Παρουσίαση τοῦ βιβλίου τοῦ Γ. Σανιδᾶ,
Ἡ Σκόπελος μὲ τὰ μάτια τοῦ Παπαδιαμάντη, ἐκδ. ΔΗΜΟΣ ΣΚΟΠΕΛΟΥ, 2021
Πρὶν ἀπὸ λίγες ἡμέρες, ἀξ. κ. Δήμαρχε μὲ ὅλο τὸ ἐξοχώτατο Δημ. Συμβούλιο,
φίλοι καὶ κάτοικοι τῆς Σκοπέλου, ἔντιμοι καὶ προσφιλεῖς Σκιαθίτες, πρὶν ἀπὸ λίγες ἡμέρες, λοιπόν, εἴχαμε στο λεγόμενο ἐκκλ. ἑορτολόγιο τὶς γιορτὲς τῆς 29ης καὶ 30ης
Ἰουνίου, ὅπως ἐπίσης καὶ τὶς γιορτὲς τῆς 1ης καὶ 2ας Ἰουλίου στὶς ὁποῖες τιμήσαμε στὶς μέν δύο πρῶτες τοὺς Πρωτοκορυφαίους τῶν Ἀποστόλων Πέτρο καὶ Παῦλο, τὴν ἑπομένη τοὺς 12 Ἀποστόλους, τὴν πρώτη τοῦ Ἰουλίου τοὺς αγ. Ἀναργύρους καὶ τήν ἑπομένη, 2 Ἰουλίου, τὴν ἑορτὴ τῆς καταθέσεως τῆς τιμίας ἐσθῆτος τῆς Παναγίας μας.
Πρὸς Θεοῦ, δὲν προτίθεμαι νὰ σᾶς κάμω θεολογικὴ είσήγηση σχετικὴ μὲ τὶς παραπάνω ἅγιες μέρες, ἀλλὰ ἐπιθυμῶ νὰ σας θυμίσω πὼς οἱ πατέρες μας τιμοῦσαν αὐτὸ τὸ ἱερὸ τετραήμερο. Καὶ δὲν τὸ λέγω ἐγὼ ὠς παπᾶς, γιὰ νὰ ἐνυπωσιάσω, ἀλλὰ μᾶς τὸ θυμίζει ἕνας γείτονας λόγιος, ἀπὸ τοὺς κορυφαίους μάλιστα, ὁ Ἀλ. Ππδ. ποὺ μᾶς παραδίδει μὲ ἔντιμη εἰλικρίνεια τὰ ἑξῆς:
«Ἐκεῖ, ὄπισθεν τῶν θάμνων τοῦ φράκτου, ἐν μέσῳ τῶν χωραφίων, 〈τῶν〉 ἀμπέλων καὶ τοῦ αἰγιαλοῦ, ὅπου ὄχι σπανίως ἡ μὲν θάλασσα ἐπάτει καὶ ἀφωμοίου τὸ ἥμισυ κήπου ἢ ἀγροῦ μὲ συκᾶς, μηλέας καὶ ἀπιδέας, οἱ δὲ διαβάται ἔκαμναν δρόμον τὸ ἄλλο ἥμισυ τοῦ αὐτοῦ κήπου ἢ ἀγροῦ (καὶ οἱ εὐτυχεῖς ἰδιοκτῆται εἰς ποῖον νὰ προσκλαυθῶσιν;) ἤκουες πολλάκις τὴν ἑσπέραν περὶ τὸ λυκόφως, ἐνῷ οἱ ναυπηγοὶ φορτωμένοι τὰ ζεμπίλια μὲ τὰ σιδερικά των ἐπέστρεφαν εἰς τὴν πολίχνην, ἤκουες, μεταξὺ δύο ἢ τριῶν μαραγκῶν, μετρούντων τὰς ἡμέρας ἑωσοῦ ἔλθῃ ἡ πρώτη Κυριακή, κατόπιν τῆς ὁποίας εἵποντο κατὰ σειρὰν τρεῖς ἢ τέσσαρες ἑορταί (τῶν Κορυφαίων Ἀποστόλων, τῶν Δώδεκα, τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων καὶ τῆς Ἁγίας Ἐσθῆτος), καὶ ἀναλογιζομένων μετὰ προαπολαύσεως μελλούσης
μακαριότητος ὅτι θὰ ἔπλεον ὅσον οὔπω ἀντικρύ, εἰς τὴν ἀνατολικὴν νῆσον, τὴν κρατοῦσαν δέσμια πανταχόσε τῆς γῆς ὅλα τὰ τέκνα της μὲ ἀόρατον συμπαθὲς νῆμα πόθου καὶ νοσταλγίας, θὰ ἔπλεον ὅλοι στοιβαζόμενοι εἰς δύο μεγάλας ὁλκάδας, ἔργα τῶν χειρῶν των, ὅπως ἐπὶ τετραήμερον ἑορτάσωσιν· ἤκουες, λέγω, διάλογον οἷος ὁ ἑξῆς:
― Νά, κοντεύουμε τώρα, Νταντή…
― Ἀργοῦμε ἀκόμα, Μπεφάνη…
― Τί λές, βρὲ Νταντή;… Δευτέρα πέρασε,
Τρίτ᾿ Τετράδ᾿ μιά, Πέφτ᾿ Παρασκευὴ δυό, Σαββάτο, πρῶτα ὁ Θεός, εἴμαστε πέρα.
Καὶ οὕτως
ὁδός
μακρά βραχεῖα
γίγνεται,
ὄχι κατὰ τὸν Σοφοκλέα».
Δὲ γνωρίζω πόσοι καταλάβατε αὐτὸ τὸ ππδ. παραθεμα ποὺ σᾶς διάβασα, ὅμως εἶναι ὑποχρεωμένος, ἀλλὰ καὶ βαθειὰ συγκινημένος νὰ σᾶς πῶ ὄτι ὁ Μπεφάνης κι ὁ Νταντὴς ἦταν Σκοπελίτες ναυπηγοί, ἡ δὲ ἀνατολικὴ νῆσος ποὺ κρατάει «δέσμια πανταχόσε
τῆς γῆς τὰ τέκνα της μὲ ἀόρατον συμπαθὲς νῆμα πόθου καὶ νοσταλγίας», εἶναι ἡ πατρίδα μας, ἡ Σκόπελος, ἠ νῆσος τῶν νοσταλγῶν, ποὺ ἀναφέρει καὶ κάπου ἀλλοὺ ὁ Ππδ.
Κι ἔρχεται λοιπόν, ἕνα λαμπρὸ βιβλιο, ἄρτι ἐκδοθέν ἀπὸ τὸ Δῆμο μας νὰ μᾶς σεργιανίσει μὲ τὴν ἔμπειρη καὶ καλλίγραφο πένα τοῦ προσφιλοῦς μου Σκιαθίτη λογίου, τοῦ κ. Γιώργου Σανιδᾶ, μὲσα στὰ παπαδιαμαντικὰ γραφτά, στὰ ὁποῖα καὶ ἀποτυπώνεται πλήρως ὁ νόστος τοῦ Σκοπελίτη Ὁ νόστος, ποὺ σημαίνει ἐπιστροφή, γυρισμό, ἀγάπη κι ἀφοσίωση στὴν πατρίδα; Ἐκεῖ δηλ. ποὺ στέκουν ἀγέραστες καὶ βαθειὰ ζυμωμένες μὲ τὴ σκοπελίτικη γῆς, οι ρίζες μας. Καὶ πιστεύω πὼς αὐτὸς ποὺ ἀκόμα ἔχει συνείδηση καθαρόαιμου
σκοπελίτη τὸ ζεῖ ἐτοῦτο, τὸ καταννοεῖ, τὸ έγγράφει μέσα στὴν καρδιά του μὲ κεφαλαῖα, ἄσβυστα γράμματα… Καὶ μὲ αὐτὴ τὴν ὑπέροχη κληρονομιὰ ἀναχωρεῖ ἀπὸ τὰ πρόσκαιρα τοῦ βίου μας αὐτοῦ.
Τὸν εὐγνωμονοῦμε, λοιπόν, τὸν κ. Σανιδᾶ γιὰ τοὺς κόπους καὶ τὴν προσπάθεια νὰ συλλέξει ὅλο αὐτὸ τὸ ὑλικό, τα ἐσκορπισμένα φύλλα,
δηλαδή, -γιὰ νὰ θυμηθῶ καὶ μιὰν ἄλλη ππδ. ἔκδοση,- μέσα στὰ ὁποῖα καὶ περιγράφεται μὲ πλήρη ἐνάργεια καὶ ἀλήθεια ὁ ψυχισμὸς τοῦ παλιοῦ Σκοπελίτη. Ἕνας ψυχισμὸς ποὺ εἶναι ἀναμφίβολα δομημένος μὲ περισσὴ εὐαισθησία, ἀναγνωρισμένη τρυφερότητα
καὶ ἀδιαπραγμάτευτη λατρεία γιὰ τὸν τόπο του. Κι εἶναι τιμή μας ποὺ ἔνας Σκιαθίτης λόγιος προβάλλει
ἀυτὸ τὸ θέμα, τὸ ὁποῖο πολὺ ἁπλᾶ καὶ δίχως ἄλλες προεκτάσεις ἄρχισε ἕνας ἄλλος ἐπίσης μεγάλος Σκιαθίτης ἱστορικός, ὁ μακαριστὸς Ἰω. Ν. Φραγκούλας…
Καὶ συνεχίζω μὲ κάτι ἀκόμα: Στὸ διήγημα τοῦ Ππδ. «Κοκκώνα θάλασσα», ποὺ ταμιεύει στὸ βιβλίο του ὁ κ. Σανιδᾶς, ἐκεῖ, θὰ μᾶς πεῖ ὅλα τὰ καθέκαστα, δηλ. τὸ πὼς τὰ «Σκοπελιτάκια», ποὺ ἔρχονταν ἀπὸ τὸ μακρυνὸ Ταϊγάνι πήγαιναν νὰ κάμουν Λαμπρὴ στὸ νησί τους. Ἀλήθεια, μὲ πόση μαεστρία καὶ σαφήνεια ἀναφέρει ὁ Ππδ. τὸ πῶς κατάφεραν τὸν καπετάνιο νὰ τοὺς δώσει βάρκα καὶ μὲ αὐτὴν κωπηλατώντας νὰ φτάσουν, ἐπιτέλους στὴν πατρίδα τους. Τὴ Σκοπέλο ποὺ τίμησε ὀ Ππδ καὶ μᾶς τὴ διαφήμησε, ὅπου γῆς, «ὡς νῆσον ἡ ὁποία μεταβάλλει εἰς φανατισμὸν τῆς ἀγάπην τῆς πατρίδος τους». Κι ὁ Ππδ δὲ στέκει μονάχα στὰ δικά του συμπεράσματα, ἀλλὰ μᾶς θυμίζει καὶ τὸν ἄλλο μεγάλο Σκοπελίτη νοσταλγὸ, τὸν δικό μας λόγιο Καισάριο
Δαπόντε, καθὼς μνημονεύει τὸν περίφημο «Κανόνα του
πολλῶν ἐξαιρέτων πραγμάτων», μὲ ἀρχὴ του τὸ σκοπελίτικο κρασί. Σᾶς ὑπενθυμίζω δὲ ἐδῶ, πὼς σύμφωνα μὲ τὴ μαρτυρία τοῦ μακαριστοῦ λογίου καὶ ἐκδότη τοῦ ΠπΔ. Γ. Βαλέτα, ὁ κύρ Ἀξέξανδρος ἐγνώριζε ὅλον αὐτὸν τὸν κανὸνα ἀπὸ στήθους.
Δὲν θὰ ἤθελα νὰ φανῶ ἀγενὴς καὶ νὰ μὴν ἀναφέρω πὼς τὸ βιβλιο αὐτὸ εἶναι τὸ πρῶτο καὶ μοναδικὸ πιστεύω στὴν Παπαδιαμαντικὴ βιβλιογραφία ποὺ διαπραγματεύεται τὸ θέμα «ΠπΔ-Σκόπελος». Κι εἶναι πρὸς τιμή Σου, άγαπητέ μας Γιῶργο Σανιδᾶ ποὺ μὲ αὐτή Σου τὴν προσπάθεια φέρνεις πιὸ σιμὰ «Τοὺ Σκιάθου κι τοῦ Σκόπιλου» -τὰ γράφω ὄπως τὰ ἄκουγα ἀπὸ τὰ παιδικά μου χρόνια τὰ ὀνόματα. Καὶ μ’ ἀρέσει ξέρετε… Γιατὶ οἱ ὀνομασίες ἐκεῖνες κρύβανε μιὰ ἐγνωσμένη ἀθωότητα, δίχως τὸν παραμικρὸ ἀνταγωνισμό. Μάλιστα, θὰ μοῦ έπιτρέψετε νὰ πῶ καὶ κάτι ἀκόμα, ποὺ μπορεῖ κάποιοι νὰ μὴν τὸ πολυκαταλάβουν. Στὸ νοῦ μου, λοιπόν, ἀπό μικρὸ παιδὶ ἔχει χαραχτεῖ «ὁ γρύπος» τοῦ Σκιαθίτη ψαρᾶ καπετὰν Χούλη, ποὺ κάθε τόσο ἔρχονταν ἀπὸ τὴ Σκιάθο καὶ «καλάριζε» κάτω ἀπὸ τό χωριό μας, στὴ θέση «Κώστα». Θυμᾶμαι ἔντονα τὰ βαρελάκια ποὺ ἔριχναν σὰν σημαδοῦρες, ἀλλὰ τὸ μεγάλο τὸ δίχτυ ποὺ τὸ μάζευαν καὶ τὸ ἀνέβαζαν ἐπάνω στὸ κατάστρωμα γεμᾶτο ψάρια - μαρίδα κυρίως.
Καὶ τότε κάποιοι ἀπὸ μᾶς κατεβαίναμε ἀπὸ τὸ χωριό μὲ μπακράτσια ἠ μπογελάκια νὰ πάρουμε φρέσκο ψάρι, ποὺ ἀκόμα σπαρτάραγε …
Αὐτὴν τὴν καλάδα μᾶς ἔκαμε τὴν τιμὴ κ. ὁ Γ. Σανιδᾶς νὰ μᾶς προσφέρει. Καλάδα μὲ περιεχόμενο τὸν φωτεινὸ ΠπΔ λόγο, ποὺ ἀναφέρεται στὴ Σκόπελό μας, μὲ τεκμηριωμένα στοιχεῖα καὶ τὴν συγγραφικὴ σεμνότητα ποὺ τὸν διακρίνει. Ὅπως καὶ στὰ προηγούμενα βιβλία του, ἰδίως στὰ «Ἄν ξυπνοῦσε ὁ κυρ-Ἀλέξανδρος» καὶ το, «Δε χάθηκαν ὅλα».
Τὸν εὐγνωμονοῦμε καὶ γιὰ τοῦτο τὸ ἔργο του, ποὺ θὰ σημαδέψει τὴν Σκοπελίτικη βιβλιογραφία
καὶ θὰ τὴν ἔμπλουτίσει. Παράλληλα θὰ διδάξει ὅλους ἐκείνους ποὺ λησμόνησαν αὐτὴν τὴν πτυχὴ τοῦ βίου -ἔστω καὶ τοῦ μαθητικοῦ- ποὺ ἔζησε ὁ Ππδ. στὴ Σκόπελο ὡς σπουδαστής, μὲ τὴ συντροφιὰ τοῦ Φιλιππάκη Καμπαῒλια, τὰ γιατροσόφια τῆς Κυρατζῶς τῆς Βαρελοῦς, γιαγιᾶς τοῦ Π. Νιρβάνα καὶ τὰ σεργιάνια του στὶς γειτονιὲς τοῦ Ἁη Γιάννη, ἀλλὰ καὶ τὴν πρώτη του ξενιτιὰ ποὺ ἔζησε, καθὼς μικρὸ παιδὶ βρέθηκε στὴ γείτονα νῆσο… Ὅλοι μας, ὅσοι ἔχουμε ἀφήσει τὴν πατρικὴ ἑστία κι ἔχουμε ξενητευτεῖ καταννοοῦμε, πιστεύω, τὴν συναισθηματικὴ φόρτιση τοῦ νέου μαθητοῦ. Ἴσως δὲ νὰ ἦταν κι ἐτοῦτο ἕνα ἀκόμη μέγα μάθημα γιὰ τὸν ἴδιο, ὥστε νὰ γευτεῖ καὶ νὰ μελετήσει ἐν καιρῷ τὸ νόστο τοῦ Σκοπελίτη.
Ὅμως δὲ θὰ ἤθελα νὰ κλείσω αὐτή μου τὴ φτηνή -γιατὶ ἔτσι τὴ νοιώθω- παρουσίαση τοῦ λαμπροῦ αὐτοῦ βιβλίου τοῦ κ. Σανιδὰ, δίχως νὰ πῶ δυὸ λόγια γιὰ τὴ συντοπίτισσά μας, τὸ Λαλάκι ἤ τὸ Λαλιώ - καθὼς τὸ διασώζει ὁ Ππδ. τὸ ὄνομα τὴς Νοσταλγοῦ Σκοπελίτισσας, στὸ ὁμώνυμο διήγημά του.
Τὸ γνωστό μας, λοιπόν στὴ Σκόπελο Λαλάκι -ὄνομα δηλ. ποὺ τὸ καταβροχθίζει ἡ προοδευτική μας συνείδηση καὶ χάνεται σιγὰ σιγά-, τὸ Λαλιὼ τοῦ Ππδ. ἤ ἡ γνωστὴ σὲ ὅλους μας Εὐλαλία -ἀλήθεια, τὶ ὅμορφη ὁνομασία,- ποὺ τὴ ζωγραφίζει θαυμάσια στὸ ὡς ἄνω διήγημά του, καὶ μαζὶ της προβάλλει εὐπρεπῶς τὸν ἀέναο Νόστο τῶν Σκοπελιτῶν!
Συγχωρέστε με ποὺ δὲν θέλω νὰ σᾶς ταλαιπωρήσω ἀπαντώντας στὰ ὅσα καίρια κι ἀπόλυτα δικαιολογημένα ἐρωτήματα θέτει ὁ κ. Σανιδᾶς στὸ βιβλίο του. Ὅμως χρειάζεται νὰ γραφεῖ ὁλάκερη πραγματεία μὲ βάση τὶς πηγὲς καὶ τὰ ὅσα ἀναφέρει ὁ Ππδ, ἀλλὰ κι ἑρμηνεύει πολὺ εὔστοχα ὁ Γιῶργος. Ἕνα μόνο ἔχω νὰ πῶ καὶ μ’ αὐτὸ νὰ παύσω τὴν ἀκατάσχετο ἀδολεσχία μου: Ναί, ὁ Ππδ. ἦταν ὁ ἀνὴρ ποὺ ἀγαπήθηκε καὶ ἠπατήθη δεκάκις. Ὅμως ἦταν κι ἐκεῖνος ποὺ γνώριζε καλά -κι αὐτὰ μᾶς τὰ διασώζει- τὸ Τραχήλι στὸν Πανορμο, τὸν Ἀγνώντα -ποὺ ἦταν τὸ ὑπήνεμο τῶν σκοπελίτικων καραβιῶν λιμάνι,- τὸν Ἁη Νικόλα στὸ Λουτράκι, τὸ ψηλό χωριό, δηλ. τὴ Γλώσσα, ὄπως τὰ ἀναφέρει. Καὶ δὲν τὰ ἀναφέρει ἁπλᾶ, ἀλλὰ τὰ ἔχει ζήσει, έπισκεφτεῖ ἤ καὶ γνωρίσει ἀπὸ κοντά. Ὅπως καὶ πολλὰ ἄλλα ποὺ δυστυχῶς τὰ κατάπιε ἠ λήθη κι εὐτυχῶς τὰ θυμᾶται ἀκόμα ὁ ἴδιος κι ὁ Θεός… Εύχαριστοῦμε τὸν ἀγαπητὸ Γιῶργο Σανιδᾶ, ποὺ συνεχίζει τὴν παράδοση τῶν λογίων τῆς Σκιάθου γιὰ τὴν εὐγενική του αὐτὴ ἔγγραφο χερονομία πρὸς τὴν χρυσὴ -κατὰ Δαπόντε- πατρίδα μας. Προσωπικὰ δὲ καὶ βαθύτατα συγκινημένος τὸν εὐχαριστῶ γιὰ τὴν τιμή στὸ πρόσωπό μου, χειρονομία
ποὺ ἀποδεικνύει τὸ μεγαλεῖο τῆς ὡραίας καὶ εὐαίσθητης ψυχῆς του.
Εὐγνωμονῶ, τέλος, κι ὅλους ἐσᾶς γιὰ τὴν ὑπομονή Σας.
π. Κ.Ν. Καλλιανός
No comments:
Post a Comment