Η άκαρπη συκή
γένηται εις τον αιώνα...
Ματθ. ΚΑ, 19.
Μέσα στο πράσινο χτισμένη
Με κτίρια για κάθε τι
Κι ήταν κι εκείνη εκεί.
Και καθώς τριγυρνούσε ευτυχισμένη
Βλέπει κατάχαμα κάτι γυαλιστερό:
Ένα μπουκέτο από ολόχρυσα λουλούδια
Που έστελνε γύρω το δικό του φως.
Σκύβει για να το πιάσει,
Μα της φεύγει,
Τρέχει από πίσω του κι αυτή,
Και εκεί που το κυνηγούσε αλαφιασμένη…
Βρίσκεται στο κρεβάτι το ζεστό.
Για λίγα λεπτά δεν πολυκαταλάβαινε,
Αν ήταν ξυπνητή ή κοιμισμένη…
Μόνο που ένιωθε σοκαρισμένη.
Τουλάχιστον για κείνη τη στιγμή,
Πώς μάταια τρέχει πίσω από τα ψεύτικα,
Ολόχρυσα μπουκέτα, ολοχρονίς.
Γιατί έτσι χάνει
–σαν την άκαρπη συκή*- ,
Εάν πάλευε για την Αγάπη,
Το πραγματικό χρυσάφι
Πάνω εδώ στη Γη.
No comments:
Post a Comment