου για την αγνότητά της. Παρόλα αυτά, στον επίγειο βίο της, δεν βρισκόταν ακόμα στην πληρότητα της γνώσεως και υπέπεσε σε κάποια αδιάβλητα σφάλματα ατέλειας. Αυτό είναι φανερό από το Ευαγγέλιο, όταν, ενώ επέστρεφε από την Ιερουσαλήμ, δεν γνώριζε που είναι ο Γιός της, και για τρεις ημέρες τον έψαχνε μαζί με τον Ιωσήφ (Λουκ. 2, 44-46).
Η ψυχή μου γεμίζει από φόβο και τρόμο, όταν αναλογίζομαι τη δόξα της Θεομήτορος. Ο νούς μου είναι ανεπαρκής και η καρδιά μου φτωχή και αδύνατη, αλλά η ψυχή μου χαίρεται, και εμπνέομαι για να γράφω έστω και λίγα λόγια γι’ αυτήν. Η ψυχή μου φοβάται να τολμήσει, αλλά η αγάπη με πιέζει να μην αποκρύψω τις ευεργεσίες της ευσπλαχνίας της.
Η Θεοτόκος δεν παρέδωσε στη Γραφή ούτε τις σκέψεις, ούτε την αγάπη της προς τον Γιό και Θεό της, ούτε τις οδύνες της ψυχής της κατά τον καιρό της σταύρωσης, γιατί και τότε πάλι δεν θα μπορούσαμε να τα καταλάβουμε. Η αγάπη της προς τον Θεό ήταν ισχυρότερη και φλογερότερη από την αγάπη των Σεραφείμ και των Χερουβείμ, και όλες οι δυνάμεις των αγγέλων και αρχαγγέλων έμεναν έκπληκτες μπροστά της.
Αν και η ζωή της Μητέρας του Θεού καλύπτεται από άγια σιωπή, ο Κύριος επέτρεψε στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας να γνωρίζει ότι με την αγάπη της αγκαλιάζει ολόκληρο τον κόσμο και με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος φροντίζει όλους τους λαούς της γης και, όπως και ο Γιός της, σπλαχνίζεται και ελεεί τους πάντες.
Μακάρι να μπορούσαμε να μάθουμε κάποτε πόσο πραγματικά αγαπάει η Παναγία όλους όσους φυλάσσουν τις εντολές του Χριστού, και πόσο λυπάται και θλίβεται για εκείνους που δεν μετανοούν! Το γνώρισα αυτό εμπειρικά. Δεν λέω ψέματα, λέω την αλήθεια ενώπιον του Θεού, ότι γνωρίζω την Άχραντη Παρθένο πνευματικά. Δεν την είδα, αλλά το Άγιο Πνεύμα με έκανε να τη γνωρίσω και μαζί και την αγάπη της για εμάς. Χωρίς την ευσπλαχνία της η ψυχή μου θα είχε χαθεί προ πολλού. Εκείνη όμως ευδόκησε να με επισκεφθεί και να με νουθετήσει, για να μην αμαρτάνω. Μου είπε: «Δεν μου αρέσει να βλέπω τις πράξεις σου». Τα λόγια της ήταν ευχάριστα, ήρεμα, ευγενικά και συγκίνησαν τη ψυχή μου. Πέρασαν περισσότερα από σαράντα χρόνια από τότε, αλλά η ψυχή μου δεν μπορεί να ξεχάσει εκείνη τη γλυκειά φωνή, και δεν γνωρίζω πως να ευχαριστήσω την αγαθή ελεούσα Μητέρα του Θεού.
.
Πράγματι, αυτή είναι η Αντίληψη για εμάς ενώπιον του Θεού, και μόνο το όνομά της χαροποιεί την ψυχή. Αλλά και ο ουρανός ολόκληρος και όλη η γη χαίρουν για την αγάπη της.
Είναι γεγονός αξιοθαύμαστο και ακατάληπτο! Ζει στους ουρανούς και βλέπει αδιάλειπτα τη δόξα του Θεού, αλλά δεν ξεχνά κι εμάς τους φτωχούς, και με την ευσπλαχνία της περιβάλλει ολάκερη τη γη και όλους τους λαούς.
Αυτή την Άχραντη Μητέρα Του ο Κύριος την προσέφερε σ’ εμάς. Αυτή είναι η χαρά και η ελπίδα μας. Αυτή είναι η πνευματική Μητέρα μας, που βέβαια παραμένει δίπλα μας λόγω και της ανθρώπινης φύσης της, και προσελκύει με αγάπη προς το μέρος της κάθε χριστιανική ψυχή.