Στὴν ξεχασμένη πιὰ Ἁρμενόπετρα...
Μνήμη ἱερὴ τῆς γιαγιᾶς Σοφίας (+23-4-1984)
Ἀπὸ τὶς πλέον τρυφερὲς καὶ μυρωμένες μὲ εὐωδιὲς φθινοπωρινὲς στιγμὲς ποὺ ἔζησα στὰ παιδικὰ ἤ καὶ ἐφηβικά μου χρόνια,
εἶναι κι ἐκεῖνες, οἱ ὁποῖες εἶναι ἄρρηκτα δεμένες μὲ τὴν πολυαγαπημένη
μου Ἁρμενόπετρα. Μιὰ τοποθεσία τοῦ χωριοῦ μας φυτεμένη μὲ ἀμυγδαλιές, ἐλιὲς καί, παλιότερα,
μὲ ἀμπέλια κι ἄλλα ὁπωροφόρα.
Μὲ τά εἰσόδια τοῦ Αὐγούστου, λοιπόν, ἄρχιζε ἡ συγκομιδὴ τοῦ ἀμύγδαλου, ποὺ πολλὲς φορὲς τέλειωνε στὶς πρῶτες μέρες τοῦ Σεπτεμβρίου, ἐπειδὴ πάντα κοντὰ στὴ Γιορτὴ τοῦ Σωτῆρος, μέχρι καὶ μετὰ τῆς Παναγίας, ἔπρεπε νὰ συναχθεῖ τὸ δαμάσκηνο. Ὅπότε τό ἀμύγδαλο ἀφήνονταν γιὰ ἀργότερα.
Κι ἔφτανε μὲ τὶς πρῶτες τοῦ Σεπτεμβρίου ἡμέρες τὸ «συνετό», κατὰ τὸν ποιητή,
φθινόπωρο, μὲ τὰ ποικίλα του
χρώματα, τὴ γῆς ποὺ εὐώδιαζε ἀπὸ τὰ πρωτοβρόχια, τὰ νοσταλγικὰ δειλινά, ἀλλὰ καὶ τοὺς καρπούς του. Ὅπως ἦταν τὰ σταφύλια, τὰ χρυσοκίτρινα κυδώνια,
τὰ πορφυρᾶ ρόϊδα, ἀλλὰ καὶ τὰ πρώτα λάχανα, τὰ ἀγριόχορτα τῆς γῆς.
Πόσες καὶ πόσες φορὲς τρυγήσαμε τὸ μικρό, παλιὸ ἀμπέλι στὴν Ἁρμενόπετρα, κι ὕστερα μὲ τὸ γαϊδουράκι
κομίσαμε τὸν καρπὸ στὸ χωριό; Πόσες φορὲς ἐκεῖ στὸ «βαρκό» τὸ μέρος τοῦ χτήματος δὲ μαζέψαμε τὶς πρῶτες πικραλίδες, τὶς πρῶτες λαγονίδες, τὰ εὐωδιαστά, τρυφερὰ μάραθα, ποὺ τὰ βράζαμε τὸ βράδυ καὶ μοσχοβολοῦσε τὸ σπίτι...
Ὅμως τὸ πιὸ θεσπέσιο βίωμα ποὺ ἄνοιγε στὴν ψυχὴ δρόμους ποιητικοὺς, ἦταν τὸ ἀντίκρυσμα τῆς θάλασσας. Τῆς θάλασσας ποὺ ἦταν σχεδὸν κάτω ἀπὸ τὸ χτήμα. Μάλιστα, τὰ καλοκαίρια μὲ τὴ θερινὴ τὴ ζέστη νὰ ζαλίζει τὸ νοῦ ἔφτανε ζείδωρη ἡ ἀνάσα ἡ θαλασσινὴ καὶ μᾶς δρόσιζε.
Ὅμως τώρα τὸ φθινόπωρο ἐκείνη ἡ θάλασσα, ἡ στολισμένη τὸ καλοκαίρι μὲ ἡλιοφωτισμένα
κρύσταλλα, ἔχει μιὰν ἄλλη ὄψη. Ἡρεμη, νοσταλγική,
πικραμένη θαρεῖς. Τὴν κοιτάζεις καὶ νοιώθεις τὸ ρῖγος τοῦ χειμώνα καὶ τῆς ἐρημιᾶς νὰ σιμώνει. Νὰ σιμώνει μὲ μιὰ περίεργη ποιητικὴ ὀμορφιά, μὲ τὴ μοναξιὰ νὰ τὴν κυκλώνει καὶ νὰ τῆς χαρίζει μιὰ ἰδιότυπη χάρη... Κι
ὕστερα ἐκεῖνα τὰ μελανιὰ κομμάτια πάνω
της, ποὺ ἀφαιροῦσαν ὅλα τὰ παλιά της θερινὰ στολίδια... Εἶχαν κι ἐκεῖνα τὴν δικιά τους τὴ γλώσσα, τὸ δικό τους τὸ μήνυμα, ποὺ ἔπρεπε νὰ τὸ ἀναγνώσεις μὲ τρυφερότητα καὶ δέος. Ὅπως τὴν ἴδια τὴ ζωή, δηλαδή.
Ἀλησμόνητα τὰ φθινόπωρα στὴν ἀθάνατη Ἁρμενόπετρα...
π. Κ.Ν. Καλλιανός
No comments:
Post a Comment