Στο Κέντρο Ανατολικού Χριστιανισμού, που εδρεύει στο Κολέγιο του Heythrop (Πανεπιστήμιο του Λονδίνου), οργανώθηκε στις 18 και 19 Ιανουαρίου ένα Συνέδριο, με θέμα: «Η Ανατολική Καθολική Εκκλησία στη σύγχρονη Ευρώπη». Το Συνέδριο επικεντρώθηκε στην ιστορία του Ουνιτισμού, στην τρέχουσα κατάσταση, στις μελλοντικές προοπτικές, με παράλληλη παράθεση πολλών παραδειγμάτων. Όσον αφορά το όνομα της εκκλησιαστικής αυτής ομάδας, θα πρέπει να σημειωθεί ότι είναι γνωστή με την ονομασία Ανατολική Καθολική Εκκλησία, ενώ οι οπαδοί της ονομάζονται Έλληνες Καθολικοί (έτσι είναι γνωστοί στη Δύση), κι επίσης ως Ουνίτες (ονομασία που χρησιμοποιείται κυρίως από τον Ορθόδοξο χώρο).
Οι Σύνεδροι στο εν λόγω Συνέδριο μελέτησαν συγκεκριμένα τη θέση που κατέχει μέσα στην Χριστιανοσύνη η Ουνιτική ομάδα. Είναι γεγονός ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει ανοικτά ζητήματα, ακόμα δε και πληγές, από την σχέση της με τον Ουνιτισμό. Ένα από αυτά φαίνεται και από το όνομα που έχει δοθεί στον Ουνιτισμό από σύγχρονους μελετητές του, ως «ενδιάμεσες Εκκλησίες» (Churches In-between), που σημαίνει βέβαια ανάμεσα στην Ορθοδοξία και τον Ρ/Καθολικισμό. Η Ουνιτική εκκλησιαστική ομάδα παρουσιάζεται επίσης και ως μια έκφραση της ποικιλίας (diversity) της Ρ/Καθολικής Παράδοσης στον σύγχρονο κόσμο. Πάντως από την μελέτη του φαινομένου αποδεικνύεται πως οι Ουνίτες παρουσιάζουν μια διακριτή εκκλησιαστική αλλά και κοινωνική ταυτότητα, όχι αποκλειστικά και μόνο στην Ευρώπη, όπου έχουν «γεννηθεί», αλλά και διεθνώς, όπου δραστηριοποιούνται μέσω των Αποδήμων Ουνιτικών εκκλησιαστικών ομάδων.
Ένας από τους στόχους του Συνεδρίου ήταν να ερευνήσει διάφορα πλαίσια θρησκευτικής και εκκλησιαστικής δράσης του Ουνιτισμού στον χωρόχρονο της σύγχρονης ιστορίας, μέσω της ανάλυσης πολυάριθμων περιστατικών. Τα κείμενα και τα αποτελέσματα του Συνεδρίου θα εκδοθούν από τον Εκδοτικό Οίκο «Routledge» σε ειδικό Τόμο, ο οποίος θα κυκλοφορήσει την 1η Νοεμβρίου 2012, με τίτλο «Ο Ανατολικός Καθολικός Χριστιανισμός στη σύγχρονη Ευρώπη».
Αρκετοί από τους συγγραφείς αυτού του Τόμου συμμετείχαν στο Συνέδριο, με σκοπό να παρουσιάσουν αναλυτικά τα ευρήματά τους. Στην αρχή του Συνεδρίου τονίσθηκε πως η εν λόγω ακαδημαϊκή προσπάθεια σκοπό είχε να συμβάλλει στην κατανόηση του φαινομένου της Ανατολικής Καθολικής Εκκλησίας, αλλά και γενικώτερα της Ρ/Καθολικής Εκκλησίας. Οι Ουνίτες σύνεδροι υποστήριξαν την άποψη ότι η ομάδα τους έχει υποστεί διωγμούς, στην διάρκεια της ζωής και ιστορίας της, και από τα κομμουνιστκά καθεστώτα της Ανατολικής Ευρώπης, αλλά και από την επίσημη Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία δεν αποδέχεται την δράση των Ουνιτών στον χώρο της. Πάντως στο Συνέδριο αυτό συμμετείχαν και κάποιοι Ορθόδοξοι κληρικοί και λαϊκοί, οι οποίοι είχαν την ευκαιρία να εκφράσουν ελεύθερα, αλλά χωρίς πολεμική γλώσσα και ορολογία, την άποψη της Εκκλησίας μας, γύρω από το σημαντικό αυτό φαινόμενο του Ουνιτισμού.
Για το ζήτημα της ονομασίας των Ουνιτών, ο σύνεδρος Simon Marincak που ομίλησε για την Σλοβακική Ελληνική Εκκλησία, ανέφερε πως η επίσημη ονομασία είναι «Έλληνες Καθολικοί», ενώ η Daniela Kalkandijeva, η οποία ομίλησε για την περίπτωση της Βουλγαρίας, είπε πως στη χώρα της η γνωστότερη και πιο διαδεδομένη ονομασία είναι «Ουνίτες».
Στην περίπτωση της Ρουμανίας, ο Ciprian Ghisa ανέφερε πως η Αυστριακή Αυτοκρατορία ονόμαζε τους Έλληνες Καθολικούς ως «Ουνίτες», ενώ ονόμαζε τους Ορθόδοξους «Μη Ουνίτες» (Non-Uniates), δημιουργώντας έτσι μια πολεμική αντιπαράθεση. Ο ίδιος ομιλητής τόνισε πως η ενότητα μεταξύ των Ρ/Καθολικών και των Ουνιτών βασίσθηκε στην πίστη (in fide) κι όχι στη λατρεία (in ritu).
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί πως υπάρχει οπωσδήποτε διαφοροποίηση μεταξύ Ρ/Καθολικών και Ουνιτών στον τομέα του λειτουργικού τυπικού, αφού οι Ρ/Καθολικοί χρησιμοποιούν το λατινικό τυπικό ενώ οι Ουνίτες το βυζαντινό.
Ο Lucian Leustean ανέφερε πως η Ορθόδοξη Εκκλησία αντιλαμβάνεται τον Ουνιτισμό ως «δούρειο ίππο», ο οποίος θα πρέπει να καταστραφεί. Αυτό βέβαια είναι μια πραγματικότητα, αφού το Ουνιτικό ζήτημα έχει δημιουργήσει τεράστια προβλήματα σε διάφορες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Εκείνο το σημείο που δημιούργησε αίσθηση, ιδιαίτερα στους Ορθόδοξους συνέδρους, ήταν ότι αποδείχθηκε πως οι Ουνιτικές ομάδες είναι ιδιαίτερα εθνικιστικές, σε αντίθεση με την οικουμενικότητα του Ρ/Καθολικισμού. Απ’ ό,τι φάνηκε στο Συνέδριο η πλέον εθνοφυλετική Ουνιτική ομάδα είναι η Αρμενική, για την οποία ομίλησε ο John Wooley. Αυτή δέχεται ως μέλη αποκλειστικά Αρμενίους. Αυτό το γεγονός -όπως και συζητήθηκε εκτενώς- θα δημιουργήσει προβλήματα στην ύπαρξη της ομάδας αυτής, ιδιαίτερα στο τμήμα της Διασποράς της.
Ο Anthony O’Mahony, ο οποίος είναι διακεκριμένος Καθηγητής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, παρουσίασε τα αποτελέσματα της έρευνάς του αναφορικά με τους Ιταλο-Αλβανούς, που συστήνουν την Ελληνική Καθολική (Βυζαντινή) Εκκλησία της σύγχρονης Ιταλίας, και αναφορικά με την Ανατολική Βυζαντινή Καθολική Εκκλησία στην Ελλάδα και την Τουρκία. Ο ίδιος ομιλητής ανέφερε πως η δυνατότητα να αναγνωρισθεί κάποιος ως Ανατολικός Καθολικός έγινε πραγματικότητα κατά την τελευταία περίοδο της Οθωμανικής κυριαρχίας, εξ ου και η γέννηση της Ελληνικής Καθολικής Εκκλησίας σε Ελλάδα και Τουρκία, αρχής γενομένης από την Κωνσταντινούπολη. Υπογράμμισε πάντως πως στην εποχή μετά την Β΄ Σύνοδο του Βατικανού οι Ελληνόρυθμοι Καθολικοί αντιμετωπίζονται ως τμήμα της Ρ/Καθολικής Εκκλησίας και όχι ως διακριτή ομάδα. Σήμερα η Ουνιτική ομάδα των Αθηνών (η οποία όπως αναφέρθηκε αριθμεί 2500 μέλη) εξυπηρετεί τις ποιμαντικές ανάγκες Ελλήνων, Ουκρανών, Ρουμάνων, καθώς και Ουνιτών από άλλες εθνότητες, αποκτώντας έτσι έναν διεθνιστικό χαρακτήρα που υπερβαίνει στην πράξη τα όρια του εθνοφυλετισμού.
Το παράδειγμα της Ρωσίας, το οποίο δόθηκε από την Stefanie Hugh-Donovan, είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον, αφού ο βασικός λόγος της γέννησής του ήταν ότι πολλοί είχαν πιστέψει ότι μέσω αυτής της Ουνιτικής οδού θα μπορούσε να προωθηθεί η ενότητα μεταξύ Ορθοδόξων και Ρ/Καθολικών.
Στην περίπτωση πάντως της Γεωργίας, την οποία παρουσίασε ο John Flannery, υπάρχει ένα μυστηριώδες όσο και μοναδικό γεγονός, ότι ο Πατριάρχης Κύριλλος Β΄ (1917-18) είναι ο μόνος αρχηγός Ορθόδοξης Εκκλησίας που έχει αναγνωρίσει με απόφασή του την «Ουνιτική Εκκλησία».
Ο Robin Gibbons παρουσίασε το όχι πολύ γνωστό θέμα της Διασποράς των Ουνιτών, που αποδεικνύει τη ρευστότητα των παραδοσιακών δομών του Χριστιανισμού στη τρέχουσα χρονική συγκυρία και πραγματικότητα. Το κέντρο της Χριστιανικής μαρτυρίας και ζωής φαίνεται πως έχει μεταφερθεί εκτός της Ευρωπαϊκής ηπείρου. Ήδη, άλλες περιοχές του πλανήτη, με μεγάλες πληθυσμιακά ομάδες, πρωταγωνιστούν στον τομέα της Χριστιανικής δραστηριότητας και στην διάδοση του Ευαγγελικού μηνύματος. Η Αμερική, η υπο-Σαχάριος Αφρική, αλλά κυρίως η Ασία (με βασικές περιοχές την Ινδία και την Κίνα) βρίσκονται σήμερα στο Χριστιανικό προσκήνιο. Αυτό το νέο δεδομένο, όσον αφορά την διάδοση του Χριστιανισμού, αφορά κυρίως τους Ρ/Καθολικούς, τους Ουνίτες, τους Αγγλικανούς και τους Προτεστάντες. Η Ορθόδοξη Εκκλησία φαίνεται -τουλάχιστον από την πληθυσμιακή της σύνθεση- να είναι ακόμα επικεντρωμένη στην Ευρώπη. (Τα στοιχεία αυτά αποτελούν αποτελέσματα πρόσφατης έρευνας, η οποία -εκτός των άλλων- δείχνει πως οι Ορθόδοξοι αποτελούν το 12% του Χριστιανισμού παγκοσμίως). Το σύγχρονο φαινόμενο βέβαια των συνεχών μετακινήσεων των παραδοσιακών Χριστιανικών ομάδων και πληθυσμών δημιουργεί καινούργια δεδομένα σε παγκόσμιο επίπεδο. Η Διασπορά φανερώνεται πια ως μια πραγματικότητα που αφορά και ενδιαφέρει όλες τις Χριστιανικές Ομολογίες και Δικαιοδοσίες. Το γεγονός αυτό δημιουργεί την ανάγκη για αναζήτηση νέων και σύγχρονων λύσεων σε μια σειρά από πολλά και διάφορα προβλήματα που αναφύονται συνεχώς.
Το Συνέδριο έδειξε με γραφικό τρόπο πως οι διάφορες εθνικές Ουνιτικές ομάδες δημιουργήθηκαν σε διαφορετικές χρονικές περιόδους, για διαφορετικούς λόγους η μία από την άλλη, χωρίς να έχουν κοινή εκκλησιολογία. Παρόλα αυτά η Ρώμη δέχθηκε όλες αυτές τις ομάδες και τις ενέταξε υπό την εκκλησιαστική της αιγίδα, έχοντας μαζί τους ευχαριστική διακοινωνία. Ήταν πραγματικά ενδιαφέρον, ειδικά για τους Ορθόδοξους συνέδρους, να διαπιστώσουν και να βεβαιωθούν πως ο Ρ/Καθολικισμός έχει μέσα στους κόλπους του διάφορες και διαφορετικές εκκλησιαστικές παραδόσεις και πρακτικές.
Το Συνέδριο ολοκληρώθηκε με την τέλεση Θείας Λειτουργίας από τους Μελκίτες Ελληνο-Καθολικούς, στο Παρεκκλήσι του Κολεγίου του Heythrop. Το Παρεκκλήσι παραχωρήθηκε ευγενώς από τις Ρ/Καθολικές Αδελφές της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, οι οποίες το έχουν υπό την εποπτεία τους. Η άκρως ενδιαφέρουσα Θεία Λειτουργία τελέσθηκε με το Βυζαντινό τυπικό, εμπεριέχοντας όμως και στοιχεία του Λατινικού λειτουργικού τυπικού, κάνοντας έτσι την όλη Ακολουθία αρκετά διαφορετική και διακριτή, σε σχέση με αυτά που γνωρίζει κανείς ακολουθώντας ξεχωριστά την Ανατολική ή τη Δυτική λειτουργική παράδοση.
Οι Σύνεδροι στο εν λόγω Συνέδριο μελέτησαν συγκεκριμένα τη θέση που κατέχει μέσα στην Χριστιανοσύνη η Ουνιτική ομάδα. Είναι γεγονός ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει ανοικτά ζητήματα, ακόμα δε και πληγές, από την σχέση της με τον Ουνιτισμό. Ένα από αυτά φαίνεται και από το όνομα που έχει δοθεί στον Ουνιτισμό από σύγχρονους μελετητές του, ως «ενδιάμεσες Εκκλησίες» (Churches In-between), που σημαίνει βέβαια ανάμεσα στην Ορθοδοξία και τον Ρ/Καθολικισμό. Η Ουνιτική εκκλησιαστική ομάδα παρουσιάζεται επίσης και ως μια έκφραση της ποικιλίας (diversity) της Ρ/Καθολικής Παράδοσης στον σύγχρονο κόσμο. Πάντως από την μελέτη του φαινομένου αποδεικνύεται πως οι Ουνίτες παρουσιάζουν μια διακριτή εκκλησιαστική αλλά και κοινωνική ταυτότητα, όχι αποκλειστικά και μόνο στην Ευρώπη, όπου έχουν «γεννηθεί», αλλά και διεθνώς, όπου δραστηριοποιούνται μέσω των Αποδήμων Ουνιτικών εκκλησιαστικών ομάδων.
Ένας από τους στόχους του Συνεδρίου ήταν να ερευνήσει διάφορα πλαίσια θρησκευτικής και εκκλησιαστικής δράσης του Ουνιτισμού στον χωρόχρονο της σύγχρονης ιστορίας, μέσω της ανάλυσης πολυάριθμων περιστατικών. Τα κείμενα και τα αποτελέσματα του Συνεδρίου θα εκδοθούν από τον Εκδοτικό Οίκο «Routledge» σε ειδικό Τόμο, ο οποίος θα κυκλοφορήσει την 1η Νοεμβρίου 2012, με τίτλο «Ο Ανατολικός Καθολικός Χριστιανισμός στη σύγχρονη Ευρώπη».
Αρκετοί από τους συγγραφείς αυτού του Τόμου συμμετείχαν στο Συνέδριο, με σκοπό να παρουσιάσουν αναλυτικά τα ευρήματά τους. Στην αρχή του Συνεδρίου τονίσθηκε πως η εν λόγω ακαδημαϊκή προσπάθεια σκοπό είχε να συμβάλλει στην κατανόηση του φαινομένου της Ανατολικής Καθολικής Εκκλησίας, αλλά και γενικώτερα της Ρ/Καθολικής Εκκλησίας. Οι Ουνίτες σύνεδροι υποστήριξαν την άποψη ότι η ομάδα τους έχει υποστεί διωγμούς, στην διάρκεια της ζωής και ιστορίας της, και από τα κομμουνιστκά καθεστώτα της Ανατολικής Ευρώπης, αλλά και από την επίσημη Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία δεν αποδέχεται την δράση των Ουνιτών στον χώρο της. Πάντως στο Συνέδριο αυτό συμμετείχαν και κάποιοι Ορθόδοξοι κληρικοί και λαϊκοί, οι οποίοι είχαν την ευκαιρία να εκφράσουν ελεύθερα, αλλά χωρίς πολεμική γλώσσα και ορολογία, την άποψη της Εκκλησίας μας, γύρω από το σημαντικό αυτό φαινόμενο του Ουνιτισμού.
Για το ζήτημα της ονομασίας των Ουνιτών, ο σύνεδρος Simon Marincak που ομίλησε για την Σλοβακική Ελληνική Εκκλησία, ανέφερε πως η επίσημη ονομασία είναι «Έλληνες Καθολικοί», ενώ η Daniela Kalkandijeva, η οποία ομίλησε για την περίπτωση της Βουλγαρίας, είπε πως στη χώρα της η γνωστότερη και πιο διαδεδομένη ονομασία είναι «Ουνίτες».
Στην περίπτωση της Ρουμανίας, ο Ciprian Ghisa ανέφερε πως η Αυστριακή Αυτοκρατορία ονόμαζε τους Έλληνες Καθολικούς ως «Ουνίτες», ενώ ονόμαζε τους Ορθόδοξους «Μη Ουνίτες» (Non-Uniates), δημιουργώντας έτσι μια πολεμική αντιπαράθεση. Ο ίδιος ομιλητής τόνισε πως η ενότητα μεταξύ των Ρ/Καθολικών και των Ουνιτών βασίσθηκε στην πίστη (in fide) κι όχι στη λατρεία (in ritu).
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί πως υπάρχει οπωσδήποτε διαφοροποίηση μεταξύ Ρ/Καθολικών και Ουνιτών στον τομέα του λειτουργικού τυπικού, αφού οι Ρ/Καθολικοί χρησιμοποιούν το λατινικό τυπικό ενώ οι Ουνίτες το βυζαντινό.
Ο Lucian Leustean ανέφερε πως η Ορθόδοξη Εκκλησία αντιλαμβάνεται τον Ουνιτισμό ως «δούρειο ίππο», ο οποίος θα πρέπει να καταστραφεί. Αυτό βέβαια είναι μια πραγματικότητα, αφού το Ουνιτικό ζήτημα έχει δημιουργήσει τεράστια προβλήματα σε διάφορες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Εκείνο το σημείο που δημιούργησε αίσθηση, ιδιαίτερα στους Ορθόδοξους συνέδρους, ήταν ότι αποδείχθηκε πως οι Ουνιτικές ομάδες είναι ιδιαίτερα εθνικιστικές, σε αντίθεση με την οικουμενικότητα του Ρ/Καθολικισμού. Απ’ ό,τι φάνηκε στο Συνέδριο η πλέον εθνοφυλετική Ουνιτική ομάδα είναι η Αρμενική, για την οποία ομίλησε ο John Wooley. Αυτή δέχεται ως μέλη αποκλειστικά Αρμενίους. Αυτό το γεγονός -όπως και συζητήθηκε εκτενώς- θα δημιουργήσει προβλήματα στην ύπαρξη της ομάδας αυτής, ιδιαίτερα στο τμήμα της Διασποράς της.
Ο Anthony O’Mahony, ο οποίος είναι διακεκριμένος Καθηγητής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, παρουσίασε τα αποτελέσματα της έρευνάς του αναφορικά με τους Ιταλο-Αλβανούς, που συστήνουν την Ελληνική Καθολική (Βυζαντινή) Εκκλησία της σύγχρονης Ιταλίας, και αναφορικά με την Ανατολική Βυζαντινή Καθολική Εκκλησία στην Ελλάδα και την Τουρκία. Ο ίδιος ομιλητής ανέφερε πως η δυνατότητα να αναγνωρισθεί κάποιος ως Ανατολικός Καθολικός έγινε πραγματικότητα κατά την τελευταία περίοδο της Οθωμανικής κυριαρχίας, εξ ου και η γέννηση της Ελληνικής Καθολικής Εκκλησίας σε Ελλάδα και Τουρκία, αρχής γενομένης από την Κωνσταντινούπολη. Υπογράμμισε πάντως πως στην εποχή μετά την Β΄ Σύνοδο του Βατικανού οι Ελληνόρυθμοι Καθολικοί αντιμετωπίζονται ως τμήμα της Ρ/Καθολικής Εκκλησίας και όχι ως διακριτή ομάδα. Σήμερα η Ουνιτική ομάδα των Αθηνών (η οποία όπως αναφέρθηκε αριθμεί 2500 μέλη) εξυπηρετεί τις ποιμαντικές ανάγκες Ελλήνων, Ουκρανών, Ρουμάνων, καθώς και Ουνιτών από άλλες εθνότητες, αποκτώντας έτσι έναν διεθνιστικό χαρακτήρα που υπερβαίνει στην πράξη τα όρια του εθνοφυλετισμού.
Το παράδειγμα της Ρωσίας, το οποίο δόθηκε από την Stefanie Hugh-Donovan, είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον, αφού ο βασικός λόγος της γέννησής του ήταν ότι πολλοί είχαν πιστέψει ότι μέσω αυτής της Ουνιτικής οδού θα μπορούσε να προωθηθεί η ενότητα μεταξύ Ορθοδόξων και Ρ/Καθολικών.
Στην περίπτωση πάντως της Γεωργίας, την οποία παρουσίασε ο John Flannery, υπάρχει ένα μυστηριώδες όσο και μοναδικό γεγονός, ότι ο Πατριάρχης Κύριλλος Β΄ (1917-18) είναι ο μόνος αρχηγός Ορθόδοξης Εκκλησίας που έχει αναγνωρίσει με απόφασή του την «Ουνιτική Εκκλησία».
Ο Robin Gibbons παρουσίασε το όχι πολύ γνωστό θέμα της Διασποράς των Ουνιτών, που αποδεικνύει τη ρευστότητα των παραδοσιακών δομών του Χριστιανισμού στη τρέχουσα χρονική συγκυρία και πραγματικότητα. Το κέντρο της Χριστιανικής μαρτυρίας και ζωής φαίνεται πως έχει μεταφερθεί εκτός της Ευρωπαϊκής ηπείρου. Ήδη, άλλες περιοχές του πλανήτη, με μεγάλες πληθυσμιακά ομάδες, πρωταγωνιστούν στον τομέα της Χριστιανικής δραστηριότητας και στην διάδοση του Ευαγγελικού μηνύματος. Η Αμερική, η υπο-Σαχάριος Αφρική, αλλά κυρίως η Ασία (με βασικές περιοχές την Ινδία και την Κίνα) βρίσκονται σήμερα στο Χριστιανικό προσκήνιο. Αυτό το νέο δεδομένο, όσον αφορά την διάδοση του Χριστιανισμού, αφορά κυρίως τους Ρ/Καθολικούς, τους Ουνίτες, τους Αγγλικανούς και τους Προτεστάντες. Η Ορθόδοξη Εκκλησία φαίνεται -τουλάχιστον από την πληθυσμιακή της σύνθεση- να είναι ακόμα επικεντρωμένη στην Ευρώπη. (Τα στοιχεία αυτά αποτελούν αποτελέσματα πρόσφατης έρευνας, η οποία -εκτός των άλλων- δείχνει πως οι Ορθόδοξοι αποτελούν το 12% του Χριστιανισμού παγκοσμίως). Το σύγχρονο φαινόμενο βέβαια των συνεχών μετακινήσεων των παραδοσιακών Χριστιανικών ομάδων και πληθυσμών δημιουργεί καινούργια δεδομένα σε παγκόσμιο επίπεδο. Η Διασπορά φανερώνεται πια ως μια πραγματικότητα που αφορά και ενδιαφέρει όλες τις Χριστιανικές Ομολογίες και Δικαιοδοσίες. Το γεγονός αυτό δημιουργεί την ανάγκη για αναζήτηση νέων και σύγχρονων λύσεων σε μια σειρά από πολλά και διάφορα προβλήματα που αναφύονται συνεχώς.
Το Συνέδριο έδειξε με γραφικό τρόπο πως οι διάφορες εθνικές Ουνιτικές ομάδες δημιουργήθηκαν σε διαφορετικές χρονικές περιόδους, για διαφορετικούς λόγους η μία από την άλλη, χωρίς να έχουν κοινή εκκλησιολογία. Παρόλα αυτά η Ρώμη δέχθηκε όλες αυτές τις ομάδες και τις ενέταξε υπό την εκκλησιαστική της αιγίδα, έχοντας μαζί τους ευχαριστική διακοινωνία. Ήταν πραγματικά ενδιαφέρον, ειδικά για τους Ορθόδοξους συνέδρους, να διαπιστώσουν και να βεβαιωθούν πως ο Ρ/Καθολικισμός έχει μέσα στους κόλπους του διάφορες και διαφορετικές εκκλησιαστικές παραδόσεις και πρακτικές.
Το Συνέδριο ολοκληρώθηκε με την τέλεση Θείας Λειτουργίας από τους Μελκίτες Ελληνο-Καθολικούς, στο Παρεκκλήσι του Κολεγίου του Heythrop. Το Παρεκκλήσι παραχωρήθηκε ευγενώς από τις Ρ/Καθολικές Αδελφές της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, οι οποίες το έχουν υπό την εποπτεία τους. Η άκρως ενδιαφέρουσα Θεία Λειτουργία τελέσθηκε με το Βυζαντινό τυπικό, εμπεριέχοντας όμως και στοιχεία του Λατινικού λειτουργικού τυπικού, κάνοντας έτσι την όλη Ακολουθία αρκετά διαφορετική και διακριτή, σε σχέση με αυτά που γνωρίζει κανείς ακολουθώντας ξεχωριστά την Ανατολική ή τη Δυτική λειτουργική παράδοση.
Δημήτρης Σαλαπάτας
Θεολόγος-Διεθνολόγος
Θεολόγος-Διεθνολόγος
Πηγή: ΙΕΡΟ ΒΗΜΑ
No comments:
Post a Comment