Στὸν π. Ἀναστάσιο, φιλάδελφος κι ἐγκάρδιος ἀσπασμός,
γιὰ τὴ σημερινή ἐπέτειο τῆς χειροτονίας του...
Στό βάθος τοῦ ἐμβιωμένου χρόνου, στά μύχια τῆς ὕπαρξης, ὑπάρχει ἀκόμα τό χλωμό, ἀρρωστημένο φθινοπωρινό φῶς τοῦ δειλινοῦ τῆς 13 Σεπτεμβρίου τοῦ σωτηρίου ἔτους 1978. Καὶ μαζί μ᾿ αὐτό, ἐκεῖνο τό μισοφωτισμένο δωμάτιο πού κοιτοῦσε πρός τό νοτισμένο δρόμο καί τή μολυβένια θάλασσα.
Ἡ βροχή εἶχε σταματήσει. Μοσχομύριζε τό νοτισμένο χῶμα, ἐνῶ ἡ γκρίζα ἀτμόσφαιρα ἄνοιγε ἄλλους δρόμους στήν ψυχή. Οἱ λέξεις ἦταν λιτές, ἀλλά μέ περιεχόμενο. Δέν εἶχαν τόν χαρακτήρα μιᾶς συζήτησης, ἀλλά τό εἰδικό τό βάρος μιᾶς προτροπῆς καί μιᾶς ἀπόφασης. Ἔστω καί μέ τό κόστος τῆς ἀγωνίας, τῆς ἀνησυχίας, τῶν ρωγμῶν ποὺ ἀνοίγονται στὴν ψυχὴ, τοῦτες τὶς περιούσιες στιγμές, καί τῶν διαδικασιῶν πού ἀπαιτοῦνται γιά τήν ἐπικύρωση μιᾶς κορυφαίας ἐπιλογῆς. Ὀ Ἐπίσκοπος μιλοῦσε ἤρεμα, χωρὶς ἐπιτήδευση καὶ σχόλια ἄλλα. Ὅλοι γύρω, κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, ἀφουγκράζονταν μὲ προσοχή. Τὰ λόγια, αὐτὲς τὶς κορυφαῖες ὧρες, βυθίζονται στοὺς συλλογισμούς, στοὺς ὁποιουσδήποτε συλλογισμούς, ποὺ διακρατοῦν ὡστόσο καὶ τὸ προνόμιο τῆς νοσταλγίας Γιατί εἶναι βέβαιο, πώς ὅλοι οἱ κληρικοί ποὺ ἄκουγαν, πέρασαν αὐτὸ τὸ μονοπάτι τῆς πρώτης ἐκείνης συγκλονιστικῆς «συνέντευξης», ποὺ ἀποτελεῖ καὶ τὴν πρώτη ὑπογραφὴ ἑνὸς ἀόρατου συμβολαίου. Ἐκείνου μὲ τὴν Ἐκκλησία - Μάνα μας.
Ὅταν ἔφευγες εἶχε σουρουπώσει ἀρκετά. Ψιλόβρεχε. Ὁ δρόμος γυάλιζε, καθρέφτες λές πολλοί ἄστραφταν γύρω σου καὶ ἀπέδιδαν τό εἴδωλό σου. Κι ἐσὺ, ἀποδοκιμάζοντας τόν ὅποιο ναρκισσισμό ἤ πρώιμο ἐνθουσιασμό, πάσχιζες νά κάνεις τούς πρώτους σου βηματισμούς στόν προθάλαμο τῆς ἱερωσύνης. Λές κι ἔκανες τά πρῶτα βήματα στήν αὐλή τοῦ σπιτιοῦ σου...
Ἡ βροχή εἶχε σταματήσει. Μοσχομύριζε τό νοτισμένο χῶμα, ἐνῶ ἡ γκρίζα ἀτμόσφαιρα ἄνοιγε ἄλλους δρόμους στήν ψυχή. Οἱ λέξεις ἦταν λιτές, ἀλλά μέ περιεχόμενο. Δέν εἶχαν τόν χαρακτήρα μιᾶς συζήτησης, ἀλλά τό εἰδικό τό βάρος μιᾶς προτροπῆς καί μιᾶς ἀπόφασης. Ἔστω καί μέ τό κόστος τῆς ἀγωνίας, τῆς ἀνησυχίας, τῶν ρωγμῶν ποὺ ἀνοίγονται στὴν ψυχὴ, τοῦτες τὶς περιούσιες στιγμές, καί τῶν διαδικασιῶν πού ἀπαιτοῦνται γιά τήν ἐπικύρωση μιᾶς κορυφαίας ἐπιλογῆς. Ὀ Ἐπίσκοπος μιλοῦσε ἤρεμα, χωρὶς ἐπιτήδευση καὶ σχόλια ἄλλα. Ὅλοι γύρω, κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, ἀφουγκράζονταν μὲ προσοχή. Τὰ λόγια, αὐτὲς τὶς κορυφαῖες ὧρες, βυθίζονται στοὺς συλλογισμούς, στοὺς ὁποιουσδήποτε συλλογισμούς, ποὺ διακρατοῦν ὡστόσο καὶ τὸ προνόμιο τῆς νοσταλγίας Γιατί εἶναι βέβαιο, πώς ὅλοι οἱ κληρικοί ποὺ ἄκουγαν, πέρασαν αὐτὸ τὸ μονοπάτι τῆς πρώτης ἐκείνης συγκλονιστικῆς «συνέντευξης», ποὺ ἀποτελεῖ καὶ τὴν πρώτη ὑπογραφὴ ἑνὸς ἀόρατου συμβολαίου. Ἐκείνου μὲ τὴν Ἐκκλησία - Μάνα μας.
Ὅταν ἔφευγες εἶχε σουρουπώσει ἀρκετά. Ψιλόβρεχε. Ὁ δρόμος γυάλιζε, καθρέφτες λές πολλοί ἄστραφταν γύρω σου καὶ ἀπέδιδαν τό εἴδωλό σου. Κι ἐσὺ, ἀποδοκιμάζοντας τόν ὅποιο ναρκισσισμό ἤ πρώιμο ἐνθουσιασμό, πάσχιζες νά κάνεις τούς πρώτους σου βηματισμούς στόν προθάλαμο τῆς ἱερωσύνης. Λές κι ἔκανες τά πρῶτα βήματα στήν αὐλή τοῦ σπιτιοῦ σου...
13-9-1998, εἴκοσι χρόνια μετά...
π. Κων. Ν. Καλλιανὸς
π. Κων. Ν. Καλλιανὸς
2 comments:
πολύ όμορφο
ΩΡΑΙΟ!
Post a Comment