Το κοντινότερο -νοηματικά- σημείο της Βίβλου στην έννοια «όαση» είναι το χωρίο του Ησαΐα 35, 6 όπου διαβάζουμε: «Πλήθος νερά θε ν’ αναβρύσουνε στην έρημο και μες στη στέππα ρεματιές θ’ αχολογούνε». Όαση είναι ένας τόπος όπου οι άνθρωποι μπορούν να ξεκουρασθούν για να συνεχίσουν την οδοιπορία τους μέσα στην έρημο. Η ζωή είναι συχνά όπως και η έρημος, κατάξερη, άνυδρη, οδυνηρή στο πέρασμά της. Είναι δε πράγματι αδύνατον να την διαβείς, εκτός κι αν φθάνεις σε κάποια όαση από καιρού εις καιρόν. Οι μαθητές έφθασαν στην αξιόλογη όαση του όρους Ταβώρ, η οποία τους προετοίμασε για να δεχθούν το Γολγοθά. Η Αποστολική Εκκλησία είχε την Πεντηκοστή η οποία την προετοίμασε για να αντέξει τους χρόνους των διωγμών. Η όαση στην έρημο της ζωής μπορεί να είναι αντίστοιχη με μια συνάντηση με ένα τόπο ή με ένα πρόσωπο, οπότε μια ακτίνα φωτός καταυγάζει τις ζωές μας και μας βοηθά να προχωρήσουμε.
Η έρημος στην εποχή μας δεν είναι σαν την κατάξερη ερημιά της Αραβίας την οποία ο Ισραήλ κατάφερε να αντέξει, αλλά βρίσκεται στις γεμάτες από μπετόν πόλεις της μετα-βιομηχανικής εποχής, κατασκευασμένες με λεπτομεριακή καθοδήγηση όσον αφορά την τοπογραφία και το περιβάλλον, που όμως σε μερικές περιπτώσεις δεν έχουν πρόβλεψη για Οίκο του Θεού. «Μα είναι τώρα καιρός να κατοικείτε εσείς σε σπίτια με ξύλινα φατνώματα, τη στιγμή που ο δικός μου οίκος είναι ακόμα ερειπωμένος;» κραυγάζει ο προφήτης Αγγαίος (1, 4), όταν υποκινούσε τους Ισραηλίτες, που μόλις είχαν επιστρέψει από τη Βαβυλώνια αιχμαλωσία, να θέσουν ως πρώτη τους προτεραιότητα τον Οίκο του Θεού και κατόπιν να στολίσουν τους τόπους των κατοικιών τους. Η Εκκλησία πρέπει να είναι όαση στην έρημο της σημερινής πραγματικότητας: θα πρέπει να υπάρχουν εικόνες και καντήλια που να καίνε μπροστά τους, θα πρέπει να υπάρχει ένα θυσιαστήριο όπου η προσευχή να είναι έγκυρη, θα πρέπει να υπάρχει σιωπή, μυστήριο και απομόνωση, σ’ ένα κόσμο που κατάντησε πολύ θορυβώδης, πολύ αναίσχυντος, και ασφυκτικά γεμάτος.
Πενήντα χρόνια πριν, όταν ήμουν έφηβος 17 ετών, ήλθα σε επικοινωνία με μια τέτοια όαση σ’ ένα μικρό Ουαλικό χωριό, όπου μια ασκήτρια μοναχή είχε ιδρύσει το αναχωρητήριό της. Οι λέξεις που ξεστόμιζε ήταν κατευθυντήριες γραμμές για τη ζωή μου και με οδήγησαν σε μια άλλη όαση, όπου ένας ερημίτης, ο π. Ουΐλιαμ, είχε κατασκευάσει ένα μικρό μοναστήρι στο Glasshampton κοντά στο Worcester. Και οι δύο αυτοί ασκητές έζησαν τη ζωή τους με εξαιρετική αυστηρότητα, αλλά δεν άφησαν μοναστικές κοινότητες, αφού είχαν συνειδητοποιήσει πως ήταν κεκλημένοι να είναι Φωνές βοώντων εν τη ερήμω.
Η έρημος στην εποχή μας δεν είναι σαν την κατάξερη ερημιά της Αραβίας την οποία ο Ισραήλ κατάφερε να αντέξει, αλλά βρίσκεται στις γεμάτες από μπετόν πόλεις της μετα-βιομηχανικής εποχής, κατασκευασμένες με λεπτομεριακή καθοδήγηση όσον αφορά την τοπογραφία και το περιβάλλον, που όμως σε μερικές περιπτώσεις δεν έχουν πρόβλεψη για Οίκο του Θεού. «Μα είναι τώρα καιρός να κατοικείτε εσείς σε σπίτια με ξύλινα φατνώματα, τη στιγμή που ο δικός μου οίκος είναι ακόμα ερειπωμένος;» κραυγάζει ο προφήτης Αγγαίος (1, 4), όταν υποκινούσε τους Ισραηλίτες, που μόλις είχαν επιστρέψει από τη Βαβυλώνια αιχμαλωσία, να θέσουν ως πρώτη τους προτεραιότητα τον Οίκο του Θεού και κατόπιν να στολίσουν τους τόπους των κατοικιών τους. Η Εκκλησία πρέπει να είναι όαση στην έρημο της σημερινής πραγματικότητας: θα πρέπει να υπάρχουν εικόνες και καντήλια που να καίνε μπροστά τους, θα πρέπει να υπάρχει ένα θυσιαστήριο όπου η προσευχή να είναι έγκυρη, θα πρέπει να υπάρχει σιωπή, μυστήριο και απομόνωση, σ’ ένα κόσμο που κατάντησε πολύ θορυβώδης, πολύ αναίσχυντος, και ασφυκτικά γεμάτος.
Πενήντα χρόνια πριν, όταν ήμουν έφηβος 17 ετών, ήλθα σε επικοινωνία με μια τέτοια όαση σ’ ένα μικρό Ουαλικό χωριό, όπου μια ασκήτρια μοναχή είχε ιδρύσει το αναχωρητήριό της. Οι λέξεις που ξεστόμιζε ήταν κατευθυντήριες γραμμές για τη ζωή μου και με οδήγησαν σε μια άλλη όαση, όπου ένας ερημίτης, ο π. Ουΐλιαμ, είχε κατασκευάσει ένα μικρό μοναστήρι στο Glasshampton κοντά στο Worcester. Και οι δύο αυτοί ασκητές έζησαν τη ζωή τους με εξαιρετική αυστηρότητα, αλλά δεν άφησαν μοναστικές κοινότητες, αφού είχαν συνειδητοποιήσει πως ήταν κεκλημένοι να είναι Φωνές βοώντων εν τη ερήμω.
Μια παρόμοια εμπειρία βίωσα στη δεκαετία του ’50 όταν για πρώτη φορά επισκέφθηκα την οικία ενός άλλου ερημίτη, του Αρχιμανδρίτη Denis, στη διεύθυνση 26 rue d’Alleray, Paris XVe. Στην όαση αυτή είχα μια σύντομη γνωριμία με την Ορθοδοξία και έγινα ο τελευταίος μοναχός που εκάρη απ’ αυτόν, το 1960.
Υπάρχουν πολλοί τύποι οάσεων στις ερήμους του σύγχρονου κόσμου, όπως πλούσιοι Καθεδρικοί Ναοί, άσημες εκκλησίες, μοναστήρια, ερημητήρια, κελλιά. Αλλά εκείνο που τα κάνει να σφύζουν από ζωή κι έτσι να μεταμορφώνονται σε τόπους πνευματικής αναψυχής είναι το ότι υπάρχει «άγρυπνος άγγελος» (Δαν. 4, 10) που βρίσκεται σε εγρήγορση, του οποίου η καρδιά δεν εξασθενεί στην πιο ζοφερή ώρα, κι ο οποίος «καλάμι τσακισμένο δεν θα το συντρίψει, λυχνάρι που καπνίζει δεν θα το σβήσει, πραγματική θα φέρει σ’ όλους δικαιοσύνη» (Ησ. 42, 3 και Ματθ. 12, 20). Ο κόσμος έχει ανάγκη από τέτοιους τόπους και ανθρώπους: η έρημος θα αναζητά πάντα μια όαση, αφού ο Κύριος που τον δημιούργησε θα έρθει κάποια ημέρα που θα τον αναγεννήσει, σύμφωνα με την προφητεία του Ησαΐα (43, 19): «Κοιτάξτε! Εγώ κάτι καινούργιο κάνω... θα κάνω δρόμο μες στην έρημο και μες στην ερημιά ποτάμια».
+ Αρχιμ. Βαρνάβας Burton
Orthodox Leaflet, Spring-Summer 1983, No. 73, σσ. 10-11
Μετάφραση: Πρωτοπρ. Αναστάσιος Δ. Σαλαπάτας
Orthodox Leaflet, Spring-Summer 1983, No. 73, σσ. 10-11
Μετάφραση: Πρωτοπρ. Αναστάσιος Δ. Σαλαπάτας
1 comment:
Ευχαριστούμε που μας ξαναθυμίσατε τον σεβαστό μας π. Βαρνάβα. Την ευχή του να έχουμε...
Post a Comment