Μέσα στὸ βαθὺ Μυστήριο τῆς Νύχτας μπορεῖ ὁ κάθε ἄνθρωπος νὰ προσεγγίσει τὴν ψυχή του
καλύτερα, καὶ μὲ γνώμονα πάντοτε τὴν ἐφημερία του στὸν κόσμο ἐτοῦτο νὰ πασχίσει, ὥστε νὰ ἐμβιώσει καλύτερα τὸν Κυριακὸ λόγο: «τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;» (Μτθ 16, 26). Γιατὶ ἡ Νύχτα ὑφαίνει μὲ τὴν σιωπή της καὶ τὴν μυστηριώδη της
παρουσία ἕνα χιτῶνα περιφρούρησης
τοῦ εἶναι, καθὼς θεραπεύει τὶς πληγὲς τῆς κάθε μέρας καὶ παράλληλα
σταλάζει τὴν καρδιά, μὲ τὸ βάλσαμο τῆς προσευχῆς, τὴν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν εὐλογητή Του
τρυφερότητα. Κι εἶναι βέβαιο πὼς ὁ κάθε σώφρων καὶ ἰσορροπημένος ἄνθρωπος ποὺ δέχεται τὶς πληγὲς, ἔχει τὴν ἀνάγκη νὰ δεχτεῖ τοὺς ἐπιδέσμους τῆς Ἀγάπης καὶ τῆς φροντίδας τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ μπορέσει ν᾿ ἀνοίξει τὰ μάτια του στὸ αὔριο ποὺ θὰ ξημερώσει.
Ὠστόσο, ἐκεῖνο ποὺ προσφέρει δαψιλῶς ἡ Νύχτα εἶναι τὸ θεϊκὸ δώρημα τοῦ στοχασμοῦ, ἀφοῦ ἕνα ἀπὸ τὰ πολύτιμα ἀγαθὰ ποὺ ἡ Σιωπηλή της
παρουσία κομίζει στὸν ἄνθρωπο εἶναι καὶ ἡ φωτεινὴ ἔρευνα τῆς ψυχῆς μέσα στὴν ἡσυχία ποὺ ἁπλώνει τὸ σκοτάδι. Τότε εἶναι ποὺ καταπαύουν τὰ ἔργα τῶν ἀνθρώπων, τότε εἶναι ποὺ ἀνοίγει ἡ ψυχὴ τὶς πύλες της καὶ εἰσοδεύει ὁ στοχασμός, ἡ περιούσια δηλαδὴ ὥρα τῆς τακτοποίησης τῶν ὅσων ἡ μέρα συσσώρευσε
στὰ ἐρμάρια τοῦ εἶναι. Κι εἶναι ἐτοῦτα τόσα πολλά... Πολλὰ καὶ μάλιστα, κάποια ἐξ αὐτῶν -μπορεῖ καὶ τὰ περισσότερα- ἐντελῶς ἄχρηστα, ἐπουσιώδη, περιττά.
Γι᾿ αὐτὸ χρειάζεται ἡ ἡσυχία τῆς Νύχτας, ὥστε νὰ ξεχωριστοῦν τὰ σκουπίδια, νὰ καθαρίσει ἡ ψυχή, νὰ συγυριστεῖ, νὰ καταφέρει νὰ ἐπεξεργαστεῖ ὄλα τὰ χρήσιμα ποὺ ἔλαβε καὶ μὲ τὸ στοχασμὸ νὰ τὰ μεταποιήσει σὲ κανόνα βίου, ἔντιμου καὶ θεοφεγγοῦς βίου.
Καθὼς οἱ θερινὲς οἱ νύχτες, ποὺ διερχόμαστε,
παρέχουν μὲ κάθε ἄνεση τὸ δικαίωμα στὴν κάθε ψυχή, ποὺ ζεῖ τὸν καιρὸ τῶν διακοπῶν της, νὰ βρεῖ τὸν δικό της «ἕρημο τόπο» (Λκ. 4,
42), ὥστε νὰ κατορθώσει νὰ ἀπολεπιστεῖ ἀπὸ τὰ περιττὰ καὶ ἄχρηστα ποὺ μῆνες καὶ μῆνες συλλέγει, εἶναι, πιστεύω,
μεγάλο αὐτὸ τὸ προνόμιο ποὺ παρέχει ὁ Δημιουργός. Γιατὶ ἐκεῖ ποὺ θὰ σκορπίζεται ὁ νοῦς καὶ τὸ εἶναι σὲ νυχτερινὲς εὐωχίες καὶ ἄστατες
περιπέτειες, στὶς ὁποῖες πλὴν τῶν νέων συναριθμοῦνται καὶ ἀρκετοὶ ἐνήλικες, εὐκαιρία εἶναι νὰ ξαποστάσει ὁ ἄνθρωπος τὴν κουρασμένη καὶ ἀγχωμένη του ψυχή,
παραδίδοντάς την μέσα στὴ θεϊκὴ σιωπὴ τῆς νύχτας, στὰ χέρια τοῦ στοχασμοῦ, τῆς προσευχῆς καὶ τῆς ἀνάσας τοῦ Θεοῦ ποὺ ἀνεβαίνει ἀπὸ τὴ μυρωμένη κι ἥσυχη θάλασσα ἤ τὴ ζείδωρη ὀρεινὴ ὁμορφιὰ τοῦ τόπου μας μὲ τὰ βαθύσκια καὶ περήφανα ἀρχαῖα δέντρα του. Εἶναι πιστεύω ἐκεῖνες οἱ στιγμὲς τῆς ἀγραυλίας του, οἱ πλέον
θεραπευτικές, γνήσιες καὶ ἐξάπαντος γεμᾶτες ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ.
π. Κων. Ν.
Καλλιανός
No comments:
Post a Comment