Wednesday, 4 October 2017

Ο Ιωάννης Καποδίστριας και η σημερινή πραγματικότητα*

          Θερμές ευχαριστίες οφείλω εις τον Σεβασμιώτατον Μητροπολίτη Κερκύρας κ. Νεκτάριο για την τιμητική δι’ εμέ πρόσκληση, να σας ομιλήσω για τον αγαπημένο μας αείμνηστο Κυβερνήτη της Ελλάδος Ιωάννη Καποδίστρια.


          Ομολογώ ότι αισθάνομαι δέος ενώπιον σας. Ένας μη ειδικός και μη Κερκυραίος να ομιλεί σε ακροατήριο που γνωρίζει άριστα τη ζωή, το έργο και τον χαρακτήρα του Κυβερνήτη και στο νησί – ιδιαίτερη πατρίδα του, το οποίο υπεραγαπούσε και το οποίο τον τιμά ιδιαίτερα, έχοντας στήσει τον  ανδριάντα του, έχοντας δημιουργήσει στη μνήμη του μουσείο και κέντρο μελετών, που φέρουν το όνομά του και με μία από τις φιλαρμονικές να φέρει το όνομά του. Σημαντικό επίσης είναι ότι ο  κάθε επιβάτης που φτάνει στο όμορφο και αρχοντικό νησί σας με το αεροπλάνο, το όνομα που πρωτοσυναντά είναι του Κυβερνήτη.
          Δεν ξεχνώ ακόμη την αξιόλογη εθνική προσφορά της Εταιρείας Κερκυραϊκών Σπουδών, ως προς το Αρχείο του Ιωαν. Καποδίστρια, καθώς και την περιφερειακή υπηρεσία Κερκύρας των Γενικών Αρχείων του Κράτους και, βεβαίως την Ιερά Μητρόπολη Κερκύρας, η οποία διαφυλάσσει  το Αρχείο του ευπατρίδη Κερκυραίου Ανδρέα Μουστοξύδη.
          ‘Όμως ομολογώ ότι ευχαρίστως δέχθηκα την πρόταση του Σεβασμιωτάτου να σας ομιλήσω. Αιτία; Ότι αγαπώ και τιμώ τον Ιωάννη Καποδίστρια και έχω αφιερώσει μέρος της ζωής μου στη μελέτη του. Επίσης στην εφημερίδα, που εργαζόμουν για 25 χρόνια, πολλές φορές είχα γράψει ανεπτυγμένα άρθρα για τον μεγάλο άνδρα, τιμώντας τη μνήμη και την προσφορά του στο Έθνος.
                  
ΕΚΛΟΓΗ ΚΑΙ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ
Κλήθηκα λοιπόν σήμερα να σας ομιλήσω με την ευκαιρία των 190 χρόνων από την ομόφωνη απόφαση των μελών της στην Τροιζήνα διεξαχθείσης Γ΄ Εθνοσυνέλευσης, να εκλέξει τον Ιωάννη Καποδίστρια ως Α΄ Κυβερνήτη της ελεύθερης Ελλάδος. Χρονιά εξαιρετικά δύσκολη το 1827, όπως και οι επόμενες, έως το 1831 και τη δολοφονία του Κυβερνήτη, σαν αύριο, 27 Σεπτεμβρίου.
Ομόφωνη ήταν η απόφαση της Εθνοσυνέλευσης. Οι Υδραίοι, οι Μανιάτες και οι άλλοι πρόκριτοι, που ταίριαζαν στις ιδέες με αυτούς, μαζί με τους Άγγλους και τους Γάλλους, που δεν ήθελαν τον Καποδίστρια λόγω της γεωστρατηγικής που εφάρμοζαν,  καθόλου δεν τον ήθελαν, αλλά στο τέλος τον δέχθηκαν. Γιατί;
Πρώτον  γιατί δεν υπήρχε άλλος καλύτερός του. Ο Καποδίστριας ήταν καταξιωμένος στις κυβερνήσεις όλης της Ευρώπης, ως μία προσωπικότητα μεγάλου κύρους. Συνδύαζε τις διπλωματικές και πολιτικές ικανότητές  με τα αγαθά χαρακτηριστικά του χαρακτήρα του, την ευθύτητα, την εντιμότητα, την ευφυΐα, την ευστροφία, την εργατικότητα, την οργανωτικότητα, και την αποτελεσματικότητα στα όσα αναλάμβανε. Δεύτερον γιατί πίστευαν ότι με τον τρόπο τους θα τον έκαναν του χεριού τους. Απατήθηκαν και τον σκότωσαν. «Εμείς τον φέραμε και εμείς τον σκοτώσαμε» φέρεται να είπε κάποιος από αυτούς... 
Επανέρχομαι στις δυσκολίες μέσα στις οποίες εκλήθη να κυβερνήσει ο Καποδίστριας. Επιγραμματικά σας θυμίζω ότι εξελέγη στην Τροιζήνα  στις 3 Απριλίου 1827, όταν  στην Πελοπόννησο ο Ιμπραήμ απειλούσε να καταπνίξει την Επανάσταση. Στις 24 Απριλίου 1827 σκοτώθηκε ο Καραϊσκάκης στη μάχη του Φαλήρου και οι Έλληνες ηττήθηκαν στη μάχη του Ανάλατου (σημερινός Νέος Κόσμος στην Αθήνα). Στις 20 Οκτωβρίου του 1827 πλοία των στόλων Γαλλίας, Ρωσίας και Αγγλίας βυθίζουν στο Ναυαρίνο τον τουρκοαιγυπτιακό στόλο. Έτσι τερματίσθηκε η κυριαρχία του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο.
          Το 1828 οι μάχες συνεχίζονται, ενώ είχε αναλάβει από τον Ιανουάριο ο Καποδίστριας Κυβερνήτης της Ελλάδος. Το γαλλικό εκστρατευτικό σώμα υπό τον Μαιζώνα απελευθέρωσε την Πάτρα από τους Οθωμανούς. Στις 5 Νοεμβρίου οι Οθωμανοί παρέδωσαν στους Έλληνες τη Λειβαδιά και στις 16 του ιδίου μηνός υπεγράφη το πρώτο πρωτόκολλο του Λονδίνου, με το οποίο δόθηκε αυτονομία στην Ελλάδα, υπό την κηδεμονία της Πύλης.
Το 1829 και στις 12 Σεπτεμβρίου  δόθηκε η τελευταία μάχη του Αγώνα στην Πέτρα, που ήταν νικηφόρα για μας.
Στις 3 Φεβρουαρίου 1830 υπογράφτηκε στο Λονδίνο το Πρωτόκολλο περί ανεξαρτησίας της Ελλάδος, με περιορισμένα σύνορα και περιορισμένη κυριαρχία. Το συγκεκριμένο Πρωτόκολλο πάντως αποτελεί ιστορικό σταθμό στη ζωή του Ελληνικού Έθνους. Με αυτό τερματίζεται τυπικώς και ουσιαστικώς  η πολυαίμακτος Επανάστασις του 1821 και αμείβονται αγώνες και οι θυσίες των Ελλήνων.
Ο Κυβερνήτης εν μέσω όλων αυτών των λίαν αντιξόων συνθηκών, και ευρισκόμενος γεωστρατηγικά σε μειονεκτική θέση έναντι των συμμάχων, διεξήγαγε σκληρό διπλωματικό αγώνα για να βελτιώσει τα δυσμενή για την Ελλάδα σημεία του Πρωτοκόλλου. Με αυτόν τον αγώνα του και με τις «Οδηγίες προς τους εν Κωνσταντινουπόλει Πρέσβεις των Αυλών της Γαλλίας, της Μεγάλης Βρετανίας και της Ρωσίας και προς τους εν Ελλάδι Αντιπρέσβεις Αυτών» πέτυχε να αναγνωρισθεί η άποψή του, ότι η συνοριακή γραμμή του Πρωτοκόλλου της 3ης Φεβρουαρίου 1830 «παρουσιάζει σπουδαία ελαττώματα κατά το δυτικόν αυτής μέρος (Σημ. Δεν είχαν συμπεριληφθεί στο νεοπαγές Ελληνικό Κράτος η Αιτωλία και η  Ακαρνανία) και δεν ήθελε παρέχει τα μέσα πλήρους εμπεδώσεως αμοιβαίας ασφαλείας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Ελλάδος». Έτσι πέτυχε ο Καποδίστριας  να επεκταθούν τα σύνορα βορειότερα, στη γραμμή Βόλου – Άρτης.
Σε δώδεκα ημέρες από την μεγάλης εθνικής σημασίας διπλωματική επιτυχία του Καποδίστρια και συγκεκριμένα στις 27 Σεπτεμβρίου/ 9 Οκτωβρίου 1831 τον δολοφόνησαν. Ήταν η αποθέωση της αγνωμοσύνης και του γεωστρατηγικού και ωφελιμιστικού αμοραλισμού Ελλήνων και ξένων...
Ο Κυβερνήτης υπηρέτησε την Πατρίδα και μετά θάνατον. Με βάση τα επιχειρήματά του οι πρέσβεις των Τριών Δυνάμεων υπέγραψαν στην Κωνσταντινούπολη τη Συνθήκη της 27 Ιουνίου/6 Ιουλίου 1832 με την οποία και με το νέο Πρωτόκολλο του Λονδίνου (18/30 Αυγούστου 1832) κατοχυρώνονταν τα νέα σύνορα, ανεξαρτητοποιείτο πλήρως η Ελλάδα από την Οθωμανική Αυτοκρατορία και εξασφάλιζε τον πρώτο απαραίτητο ελάχιστο γεωπολιτικό χώρο για την ύπαρξή της.
          Ανέφερα τις δυσκολίες που είχε η Ελλάδα από το 1828, που ήρθε στην Ελλάδα ο Καποδίστριας, ως προς την ανεξαρτησία Της και την θέση Της στο διεθνές στερέωμα. Υπήρξαν όμως και, ευθύς ως ανέλαβε ο Κυβερνήτης, τεράστια εσωτερικά προβλήματα και εμπόδια στο έργο του.
Υπήρχαν οι αντικειμενικές δυσχέρειες μετά από 400 χρόνια σκλαβιάς: Οικονομικό χάος, έλλειψη εθνικού νομίσματος, ανύπαρκτες δημόσιες υπηρεσίες, κράτος χωρίς οργανωμένο στρατό, χωρίς εκπαίδευση, χωρίς εκκκλησιαστική οργάνωση και μορφωμένο κλήρο.
Στις δυσκολίες αυτές προσετέθησαν οι συμφεροντολογικές ατομοκεντρικές ή τοποκεντρικές  οικονομικές και άλλες απαιτήσεις, κυρίως από τους προεστούς της Ύδρας και της Μάνης, και οι υπέρ αυτών επεμβάσεις Αγγλίας και Γαλλίας, με τρόπο ωμό και βίαιο.
Για τα όσα σε βάρος του Καποδίστρια τεκταίνονταν, από Έλληνες και ξένους, σας αναφέρω σύντομα  σημεία από τέσσερις επιστολές του: Η πρώτη είναι προς τον πρίγκιπα Α. Σούτσο, πρέσβη της Ελλάδος στο Παρίσι, η δεύτερη προς τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, πατέρα και αδελφό των δολοφόνων του, η τρίτη προς τον Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιο και η τέταρτη προς τον Αδ. Κοραή.  
          Προς τον Σούτσο γράφει ο Ιωάν. Καποδίστριας στις 14 Σεπτεμβρίου ( Σημ 26 με το νέο νέο) του 1831, δηλαδή δέκα τρεις ημέρες προ της δολοφονίας του (Σημ. Συνέβη στις 27/9/1831 και 9/10/1931 αντίστοιχα). Αφού διεκτραγωδεί ότι οι «επαναστάτες» Υδραίοι και Μανιάτες, συνεπικουρούμενοι από τους Γάλλους, κατέλαβαν την Καλαμάτα, η οποία «διηρπάγη, ηρημώθη και κατεφορολογήθη παρά των συνταγματικών ηρώων» και έκαψαν τρία πλοία της Κυβέρνησης και ένα το έριξαν έξω και το κατέστρεψαν, καταλήγει στο συμπέρασμα, ότι οι αποκαλούμενες συνταγματικές επιτροπές της Μάνης και της Ύδρας ήσαν «αθροίσματα ληστών, ών τα κινήματα τείνουσιν εις γύμνωσιν και εις αναρχίαν». (Σημ. Η Επιστολή βρίσκεται στον Δ΄ Τόμο των Επιστολών του και στις σελ. 294-301)
Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, τον Οκτώβριο του 1828, δέκα περίπου μήνες αφού είχε αναλάβει ο Καποδίστριας την Κυβέρνηση της Ελλάδος και με όσα κατέτρυχαν τότε την Ελλάδα, του ζήτησε, με επιστολή του, να του δώσει χρήματα και να του κάμει κάποια ρουσφέτια. Ο Καποδίστριας δείχνει ενδιαφέρον για την υγεία του, του γράφει ότι τα δικά του χρήματα, όσα, με την εργασία του και τις οικονομίες του,  είχε φέρει απέξω, είχαν τελειώσει, ότι η όποια βοήθεια έρθει από το εξωτερικό θα έχει ορισμένη χρήση και δεν είναι στο χέρι του να τη μεταχειριστεί «εις επάρκειαν αιτήσεων μερικών» και επιλέγει: «Σας γράφω δε εις καιρόν του οποίου πάσα στιγμή ακριβομετρείται, όχι δια τας εμάς υποθέσεις, αλλά δια τας του έθνους, ούσας και υμετέρας. Και αν έκαστος εξ υμών (λέγω δε των πολιτικώς πρωτίστων εν τη Ελλάδι) ήθελεν ολίγον να με βοηθήσει ειλικρινώς και υπολησμονών προς καιρόν τα  ίδιά του συμφέροντα, το έργον μου εγίνετο και εις εμέ ευκολώτερον και εις την Πατρίδα καρποφορώτερον. Αλλ’ όπως αν έχη, εγώ ούτε απελπίζομαι, ούτε, Θεού βοηθούντος, ουδέποτε εκτραπήσομαι της ευθείας οδού, ήν το καθήκον εις εμέ χαράττει, τα δε λοιπά η Πρόνοια τελέσει». (Σημ. Η Επιστολή είναι στον Δ΄ Τόμο των Επιστολών, σελ. 271-273). Πρόκειται για επιστολή – ντοκουμέντο. Αποκαλύπτει ότι ο Μαυρομιχάλης και άλλοι  τα πρώτα φέροντες απαιτούσαν από το πάμπτωχο κράτος ηγεμονικά ποσά για τους ίδιους και τους δικούς τους ανθρώπους, σε βάρος όλων των υπολοίπων.
Για το θέμα των επιδιώξεων των προεστών λίγο νωρίτερα, στις 10 Ιουνίου 1828, ο Κυβερνήτης είχε γράψει στον Μητροπολίτη Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιο, ο οποίος απεβίωσε λίγες ημέρες μετά, στις 31 Αυγούστου 1828, μεταξύ των άλλων:
«... Μόνον ολίγοι τινές απατώνται, νομίζοντες, ότι τα χρήματα ταύτα (βοηθήματα Ρωσίας και Γαλλίας) είναι δι’ αυτούς και μέλλωσι να πάθωσι ό, τι και αι λίραι του δανείου. Ότι μεν κλέπτουσι παντού, όπου διοίκησις υπάρχει, είναι αναμφίβολον. Αλλά δεν ευρίσκεται τόπος εις εμέ γνωστός, όπου πλησίον των κλεπτών να υφίστανται χιλιάδες και χιλιάδες οικογενειών αγαίων, ανεστίων και καταπείνων, καθώς εν Ελλάδι. Στοχασθήτε, δεσπότη μου, ότι αι άθλιαι αυταί οικογένειαι πάσχουσιν εξ αιτίας των κλεπτιστάτων αρχόντων, υπουργών τε και καπιτάνων, και ενθαρρύνατέ με, αν δύνασθε, να είμαι συγκαταβατικός προς μίαν δράκα ανθρωπαρίων μεταλλοθέων, επ’ ουδενί των οποίων όμως ουδέ κατέστησα την βαρείαν χείρα της δικαιοσύνης, ουδέ καταστήσω, αρκούμενος να τους γνωρίσω καλώς και να τους παραδώσω ποτέ εί χρεία εις τας αράς του λαού».
Κατ’ εμέ ο λόγος του Καποδίστρια για τη διαχείριση του δημοσίου χρήματος ήταν όχι μόνο ένας έντιμος πολιτικός λόγος, αλλά και βαθιά πνευματικός. Όχι μόνο για την επίκληση του Θεού και της Πρόνοιάς Του, αλλά και γιατί ήταν σα να αντέγραψε την έκκληση του Αποστόλου Παύλου προς τους Φιλιππησίους (β΄ 4): « Μη τα εαυτών έκαστος σκοπείτε, αλλά και τα ετέρων έκαστος». Ελάχιστοι πολιτικοί ακολούθησαν το παράδειγμά του στα 190 χρόνια ελεύθερου εθνικού βίου.
Ο Κοραής, ζώντας στο Παρίσι, δεν είχε αίσθηση της πραγματικής κατάστασης στην Ελλάδα. Αυτός ήταν ο λόγος που επηρεαζόταν από τις συκοφαντίες σε βάρος του Καποδίστρια, ότι λ.χ. ήταν Ρωσόφιλος και επομένως κατά της Γαλλίας και υπέρ μιας αυταρχικής εξουσίας. Επίσης  ο Κοραής, ως υπερβολικά θεωρητικός, νόμισε ότι η εκπαίδευση είναι κάτι που, περίπου, με μία εντολή αναπτύσσεται. Στην επιστολή του προς τον Ιωαν. Καποδίστρια έδειξε να αδημονεί για την άμεση γενίκευση και ανάπτυξη της εκπαίδευσης και εξέφρασε το παράπονο ότι δεν είχε λάβει τα χρήματα για τα βιβλία του, που είχε στείλει στον Κυβερνήτη, προς διδασκαλία της νεολαίας.
Ο Καποδίστριας  απάντησε στον Κοραή, με σεβασμό και αγάπη. Παρείδε τις αιχμές και με νηφαλιότητα του εξήγησε την κατάσταση στην εκπαίδευση και τον ενημέρωσε για τα βιβλία του, που είχε παραλάβει.
Παρένθεσις: Ο Καποδίστριας είχε την καλή συνήθεια να απαντά σε όλες τις επιστολές που ελάμβανε και να γράφει και εκείνος για τα διάφορα θέματα επιστολές. Έτσι υπάρχει ένα αρχείο σημαντικό, σε σημαντικό βαθμό ψηφιοποιημένο, που βρίσκεται σε διάφορες βιβλιοθήκες της Ελλάδας και του εξωτερικού.  Παρόμοια συνήθεια είχε και ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος. Ξενυχτούσε διαβάζοντας όλα τα έγγραφα και όλες τις επιστολές και απαντούσε σε όλες. Όταν ήταν Δημητριάδος ιδιοχείρως στις περισσότερες και, ως Αρχιεπίσκοπος, σε πολλές.
Ο Καποδίστριας γράφει στον Κοραή στις 4 Οκτωβρίου 1829 ότι έλαβε τα βιβλία του και ότι εξ ιδίων του χρημάτων απέστειλε γι΄ αυτά 2.000 γαλλικά φράγκα «όχι αντί αποσταλέντων βιβλίων, αλλ’ ως πολλοστημόριον απόδομα των εις υμάς οφλημάτων του γένους», όπως του γράφει. Και πάρα κάτω για την εκπαίδευση του εξηγεί: «Η δημοσία εκπαίδευσις δεν είναι δυνατόν να κατασκευασθή όσον ταχέως και αι χρείαι απαιτούσι και ημείς το επιθυμούμε. Δια τα σχολεία χρειάζονται οικήματα, εγώ δε φθάσας ενταύθα ευρήκα μόνον καλύβας όπου εσκεπάζοντο πλήθος οικογενειών πειναλέων...». Του εξηγεί πάντως ότι στο λίγο διάστημα που βρίσκεται στην εξουσία ίδρυσε ορφανοτροφείο στην Αίγινα, όπου 500 παιδιά ζουν με τη φροντίδα της κυβέρνησης και μαθαίνουν γράμματα. Επίσης τον ενημερώνει ότι έχουν συσταθεί πολλά αλληλοδιδακτικά σχολεία, στα οποία φοιτούν περί τα 6.000 πτωχά παιδιά, τα οποία «αναγινώσκουσι, γράφουσι και αριθμούσι». Και επιλέγει ο Καποδίστριας στον αιθεροβάμονα Κοραή: «Θέλω οικοδομήση και άλλα τυπικά σχολεία, όταν λάβω τους τρόπους και νυν καταγίνομαι εις την συλλογήν τωνπερί τούτων αναγκαίων χρημάτων. Ταύτα σας διαριθμώ προς απόδειξιν ότι γίνεται μεν τι καλόν, όχι όμως όσον θέλω και θέλετε...». Γνωρίζετε ότι ο Κοραής εζήλωσε την δόξα του Ροβεσπιέρου και ζήτησε, με φανατισμό επαναστατικό, την κεφαλή του Καποδίστρια...


ΘΑΡΡΑΛΕΟΣ ΜΠΡΟΣ ΣΕ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΕ ΑΠΕΙΛΕΣ 
Μακρυλόγησα για την κατάσταση που βρήκε στην μετεπαναστατική Ελλάδα ο Καποδίστριας. Όμως το θεώρησα αναγκαίο να σας την υπενθυμίσω και να σας προσθέσω ότι την ήξερε, όπως ήξερε και τους κινδύνους για τη ζωή του, που θα αντιμετώπιζε. Όμως δεν έμεινε στην ασφάλεια της Γενεύης και γενικότερα της Ελβετίας, στην οποία οι πολίτες τον θεωρούσαν ευεργέτη τους. Είναι γνωστό ότι με τις ενέργειές του τους εξασφάλισε την ανεξαρτησία από τη Γαλλία, την εδαφική κυριαρχία, το ομοσπονδιακό καθεστώς των καντονίων, τη δημοκρατία και την ουδετερότητα, στοιχεία που ισχύουν έως σήμερα.
Ούτε δέχθηκε την σημαντική δια βίου οικονομική στήριξη του Τσάρου. Ήρθε στην Ελλάδα αποφασισμένος να προσφέρει στην Πατρίδα του τα πάντα, ακόμη και τη ζωή του, για να την κάνει μια σύγχρονη, ελεύθερη και ευημερούσα ευρωπαϊκή χώρα. Ο Καποδίστριας ήταν προορισμένος εκ κοιλίας μητρός να προσφέρει στην Ελλάδα τα προσόντα του, τις ικανότητες του όλο τον εαυτό του και να θυσιαστεί γι’ Αυτήν. Ήθελε μιαν Ελλάδα με την ιδιοπροσωπία της, μέλος μιας ενωμένης, ειρηνικής και ευημερούσας Ευρώπης. Ήταν εκ των πρώτων, αν όχι ο πρώτος, που συνέλαβε την ιδέα της Ενωμένης Ευρώπης. (Βλ. σχ. Μνημόνιο του Ιωάν. Καποδίστρια προς τον Τσάρο Αλέξανδρο Α΄, γραφέν στις 24 Ιουνίου 1818. Περιέχεται στο βιβλίο Jean Capodistria: Visionnaire et precurseur d’ une Europe unie, Textes presents par Helene E. Koukou, Librairie Kauffmann, Athenes, 2003, p. 83).  Ο Καποδίστριας έχοντας την εμπειρία της ευρωπαϊκής πραγματικότητας και γνώση της Ελληνικής Ιστορίας ήταν ο πρώτος πολιτικός μας, που πίστεψε στο ότι η Ελλάδα, παρά το μικρό της μέγεθος, μπορεί, με τον διαχρονικό πολιτισμό της και την αξιοσύνη των κατοίκων της, να είναι στην πρωτοπορία της Ευρώπης, παραμένοντας Ορθόδοξη και σεβόμενη την 3000ετή παράδοσή Της.  
Στα προσόντα του, που ορισμένα σας θύμισα στην αρχή, προσθέτω τη λιτότητα του βίου του, την αφιλοχρηματία, την ευψυχία, την καρτερία, την αποφασιστικότητα, τη σωφροσύνη, τη διπλωματική ικανότητα στη διαπραγμάτευση, τις γνώσεις του.
Για τις ηγετικές, διπλωματικές και πολιτικές ικανότητες του και για το ήθος του δεν μιλάμε μόνο εμείς, οι συμπατριώτες του. Στην επίσημη ιστοσελίδα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης της Ελβετίας γράφεται ότι η εν λόγω χώρα οφείλει ευγνωμοσύνη στον Καποδίστρια, γιατί «υπήρξε ο πιο πιστός, ο πιο ακούραστος, ο πιο αποτελεσματικός συνήγορος των δικαίων της, όπως επίσης ο “οδηγός” και η “πυξίδα”  του  Πικτέτ ντε Ροσεμόν, του πιο σεβαστού προσώπου του Καντονίου της Γενεύης και εκπροσώπου του  στα συνέδρια της Βιέννης και των Παρισίων, το 1815, όταν καθορίστηκαν τα σύνορα και το καθεστώς της Γενεύης και γενικά της Ελβετίας».
Ο ίδιος ο Πικτέτ σε επιστολή του προς τη σύζυγό του, που τη διαφύλαξε το Ίδρυμα των Αρχείων της οικογένειας Πικτέτ (www.archivesfamillepictet.ch) γράφει πως αισθάνεται ευτυχής, που γνώρισε τον Καποδίστρια, έναν άνθρωπο, που όσο τον γνωρίζει καλύτερα, τόσο τον εκτιμά όλο και περισσότερο και τον έχει καταστήσει οδηγό του στη διαπραγμάτευση. Και προσθέτει: «Είναι ένα αληθινό μαργαριτάρι εντιμότητας και καθαρότητας, όπως και ταλέντου. Κρίνει ως φιλόσοφος τη λαμπρή καριέρα που τον περιμένει και δείχνει σα να αποκρούει απόλυτα τον παράδεισο της φιλοδοξίας. Είχα χθες μια μακρά συζήτηση μαζί του επί του  θέματος και θα ήθελα να μπορέσω να σου γράψω σχετικά, ωσάν ένα μάθημα σε όσους φιλοδοξούν και αγωνίζονται να καταλάβουν θέσεις, τιμές και αξιώματα....».
Όμως πάνω από αυτά τα φυσικά και επίκτητα προσόντα, που διέθετε ο Καποδίστριας, είχε ακράδαντη Πίστη και αγάπη στον Χριστό και ιδιαίτερη αδυναμία στον Άγιο Σπυρίδωνα. Μην ξεχνάμε ότι δολοφονήθηκε πηγαίνοντας λίαν πρωί, από τον όρθρο, στο ναό του Αγίου Σπυρίδωνος, στο Ναύπλιο. Μην ξεχνάμε ότι από τις πρώτες του μέριμνες ήταν η Ελλάδα να αποκτήσει μορφωμένο κλήρο και να τυπωθούν εκκλησιαστικά και πνευματικού περιεχομένου βιβλία.
Πίστευε ακόμη στον Ελληνισμό και στη συνέχειά του. Σε επιστολή του από τη Γενεύη, με ημερομηνία 12/24 Απριλίου 1823, την οποία υπαγόρευσε στον Μουστοξύδη και παραλήπτη είχε τον Ιακωβάκη Ρίζο Νερουλό (1778-1849), που τότε έγραφε  την «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως έως το 1823» και ζήτησε τη συμβουλή του Κυβερνήτη, τόνισε μεταξύ των άλλων:
«Ελπίζω ότι είναι εύκολο να καταδείξεις:
1.     Ότι οι Έλληνες δεν έπαυσαν ποτέ να σχηματίζουν ένα έθνος με την καθαρή έννοια του όρου.
2.     Ότι ως έθνος μπόρεσαν να συμμετάσχουν στις ευεργεσίες που πρόσφερε στην ανθρωπότητα ο ευρωπαϊκός πολιτισμός. Και
3.     Ότι αυτές οι ευεργεσίες που το ελληνικό έθνος προσέφερε στην ανθρωπότητα θα βοηθήσουν στο να ξεπεράσει τα όρια του μικρού αριθμού του και να είναι πιο κοντά στο να γκρεμίσει σε ερείπια τους Μουσουλμάνους, από το να παραμείνει σκλαβωμένο σε αυτούς».      


Ο ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΤΥΠΟ ΖΩΗΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ  ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΟΥ ΣΗΜΕΡΑ;
Με όλα όσα σας θύμισα είναι η ώρα να διερωτηθούμε: Μπορεί ο Καποδίστριας να είναι πρότυπο στη ζωή των σημερινών Ελλήνων, πολιτικών και πολιτών; Σήμερα; Στην περίοδο που κυριαρχεί ο πρακτικός υλισμός, που προωθείται η παγκοσμιοποίηση και η αθεΐα;
Ασφαλώς ναι.
Αλλά τι σημαίνει πρότυπο; Και πώς θα το μιμηθούμε;
Μια περιγραφική ερμηνεία είναι πως η ζωή ενός ανθρώπου, ο χαρακτήρας του, οι γνώσεις του, το ήθος του, όλα αυτά μαζί  αποτελούν για εμάς  παράδειγμα προς μίμηση. Και για να τον μιμηθούμε πρέπει να τον γνωρίσουμε και να βιώσουμε τις αρετές του. Πόσοι σήμερα από τους πολιτικούς και τους πολίτες γνωρίζουν τη ζωή, το έργο, την προσφορά  και τον χαρακτήρα του Καποδίστρια;
Για εμάς οι Αρχές, οι Αξίες και τα Ιδανικά του Ιωάννη Καποδίστρια είναι διαχρονικά και τα μόνα, που δίνουν νόημα στη ζωή του ανθρώπου και ευημερία στους λαούς.  Αν δούμε τη σύγχρονη ιστορία μας θα διαπιστώσουμε ότι έχουμε, ως λαός, πολλές αρετές, αλλά και πολλές αδυναμίες. Είναι πολύ  αρνητικό για το μέλλον μας, ότι δεν ακολουθούμε το παράδειγμα του Καποδίστρια, που αντιμετώπιζε τους ξένους χωρίς οίηση, αλλά με επίγνωση της Παράδοσης, της οποίας ήταν κληρονόμος. Είναι αρνητικό για το μέλλον μας ότι δεν έχουμε επίγνωση του ότι ο πολιτισμός μας είναι ταυτόχρονα με βαθιές ρίζες και προοδευτικός, ότι δεν έχουμε ανάγκη από ξένα πρότυπα, ότι δεν πρέπει να διαγράψουμε την διαχρονική αρετή μας, να αφομοιώνουμε τα καλά στοιχεία των ξένων και να απορρίπτουμε όσα αντιβαίνουν στις αρχές μας. Είναι αρνητικό ότι αισθανόμαστε μειονεκτικά έναντι της Δύσης  και γι’ αυτό πιθηκίζουμε και εκλαμβάνουμε οποιαδήποτε ενέργεια των ξένων ως «προοδευτική».
 Είναι αρνητικό για το μέλλον μας το ότι δεν διδασκόμαστε από τις πικρές εμπειρίες των παθημάτων μας.   
Μιλήσαμε για τη διχόνοια και τον εγωισμό ανθρώπων και τοπικών ή πολιτικών ομάδων επί των ημερών του Καποδίστρια. Μας έγινε μάθημα; Όχι βέβαια. Συνεχίσαμε και συνεχίζουμε να ζούμε σε ένα διχαστικό περιβάλλον.
Μήπως ακολουθούμε την φιλαλήθεια του Καποδίστρια;
Όχι αφού, μετά από αυτόν, ο λαϊκισμός και η δημαγωγία κυριαρχούν στο λόγο και στο έργο των πλείστων πολιτικών και ακούγονται ευχάριστα από τους πολίτες.
Είμαστε έτοιμοι να ακολουθήσουμε τη λιτή ζωή του Καποδίστρια και να κάνουμε χρηστή διαχείριση των οικονομικών μας, για να μην επιβαρύνουμε τον κρατικό προϋπολογισμό; Όχι, οι περισσότεροι εξακολουθούμε να ζούμε μιαν καταναλωτική ζωή και να επιζητούμε τρόπους για να ζούμε σε βάρος του Δημοσίου. Του Δημοσίου, το οποίο δεν εμπνέει εμπιστοσύνη στον πολίτη, ως προς τη διαφανή και δίκαιη διαχείριση των κοινών.
Από τα λίγα που ανέφερα φαίνεται ότι οι σημερινοί Έλληνες μοιάζουμε, στα ελαττώματα, με τους προγόνους μας, της εποχής του Καποδίστρια. Αν ζούσε σήμερα, πολύ πιθανόν, πάλι να τον δολοφονούσαμε...Έχουμε όμως επί πλέον μειονεκτήματα και δυσκολίες από την τότε εποχή. Στις ημέρες μας, ως πολίτες, δεν έχουμε μόνο τα ανθρώπινα πάθη της φυλής μας. Έχουμε απομακρυνθεί από τη γνώση της Ιστορίας μας, από τη γλώσσα μας, από την Ορθοδοξία μας. Η επέλαση της τεχνολογίας εισβάλλει πλέον στους πολύ ευαίσθητους τομείς της ανθρώπινης οντότητας και εμείς πρωτοπορούμε στη μίμηση αφύσικων και επιζήμιων για τον άνθρωπο και την κοινωνία πρακτικών.   Τέτοιοι τομείς είναι η Γενετική, η Τεχνητή Νοημοσύνη, παράλληλα με την ιδεολογική επίθεση εναντίον της οικογένειας, της γλώσσας, της πίστης και της ιστορίας.
Η τεχνολογία και στα χέρια κενόδοξων και υλιστών τεχνοκρατών συννεφιάζει τον ορίζοντα της ανθρωπότητας και προμηνύει δεινά. Σε λίγα χρόνια, όταν οι επιστήμονες θα υποχρεωθούν να παραδεχθούν ότι είμαστε απομονωμένοι στο Σύμπαν, όλος ο εγωισμός των κυρίαρχων του πλανήτη ανθρώπων, όλη η τερατώδης ψευδαίσθησή τους για κυριαρχία θα περιοριστεί στον πλανήτη μας. Αυτή η αντίληψη τους μαζί με τις θρησκευτικές, ιδεολογικές,  οικονομικές και κοινωνικές συγκρούσεις, που θα έχουν ενταθεί στον πλανήτη, θα σπρώξουν την ανθρωπότητα στη γλιστερή κατηφόρα, προς το τέλος της ύπαρξής της, αν δεν υπάρξει ηθική και πνευματική αντίσταση.
 Στον ορίζοντα φαίνεται  πως  η ανθρωπότητα θα αντιμετωπίσει τον κίνδυνο να ζήσει τη δυστοπία του «Μεγάλου Αδελφού», του Όργουελ  και του «Θαυμαστού καινούργιου κόσμου», του  Αλντους Χάξλεϊ.  Αν μια μικρή κάστα προνομιούχων, στην επεξεργασία και στην εφαρμογή της τεχνολογίας, ελέγξει το χρήμα, την πληροφορία  και τη γνώση, θα κυριαρχήσει στον κόσμο  και θα επιβάλει ένα ολοκληρωτικό σύστημα εξουσίας χειρότερο εκείνου των Χίτλερ και Στάλιν. Ο κίνδυνος είναι υπαρκτός, γιατί αποδυναμώνονται συνεχώς οι πνευματικές, ηθικές, κοινωνικές και βιοηθικές αντιστάσεις του  δυτικού κόσμου στην επίθεση που δέχεται ο πολιτισμός του. Αποδυναμώνονται επίσης συνεχώς  τα δημοκρατικά αντανακλαστικά του, στο όνομα της «Δημοκρατίας»...
           Πώς λοιπόν εμείς και πολύ περισσότερο τα παιδιά και τα εγγόνια μας, θα μπορέσουμε  να πορευθούμε μαζί με την τεχνολογία, αλλά ως ελεύθεροι, και αξιοπρεπείς άνθρωποι; Πώς μπορούμε να διατηρήσουμε τη θρησκεία μας, τη γλώσσα μας, την ταυτότητά μας, τα βασικά δηλαδή εκείνα στοιχεία που μας διατηρούν αδιάλειπτα ως Έθνος για 3000 χρόνια, ζώντας σε ένα κράτος, που ακολουθεί πειθήνια το «προοδευτικό» πανίσχυρο παγκόσμιο κατεστημένο, στο οποίο η τεχνολογία καθίσταται παντοδύναμη και ανεξέλεγκτη και, και, με την παγκοσμιοποίηση, επιδιώκει την πολτοποίηση της φυσικής και πνευματικής διαφορετικότητας, καθώς επίσης της ανθρώπινης μοναδικότητας και ελευθερίας;
Θέλει πολύν αγώνα από την Εκκλησία και από τον καθένα μας η διατήρηση της ιδιοπροσωπίας μας. Εμείς, όσοι πιστεύουμε στην ελευθερία και στην αξιοπρέπεια του ανθρώπου, όπως μας την δίδαξε ο Θεάνθρωπος Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός, εμείς όσοι είμαστε και, σας διαβεβαιώνω ότι δεν είμαστε λίγοι, πρέπει να είμαστε αποφασισμένοι να αντισταθούμε με σθένος, μαχητικότητα και αποφασιστικότητα σε κάθε τι που απειλεί την εθνική μας και την εκκλησιαστική μας συνείδηση. Όπως ο Καποδίστριας. Να ενισχύσουμε τις απόψεις και τις κινήσεις, που είναι υπέρ της διατήρησης της εθνικής μας ταυτότητας. Να δείξουμε ότι οι Αρχές και τα Ιδανικά μας έχουν προτεραιότητα στην προτίμηση της κατάθεσης της ψήφου μας και ότι δεν παρασυρόμαστε από την ηλεκτρονική και τηλεοπτική πλύση εγκεφάλου, που επιχειρείται να μας μεταβάλει σε άσκεφτα και άβουλα όντα.
Πολιτικός, εκ των θεωρουμένων ότι εκπροσωπούν τους συντηρητικούς Έλληνες, επισκέφθηκε Μητροπολίτη της Πελοποννήσου. Όταν αυτός του παραπονέθηκε για την θετική ψήφο ή και την ανοχή του ιδίου και βουλευτών του Κόμματός του στην προώθηση των συμβολαίων συμβίωσης ομοφύλων και ό,τι αυτά συνεπάγονται, ο πολιτικός ηγέτης του απάντησε ότι έχει δίκιο, αλλά υπολογίζει το πολιτικό κόστος που θα είχε το Κόμμα του, αν δεν ψήφιζε τον σχετικό Νόμο. Αυτή είναι η κακοδαιμονία μας. Ο πολιτικός ηγέτης υπολογίζει το κόστος του 0,01%  των ομοφυλοφίλων ψηφοφόρων και όχι του 90% των Ορθοδόξων ψηφοφόρων! Εκτός αν εννοούσε ότι δεν υπολογίζει τους Έλληνες πολίτες, αλλά τον διεθνή πανίσχυρο παράγοντα που επιβάλλει τα συγκεκριμένα νέα ήθη στον δυτικό κόσμο...

Σεβασμιώτατε, σεβαστοί πατέρες, κυρίες και κύριοι.
Οι καιροί είναι κρίσιμοι, όπως το 1830, με μία διαφορά. Ο Καποδίστριας επιχείρησε να ιδρύσει και να οργανώσει ένα ελεύθερο Ελληνικό κράτος, σεβαστό στους φίλους και στους εχθρούς του. Σήμερα το κράτος αυτό έχει χάσει την ελευθερία και την αξιοπρέπειά του και κινδυνεύει να χάσει και την ύπαρξή του. Χρειάζεται όλοι μας να αντισταθούμε.
Και προσοχή!
Είναι απαραίτητο να μένουμε ενωμένοι με τις ρίζες μας, γιατί αν αποκοπούμε από αυτές θα μαραθούμε ως Έθνος και ως πρόσωπα, όπως έλεγε ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος.
Δεν πρέπει να γίνουμε μέρος ενός κόσμου, που νέοι τύραννοι θα τον κατευθύνουν. Αυτό δεν πρέπει να το αφήσουμε να συμβεί. Αντίθετα, πρέπει να έχουμε την ψυχή μας γεμάτη από ελεύθερη σκέψη, Πίστη και Ελπίδα. Όπως οι πρώτοι χριστιανοί και οι χριστιανοί στα χρόνια της τουρκοκρατίας και της ενετοκρατίας.
Ο Κύριος μας είπε να έχουμε θάρρος, γιατί εκείνος νίκησε τον κόσμο και με αυτό το θάρρος πορευόμαστε.
Σας ευχαριστώ.

Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου

* Ομιλία εις το Πνευματικό Κέντρο της Ιεράς Μητροπόλεως Κερκύρας, την 26η Σεπτεμβρίου 2017.

No comments: