Monday, 30 November 2015

Τοῦ Δεκεμβρίου τὰ εἰσόδια


Ὅλοι οἱ μῆνες τοῦ χρόνου ἔχουν τὴν ὁμορφιά καὶ τὴν ἰδιαιτερότητά τους, καθὼς φέρουν ἕνα εἰδικὸ βάρος ποὺ διακρατεῖ τὴν ὅποια ἰσορροπία μέσα στὴν σκληρὴ καθημερινότητα. Μὲ κορυφαίους πάντα τοὺς μῆνες τοῦ θέρους καὶ τῶν μεγάλων γιορτῶν: Πάσχα καὶ Χριστουγέννων. Ὅμως ὁ στερνὸς τοῦ χρόνου μήνας, ὁ Δεκέμβριος,  ἔχει μιὰν ἄλλη χάρη, ἀλλὰ καὶ κάτι ἄλλο: Μιὰν αὔρα νοσταλγίας καὶ ἐπιστροφῆς. Ἐπιστροφῆς στὸν καιρὸ τῆς ἀθωότητας καὶ τῆς παιδικότητας, ἐπειδὴ μέσα του εἶναι ταμιευμένα ὅλα τὰ τρυφερὰ στιγμιότυπα τοῦ καιροῦ τῆς παιδικῆς ἡλικίας. Γιατὶ ὁ καιρὸς αὐτὸς εἶναι ὅ,τι πιὸ πολύτιμο ἔχουμε, καθὼς προβάλλει στὴν ὀθόνη τῆς ψυχῆς μας ἐκεῖνα τὰ ὑπέροχα καὶ ἀλησμόνητα Δωδεκαήμερα, μὲ τὶς πάντερπνες γιορτὲς τῶν Χριστουγέννων, τοῦ Ἁγίου Βασιλέου καὶ τῶν Φώτων.


Στ᾿ ἀλήθεια, πόσο ἀναρριγοῦσε ἡ παιδικὴ ψυχὴ μόλις στὸ ἡμερολόγιο ἐμφανιζόταν ὁ Δεκέμβριος μὲ τὸ σταχτόχρωμο τὸ πανωφόρι του, τὸ βαρυχειμωνιάτικο, μὲ τὴ μυρουδιὰ τοῦ καμμένου ξύλου καὶ τῆς βρεγμέμης γῆς! Κι ὕστερα ἦταν ἐκείνη ἡ ἀναμονή... Τόσες μέρες μείνανε μέχρι νὰ κλέισουν τὰ Σχολεῖα, ἄλλες τόσες μέχρι νὰ πᾶμε νὰ τὰ ποῦμε (τὰ κάλαντα), ἀλλὰ καὶ νὰ πᾶμε τὸ βαθύ τὸν ὄρθρο στὴν ἐκκλησιὰ κι ὕστερα νὰ γευτοῦμε τόσα καὶ τόσα ἀγαθά... Φτωχικὰ μπορεῖ νὰ ἦταν, ὅμως εἶχαν μιὰν ἄλλη νοστιμιὰ καὶ εὐφροσύνη, γιατὶ ἦταν ἑόρτια δῶρα, ἑτοιμασμένα μὲ κόπο καὶ καλωσύνη, εὐλάβεια καὶ φιλοτιμία. Μάλιστα, ὕστερα ἀπὸ τὴ νηστεία τοῦ Σαρανταημέρου γίνονταν ἀκόμα πιὸ εὔγευστα κι ἀλησμόνητα μέχρι σήμερα. (Καμμιὰ φορὰ στέκομαι κι ἀναρωτιέμαι: Τὶ Χριστούγεννα νὰ κάμεις, ἄν μέχρι τὴν παραμονὴ δὲν ἀπεῖχες ἀπὸ καμμιὰ τροφή, ἐπειδὴ τὰ θεωρεῖς ὅλα φυσικὰ καὶ χωρὶς νόημα; Ὅπως π.χ. κι ἡ ἴδια ἡ βιοτὴ ἔχει καταστεῖ -ἄν κανένας ἐξετάσει τὰ πράγματα μὲ σοβαρότητα καὶ ὑπευθυνότητα- χωρὶς κανένα νόημα, γιατὶ ἔχει γίνει μιὰ σειρὰ ἀπὸ μηχανικὲς κινήσεις, δέσμιες ἑνὸς σκουπιδογόνου πολιτισμοῦ καὶ μιᾶς ἀθεράπευτης ἀπανθρωπίας).

Ὁ Δεκέμβριος δὲν ἔχει χάσει τὸ νόημά του αἰῶνες τώρα... Κι ἄς ἀπειλεῖται ἀπὸ πολλὰ καὶ ποικίλα, ποὺ προσπαθοῦν νὰ ἀλλοιώσουν τὴν ἔννοιά του καὶ τὸ περιεχόμενο ποὺ εἶναι ἕνα: «Λύτρωσιν ἀπέστειλε Κύριος τῷ λαῷ αὐτοῦ». Γι᾿ αὐτὸ κι ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ μῆνα αὐτοῦ ψάλλεται τό: «Σπήλαιον ἑτοιμάζου...». Σὰ νὰ μᾶς λέει κι ἐμᾶς. Μὴ καθεύδετε, κι ἑτοιμαστεῖτε. Κι ὅπως προετοιμαζόμαστε γιὰ τὸ στολισμὸ τοῦ δέντρου, τοῦ σπιτιοῦ κ.λ.π. ἄς μὴ λησμονοῦμε ὅτι πρωτεύων λόγος εἶναι ὁ Δεκέμβριος νὰ μᾶς δωρήσει καὶ τὴν πιὸ φανταχτερὴ προετοιμασία: Τὴν ὑποδοχή Του;

Κάποτε ὡς παιδιὰ τὸ καταφέρναμε. Σήμερα ὅμως;

Ἄς τὸ ξαναψάξουμε, λοιπόν.

π. Κ.Ν. Καλλιανός

Sunday, 29 November 2015

Ο άνθρωπος - το κέντρο της τραγικότητας


Είναι επικίνδυνο να είναι κανείς άνθρωπος· είναι επικίνδυνο το να είναι κανείς αιχμαλωτισμένος ανάμεσα σε δύο απεραντοσύνες οι οποίες ανταγωνίζονται σε μυστικότητα και αινιγματικότητα. Τον άνθρωπο τον θέλει είτε η μία είτε η άλλη. Ελκυστικές και ανελέητες, ακούραστα και ζηλότυπα συγκρούονται για τον άτυχο άνθρωπο. Συγκεντρωμένες σε δύο κόσμους [του φυσικού και του μεταφυσικού], επιτίθενται στον άνθρωπο με όλους τους απέραντους τρόμους τους, ενώ αυτός ταλαιπωρημένος και τραυματισμένος προσπαθεί να απαλλαγεί από τους δύο κόσμους, αλλά δεν  μπορεί να σταθεί έξω και πέρα από αυτούς. Αυτή είναι η μοίρα του.


Είναι τραγικό να είναι κανείς άνθρωπος, επειδή ο άνθρωπος έχει γίνει η κόρη οφθαλμού της τραγικότητας, μία κόρη για καθετί που είναι τραγικό, είτε στον ουράνιο είτε στον επίγειο κόσμο, είτε στην εξωτερική είτε στην εσωτερική απεραντοσύνη. Διά του ανθρώπου άρχισε να ενεργείται κάθε πόνος· δι΄ αυτού αρρώστησε κάθε πλάσμα· μέσω του οφθαλμού του θρηνεί η λύπη κάθε όντος. Αυτός είναι ο αρρωστιάρης ο οποίος πάσχει από τη νόσο της απανταχού ύπαρξης. Σ΄ αυτόν, σαν σε συγκεντρωτικό φακό, συγκεντρώθηκε όλη η τραγικότητα των κόσμων, ενώ αυτός αβοήθητα λυγίζει και καταρρέει στην κλίνη της αδυναμίας του.

Είναι φρικαλέο να είναι κανείς άνθρωπος, επειδή στο μικροσκοπικό σώμα του κουβαλά δύο απεραντοσύνες. Αυτός είναι η βασίλισσα μέλισσα γύρω από την οποία κατεβαίνουν όλα τα σμήνη κάθε φρίκης από τον επάνω και κάτω κόσμο. Όπου και να πάει, τον ακολουθούν απέραντα σμήνη φρίκης. Η σκέψη του, αν καταδυθεί στο μυστήριο των κόσμων, πάντα συναντά κάτι φρικαλέο και τρομακτικό. Καθώς ζει ο άνθρωπος σ΄αυτόν τον κόσμο, αναρίθμητες φρίκες έχουν καταλάβει είτε τα ανθρώπινα αισθητήρια είτε την ανθρώπινη ψυχή είτε το ανθρώπινο σώμα, ενώ αυτός απελπισμένα παλεύει με το τερατώδες μυστήριο των κόσμων…

Η αίσθηση της απεραντοσύνης ευρίσκεται σε κάθε άνθρωπο. Αν αφυπνιστεί, εμφανίζεται μέσω της θρησκείας. Αν παραμείνει κοιμισμένη, ανοίγει χώρο για την ανευλάβεια.

Όσ. Ιουστίνος Πόποβιτς
Φιλοσοφικοί Κρημνοί, σελ. 21
Ι.Μ. Χαλανδρίου

Saturday, 28 November 2015

Ι.Μ. Αγ. Γερασίμου


Το νησί της Κεφαλονιάς, χαρακτηρίζεται από την ευλογημένη παρουσία σε αυτό της Ιεράς Μονής του Αγ. Γερασίμου, Προστάτου του νησιού, και βέβαια και του ιερού λειψάνου του Θαυματουργού Αγίου.


Tο 1560 ο Άγιος Γεράσιμος έφτασε στα Ομαλά όπου και ανακαίνισε το ξωκκλήσι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ιδρύοντας παράλληλα γυναικεία κοινοβιακή Μονή με πολυμελή αδελφότητα ονομάζοντάς την "Νέα Ιερουσαλήμ".


Το 1582, στις 20 Οκτωβρίου έγινε η Β' ανακομιδή του ιερού λειψάνου του Αγίου, το οποίο έκτοτε παραμένει άφθαρτο και ευωδιάζον προς προσκύνηση και αγιασμό των πιστών.


Είναι ενδεδυμένο με άμφια ταφής του Αγίου και εκτίθεται προς προσκύνηση μέσα σε τζαμένια λειψανοθήκη που ενσωματώνεται σε μεγαλύτερη, ασημένια, περίτεχνη λάρνακα, η οποία είναι τοποθετημένη πάνω από τον τάφο του Αγίου.


Μέσα στο Ναό σώζεται και το ασκητήριο του Αγίου, στο οποίο κατεβαίνει κανείς από σκάλα μήκους τριών μέτρων και το οποίο χωρίζεται από μία στενή οπή σε "δύο δωμάτια".


Στην Μονή σώζονται τα τρία μεγάλα πλατάνια που φύτευσε ο Άγιος, τα τρία πηγάδια και τα 37 μικρότερα που άνοιξε με τα χέρια του επ ωφελεία της ανύδρου περιοχής καθώς και τα δύο αλώνια που έχτισε και στα οποία εργαζόταν για να εξασφαλίσει τα αναγκαία για τη Μονή.


Ο νέος περικαλλής ιερός ναός του Αγίου αποπερατώθηκε με τις ενέργειες του μακ. Μητροπολίτη κυρού Σπυρίδωνα και εγκαινιάστηκε από τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών κυρό Σεραφείμ στις 19 Ιουλίου 1992.


Η Μονή πανηγυρίζει 5 φορές το έτος: Στις 16 Αυγούστου (Κοίμηση του Αγίου) και στις 23 Αυγούστου (απόδοσις εορτής ή "εννιάμερα" του Αγίου). Στο διάστημα μεταξύ των δύο εορτών καθιερώθηκε να τελείται ιερό επταήμερο εις τιμήν του Αγίου με Αρχιερατικές θείες λειτουργίες - χοροστασίες - κηρύγματα. Επίσης, στις 20 και 26 Οκτωβρίου (Ανακομιδή και Απόδοση Ανακομιδής Αγίου Λειψάνου), οπότε σηκώνεται ορθός ο Άγιος και κατά το Μεγάλο Σάββατο και μένει στη Βημόθυρα μέχρι την Κυριακή του Θωμά, οπότε και τελείται Πανηγυρική Αρχιερατική Θεία Λειτουργία.


Οι μοναχές ασχολούνται με τη φιλοξενία (η Μονή διαθέτει ξενώνα) και την Αγιογραφία. Επίσης έχουν αναπτύξει πλουσιοτάτη φιλανθρωπική και αποστολική δράση.

Thursday, 26 November 2015

Σύγχρονοι Ορθόδοξοι Στοχαστές


Ο Δημήτρης Σαλαπάτας διάβασε και παρουσίασε στο ιστολόγιό του «Londinoupolis» το πολύ ενδιαφέρον νέο βιβλίο του Ομότιμου Καθηγητή του Πανεπιστημίου του Durham και Ορθόδοξου Ιερέα π. Andrew Louth, με τον τίτλο «Σύγχρονοι Ορθόδοξοι Στοχαστές».

Η παρουσίαση αυτή έχει ως εξής:

Modern Orthodox Thinkers - From the Philokalia to the present

Andrew Louth. £19.99. SPCK, 2015
Paperback. ISBN: 978-0-281-07127-2


            Fr Andrew Louth has recently published his new book Modern Orthodox Thinkers – From the Philokalia to the present, published by SPCK. This book endeavours to give an introduction to the modern Orthodox theological discourse and its representatives, making it the ‘standard handbook on the ways of Orthodox theology in the nineteenth and twentieth centuries,’ as stated by Fr John Behr.
            This book is a revised version of a number of public lectures the author gave between 2012 and 2014 at the Amsterdam Centre for Eastern Orthodox Studies (ACEOT), following his previous book (Introducing Eastern Orthodox Theology, SPCK, 2013), which was also based on public lectures Fr Andrew gave in Amsterdam. However, his new book gives ‘a history of Orthodox thinkers, rather than a history of Orthodox thought, or theology,’ (p. xiii.) who were influenced in one way or another by the Philokalia, returning therefore Orthodox thinkers and thought to ‘a theology rooted in the Christian experience of prayer, and all that that entails by way of ascetic struggle and deepening insight – nourished by the Fathers (and Mothers) of the Church.’ (p. xiii.).
            Fr Andrew has endeavoured to give a catholic overview of the influence of the Philokalia from various Orthodox points of view; thus, he examines the influence this significant book has had for theologians in Russia, the Russian diaspora in the West, Greece and the West, observing how these representatives actually come in contact with each other, producing this new group under the name ‘Modern Orthodox Thinkers,’ including theologians such as Fr Sergeii Bulgakov, Niloai Berdyaev, Fr George Florovsky, Paul Evdokimov, Fr Alexander Schmemann, Metropolitan John of Pergamon (Zizioulas), Christos Yannaras, Elisabeth Behr-Sigel, Olivier Clement, St Silouan and Fr Sophrony, concluding with Metropolitan Kallistos of Diokleia, who has an unparalleled impact on the English-speaking Orthodox. This conclusion is significant, since Metropolitan Kallistos is closely connected to the Philokalia, ‘both by spearheading the translation of the Philokalia from Greek to English and by presenting in his own theological reflections what might well be called a ‘philokalic’ vision of theology.’ (p. xiv.). Interestingly enough, the author has chosen theologians from various backgrounds; not all of them are professors, giving examples of theologians who are bishops, priests, laymen, and also men and women. Furthermore, the fact that the author has personally met and spoken to many of the theologians examined in this book, is significant, bringing a further understanding of who they are and what theological interests they have.  
            For each theologian, examined in this book, the author gives a brief background history and then some theological topics, which characterise the works of the specific person. This is a very interesting approach, identifying each theologian with a certain key topic, adding to it a number of other issues examined by each one of them. However, we could argue that in some cases the author could have considered and examined other theological thoughts, which have made the theologians unique in their field. Personally, I would of liked it if for example in Fr Sergeii Bulgakov’s case, where the author examines the nature of theology, identifying him as a ‘liturgical theologian’ (p. 57) and then briefly looking into Sophiology, he could argue Bulgakov’s ideas on limited intercommunion, proposed during a conference of the Fellowship of St Alban and St Sergius in the 1930s. I would think that this is a more revolutionary and exciting path to follow. Although not accepted, practically and theoretically by both the Anglicans and the Orthodox, it is an idea still discussed in ecumenical gatherings. Additionally, when looking at the examination of Metropolitan Kallistos of Diokleia and his theological vision of the Philokalia, it is interesting to see that Fr Andrew also explores the issue of personhood and the mystery of the human. Anthropology is currently the central theme of the Official Dialogue between Anglicans and Orthodox, in preparation for the fourth official statement. However, the author might have liked to examine a more exciting and thought provoking topic, i.e. women and the priesthood, whereby the Metropolitan has altered his initial view on this, questioning the Tradition of the Orthodox Church, promoting the idea of re-evaluating this topic within Orthodoxy. Despite the author referring to this crucial issue for modern theology, he does not try to examine it in depth. Nevertheless, this examination of additional topics could be seen as a future project, continuing the understanding of modern Orthodox theology.
This argument shows that perhaps a greater number of theological issues could have been examined for each theologian, in order to make it a more complete work; this would, however, be problematic, in respect to the great size of the book which would be produced. Nevertheless, it is a significant book, allowing for the initial examination of modern Orthodox thinkers, evidently showing and highlighting that noteworthy theologians exist in our epoch, permitting for the furtherance and blossoming of theology today, which strives to argue and find solutions to difficult and noteworthy questions. This book can be used as a serious and compact source of modern Orthodox theology, on a university level (also due to its fantastic further reading section) but also by those who are interested in current theological trends, not only in respects to the Orthodox world, but on a pan-Christian level.

ΠΗΓΗ: Londinoupolis