Monday, 1 September 2025

Τα γενόμενα ουκ απογίνονται...

 
Δυο-τρια χρόνια πριν και ως εκ θαύματος, μιά καρυδιά φύτρωσε, στα καλά καθούμενα, ανάμεσα στην κερασιά και στην φραγή  έξω από το παράθυρο του καθιστικού.  Bλέποντας την να αναπτύσσεται μπροστά στα μάτια μου, ο νους μου πηγαίνει στο μάθημα Ωδικής, στο Σχολείο  και στο τραγούδι, <Ως θαυμαστόν το όνομα σου εν πάση  Κύριε τη γη...>, που μας δίδασκε η κυρία Ασπασία στην έκτη τάξη. Μεγαλώνει χρόνο με χρόνο, την κοιτάζω, με κοιτάζει, αλλλοκοιταζόμαστε και με χαιρετά ναζιάρικα πηγαινοφέρνοντας τα κλαδιά της κατά που πάει ο άνεμος. Παρ' όλο το νεαρό της ηλικίας της, είχε την ευγένεια να με εξυπηρετήσει εφοδιάζοντας με, με λίγα φύλλα για την Γιορτή Της Γονατιστής.  Δεν έχει ψηλώσει ακόμα και η φραγή που χρειάζεται κλάδεμα -ο νεαρός κηπουρός κάνει τσαλίμια και εκεί που τον περιμένω δεν εμφανίζεται- την προστατεύει. Ποιός ξέρει πότε θα ενηλικιωθεί και μεγαλώσει αρκετά για να καρποφορήσει.
 

Κουβεντιάζοντας με την συν-Βοσπορίτισσα Πάμελα, που και αυτή δεν ξεχνά σαν και εμένα, τον τόπο που γεννήθηκε, με θύμισε τον καρυδιατζή που πουλούσε νωπά  ζουμερά καρύδια, σχεδόν πράσινα, τυλιγμένα σε φύλλα. Πηγαινοερχόταν σούρτα-φέρτα με να καλάθι παραμάσχαλα,  στην παραλία, αρχίζοντας από το άκομψο ΤΑΡΑΜΠΙΑ ΜΠΟΥΓΙΟΥΚ ΟΤΕΛ -το πρώην αριστοκρατικό και κομψότατο Τοκατλιάν-, προσπερνούσε τα εστιατόρια, έφτανε στο πάρκο, συνέχιζε περνώντας μπροστά από του Ζαρίφη, το σπίτι του Ζωγράφου του γιατρού και τα άλλα αρχοντικά, το δρομάκι της Αγίας Παρασκευής,  μέχρι το Γερμανικό,  διαλαλώντας, <<Karidyatzi, taze ceviz*...>>, και έτρεχαν αυτοί που έκαναν τον περίπατό τους, το μπάνιο τους στην θάλασσα, ακόμα και οι βάρκες που αρμένιζαν στο λιμάνι, -σία τα κουπιά-, πλησίαζαν για να αντλήσουν δροσιά οι λουόμενοι από τα τρυφερά φρούτα της φύσης που έσταζαν φρεσκάδα. 
 
Απ’ τον Αύγουστο χειμώνα, έλεγαν οι παλιοί, μάλλον, θα ήταν τότε που το παλιό ημερολόγιο ήταν στο φόρτε του.  Εδώ που τα λέμε, παλιοί ήταν οι άνθρωποι, παλιό και το ημερολόγιό τους. 
 
Δεν έχουμε και πολλές επιλογές, το καλαντάρι δεν ψεύδεται, θέλουμε δεν θέλουμε, ανάγκα και θεοί πείθονται και μαζί οι συν αυτώ. Οι μέρες μικραίνουν για να μεγαλώνουν οι νύχτες ή το αντίθετο, μεγαλώνουν οι νύχτες για να μικραίνουν οι μέρες. Αυτές τα βρήκαν μεταξύ τους, εμείς ακολουθούμε και ζωή να έχουμε. 
 
Έτσι, εκεί που περιμέναμε να πέσει το καρπούζι στην θάλασσα για να κάνουμε το πρώτο μας μπάνιο, εκεί που περιμέναμε τις έξι του Αυγούστου για να φάμε ευλογημένο σταφύλι, την νηστεία του Δεκαπενταύγουστου και την Γιορτή Της Παναγίας, όχι μόνο φτάσαμε, αλλά προσπεράσαμε και τα Εννιάμερα. Το Όρος του Μελά στον Πόντο αξιώθηκε να ακούσει τα λόγια που χαίρεται να ακούει, ευφράνθηκε και το δικό μας φυλλοκάρδι έστω και από μακριά. Ας είναι καλά η τεχνολογία. Άλλη μια αυστηρή νηστεία, ούτε κόκκινο ούτε μαύρο, για τον Αη Γιάννη και ως που να πεις κρεμμύδι, μπαίνει ο Σεπτέμβριος και η αρχή του Εκκλησιαστικού ημερολογίου με την καθιερωμένη πλέον Ημέρα Προσευχής για το Περιβάλλον. 

Στο περιβάλλον, δεν είμαι σίγουρη αν προσεύχεται, συμμετέχει και η δική μου μικρή καρυδιά.  Σε λίγο, τα φύλλα της,  αφού κιτρινίσουν, αναπόφευκτα  θα πέσουν στο χώμα και τα κλαδάκια της θα μείνουν γυμνά, υπομονετικά όμως θα εγκυμονεί μέχρι την άνοιξη για να ξαναγεννήσει, δίπλα στα ήδη υπάρχοντα, καινούργια κλαριά όπως διατάζει o νόμος της φύσης. Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε.
 
Κουβαλά στην πλάτη του σακούλες  από θύμησες ο Σεπτέμβρης. Ανάμεσά τους και αυτήν του Γκιοκσου. Το Γκιοκσου της Ασιατικής ακτής του Βοσπόρου, κοντά στο Αναντολού Χισάρι, που γινόταν Πανηγύρι όταν γιορτάζει η Παναγία τα γενέθλιά της στις οκτώ του μήνα που η Ρωμιοσύνη της Πόλης έτρεχε για να προσκυνήσει και να περάσει όλη την μέρα της εκεί. Παρέες από γυναικόπαιδα τις πιό πολλές φορές, αφού οι καθημερινές μέρες της εβδομάδας υπερτερούν της  Κυριακής και αφού  οι άνδρες της οικογένειας βρίσκονταν στην βιοπάλη για τα προς το ζειν αναγκαία. Χαρά Θεού και καλή καρδιά και κεφάτη συντροφιά. Ευκαιρία για  αντάμωμα των συγγενών και φίλων που δεν ζούσαν στα ίδια χωριά και προάστια, ήταν και τα προξενιά βλέπετε και η νύφη μετακόμιζε στα λημέρια του γαμπρού, άλλοτε ο γαμπρός πήγαινε σώγαμπρος και κυλούσε η ζωή. Ευκαιρία λοιπόν για αναθέρμανση των σχέσεων, κάτοικοι του Πέρα και του Φερίκιοϊ, από το Μακροχώρι, τον Άγιο Στέφανο και τα  Ψωμαθειά, τα Πριγκηπόνησα, τα Ταταύλα, το Νιχώρι και από τα δικά μου Θεραπειά, το Τσενγκιέλκοϊ και το Καντηλί που είναι κοντά, το Μόδι και από άλλα πολλά μέρη έδραμαν στο όμορφο χωριό που σύμφωνα με μια εκδοχή λεγόταν Ποταμόνον στα Βυζαντινά χρόνια. Ξαναζωντάνευαν λοιπόν οι γνωριμίες και οι φιλίες και οι υποσχέσεις, <να βλεπόμαστε,  να μην χαθούμε, καλέ,  πόσο μεγάλωσε το παιδί, φτού-φτου και ματς-μουτς και πάλι φτου-φτου...>. Κούνιες, και καρό τραπεζομάντηλα στο χορτάρι με τα ντολμαδάκια και το άσπρο τυρί (άγνωστη η λέξη φέτα για τους Πολίτες τότε), κοινώς beyaz peynir και την λατέρνα (που ακουστά την έχω αλλά δεν έτυχε να την απολαύσω) τα λαγινάκια, τα ψάθινα καλαθάκια και καπελάκια που πουλούσαν στις τσιπόρτες** τους οι τσιπόρτατζιδες, αλλά πριν από όλα αυτά,  όλοι, μισοί μέσα-μισοί έξω, ήταν το πρωί στην Λειτουργία. Γίνεται να πας μέχρι εκεί και να μην  Λειτουργηθής;  Απαράβατος κανόνας.
 
Κοντά σε αυτή την γλυκιά θύμηση μιά άλλη, γεμάτη πίκρα και παράπονο. Ξεπηδά σαν σπίθα που τσούζει τα μάτια. Η θύμηση μιάς νύχτας αλλιώτικης που ακούει στο όνομα <Τα Σεπτεμβριανά>. Έχει και άλλους τίτλους. <Τα Γεγονότα του 55, Τότε που μας έσπαζαν, Η 6/7 Σεπτεμβρίου, Η Νύχτα των Κρυστάλλων, Τα Σπασίματα> ή απλά  <Τα Γεγονότα>. Δεν χρειάζεται τίποτα άλλο. Ούτε πρόσθεση, ούτε αφαίρεση. Τι να προσθαφαιρέσεις στις τόσες ονομασίες; Όσες και να πεις δεν φτάνουν.
 
Εβδομήντα χρόνια κλείνουν φέτος, μια  επέτειος που δεν ξεχνιέται αφού τα γενόμενα ουκ απογίνονται.  Κυκλοφορούν και σήμερα φωτογραφίες και ταινίες απαθανατισμένες από τον φακό και τον ηρωϊσμό γενναίων ανθρώπων, που καίνε ακόμα τα σωθικά.  Αυτοί που τα βίωσαν σιγά-σιγά αποβιώνουν. Γεννιέται μια άλλη επέτειος που παίρνει σειρά για να μείνει στα χαρτιά. Θα μιλιέται και θα λέγεται  (και θα πρέπει να μιλιέται), <ο πατέρας μου είπε κι έλεγε... η μαμά μου, ο παππούς μου, η γιαγιά μου έλεγαν..., για το σπίτι και το μαγαζί, τα σπασμένα κεπένγκια,*** τα θρύψαλα, τα ρόπαλα, τις πέτρες και τους λοστούς. Και για την Εκκλησία, τα Δισκοπότηρα στα πατώματα τσαλαπατημένα και τους Σταυρούς, τους συλημένους τάφους, τον Παπά της περιοχής και τον Δεσπότη, για το πηγάδι, το κτίριο της Μητροπόλεως στα Θεραπειά που πυρπολήθηκε, για τον Μητροπολίτη, Αζιζ Ιάκωβο και τους συγγενείς του, που παρά τρίχα γλίτωσαν με την παρέμβαση του Αη-Γιώργη>. Θα έλεγαν άραγε και για τον Διάκο μας Γερμανό και τον Πατέρα Αχιλλέα που ήταν παρόντες; Τον Χριστόφορο και τα άλλα παλικάρια του χωριού που έσπευσαν να <γλυτώσουν> τον Δεσπότη μας, τις πάπιες, τις όρνιθες και τα άλλα πουλερικά που λούφαξαν από φόβο ή από δέος ή και τα δυό μαζί μέσα στο κοτέτσι στο οποίο κατέφυγαν; Θα μιλούσαν για άλλα πολλά, μεταξύ αυτών και για τον άγνωστο αξιωματικό που σαν από μηχανής θεός παρουσιάστηκε και με τον ίδιο τρόπο εξαφανίστηκε (και όποιος θέλει το πιστεύει), τον θείο Τάκη και την θεία Ελένη, την Ρίτα και τον Νίκο, στων οποίων το σπίτι, από κάποια δύναμη και πρόνοια οδηγήθηκε η συντροφιά; 
 
Ένα λιγόωρο κεφάλαιο με ένα δικό του Άλφα κι ένα δικό του Ωμέγα, άνοιξε και έκλεισε αφήνοντας ανεξίτηλα σημάδια. Μιά περίοδος νυχτιάτικης μνήμης, ένα μνημόσυνο, δίχως εμβατήρια, δίχως μπάντα του δήμου να παιανίζει κρατώντας τέμπο, εν-δυο, εν-δυο, με βήμα σχεδόν σημειωτό, ούτε με  θλιμμένες καμπάνες, χωρίς κόλλυβα στον σολέα της Εκκλησίας, περνά στην ιστορία και έτσι όπως πάει θα μείνει, "Μια φορά κι έναν καιρό", όπως λεν στα παραμύθια.
 
Νίκη Beales
 
Τώρα που το Καλοκαίρι τελειώνει
Η Κατάθεση Της Αγίας Ζώνης
Τελευταία μέρα του Αυγούστου 2025
 
Μπάκινγκχαμ, Αγγλία,
 
* φρέσκα καρύδια
** πρόχειροι πάγκοι
*** ρολά καταστημάτων

No comments: