Monday, 24 July 2017

Τρυφερός κι άλησμόνητος θερινός ρεμβασμός...

(, κούγοντας τ «Νυχτεριν» το Φρ. Σοπέν)

Τ πικπ λειτουργοσε μ μπαταρίες, δίσκος βινύλιο, ο θερινς νυχτερινς ρες πλούσιες σ στοχασμούς, καθς πέναντι πλώνονταν στολισμένη,  μ λαμπερές,  πολύτιμες πέτρες π  τ χαριτωμένο φεγγαρόφωτο, θάλασσα. Κι ταν λα τότε τόσο μορφα, φτιασίδωτα κα γοητευτικά. Τότε, στ παλιό μας τ σπίτι μ τ φαρδ ξύλικο μπαλκόνι πο κοίταζε κατ τ πέλαγο, λλ κα τ γύρω π᾿ ατό, πως τ Σκιάθο κα τν Βόρεια Εβοια. Μαγευτικς ρες, σταλμένες π τ χέρι το Θεο ν χαρίσουν στν ψυχ εφροσύνη κα κατάνυξη. Γιατ ατς ο στιγμς γεμίζουν κα τ σχατο κύτταρο τς παρξής μας μ εγνωμοσύνη σ Κενον πο τς χαρίζει, γι ν᾿ νυψωθε  τσι   κφραση τς δοξολογίας. Τς δοξολογίας πο φαιρε κα τς ποιες σημαντικς σήμαντες νοχλήσεις στν ψυχισμ κα στν ν γένει βιοτή μας.


Συντροφι, λοιπόν, ταν τότε τ εεργετικ «Νυχτεριν» το Φρειδερίκου Σοπέν, πο μέσα στ στροστόλιστη τ θεριν τ νύχτα νοιγαν δρόμους προσευχς, στοχασμο κα δημιουργίας. Γιατ τ ν᾿ κος ατ τ θεϊκ μουσικ σ να δωμάτιο, κόμα κα μ τς καλύτερες χητικς συσκευς εναι κάτι ντελς ξένο π᾿ τι ν τν γεύεσαι, νότα τ νότα, σ ρες νυχτερινές, συχες, στροστόλιστες. Το θέρους ατς τς πάντιμες ρες. Γιατ τότε, μέσα σ τοτο τ περιβάλλον νοιώνεις τν θεοφώτιστη ατ μουσικ ν σ ρεμε,  ν σ  παραμυθεγγίζοντας κα  τς πλέον εαίσθητες πτυχς το εναι, καθς ο μελωδίες κυκλώνουν τ Νύχτα κι νεβαίνουν πρς τ᾿ στρα. Κα μαζί τους νεβαίνεις κι σύ, μ τν κλίμακα ατν  τν εκοσιένα  εαίσθητων, λυρικν κα στοργικν μουσικν ποιημάτων.

Γίνεται τότε Νύχτα «νύχτα γιομάτη θάματα», πως λέει κι ποιητής, Νύχτα τν γόνιμων στοχασμν, όρατο φαλτήριο, στε ν νυψωθε τ εναι κα ν ξαναδε τ ρχαον του κάλλος. λήθεια, ποιό; Μ κενο πο προβάλλει δια Δημιουργία μέσα π τ χραντο χέρι το Θεο, τ ποο μηνύει τι «καλ λίαν» (Γεν. 1, 31) πλάστηκε Κόσμος, ρα κι νθρωπος. σχετα ν κα ο δύο κακοποιήθηκαν μ εθύνη φυσικ το δευτέρου. στόσο, μέσα στ νυχτεριν ατ γραυλία, πο τ συντροφεύει παλ φων το πιάνου μ τς θάνατες μελωδίες το λυρικο Πολωνο συνθέτη, νοιώθεις πς Κόσμος ξαναγεννιέται. νεβαίνει δηλαδή, κα  πάλι χλωρς στν πιφανεια, πως νέος τζίτζικας, πο θραύει τ κέλυφος που σχηματίζεται κι στερα τν αγ βγαίνει ξω, ν τν δε λιος, ν στερεωθε τ εναι του κι στερα ν’ νέβει στ δέντρο κα ν᾿ ρχίσει ν μνε τ καλοκαίρι.  

Σκορπίζονται, λοιπόν, τ θεριν ατ βράδυ ο μελωδίες, πο ο νότες του, καθς διαδέχεται μία τν λλη, νομίζεις τι εναι πανωτς σταγόνες νερο πο ξεδιψον τν ψυχή. Γιατ ατ χει νάγκη κάθε φρυγμένη παρξη π τ σα στοργη καθημερινότητα τς πωμίζει.  Βάρος -πολλς φορς δυσβάστακτο. τσι μέσω ατν τν θείων χων κα τς νυχτερινς  συχαστικς πανδαισίας  ναλαμβάνει παρξη τ «ρχαον της κάλλος», μ λίγα λόγια  ξαναγιεννιέται , πως το Προμηθέα τ ζωτικ ργανα, γι ν συνεχίσει τ ταξίδι το γκοπου βίου του στν κόσμο.

Πέρασαν πολλ χρόνια π τότε... Λησμονήθηκε σ μιν κρη δίσκος, τ πικπ παψε ν λειτουργε κα τ μόνο πο πόμεινε εναι τ παλι ξύλινο χαγιάτι ν κοιτάζει κόμα κατ τ πέλαγο. Τ πέλαγο πο συνεχίζει ν φωτίζεται κα τοτες τς θερινς βραδυς π τ γέρωχο φεγγάρι, ν πό τ βάθος το χρόνου νεβαίνουν, πως ο προσευχές, ο θάνατες μελωδίες τν πίσης λησμόνητων κα  λυρικότατων Νυχτερινν το τόσο εαίσθητου κα συνάμα τόσο τραγικο Πολωνο συνθέτη: το Φρειδερίκου Σοπέν. Μελωδίες, πο ντύνουν μ λη τους τν πισημότητα  τς θερινς βραδυές μας κόμα...

π. K.N. Kαλλιανός

No comments: