ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΝ ΚΑΙ ΕΥΘΕΤΟΝ ΓΙΑ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΙΕΡΩΝ
ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΝ
“Γυναικείο πόδι δεν πατάει στο Άγιο Όρος”, βεβαιώνει μια παλιά δημοτική
παροιμία, που πιθανότατα συμπληρώνει τον βυζαντινό λόγιο: “το Όρος ανεπίβατον
τη γυναικεία φύσει”.
Εν τούτοις, η εποχή μας, με τις αντιλήψεις της και τους θεσμούς της
σχετικά με την “ισότητα” και την ισοτιμία των δύο φύλων, και με τα τεχνολογικά
της επιτεύγματα φαίνεται να αμφισβητεί την ακρίβεια της λαϊκής σοφίας. Η αρχή
της απαγόρευσης γυναικών ή γενικότερα προσώπων ορισμένης κατηγορίας σε ιερούς
χώρους ανάγεται στον ιδρυτή του μοναχικού βίου, τον Μέγα Αντώνιο, ο οποίος στον
Ιερόν Κανόνα του προς τους πνευματικούς του υιούς, τους μοναχούς παραγγέλει: “Μη
συγχώρει να σε πλησιάση γυνή, μηδέ ανέχου, ίνα θέση τον πόδα εις την κατοικίαν
σου, διότι επέρχεται οπισθόπους η οργή”. Όμως, κατά πόσο συμβιβάζεται με τη
Συνταγματική μας τάξη η απαγόρευση της εισόδου γυναικών στο Άγιον Όρος,
αποτελεί θέμα που αξίζει να ερευνηθεί, τόσο υπό το πρίσμα του Δημοσίου Δικαίου,
όσο και υπό το πρίσμα της Εκκλησίας.
Το θέμα παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς είναι πολλοί εκείνοι οι
οποίοι ισχυρίζονται ότι είναι αντισυνταγματική η απαγόρευση εισόδου των
γυναικών στο Άγιον Όρος. Συγκεκριμένα, υποστηρίζουν ότι έτσι η γυναίκα
τοποθετείται σε χαμηλότερη θέση από τον άνδρα της, της περιορίζει την προσωπική
ελευθερία και το δικαίωμα κάθε ανθρώπου να κινείται ελεύθερα σε όλο το ελληνικό
έδαφος. Συμπέρασμα αυτής της συλλογιστικής είναι, ότι με την απαγόρευση έχουμε
παραβίαση των άρθρων 4 και 5 του Συντάγματος, τα οποία καθιερώνουν την αρχή της
ισότητας και της προσωπικής ελευθερίας.
Αλλά ας έλθουμε στο συγκεκριμένο θέμα, που παρουσιάζει μιά επίμονη
επικαιρότητα.
Η έννοια και ο σκοπός του “Αβάτου”
“Άβατον” σημαίνει την απαγόρευση εισόδου των γυναικών στο Άγιον Όρος.
Το άρθρο 186 του Καταστατικού Χάρτη του Αγίου Όρους Άθω (Κ.Χ. ορίζει ότι “η
εις την Χερσόνησο του Αγίου Όρους είσοδος των θηλέων κατά τα ανέκαθεν κρατούντα
απαγορεύεται” και το άρθρο του Νομοθετικού Διατάγματος της 19/28
Σεπτεμβρίου 1953, κατά το οποίο “η παράβασις του άρθρου 186 του Καταστατικού
Χάρτη του Αγίου Όρους επισύρει ποινή φυλακίσεως δύο μηνών μέχρι ενός έτους μη
εξαγοραζομένης”.
Στο όρο “θήλεα” περιλαμβάνονται τόσον οι γυναίκες όσο και τα θήλεα ζώα.
Είσοδος σημαίνει και “εισαγωγή” για τα (ζώα) και υποδηλώνει τη σωματική
παραμονή στο έδαφος της χερσονήσου, ανεξάρτητα από τη χρονική της διάρκεια.
Επίσης, και οι ερμαφρόδιτοι, καθώς και τα “άφυλα” ανθρώπινα όντα. Στους
ευνούχους, λόγω της ανήθικης τεχνικής εκτροπής από το φύλο, η οποία προσδίδει
σ' αυτούς θηλυπρεπή χαρακτηριστικά και συμπεριφορά, ως εκ τούτου δεν απάδει η
παρουσία τους στις ιερές Μονές. Οι ηγούμενοι ή κελλιώτες του Αγίου Όρους,
εισάγοντάς τους για εργασία στους αγρούς ή στα κελλιά τους, εάν μετά διπλή
παραγγελία προς αποπομπή τους δεν συμμορφωθούν, εκδιώκονται από τον αγιώνυμο
τόπο.
Η αιτιολόγηση μπορεί να αναζητηθεί στη δοξασία που επικρατεί στο Άγιον
Όρος, ότι κοινή μητέρα και προστάτιδα όλων είναι η Θεοτόκος. Συνεπώς, κάθε άλλη
γυναίκα ή έμψυχο υλικό έστω και άλογο αποκλείεται.
Η θεολογική βάση του “Αβάτου” ανάγεται στην Α΄ προς Κορινθίους
επιστολή, καθώς επίσης και στον ΙΗ΄ Κανόνα τής εν Νικαία Β΄ Οικουμενικής
Συνόδου, που ορίζει ότι “το δε γυναίκας ενδιαιτάσθαι εν επισκοπείοις ή
μοναστηρίοις παντός προσκόμματος αίτιον”.
Η εξήγηση του “Αβάτου” μπορεί να αναζητηθεί σε πρωτογενείς δοξασίες των
ανθρώπων, όπου η ιερότητα ενός αντικειμένου αναδεικνύεται με την απαγόρευση της
χρήσης του. Αυτήν τη δοξασία της απαγόρευσης (taboo, σύμφωνα με τη διεθνοποιηθείσα λέξη φυλών της
Πολυνησίας).
Στους αρχαίους Έλληνες, όπου μόνον ιερείς επιτρεπόταν να μπαίνουν
ονομάζονταν “άβατο” ή “άδυτο”. Ονομαστό ήταν το “άβατο” της Επιδαύρου. Στην
Ιαπωνία και Ινδία υπάρχουν χώροι και συγκεκριμένα ιερά όρη, στα οποία
απαγορεύονταν να μπαίνουν οι γυναίκες.
Η αντίληψη αυτή συναντάται και στους Εβραίους, όπου ο ναός του
Σολομώντα ήταν “γυναιξί άβατον”. Απαγορευόταν η είσοδος στα “Άγια των
Αγίων” του Ναού, όπου φυλασσόταν η Κιβωτός της Διαθήκης, δηλαδή οι πλάκες του
Νόμου, η υδρία του “μάννα” και η βλαστήσασα “ράβδος” του Ααρών. Μόνον ο
αρχιερέας είχε το δικαίωμα να εισέλθει και μόνον κατά την εορτή του Εξιλασμού,
για να ραντίσει την Κιβωτό με αίμα θυσιασθέντων ζώων, αιτούμενος συγχώρηση των
αμαρτημάτων του λαού και των δικών του.
Η είσοδος των γυναικών απαγορεύεται και στο “ιερό βήμα” των
χριστιανικών ναών, εκτός από τις γυναίκες που μονάζουν και τους εντεταλμένους
με τα διακονήματα του ιερού βήματος.
Το “ανεπίβατον” του Όρους είναι ένα από το αρχαιότερο και αυστηρότερο
καθεστώς που ισχύει στον Άθω. Υπάρχει ένα ιδιόρρυθμο πολίτευμα που ρυθμίζει το
μοναχικό καθεστώς. Νομικά θεμελιώνεται στις διατάξεις των βυζαντινών
αυτοκρατόρων, οι οποίες αναφέρονται στην εσωτερική λειτουργία των μονών και στη
διοργάνωση του αγιορείτικου μοναχικού βίου. Πρέπει να τονισθεί ότι ο
αυτοκράτορας Βασίλειος Α΄ ο Μακεδόνας, με Σιγίλιό του, που εκδόθηκε στα 883
(αρκετές δεκαετίες από την ίδρυση της Μεγίστης Λαύρας – δηλαδή, όταν ο Άθως
ήταν εστία αναχωρητισμού και όχι οργανωμένου κοινοβιακού βίου), θέσπισε την
προνομιακή διάταξη, σύμφωνα με την οποία “...και την έσω προς το του Άθωνος
Όρους εισέρχεταί τινας, μήτε ποιμένας μετά των ποιμνίων αυτών μήτε βουκόλους
μετά των βουκολίων”. Το Τυπικό του Τσιμισκή (972) αναφέρεται στο “Άβατον”
του Αγίου Όρους για τα παιδιά, τους “αγενείους” και τους ευνούχους. Το Τυπικό
του Κωνσταντίνου Μονομάχου (1048) επίσης, απαγορεύει την είσοδο παιδιών και
ευνούχων. Το Χρυσόβουλο του Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγου, που είναι σκληρότερο από
αυτό του Μονομάχου, επιβάλλει το “Άβατον” για τους ευνούχους και τα παιδιά: “Ει
τι τούτω (αγενείω) τολμήσει προσεγγίσαι ή προσψαύσαι, είτω αφωρισμένος και
κατιραμένος...”.
Μετά την κατάλυση της βυζαντινής αυτοκρατορίας έχουμε ως νομοθέτη την
Ιερά Σύναξη των αγιορειτών Πατέρων ή τη Μεγάλη Εκκλησία, καθώς και κανονισμούς,
που συντάσσονται από τουρκικές Αρχές.
Την περίοδο της Τουρκοκρατίας τέτοιες πηγές είναι:
α) το Σιγίλιο του Πατριάρχη Ιωακείμ (1498)
β) το Τυπικό του Πατριάρχη Ιερία Β΄ (1574) για τα παιδιά και τις
μονάστριες.
γ) ο Εσωτερικός Κανονισμός της Σκήτης
Ξενοφώντος (1839), άρθρο γ΄.
δ) το Σιγίλιο του Πατριάρχη Γερμανού Δ΄ (1843), άρθρο γ΄.
ε) οι γενικοί Κανονισμοί του Αγίου Όρους (1912), όπου το άρθρο 239
αναφέρεται στο “άβατο” για τους αγενείους νέους.
Επομένως, το “Άβατον” για τις γυναίκες δεν περιλήφθηκε στα Τυπικά, μια
και ήταν ήδη δεδομένο. Άλλωστε, και το σχετικό άρθρο 186 του Καταστατικού Χάρτη
επιβεβαιώνει την εθιμική προέλευση του “Άβατου”.
Μετά την απελευθέρωση της Βόρειας Ελλάδας και την αποκατάσταση της
Ελληνικής Κυριαρχίας στο Σύνταγμα (άρθρα 109 – 112) του Συντάγματος 1952) και
ιδίως μετά από τον Καταστατικό Χάρτη, που έγινε το 1924 από πενταμελή επιτροπή
αγιορειτών Πατέρων, βάσει αυτοκρατορικών Χρυσόβουλων, πατριαρχικών Σιγιλίων,
σουλτανικών Φιρμανιών, έχουμε την πρώτη γραπτή πηγή του αγιορείτικου δικαίου
του Καταστατικού Χάρτη, που κυρώθηκε με το Νομοθετικό Διάταγμα της 10/16
Σεπτεμβρίου 1926, που ρητά απαγορεύει την είσοδο όλων γενικά των γυναικών στην
Χερσόνησο του Άθωνα.
Οι εκκλησιαστικές ποινές ήταν:
- η δημόσια επιτίμηση.
- η αποβολή από τη μονή και η απέλαση από το
Άγιον Όρος.
-
ο
χωρισμός από τις εκκλησίες και πάσης κοινωνίας μετά των πιστών, δηλαδή
αφορισμός.
Όμως, ενώ για την παραβίαση του “Αβάτου” προβλέπονται οι ανώτερες
εκκλησιαστικές ποινές, ποινικές κυρώσεις δεν υπήρχαν και το άρθρο 186 του
Καταστατικού Χάρτη, που απαγόρευε την είσοδο θηλέων στο Άγιον Όρος, ήταν
ουσιαστικά “γράμμα νεκρό”. Το κενό αυτό κάλυψε το Ν.Δ. 2623 της 19/28
Σεπτεμβρίου 1953.
Όσο ο μοναχικός βίος στον Άθω βρισκόταν στα σπάργανα, επιτρεπόταν η
είσοδος γυναικών στο Άγιον Όρος. Αυτό αποδεικνύεται από την προσέλευση της
κόρης του Μεγάλου Θεοδοσίου, Πλακεντίας, το 382 στο Βατοπαίδιο. Επίσης, με την
άδεια των Αρχών επικέφθηκε το Άγιον Όρος η σύζυγος του αυτοκράτορα Σέρβων
Στέφανου Δ΄ Δουσάν, Ελένη, συνοδεύοντας το σύζυγό της στη μονή Χιλανδαρίου, το
1345.
Είναι γεγονός ότι, σε έκτακτες περιστάσεις συμφορών, οι μονές χορήγησαν
στέγη σε παιδιά και γυναίκες, όπως συνέβη το 1821, μετά την καταστολή της
Επανάστασης στη Χαλκιδική, και το 1854, μετά τη νέα εξέγερση των Τσάμη και
Καρατάσου στην ίδια περιοχή.
Είναι παραδεκτό ότι στη ροή γυναικών σημειώθηκαν πολλές παραβάσεις του
“Αβάτου”. Το 1953, γυναίκες που συνόδευαν τους συνέδρους στο Θ΄ Βυζαντινολογικό
Συνέδριο στη Θεσσαλονίκη, αποβιβάστηκαν στην αποβάθρα της Ιεράς Μονής
Διονυσίου. Αυτό έδωσε την αφορμή να εισαχθεί ενώπιον Βουλής σχέδιο Νομοθετικού
Διατάγματος προσθήκη διάταξης στο Ν.Δ. της 10ης Σεπτεμβρίου 1926 “περί κυρώσεως
του Καταστατικού Χάρτου του Αγίου Όρους”, το οποίο, αφού ψηφίστηκε, έγινε
νόμος, που συμπλήρωσε το Κανονικό Δίκαιο του Αγίου Όρους.
Το κείμενο του Ν.Δ. 2623 της 19/28 Σεπτεμβρίου 1953 έχει ως εξής: “Η
παράβαση του άρθρου 183 του Καταστατικού Χάρτου φέρνει την ποινή φυλακίσεως δύο
μηνών μέχρις ενός έτους μη εξαγοραζομένης”. Το άρθρο 116 του Καταστατικού
περιέχει: “Η εις την Χερσόνησον του Αγίου Όρους είσοδος θηλέων κατά τα
ανέκαθεν κρατούντα απαγορεύεται”. Γι' αυτό και η Ιερά Δισενιαύσιος Σύναξις
στη συνεδρία της 9ης Μαϊου 1956 ψήφισε κανονιστική διάταξη, που προβλέπει για
τους παραβάτες κράτηση μέχρι πέντε μέρες και πρόστιμο μέχρι τριακόσιες δραχμές.
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι, είτε με βάση τους κανόνες, την ύπαρξη
των οποίων μερικοί αμφισβητούν, είτε με βάση την πρακτική, που τηρήθηκε τόσα
χρόνια μέχρι σήμερα, το συμπέρασμα είναι ένα: ότι απαγορεύεται η είσοδος των
γυναικών στη Χερσόνησο του Άθω. Η παραβίαση της απαγόρευσης τιμωρείται από το
1953 με φυλάκιση, που δεν επιτρέπεται να εξαγοραστεί.
Γεννιέται όμως το ερώτημα: Η απαγόρευση αυτή συμπορεύεται με το
Σύνταγμα ή είναι αντισυνταγματική;
Η άποψη περί “αντισυνταγματικότητας” του “Αβάτου” έχει υποστηριχτεί
κατά καιρούς από πολλούς και στηρίζεται στα ακόλουθα επιχειρήματα:
- Το άρθρο 3 του Συνταγματικού κειμένου της 1ης
Ιανουαρίου 1952 ορίζει ότι “οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου”.
- Το Σύνταγμα ορίζει την ισοτιμία γυναικών και
ανδρών.
- Κι αν ακόμη είναι “αυτοδιοικούμενο τμήμα” του
ελληνικού κράτους, πάλι η αντισυνταγματικότητα του “Αβάτου” είναι καταφανής.
- Δεν θίγεται η θρησκευτική ελευθερία των
μοναχών, μια και η δικαιολογία, ότι κάθε γυναίκα είναι ένας πειρασμός, αποτελεί
μια υπερβολική και ανεπίτρεπτη γενίκευση, που απέχει παρασάγγες από την
πραγματικότητα.
Αυτό – ισχυρίζονται – είναι “λείψανο” μιάς μεσαιωνικής περιορισμένης
αντίληψης. Αλίμονο, αν άνθρωποι, άγιοι πραγματικά, αφοσιωμένοι στο Θεό,
κινδυνεύουν από τη “θεωρία του θήλεος”.
Όμως, ας εξετάσουμε από κοντά και τη θέση που παίρνει η Εκκλησία
απέναντι σ' αυτά τα επιχειρήματα, τα οποία προσπαθούν να αποδείξουν την
αντισυνταγματικότητα του “Αβάτου” του Αγίου Όρους.
Το άρθρο 105 του Συντάγματος κατοχυρώνει το ειδικό “προνομιακό”
καθεστώς του Αγίου Όρους και ειδικότερα το “αυτοδιοίκητο” της Χερσονήσου του
Άθω. Για να αντιληφθούμε την έννοια αυτή, πρέπει να τη συγκρίνουμε με δύο άλλες
περιπτώσεις: την αυτοδιοίκηση των δήμων και κοινοτήτων και την αυτοδιοίκηση των
ανώτατων εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων. Η πρώτη κατοχυρώνεται από το Σύνταγμα, αλλά
βρίσκεται πάντοτε κάτω από τον έλεγχο και την εποπτεία της Πολιτείας. Στην
περίπτωση του “αυτοδιοίκητου” των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ισχύουν πάλι
οι αρχές αυτές. Συνεπώς, στις δύο αυτές περιπτώσεις, το “αυτοδιοίκητο” τελεί
πάντοτε κάτω από την εποπτεία της Πολιτείας.
Όμως, το “αυτοδιοίκητο” του Αγίου Όρους είναι τελείως διαφορετικό,
διότι καθορίζεται από τον Καταστατικό Χάρτη του Αγίου Όρους, τον οποίο
συντάσσουν και ψηφίζουν οι 20 Ιερές Μονές.
Τον επικυρώνουν το Οικουμενικό Πατριαρχείο και η Βουλή των Ελλήνων, πράγμα που αποδεικνύει δύο
πράγματα:
α) Η Βουλή είναι υποχρεωμένη από το Σύνταγμα να επικυρώσει τον
Καταστατικό Χάρτη.
β) Είναι υποχρεωμένη να τον επικυρώσει όπως ακριβώς τον ψήφισαν οι 20
Ιερές Μονές, δηλαδή, να μην τον τροποποιήσει.
Τέλος, με την υπ' αριθμόν 3172/1973 απόφασή του, το Συμβούλιο της
Επικρατείας δέχτηκε ότι μόνον η Ιερά Κοινότητα, δηλαδή το ανώτατο όργανο
διοικήσεως του Αγίου Όρους, μπορεί να αποφασίζει για το αν κάποιο αντικείμενο ή
πρόσωπο μπορεί να μπει στο Άγιον Όρος. Μ' αυτήν την έννοια, ο Καταστατικός
Χάρτης του Αγίου Όρους ορίζει στο 186 άρθρο ότι: “Η εις την Χερσόνησον του
Αγίου Όρους είσοδος των θηλέων κατά τα ανέκαθεν κρατούντα απαγορεύεται”.
Όμως, μόνον η επίκληση του συνταγματικά κατοχυρωμένου “αυτοδιοίκητου”
δεν αρκεί, για να δικαιολογήσει το “Άβατον”. Κι αυτό, γιατί, εάν το άρθρο 105
του Συντάγματος εξεταστεί μόνον από την πλευρά του “αυτοδιοίκητου”, γίνεται
αυτόματα διάταξη κατώτερου επιπέδου, σε σχέση με τις διατάξεις των άρθρων 4 και
5 του Συντάγματος.
Το άρθρο 13 του Συντάγματος καθιερώνει το ατομικό δικαίωμα της
θρησκευτικής ελευθερίας, το δικαίωμα κάθε ανθρώπου να ενεργεί “ακωλύτως”, δηλαδή
χωρίς εμπόδια τα θρησκευτικά του καθήκοντα. Η Πολιτεία έχει θετική υποχρέωση να
μη φαλκιδεύει – θετικά ή αρνητικά – την ελευθερία αυτή. Η υποχρέωση αυτή της
Πολιτείας απορρέει και από το άρθρο 25, παράγ. 1, που αναφέρεται σ' όλα τα
ατομικά δικαιώματα, άρα και στο δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας, και το
οποίο ορίζει ότι “τα δικαιώματα του ανθρώπου τελούν υπό την εγγύησιν του
Κράτους, πάντων των οργάνων αυτού υποχρεωμένων να διασφαλίζουν την ακώλυτον
άσκησιν αυτήν”.
Όμως, τίθεται το ερώτημα: τι σχέση έχουν όλα αυτά με το “Άβατον” του
Αγίου Όρους; Όπως γνωρίζουμε, οι μοναχοί – κατά την κουρά τους – δίνουν
υπόσχεση σαρκικής εγκράτειας. Δηλαδή, η πεποίθηση περί τηρήσεως αγνείας και
παρθενίας συνδέεται με τον τρόπο εκπληρώσεως της δια του μοναχισμού λατρείας
του Θεού.
Επομένως, ανάγεται στον κύκλο των πεποιθήσεων, οι
οποίες αποτελούν το περιεχόμενο της θρησκευτικής συνείδησης του μοναχού και η
οποία προστατεύεται από τη διάταξη του Συντάγματος, που κατοχυρώνει τη
θρησκευτική ελευθερία.
Όταν στο μοναχικό περιβάλλον
εισχωρήσει το γυναικείο φύλο, θα διαταραχθεί η ψυχική ηρεμία του μοναχού, κατά
συνέπεια, ο τρόπος λατρείας. Επομένως, η λατρεία δεν θα είναι γι' αυτόν
“ακώλυτος”, αλλά θα προσκρούει σε πειρασμούς. Άρα, νόμος της Πολιτείας που θα
επέτρεπε την είσοδο γυναικών στο Άγιον Όρος θα ήταν χωρίς αμφιβολία
αντισυνταγματικός. Συνεπώς, κανείς δεν έχει δικαίωμα να παραβιάσει το Σύνταγμα
και τη θρησκευτική ελευθερία των μοναχών.
Στην άποψη αυτή στήριξαν την
ψήφο τους οι βουλευτές Ιωάννης Παπαδόπουλος και. Βιργινία Τσουδερού, οι οποίοι
καταψήφισαν πρόταση νόμου, την οποία είχε καταθέσει στη Βουλή για την κατάργηση
του “Αβάτου” ο βουλευτής Ι. Κουτσοχέρας και την οποία η Βουλή τελικά απέρριψε.
Το άρθρο 4 του Συντάγματος ορίζει ότι “οι Έλληνες
είναι ίσοι ενώπιον του νόμου”, “Έλληνες και Ελληνίδες έχουν ίσα
δικαιώματα και υποχρεώσεις”. Επίσης, υπάρχει και μια σειρά διεθνών πράξεων,
τις οποίες έχει αποδεχτεί η Ελλάδα και συμπληρώνουν το Σύνταγμά μας.
Σημειώνουμε τις πιο κάτω απ' αυτές:
- Το Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, που έχει κυρωθεί με τον
Α.Ν. 585/1945.
- Την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωάτων
της 16ης Δεκεμβρίου 1948, η οποί και επαναλαμβάνει την Αρχή της Ισότητας.
- Τη Σύμβαση της Ρώμης περί προασπίσεως των
δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών. Κυρώθηκε με το Νόμο
2329/1950. Η Αρχή της Ισότητας και όλα τα ατομικά δικαιώματα θεσπίζονται σε
σχέση μόνο με το κράτος.
Επομένως, εφόσον το Άγιον Όρος δεν είναι κράτος, ματαιοπονούν όσοι
προσπαθούν να στηρίξουν την άποψή τους για την αντισυνταγματικότητα του
“Αβάτου” στην Αρχή της Ισότητας. Το ίδιο ισχύει και για το δικαίωμα της
προσωπικής ελευθερίας, που αντιτάσσεται και αυτό μόνον κατά του κράτους και όχι
π.χ. κατά της Εκκλησίας ή της Ιεράς Κοινότητας του Αγίου Όρους. Όμως, υπάρχουν
ορισμένοι που επικαλούνται το εξής επιχείρημα. Η απαγόρευση προέρχεται από το
ίδιο το κράτος, που έχει επικυρώσει τον Καταστατικό Χάρτη του Αγίου Όρους και
έχει ψηφίσει νόμο που ανάγει σε ποινικό αδίκημα την είσοδο γυναικών στο Άγιον
Όρος. Πρόκειται για το Ν.Δ. 2623/19653 (ΦΕΚ 268) 28-9-53, τεύχος Α΄), το οποίο
ο Ε. Παπαδάτος θεωρεί αντισυνταγματικό. Πάντως, η απαγόρευση προέρχεται από την
ίδια την Ιερά Κοινότητα, που ψήφισε τον Καταστατικό Χάρτη του Αγίου Όρους με τη
διάταξη περί “Αβάτου”. Σ' αυτήν πέφτει το βάρος και η ευθύνη της απαγόρευσης.
Το κράτος δεν μπορούσε να μην επικυρώσει τον Καταστατικό Χάρτη. Ήταν
υποχρεωμένο από το Σύνταγμα.
Σχετικά τώρα με την Αρχή της Ισότητας, μπορούμε ασφαλέστατα να πούμε
ότι δεν αποκλείει τη διαφορετική νομοθετική ρύθμιση ανόμοιων περιπτώσεων. Π.χ.
απαλλάσσει από τη στρατιωτική θητεία τέκνα αναπήρων και θυμάτων πολέμου. Κάτι
ανάλογο συμβαίνει και με το “Άβατον”. Απαγορεύεται η είσοδος των γυναικών, για
να αποφευχθεί ο σκανδαλισμός των μοναχών.
Εάν την παραβίαση της συνείδησής τους την επιδιώξουν μόνοι τους,
ερχόμενοι στον κόσμο, δεν θα τους φταίει κανείς. Όμως, το Κράτος δεν έχει το
δικαίωμα να προκαλέσει τη θρησκευτική συνείδηση με το να επιτρέψει την είσοδο
των γυναικών. Αντίθετα, είναι υποχρεωμένο να περιφρουρεί το αδιατάρακτο της
συνείδησης και το ακώλυτο της λατρείας.
Όσον αφορά στην προσωπική ελευθερία, κατοχυρώνεται από το άρθρο 5,
παράγ. 3, του Συντάγματος, σύμφωνα με το οποίο “η προσωπική ελευθερία είναι
απαραβίαστος. Ουδείς καταδιώκεται, συλλαμβάνεται, φυλακίζεται ή άλλως πως
περιορίζεται, ει μη όταν και όπως ο νόμος ορίζει”. Το πρώτο πράγμα που
εντυπωσιάζει, είναι ότι η ελευθερία κυκλοφορίας περιορίζεται, “όταν και όπως ο
νόμος ορίζει”. Άρα, ο νομοθέτης έχει το δικαίωμα να περιορίσει την ελευθερία
αυτή, π.χ. την απαγόρευση εισόδου προσώπων σε ορισμένες στρατιωτικής σημασίας
περιοχές κ.ά. Τέτοιες απαγορεύσεις λαμβάνονται, όταν υπάρχει κάποιος
γενικότερος λόγος δημοσίου ή κοινωνικού συμφέροντος.
Τίθεται, λοιπόν, το ερώτημα: γιατί είναι αντισυνταγματική η είσοδος
γυναικών στο Άγιον Όρος, εφόσον αυτή θα έχει ως αποτέλεσμα την προσβολή της
θρησκευτικής συνείδησης, καθώς και την προσβολή της ακώλυτης λατρείας των
μοναχών; Το άρθρο 105 του Συντάγματος ορίζει στην παράγραφο 2 ότι: “Το Άγιον
Όρος διοικείται κατά το καθεστώς αυτού υπό των είκοσι Ιερών Μονών του, μεταξύ
των οποίων είναι κατανεμημένη ολόκληρος η χερσόνησος του Άθω, το έδαφος της
οποίας είναι αναπαλλοτρίωτον”. Δηλαδή, η χερσόνησος του Άθω αποτελεί
ιδιωτική ιδιοκτησία των 20 Ιερών Μονών, πράγμα που ειναι δυσκολο να
αμφισβητηθεί. Επομένως, προκύπτει το ερώτημα: αφού ο ιδιοκτήτης μιας έκτασης
έχει το δικαίωμα να απαγορεύσει την είσοδο οποιουδήποτε προσώπου μέσα στην
ιδιοκτησία του, γιατί να μην έχουν και οι 20 Μονες το δικαίωμα να απαγορεύσουν
την είσοδο γυναικών στο Άγιον Όρος; Ποια διάταξη νόμου ή Συντάγματος
παραβιάζουν; Και όταν ο νόμος ανάγει σε ποινικό αδίκημα την παραβίαση του
οικιακού ασύλου (άρθρο 241 Ποινικού Κώδικα), γιατί φαίνεται αντιδημοκρατικό το
ότι ο νομοθέτης ανήγαγε σε ποινικό αδίκημα την είσοδο των γυναικών στο Άγιον
Όρος;
Πρόθεση αυτού του άρθρου ήταν να ειπωθεί αυτό που – βασισμένο πάνω σε
αντικειμενικά κριτήρια – θεωρείται ορθό από την Εκκλησία και από τα μέλη της.
Επομένως, οι απόψεις όλων αυτών παραμερίζονται ως εσφαλμένες, μια και πολύ ορθά
– όπως αποδείχτηκε, άλλωστε – απαγορεύεται η είσοδος των γυναικών στο Άγιον
Όρος. Μπορούμε να πούμε ότι το Κράτος πολύ σωστά επέβαλε ποινικές κυρώσεις
στους παραβάτες του Καταστατικού Χάρτη του Αγίου Όρους, αποβλέποντας έτσι στη
διατήρηση του αλώβητου της κοιτίδας αυτής των εθνικών και θρησκευτικών
παραδόσεων.
Βασιλικής Β. Παππά
Msc, MA Θεολόγος, σύμβουλος Σ.Ε.Π.
στο ΚΕ.ΣΥ.Π. Ηγουμενίτσας
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- ΑΔΑΜΑΝΤΙΟΥ, Α., “Αγνείας πείρα”, Λαογραφία,
τ. Β΄ (1911).
- ΓΕΝΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ (ΑΘΩ). Εν
Καρυαίς, τη 31η Οκτωβρίου 1911, Κωνσταντινούπολις 1912.
- ΔΑΣΚΑΛΑΚΗ, Γ., “Η συνταγματικότης της
απαγορεύσεως εισόδου γυναικών στο Άγιον Όρος”, στο περ. Νέα Εστία, 75,
1964, 98 – 110.
- ΚΑΧΡΙΜΑΝΗ, Γ.Δ., λ. “Άβατον Μονής”, στη Θρησκευτική
και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, 1, 1962, 19 – 21.
- ΚΟΤΣΙΑΝΟΥ, Σ., “Το άβατο του Αγίου Όρους”, στο
περ. Αρμενόπουλος, 8, 1954.
- ΜΑΡΙΝΟΥ, Α.Ν., Η θρησκευτική ελευθερία,
Αθήνα 1972.
- ΜΑΡΙΝΟΥ, Α.Ν., “Η απαγόρευση εισόδου των
γυναικών στο Άγιο Όρος”, στον τιμητικό τόμο για τον Μητροπολίτη Κίτρους
Βαρνάβα, επί τη εικοσιπενταετηρίδι της αρχιερατείας του, 1980, 233 – 258.
- ΠΑΠΑΔΑΤΟΥ, Α., Το πρόβλημα του αβάτου του
Αγίου Όρους (1969).
- ΠΑΠΑΣΤΑΘΗ, Χ., “Το άβατον του Αγίου Όρους στις
γυναίκες”, στο περ. Αρμενόπουλος, ΛΓ΄, 1979, 80 – 87.
- ΠΕΤΡΑΚΑΚΟΥ, Δ., Μοναστικοί θεσμοί
(1907).
- ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ του Συμβουλίου
Επικρατείας (1961).
- ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕΔΡ. ΒΟΥΛΗΣ, Τμήμα Α΄, Συνεδρ.
ΙΑ/7 Ιουνίου 1976.
- ΤΣΙΜΙΣΚΗ, Ι., Α΄ Τυπικόν, άρθρ. 188,
Κ.Χ.Α.Ο.
No comments:
Post a Comment