Καθὼς πλησιάζει ἡ πάντιμη Ἀπόδοση τῆς μεγαλης καὶ τόσο χαρμολυπικῆς Γιορτῆς τῆς Κοιμήσεως, καθὼς προετοιμάζεται ὁ πιστὸς τοῦ Κυρίου μας λαὸς νὰ «κάμει τὰ «ἐννιάμερα» τῆς Παναγίας -λὲς καὶ θὰ κάμει τὰ ἐννιάμερα τῆς Μάνας του,
σκέφτηκα νὰ τιμήσω τὴν ἡμέρα παρουσιάζοντας
αὐτὸ τὸ σεπτό,
συγκινητικό καὶ μὲ ποιητικὴ χροιὰ γραμμένο ἑόρτιο κείμενο τοῦ μακαριστοῦ Ποιητοῦ τῆς Κωνσταντίνου
Πόλεως: τοῦ Μητροπολίτου
Πέργης κυροῦ Εὐαγγέλου Γαλάνη, ποὺ πρὶν ἀπὸ λίγους μῆνες μᾶς ἀποχαιρέτισε καὶ «μετέστη πρὸς τὴν ζωὴν», ὥστε νὰ ἑορτάσει τὸν πολυφιλητό του
Δεκαπενταύγουστο σιμὰ μὲ τὴν Ὑπέρμαχο Στρατηγό,
τὴν Παναγία.
Δεκαπενταύγουστος, Παναγία
Στήν αὐλή μᾶς φουντώνει ὁ βασιλικός. Ἔθιμο καί μήνυμα ἐποχικό.
Θά οὐρανωθεῖ σέ λίγο στόν καιρό του, μαζί μέ τοῦ Σταυροῦ τήν ὕψωση. Τώρα ἄρχισαν
νά τοῦ χαμογελοῦν καί τά πρῶτα μελτέμια. Καί μᾶς μοσχοβολεῖ εὐγενικά, γιά τόν
Δεκαπενταύγουστο. Γιά τή συνάντησή μας μέ τήν Ἀχώριστον.
Τήν Παναγία!
«Προσδράμωμεν!»
Ἔτσι μᾶς ἐπιτάσσει ὁ ὕμνος.
Καί μάλιστα, «νῦν προσδράμωμεν»! Μέ συντροφιά σελίδες
συντριβῆς. Διατρίτες ἀπό λόγια ἀνθρώπινα, παρακλήσεως. «Μικρᾶς», ἀπό ἕνα
Μοναχό, τόν θεοστήρικτο. «Μεγάλης», ἀπό ἕνα βασιληά, τόν Θεόδωρο Δούκα Λάσκαρη.
Κι ἀτέλειωτης, ἀπό ἕνα ἱεράρχη, τόν Ἀνδρέα Κρήτης.
Βρισκόμαστε σέ χρόνο λειτουργικό. Καί ἀκοῦμε νά σημαίνει
μιά ὥρα. Εἶναι ἡ ὥρα τῆς Μεγαλόχαρης. Παίρνουμε τή θέση μας, μέ τά μάτια ἐνοραματικά
στό βλέμμα Της, μέ τήν καρδιά νά Τή θέλει ἕτοιμη σέ ἀντίληψη «καί πρός σωτηρίαν
καθοδηγοῦσα». Ἡ κάθε στιγμή μᾶς θυμίζει τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Μυστήριο καί θαῦμα στήν Ἐκκλησία μᾶς γιορτάζουν
καθημερινά. Γιατί ἐνεργοῦνται ζωντανά. Καί θέλουν γρηγορούντα τόν πιστό. Γι’ αὐτό
καί, «τή Θεοτόκω νῦν προσδράμωμεν». Γι’ αὐτό καί «Σήμερον τῆς σωτηρίας ἠμῶν τό
Κεφάλαιον», ὁ Εὐαγγελισμός. «Σήμερον γεννᾶται, ἐκ Παρθενοῦ», ὁ Χριστός, κ.τ.λ.
Φορεμένοι τόν χιτώνα τῆς ἱκεσίας μέ τό χρῶμα τῆς πάντα ἀθέριστης
ἐλπίδας, συνεχίζουμε: «Οὐ σιωπήσωμεν ποτέ». Ἔχουμε κερασθεῖ ἀπό τό ἔλεός Της, ἔχουμε
καθαρθεῖ μέ τό ἁγίασμά Της, ἔχουμε στολίσει τό εἶναι μας γιά κατοικητήριο τῆς
χάριτός Της. Τήν ὥρα πού ἡ σκέψη μᾶς Τῆς ἀνήκει.
Τήν ὥρα πού ὀρθοῦται ὡς «ἀνθρωπίνη Προστασία», σάν ἕνα
μυστήριο καί θαῦμα παρόντα, μέ τά χρώματα τῆς γῆς καί τ' οὐρανοῦ μαζί. Μέ τήν ὑπέρβαση
τοῦ κτιστοῦ, μπροστά στά μάτια μας, βιώνοντας τή μνήμη Τῆς «πεποικιλμένην τή
θεία δόξη».
Ἀνάβω κερί στήν Ἀρτακηνή Φανερωμένη. Στή Φαναριώτικη
σήμερα Κυρά. Καί οἱ στιγμές μου πνευματώνονται. Ὁ κόσμος μου εἰσπνέει σέ θεῖο
χρόνο. Ὁραματίζομαι τή Μητροφάνεια τῆς Παναγίας πάνω ἀπό τήν Πόλη, μέ τούς
Πατέρες μας νά τήν εὐχαριστοῦν ἄπ’ αὐτή τή Μόνη των ἀκοιμήτων. Τήν Πόλη.
Καί γίνεται λαμπάδα τό «νῦν» μου. Μέσα στό Δεκαπενταύγουστο.
Σέ μιά «Παράκληση».
† Μητροπολίτης Πέργης Εὐάγγελος Γαλάνης
Καὶ τοῦ χρόνου, λοιπόν μὲ τὶς πρεσβεῖες Της καὶ τὴν εὐχὴ τοῦ Γέροντα Ἐπισκόπου νὰ Τὸν ἑορτάσουμε.
π. Κ.Ν. Καλλιανός