Monday, 17 October 2016

Ἀποχαιρετισμός στήν ἀλληλογραφία;

Μέ τήν πρόοδο τῆς τεχνολογίας καί τήν παρουσία τῶν Ἠλεκτρονικῶν Ὑπολογιστῶν, τῶν φορητῶν τηλεφώνων, τῶν «τάμπλετς» κ.ἄ. ἀκόμη πού δέν ἔχω ὑπόψη μου, ἄρχισε σταδιακά νά μειώνεται ἐκείνη ἡ παλιά καί τόσο νοσταλγική συνήθεια τῆς ἀλληλογραφίας. Γιατί μέ τά λεγόμενα γραπτά μηνύματα τώρα ἐξυπηρετοῦνται οἱ περισσότεροι κι ἔτσι δέν ἔχουν ἀνάγκη μήτε φακέλους, μήτε ἐπιστολόχαρτα, μήτε καί ταχυδρομεῖα. Ἐκτός ἐλαχίστων, πού ἐπιμένουν σ᾿ αὐτή τή συνήθεια, ἡ ὁποία, μάλιστα, καί τούς ἰκανοποιεῖ. Γιατί; Μά, ἐπειδή ὀξύνει τό νοῦ, ὑψώνει τήν εὐαισθησία καί πολύ περισσότερο ἐξασφαλίζει τή δυνατότητα μιᾶς ἐπικοινωνίας πού φωτίζει τήν ψυχή. Κι αὐτό γιατί οἱ ἐπιστολές εἶναι μνημεῖα λόγου, καταθέσεις ψυχῆς, ἰχογραφήμματα εὐαισθησίας, μνημεῖα λόγου, καθρέφτισμα τοῦ εἶναι. Ἀντίθετα μέ τά «μηνύματα», τά ὁποῖα εἶναι βιαστικά, πρόχειρα, ἐφήμερα, τεκμήρια καχεκτικοῦ λόγου κι ἀφυδατωμένου ἀπό ἔμπνευση καί λειτουργική δομή.


Δυστυχῶς, ὅσο περνοῦν τά χρόνια, ὅλο καί θά λιγοστεύουν οἱ ἐπιστολές ἐκεῖνες, πού ταμίευαν ἀνάγκες, προβλήματα, καημούς... Ὅπως ἡ παρακάτω, πού μέσα στό λιτό της ὕφος κρύβεται ἡ μοναξιά ἑνός παιδιοῦ, τό ὁποῖο περνᾶ τίς γιορτές μόνο του. Παράλληλα διαφαίνεται ὁ σεβασμός στά πρόσωπα τῶν γονιῶν του καί ἡ ἀγωνία του γιά ἐπιβίωση.


 Ὡστόσο, ὑπάρχουν καί ἐπιστολές - μνημεῖα λόγου, ὅπως αὐτή πού παραθέτω, κι ἡ ὁποία ἔχει τέτοιο ὕφος πού τιμᾶ τό λόγο καί τή γλώσσα, τό στοχασμό καί τή διάθεση γιά μυστική συνομιλία.

Δημήτρης Πηκιώνης

Πρός Ν. Χατζηκυριάκον-Γκίκα

Ἀπό τή συλλογή «Γράμματα Δημήτρη Πικιώνη Ν.Χατζηκυριάκου-Γκίκα», ἐπιμέλεια Ν.Π. Παΐσιος, ἐκδόσεις Ἴκαρος, Αθήνα, χ.χ.

<Αὔγουστος 1952>

Ἀγαπητέ φίλε,

Οὔτε πέννα ἔχω τή στιγμή πού ἦρθε τό «πλήρωμα» γιά νά σοῦ γράψω. Σ' εὐχαριστῶ γιά τό γράμμα σου καί πού θυμήθηκες τόν Πέτρο μου. Λοιπόν πολύ μ' ἔκανε νά σκεφθῶ, ν' ἀναζητήσω τίς αἰτίες καί προπαντός νά καθορίσω τήν πραγματική ὑπόσταση τοῦ φαινομένου. Ἤμουν τότε πολύ θλιμμένος καί τά γραφόμενά σου ἦρθαν νά ἐπιτείνουν τή θλίψη μου. Καί τώρα πού σοῦ γράφω, αἰσθάνομαι πόσο ἀσταθεῖς εἴμαστε, πώς τό ἀκλόνητο εἶναι καρπός μακροῦ καί ἀκάματου ἀγῶνα, πού ἀπαιτεῖ ἄσκηση ἀέναη, θυσία πραγματική πού εἶναι ἀκριβά ἀκόμα γιά τήν ψυχή μας. Κυμαινόμεθα ἀνάμεσα στά ἀντίθετα. Ξαναρχίζουμε ἀπό τό ἴδιο σημεῖο, πέφτουμε ἀκριβῶς τή στιγμή πού ἀποφασίζουμε νά ἀνυψωθοῦμε, ἡ ἐλπίδα μας ξαναγεννιέται ἀπό τήν βαθύτερη ἀπελπισία μας. Ὁ πόθος μας σβήνει τή στιγμή τῆς πλήρωσής του, ἡ πλήρωση τούτη εἶναι πενία καί ἡ στέρηση πόρος.

Μερικοί στίχοι τῆς Ἐρωφίλης πού βρῆκα τυχαῖα μοῦ 'δωσαν κάποια παρηγοριά. Ἡ ζωντανή λαλιά, ἡ παρουσία τῆς πολύψυχης μάζας στό ἔργο τοῦ ἑνός, ἡ γνησιότητα, ἡ συνεκτική δύναμη τῶν γενεῶν. Σοῦ τούς ἐσωκλείω.

Ὕστερα κάποια λόγια τοῦ Χρυσόστομου,(1) πού προδίδουν τήν ἀτράνταχτη, βαθύτατη καί σταθερή πίστη στό ἄναρχο κι αἰώνιο. Ἡ κατοχή τοῦ ὄντως ὄντος, μέσα στήν ἀέναη ροή τῶν πάντων. Δέ θυμᾶμαι καλά τά λόγια, μιλάει ὅτι δέ φοβᾶται τίποτα, γιατί κατέχει τό «συμβόλαιο», ποιό συμβόλαιο; τά λόγια του Χριστοῦ: «Ἀμήν λέγω ὑμῖν, ὅτι ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ παρελεύσονται ἀλλ' ὁ λόγος μου οὐ μή παρελεύσεται εἰς τόν αἰῶνα». Δέ φοβᾶται τή φτώχεια (Οὐδέν εἰσηνέγκαμεν εἰς τόν κόσμον, δῆλον ὅτι οὐδέν ἐξενεγκεῖν δυνάμεθα) κ.τ.λ. Ποῦ εἶναι λοιπόν ἡ κατάρτιση μέσα μας ἑνός ἰδεώδους, πού ὅταν ὅλα γύρω μας γκρεμίζονται ἢ φθείρονται αὐτό μένει ἀτράνταχτο, ἄφθαρτο, ὁπού αὐτό μονάχα ἀρκεῖ στήν ἀπώλεια τῶν πάντων;

Εἶχα αἰσθανθεῖ ὅτι ὁ Ἔρως ὁ οὐράνιος ἐξαγνίζει τήν Σάρκα, μεταμορφώνει τό γήινο - ἀκολούθησα τοῦτο τό δρόμο ἀλλά βρῆκα τή φθορά, τή μεταβολή, τήν ὑποψία, τή ζήλεια, τόν πόθο τῆς κατοχῆς, τήν ὑποδούλωση στήν ἡδονή. Ἔπεσα σέ πέλαγος ἀσταθείας καί ἀβεβαιότητος. Ἔφριξα μέ τήν κακία μου, μέ τίς ἀδυναμίες μου, τίς ἰδέες τίς ἀπό γενετῆς μου. Ἡ Φύση ἀπαιτεῖ ἀπό μᾶς νά νικήσουμε ἐκεῖ ἀκριβῶς πού μᾶς ἔπλασε πιό ἀδύνατους. Καί εἶδα πώς τίς ἀδυναμίες μου δέν τίς εἶχα νικήσει καί πώς πρός τό τέλος πλέον τοῦ βίου δέν ὑπάρχουν πολλές ἐλπίδες νά τίς κατανικήσω. Ἰδού τες ὅτι σέ πρώτη εὐκαιρία προβάλλουν ὡς ἄλλες κεφαλές Λερναίας Ὕδρας, ἀκοίμητες, ὁλοζώντανες, ἀδάμαστες, πανίσχυρες...

Ὑπάρχει λοιπόν ὁ ἄλλος δρόμος, ὅπου τά πολλά γίνονται ἕνα, ὁπού ὑπόσχεται τή γαλήνη, τήν πραγματική εὐτυχία, τήν βεβαιότητα. Ἀλλ' εἰς τήν ἀρχή του βρίσκεται ἡ θυσία, εἰς κάθε σημεῖο του... Ἐτοῦτος ἀπαιτεῖ ἀπό μᾶς ν' ἀπαρνηθοῦμε κάθε ἔρωτα (εἰς τό ὄνομα τοῦ ἑνός) κάθε ἔργο (εἰς τό ὄνομα τῆς ἀπρόσωπης συνεργασίας μας στό ἕνα ἔργο) κάθε ἐλπίδα (ἀφοῦ πιά κατέχοντας τό Πᾶν, περιττεύει κάθε ἐλπίδα...) (εἶναι τοῦ de Lubicz).(2)

Δέν μπαίνω στή συζήτηση τῶν ὅσων μοῦ γράφεις... Ἔτσι λοιπόν σβήνουν ἐπιτεύξεις πού τίς θεωρήσαμε ἀξιόλογες... (γιατί ἦταν τό σύμβολο μιᾶς στιγμῆς στήν ἱστορία τοῦ ἀνθρώπου, ἕνας σπινθήρας ἀνάμεσα στήν ψυχή μας καί τίς ἄλλες ψυχές...;). Μήπως ἡ ἄρνηση ἔχει τήν αἰτία, τίς ρίζες της μέσα μας; Μήπως εἴμαστε ὑπόλογοι κι ἐμεῖς; Πῶς θά κρίνουμε ἕνα ἔργο πού σφραγίστηκε γιά μᾶς μιά γιά πάντα ἡ μυστική πηγή πού τό γέννησε; Ἡ χαρά πού χάρισε στή στιγμή τῆς δημιουργίας του; Ἔπειτα ἔχουμε τό δικαίωμα νά σβήνουμε ὅλες τίς ἰδεατές προεκτάσεις, τίς πέραν ἀπό τή συγκεκριμένη ἐπίτευξή του;

Ἐννοεῖται πώς δέν ἐλέγχω τίς ἐντυπώσεις σου, πού θά ἦταν σίγουρα καί δικές μου... Μοῦ μιλᾶς ἄλλωστε γιά πράγματα πού σοῦ ἄφησαν ἀπόλυτη ἱκανοποίηση, τά Κινεζικά, τὰ Αἰγυπτιακά καί τά Χαλδαϊκά.

Ἀλλ' ὁ κυριότερος σκοπός τοῦ γράμματός μου εἶναι τοῦτος. Νά συμπαρασταθῶ νοητά στήν προσπάθεια πού κάνεις. Ἀληθινά σέ θαυμάζω, νά δουλέψεις ἐκεῖ γιά μιάν ἔκθεση σημαίνει πώς κομίζεις ἀπόθεμα κόσμου ἰδεῶν καί σύμπαντος, πού δέν κλονίζεται στό νέο Περιβάλλον, αὐτοπεποίθησης καί τόλμης περισσῆς. Σέ συγχαίρω καί θέλω νά ξέρεις πώς οἱ εὐχές μου σέ συνοδεύουν, πώς θέλω νά μέ αἰσθάνεσαι κοντά σου, τίς στιγμές ἰδιαίτερα τῆς ἀναπόφευκτης μόνωσης.

Πώς εὔχομαι τέλος οἱ ἑλληνικές σου προθέσεις νά δώσουν μιάν ἀπάντηση ὅπως τή νομίζεις ἐσύ κι ἂς μήν εἶναι ἴσως ἀκόμα ἡ τελεσίδικη καί αὐτή τήν ἀπάντησή σου νά τήν ἐννοήσουν ἔστω καί οἱ ὀλίγοι.

Συμπάθα τήν ἄργητά μου.

Μέσα ἀπό τήν ἄπειρη ἀγάπη μου σέ φιλῶ

Πικιώνης.

Υ.Γ. Χαιρέτησέ μου θερμά τους Μαυροΐδηδες, τόν Τσίγκο καί ὅλους τούς γνωστούς μας.

Στόν Ἔρωτα(3)

Μάλλιος(i) τά τόσα βρόχια τά δικά σου,
γλυκειά(ii) ἢ μετ' ἐκεῖνα(iii) τόση ἔχον χάρη
π' ὅποιον κι ἂν ἐμπερδέσα(iv) φχαριστᾶ σου.

Καί τά φτερά πού σῶνα(v) Σ' ὄρος νά μ' ἀνεβάσουσι ψηλό πού(vi) τ' Ἑλικώνα
Κόψα,(vii) ὅντας ἀρχίσασι καί χαμηλοπετοῦσα!

Χαρά στήν κόρη πού 'σωσε
χαριτωμένου νειοῦ τό λογισμό της
καί τσή καρδιά τση τά κλειδιά νά δώσει ἀπό τήν Ἐρωφίλη.
__________________
i. Μάλωμα
ii. Γλυκά
iii. Κι αὐτός ἀπ' αὐτό
iv. Ἐμπέρδεψαν
v. Φτάνανε
vi. Πιό ψηλό ἀπό τόν Ἑλικῶνα
vii. Κοπήκανε

Φυσικά δέν εἶναι δυνατόν νά λησμονηθοῦν καί οἱ μνημιεώδεις ἐπιστολές τῶν Μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί, παλιότερα, τῶν φιλοσόφων (π.χ. ἡ ἑβδόμη ἐπιστολή τοῦ Πλάτωνος). Ὅμως αὐτά θά πρέπει ἀλλοῦ ν᾿ ἀναλυθοῦν. Γιατί ἐδῶ μιλᾶμε γιά τίς ἐπιστολές πού γράφαμε ἤ μᾶς γράφανε κάποτε καί τίς ὁποῖες θυμόμαστε μέ στοργή, γιατί ἦταν ἀναμφίβολα μέσα ἐπικοινωνίας ἀληθινῆς.

π. Κ.Ν. Καλλιανός

Υ.Γ.: Πολύ μέ πικραίνει ὅταν λάβω πολυγραφημένες ἐπιστολές, κυρίως ἀπαντητικές, μέ ἀφορμή τήν ἀποστολή εὐχῶν. Νομίζω ὅτι ἕνα σκέτο χειρόγραφο εὐχαριστῶ λέει πολλά περισσότερα καί περιποιεῖ μεγάλη ἐκτίμηση στόν ἀποστολέα τῶν εὐχῶν...

No comments: