Μιὰ πρώτη ἀνάγνωση τῆς ποιητικῆς συλλογῆς τοῦ Τάσου Βυζάντιου, «Ἀθόρυβα»
Ἀπὸ τὶς φιλόκαλες ἐκδόσεις «ΑΚΑΚΙΑ»
κυκλοφορήθηκε πρόσφατα ἡ νέα ποιητικὴ συλλογὴ τοῦ Τάσου Βυζάντιου,
ποὺ φέρει τὸν ὑπέροχο τίτλο:
«ΑΘΟΡΥΒΑ». Πρόκειται, γιὰ νὰ λέμε τὰ πράγματα μὲ τ᾿ ὄνομά τους, γιὰ τὸν ἀπόδημο λόγιο ἀδελφὸ καὶ συλλειτουργὸ, τὸν π. Ἀναστάσιο Δ.
Σαλαπάτα, ὁ ὁποῖος ἐντίμως καὶ φιλοχρίστως
διακονεῖ στὴν θεοφιλῆ ἐνορία τοῦ Ἁγίου
Παντελεήμονος, στὸ ΒΔ Λονδίνο.
Παράλληλα, ὁ φιλότιμος αὐτὸς κληρικὸς διακονεῖ καὶ τὸν λόγο,
συγγράφοντας μελέτες, οἱ ὁποῖες ἀφοροῦν τὸν Ἀπόδημο Ἑλληνισμό, ἐνῶ στὸ περιθώριο τῶν πολλῶν (δυσκόλων) καὶ ποικίλων
καθηκόντων του, διακονεῖ καὶ τὴν ποίηση: Τὴν ποίηση, ποὺ γιὰ ἕναν συνειδητὸ ἱερέα εἶναι ἡ προέκταση τῆς προσευχῆς, εἶναι ἡ ἀκτινοβολία τῆς εὐαισθησίας του, τὸ ἐκτύπωμα τοῦ ψυχισμοῦ του. Ἔτσι στὴ νέα του αὐτὴ ποιητικὴ συλλογή, ποὺ ἐπάξια τιμήθηκε στὸν ΚΗ’ Λογοτεχνικὸ Διαγωνισμὸ τοῦ ἱστορικοῦ Φιλολογικοῦ Συλλόγου
«ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ», διαπιστώνουμε μὲ μεγάλη συγκίνηση τὰ παραπάνω.
Στίς τέσσερεις,
λοιπόν, ἑνότητες ποὺ ἀπαρτίζουν τὴν ἐν λόγῳ συλλογή,
στεγάζονται σαρανταεννιὰ ποιήματα, γραμμένα ἀπὸ τὸ 2008 μέχρι τὸ 2017, τόσο στὴν Ἑλλάδα, ὅσο καὶ στὸ Λονδίνο κ.ἀ. Σὲ ὄλα δὲ εἶναι ἐμφανὴς ἡ τρυφερότητα κι ἡ εὐαισθησία τοῦ ποιητῆ, ποὺ ἀνοίγει τὴ θύρα τῆς ψυχῆς του καὶ προσκαλεῖ τὸν κάθε
καλοπροαίρετο ἀναγνώστη, ὁ ὁποῖος ἔχει συντονιστεῖ μὲ τὴν λεπτότητα τῶν αἰσθημάτων του καὶ ἐπιχειρεῖται ἕνα γόνιμος
διάλογος ἐπικοινωνίας καὶ τίμιας φιλίας.
«Πορευόμενοι
στὴ σκιὰ τῆς χιλιετίας
κρατᾶμε σφιχτὰ στὸ χέρι
τὰ κόμιστρα τῆς διάβασης» (σ.
18)
Ὡστόσο, μέσα στὸν ποιητικὸ τὸ λόγο διαφαίνεται
καὶ ἡ ἀναζήτηση τοῦ ἀληθινοῦ νοήματος τοῦ βίου μας, ποὺ γιὰ ἕνα ἱερέα π.χ.
προσδιορίζεται στὸ μέγιστο τῆς δεήσεως γεγονός.
«Ὁ Ἑσπερινὸς μικρός
ἡ δέηση ὅμως μεγάλη
ὅμοια κανδήλα ἀκοίμητη» (σ. 31)
Δὲν εἶναι εὔκολο ὅμως γιὰ ἕναν ἁπλὸ ἀναγανώστη -ὅπως εἶναι αὐτὸς ποὺ ὑπογράφει τοῦτο τὸ κείμενο- νὰ μπορέσει νὰ μεταγράψει στὸ χαρὶ τὰ ὄσα βιώματα καὶ ἐμπειρίες ζεῖ ὁ ποιητὴς στὴν πατρίδα. Εἴτε στὸν πατρικὸ τὸ χῶρο, (σ. 69) εἴτε στὸ Ὄρος, (σ. 64-66) εἴτε ἀλλοῦ (σ. 52). Γιατὶ ἐκεῖ λειτουργεῖ θεραπευτικὰ ἡ κάθε ἐπίσκεψη, ἐπειδὴ χαρίζει στὸ εἶναι τὰ ἀναγκαῖα ἀντισώματα ποὺ ὅλοι χρειαζόμαστε σὲ ὧρες πικρὲς καὶ σὲ ἀγωνίες κορυφαῖες, οἱ ὁποῖες, σημειωθήτω, γιὰ ἕνα ἱερέα εἶναι ποικίλες καὶ κάποτε πολὺ σκληρές, ἐπειδὴ οἱ ἐπιθέσεις τοῦ μισοκάλου δὲν παύουν ποτέ. Κι ἡ ποίηση, ἄς μὴν τὸ ξεχνᾶμε κι αὐτό, εἶναι ἕνας θεραπευτικὸς περίπατος στὸν κήπο τῆς Ἐδέμ τοῦ καθενός μας,
δηλαδή, στὴν ἴδια μας τὴν ψυχὴ τὴ φωτισμένη καὶ φροντισμένη ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ: Αὐτοῦ ποὺ ἐπάξια διακονεῖ, ἀλλὰ καὶ ἔχει ἐμπιστευτεῖ τὸν ἑαυτό του ὁ ποιητής.
Τέλος, θὰ ἤθελα νὰ σταθῶ στὸν ὑπέροχο πίνακα ποὺ στολίζει τὸ ἐξώφυλλο. Ἀλήθεια, προσέξαμε
πόσο ἀθόρυβα πέφτει τὸ φύλλο τοῦ φθινοπωρινοῦ πλατάνου στὰ καταγάλανα νερά;
π. Κ.Ν. Καλλιανός
No comments:
Post a Comment