Στο
πρόσφατο ταξίδι μου στη Ρωσία εκτός από τις μεγαλουπόλεις της Μόσχας και της
Αγίας Πετρούπολης, είχα την ευκαιρία να επισκεφτώ την περιοχές του Ζαγκόρσκ,
του Σούζνταλ και του Βλαντίμιρ. Όλες αυτές είναι μεσαιωνικές πόλεις προυπάρχουσες της
Μόσχας, που έχουν στην πλάτη τους μια ιστορία περίπου χιλίων ετών, αποτελούσαν
τα αρχαία ανεξάρτητα δουκάτα της περιοχής και προφυλάσσονταν με τα κρεμλίνα
τους (τα οχυρά τους, δηλαδή).
Πρώτη
μας στάση ήταν το Ζαγκόρσκ, όπως έμεινε γνωστό κατά την διάρκεια της Σοβιετικής
Ένωσης. Η άλλη ονομασία του είναι Σέργιγιεβ Ποσάντ και είναι πασίγνωστο
παγκοσμίως για την Λαύρα του Αγίου Σεργίου και για τα πλήθη των ορθόδοξων
προσκυνητών. Ο Άγιος Σέργιος δεν έχει καμία σχέση με τον δικό μας Άγιο Σέργιο
που γνωρίζουμε και που τιμάμε μαζί με τον Άγιο Βάκχο. Έχει μια δική του ιστορία η οποία
ξεκινήσε τον 14ο αιώνα στην Ρωσία όταν αυτός έγινε ερημίτης. Πολύ γρήγορα πλήθος πιστών τον ακολούθησε και τότε
αυτός, το 1345 ίδρυσε το Μοναστήρι της Αγίας Τριάδας. Αρχικά ήταν ένα μικρό, ξύλινο
κτίσμα, αλλά πολύ γρήγορα λόγω της συρροής των πιστών, μοναχών και λαϊκών,
χτίστηκαν αρκετά κτήρια για να εξυπηρετούν τις ανάγκες της μονής. Σήμερα
υπάρχει ένα αρχιτεκτονικό συγκρότημα που περιλαμβάνει πενήντα κτήρια, τα πιο
σημαντικά από αυτά είναι η εκκλησία της Αγίας Τριάδας (περίφημη για τους
χρυσούς τρούλους της και για τις εξαίρετες αγιογραφίες του Αντρέι Ρουμπλιόφ), η
εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου, η οποία ιδρύθηκε από τον Ιβάν τον Τρομερό
το 1585 ως ένδειξη μετανοίας για τον φόνο του γιου του (μέσα σε αυτόν τον ναό
υπάρχει ο μοναδικός τάφος τσάρου που δεν βρίσκεται στο Κρεμλίνο της Μόσχας και
στον Ναό Πέτρου και Παύλου της Αγίας Πετρούπολης. Είναι ο τάφος του τσάρου Μπορίς Γκοντουνόφ, του άτυχου
και οραματιστή τσάρου της Ρωσίας, του ανθρώπου που αν δεν ήταν καχύποπτος θα
είχε μεγαλουργήσει. Σε αυτόν τον ναό επίσης βρίσκεται το λείψανο του Μάξιμου του Γκραικού, του
μορφωμένου Έλληνα μοναχού που μετέφρασε την Αγία Γραφή στη ρώσικη γλώσσα, η
εκκλησία του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή, η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής και
πολλές άλλες. Η τσαρίνα Ελισάβετ, η κόρη
του Μεγάλου Πέτρου, έχτισε το ψηλό καμπαναριό της Μονής, ύψους 88 μέτρων, στην
εποχή του ήταν το ψηλότερο κτήριο στη Ρωσία. Σε αυτό το τεράστιο συγκρότημα
εκκλησιών εκτίθενται αγιογραφίες, βιβλία, κειμήλια, ενδύματα, χειρόγραφα. Οι
τουριστικοί οδηγοί δεν έχουν άδικο όταν το ονομάζουν «το Βατικανό της Ρωσίας». Το Ζαγκόρσκ μέχρι και το 1983 ήταν η έδρα του Ρώσικου
Πατριαρχείου. Από το 1993 και ύστερα όλο το κτηριακό συγκρότημα περιλαμβάνεται
και προστατεύεται ως παγκόσμια καλλιτεχνική κληρονομιά από την Ουνέσκο.
Δεύτερη
στάση στο οδοιπορικό μας ήταν η πόλη του Σούζνταλ, στην οποία διανυκτερεύσαμε. Το Σούζνταλ είναι από τις
παλαιότερες πόλεις της Ρωσίας. Εγγράφως αναφορά για αυτό γίνεται από το 1024.
Και στην διάρκεια του 12ου και του 13ου αιώνα η πόλη γνώρισε μεγάλη άνθηση,
αφού υπήρχε νομισματοκοπείο που έκοβε δικό της νόμισμα. Κατάφερε να επιζήσει από τις επιθέσεις των Μογκόλων
και των Τατάρων χάρη στα τείχη της του Κρεμλίνου και της τάφρου και του φυσικού
οχυρού του ποταμού Καμένκα. Μετά τον 15ο αιώνα το Σούζνταλ υποτάχθηκε στη
Μόσχα, η εποχή των ανεξάρτητων δουκάτων έλαβε τέλος. Παρόλα αυτά, συνέχισε να
έχει αίγλη, γιατί έως και τον 18ο αιώνα υπήρξε κέντρο της αρχιεπισκοπής. Μετά
όμως η αρχιεπισκοπή μεταφέρθηκε στο Βλαντίμιρ. Τον επόμενο αιώνα ο σιδηρόδρομος
που ένωνε τα μεγάλα αστικά κέντρα πέρασε πάλι από το Βλαντίμιρ, αφήνοντας το
Σούζνταλ απέξω. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν το Σούζνταλ να παραμείνει έως τις
μέρες μας μια ονειρική, παραμυθένια πόλη που δεν την άγγιξε η τεχνολογία.
Σήμερα θεωρείται ένα από τα ελάχιστα αυθεντικά, ιστορικά μέρη της Ρωσίας και
την επισκέπτονται εκατομμύρια τουρίστες κάθε χρόνο. Αξίζει κανείς να την επισκεφτεί
για να δει μέρος των αυθεντικών τείχων του κρεμλίνου της, για να δει το
λαογραφικό μουσείο ξύλινης τέχνης και παράδοσης (με ξύλινες καλύβες του 18ου
και του 19ου αιώνα), καθώς και το Μοναστήρι του Αγίου Ευθυμίου με τις περίφημες
καμπάνες του που κρούουν κάθε μέρα ακριβώς στις δώδεκα το μεσημέρι.
Τρίτη και τελευταία στάση μας
στην επαρχία της Ρωσίας, αποτέλεσε η προαναφερόμενη πόλη του Βλαντίμιρ. Τον 12ο αιώνα το Βλαντίμιρ γνώρισε την μεγάλη
ακμή του, υπό την ηγεσία του Αντρέι Μπογκολιούμπσκι, του Πρίγκιπα του
Πριγκιπάτου εκείνη την εποχή. Τεχνίτες
από όλη την Ευρώπη έχτισαν κάποια από τα κτήρια που θαυμάζουμε εμείς σήμερα και
το Βλαντίμιρ θεωρείτο μια από τις ομορφότερες πόλεις της Ευρώπης. Μετά έγινε η
μογγολική εισβολή, μετά το Βλαντίμιρ υποτάχθηκε και αυτό στην εξουσία της
Μόσχας. Μετά
άρχισε η βιομηχανοποίηση, τα ψηλά και άχαρα κτήρια, οι ηλεκτρικές συσκευές, οι
συγκοινωνίες. Παρόλα αυτά, το Βλαντίμιρ εξακολουθεί να είναι όμορφο και τρία
από τα ιστορικά του κτήρια παραμένουν για εμάς τους σύγχρονους επισκέπτες,
μπορούμε να τα επισκεφτούμε και να τα χαρούμε. Προστατεύονται και αυτά από την Ουνέσκο και χιλιάδες τουρίστες έχουν
πρόσβαση σε αυτά. Μιλάμε για τον Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου που άρχισε να χτίζεται από το
1158 από τον πρίγκιπα Αντρέι Μπογκολιούμπσκι. Διαθέτει πέντε τρούλους και έχει
αγιογραφηθεί από τον περίφημιο Αντρέι Ρουμπλιόφ, τον Ναό του Αγίου Δημητρίου
που χτίστηκε το 1194 σε βυζαντινή μορφή ή όπως λένε οι Ρώσοι σε μορφή κερί (λόγω
του σχήματος του καμπαναριού του και του τετράγωνου περιβλήματός του. Προσέξετε
ιδαίτερα τις ανάγλυφες τοιχογραφίες του ναού με τα τέρατα και όλα τα άλλα
μυθικά πλάσματα) και την Χρυσή Πύλη της πόλης που χτίστηκε το 1158 και κοσμεί
ακόμη τον κεντρικό δρόμο του Βλαντίμιρ.
Για
μένα αυτή ήταν μια πολύ μικρή πρώτη γνωριμία με όλα αυτά τα μέρη που κάποια μου
ήταν εντελώς άγνωστα και κάποια άλλα κάπως γνωστά και ίσως και αγαπημένα.
Επιφυλάσσομαι να αναφερθώ ξανά σε θέματα που θέλω να αναπτύξω περισσότερο, όπως
το έργο και τη ζωή του Μπορίς Γκοντουνόφ, του Μάξιμου του Γραικού και άλλα.
Ελπίζω να μην σας κούρασα και να σας μετέφερα έστω και ελάχιστα το δικό μου
ενδιαφέρον για αυτήν την πλευρά της γης, που έχει πολλά κοινά με την Ελλάδα
μας.
Εύη
Ρούτουλα
No comments:
Post a Comment