Μέρος Α΄- Σχέσεις της Δύσης
με τη Ρωσία
Η 80ή επέτειος από την Διάσκεψη της Γιάλτας (Σημ.
Άρχισε την 4η Φεβρουαρίου του 1945) και από την Συμφωνία της
Βάρκιζας (Σημ. Άρχισε στις 2 Φεβρουαρίου 1945) δίνει την ευκαιρία ανασκόπησης
των σχέσεων της Δύσης με την Ρωσία και την Ελλάδα.
Από τις αρχές του 18ου αιώνα έως
σήμερα οι σχέσεις των μεγάλων και ισχυρών ηγεμονιών / κρατών της Δυτικής
Ευρώπης και της Αμερικής με τη Ρωσία εναλλάσσονται από ολόθερμες έως εχθρικές. Η Ρωσία πότε ήταν και είναι παράγων σταθερότητας και προστασίας των
συμφερόντων μέρους ή όλων των ηγεμονιών / κρατών της Δύσης, πότε θανάσιμη
απειλή. Πότε η Δύση επευφημούσε «Ζήτω η
Ρωσία», πότε κραύγαζε «κάτω η Ρωσία». Ειδικότερα στην περίπτωση της Γερμανίας -
Ρωσίας οι σχέσεις αυτές αποκτούσαν, ανάλογα με τις ιστορικές συνθήκες και τα
δρώντα πρόσωπα χαρακτηριστικά μιας «αλυσίδας ρήξεων, επαναπροσεγγίσεων,
συμπαιγνιών και αναφλέξεων», στη διάρκεια των οποίων σημειωνόταν «μια
εκτεταμένη μεταλλαγή μεταξύ δέους και θαυμασμού, φοβικής άμυνας και εμφαντικής
προσήλωσης» (Βλ. ενδιαφέρον άρθρο Βασίλη Στοϊλόπουλου «Ρωσοφοβία και ρωσοφιλία
στη Γερμανία», Περ/κό «Ερμής ο λόγιος», Τεύχος 11ο, Χειμώνας 2015,
σελ. 62 κ.ε.).
Από τον Μέγα Πέτρο (1672-1725) και μετά η Ρωσία
θέλησε να μετέχει των Ευρωπαϊκών δρώμενων. Έως τότε για τους δυτικοευρωπαίους,
αποτελούσε έναν ξεχωριστό, απόμερο κόσμο. Δεν είχε ποτέ φυσικούς συμμάχους και όταν αναγκάσθηκε, αμύνθηκε μόνη της
ενάντια στις τόσες απειλές και επιθέσεις: από την μογγολική, που διήρκεσε διακόσια
πενήντα χρόνια, έως την εισβολή των ναπολεόντειων στρατευμάτων, το 1812 («Η
Ρωσία των Τσάρων», Επιμ. Άλντο Φεράρι,
Εκδ. εφημ. «Το Βήμα», σελ. 17-18).
Στη Ρωσία ο Μεγάλος Πέτρος (1672-1725) και οι
διάδοχοί του θέλησαν με αυταρχικό τρόπο να μετατρέψουν τη Ρωσία σε μεγάλη ευρωπαϊκή
δύναμη, αλλάζοντας αναλόγως την
ιδιοπροσωπία των Ρώσων. Ο Μεγάλος Πέτρος το 1703 ίδρυσε την Αγία Πετρούπολη,
μία καθαρά δυτικοευρωπαϊκής μορφής πόλη, και το 1712 την καθιέρωσε πρωτεύουσα
του αχανούς κράτους του. Πρωτεύουσα παρέμεινε
έως το 1918. Στην επιθυμία του να απομακρυνθεί αμετάκλητα από την παραδοσιακή
κληρονομιά των Ρώσων ο Μέγας Πέτρος δεν
δίστασε να εκτελέσει για ανυπακοή τον ίδιο του το γιό Αλεξέι, το 1718, εξ αιτίας της αντίθεσής του στις
μεταρρυθμίσεις.
Να σημειωθεί ότι οι μετά τον Μεγάλο Πέτρο αυτοκράτορες – αυτοκράτειρες ήσαν Γερμανικής καταγωγής. Γράφει ο Ν. Ζερνώφ: «Οι
Αυτοκράτορες και οι Αυτοκράτειρες του 18ου αιώνα, που ακολουθούσαν ο
ένας τον άλλο σε γρήγορη διαδοχή, ήσαν επί το πλείστον γεννημένοι στη Γερμανία»
(«Οι Ρώσοι και η Εκκλησία τους», Εκδ. Οίκος «Αστήρ», Αθήναι, 1972, σελ. 138). Ο
Πέτρος Γ΄ το 1745 παντρεύτηκε τη Γερμανίδα δεύτερή του εξαδέλφη Σοφία Αυγούστα
Φρειδερίκη. Αυτή, από Λουθηρανή, ασπάστηκε την Ορθοδοξία και πήρε το όνομα
Αικατερίνη Αλεξέγεβνα. Είναι η λεγόμενη Μεγάλη Αικατερίνη, η οποία μόνη της, ως
χήρα και διάδοχος του Πέτρου Γ΄, βασίλευσε από το 1762 έως τον θάνατό της, το
1796.
Στα περισσότερα από τα 34 χρόνια της ηγεμονίας της
η Ρωσία ήταν σε εμπόλεμη κατάσταση, με επεκτατική νοοτροπία, και παράλληλα
δέχθηκε και υποστήριξε οικονομικά τους θεωρητικούς της άθρησκης γαλλικής ιντελιγκέντσιας
Βολταίρο, Ντ΄ Αλαμπέρ και Ντιντερό (Βλ. σχ. Stefania de
Nardis «Αικατερίνη Β΄ της Ρωσίας», Εκδ. Το ΒΗΜΑ, 2021,
σελ. 67). Μεταξύ των άλλων ένα χρόνο προ του θανάτου της, το 1795, συνεννοήθηκε
με την Αυστρία και την Πρωσία και διαμέλισαν την Πολωνία. Όπως γράφει ο Ζερνώφ
«δεν υπάρχει παραστατικότερο παράδειγμα που να φανερώνει πόσο άσχετοι ήταν οι
κυβερνήτες του κράτους της Αγίας Πετρούπολης με τα πραγματικά συμφέροντα και
τις φιλοδοξίες του Ρωσικού λαού, από τον διαμελισμό της Πολωνίας, που έγινε από
την Αικατερίνη και συνεχίστηκε από τους διαδόχους της» (Αυτ. σελ. 141).
Εκτός από τους Γάλλους διανοητές η Αικατερίνη εκτιμούσε
ιδιαιτέρως τον Έλληνα μεγάλων ικανοτήτων
λόγιο Αρχιεπίσκοπο Σλαβινίου και Χερσώνος Ευγένιο Βούλγαρη. Ο εν λόγω κληρικός έβαλε στο μυαλό της αυτοκράτειρας την
ιδέα να προχωρήσει σε πόλεμο κατά της μουσουλμανικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας,
με σκοπό την κατάργηση της και τη σύσταση Βαλκανικής Αυτοκρατορίας με
επικεφαλής Ρώσο πρίγκηπα και πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη (Βλ. σχ. π.
Γεωργίου Μεταλληνού «Τουρκοκρατία», Εκδ. Ακρίτας, 1988, σελ. 167). Η επανάσταση του 1770,
κοινώς τα Ορλωφικά, «ανεπαρκώς προετοιμασθείσα και κάκιστα εκτελεσθείσα,
οικτρώς απέτυχε… Το μέγα σφάλμα της προετοιμασίας οφείλεται εις την ηθελημένην
εξαπάτησιν των Ελλήνων εκ μέρους των Ρώσων, επιθυμούντων οπωσδήποτε ελληνικήν
εξέγερσιν προς εξυπηρέτησιν των ρωσικών βλέψεων επί των εδαφών της οθωμανικής
αυτοκρατορίας» (Βλ. σχετικά Διατριβή Τάσου Αθ. Γριτσόπουλου «Τα Ορλωφικά», εν Αθήναις, 1967, σελ. 125-127). Το
αποτέλεσμα ήταν οι Αλβανοί να βρουν την ευκαιρία να σφάξουν ανηλεώς και να
βασανίσουν απανθρώπως χιλιάδες Ελλήνων»
(Αυτ. σελ. 140). Στη δεύτερη, αποτυχημένη επίσης, απόπειρα των Ελλήνων να
ελευθερωθούν, κατά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο (1787-1792), ήρωας ήταν ο Λάμπρος Κατσώνης. Και τότε η
Αικατερίνη πρόδωσε πάλι τα όνειρα των Ελλήνων γιατί προτίμησε τη συνεργασία με την
Πρωσία και την Αυστρία για τον διαμελισμό της Πολωνίας, από την διάλυση της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στην οποία διάλυση, να γραφεί και αυτό, εύρισκε
αντίθετους την Αυστρία, τη Γαλλία και
την Αγγλία…
Κατά τους Ναπολεόντειους πολέμους και
ειδικότερα το 1807, ο Βοναπάρτης συμφώνησε με τον Τσάρο η Ρωσία να έπαιρνε ό,τι ήθελε από τη Σουηδία
και από την Οθωμανική αυτοκρατορία, αλλά να βοηθούσε να περιορισθεί η Πρωσία
και να απέκλειε από τα λιμάνια της την εχθρά της Αγγλία… (Νίκου Τσιφόρου
«Ιστορία της Γαλλίας, Εκδ. Εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, σελ. 278). Λίγα όμως χρόνια μετά
Γαλλία και Ρωσία τα χαλάσανε και ο Ναπολέων αποφάσισε να της επιτεθεί. Αγγλία, Πρωσία και Αυστρία μηνύσανε τότε στον
Τσάρο ότι είναι μαζί του... Η εκστρατεία
των στρατευμάτων του Ναπολέοντα στην αχανή Ρωσία απέτυχε και αυτά αποδεκατίσθηκαν.
Έτσι βρήκαν την ευκαιρία εξακόσιες χιλιάδες στρατιωτών Ρώσων, Αυστριακών, Πρώσων
και Άγγλων να εισβάλουν στη Γαλλία. Ο Ναπολέων υποχρεώθηκε να παραιτηθεί και να
εξοριστεί στη νήσο Έλβα (Ιταλικό νησί στη Μεσόγειο, ανοικτά της Τοσκάνης) και στις
31 Μαρτίου 1814 ο τσάρος και ο βασιλιάς της Πρωσίας επικεφαλής των συμμαχικών
δυνάμεων εισήλθαν στο Παρίσι. Ο Ναπολέων τον Φεβρουάριο του 1815 δραπέτευσε και επέστρεψε στη Γαλλία, ταχύτατα
ανασυγκρότησε στρατό, αλλά ηττήθηκε στο Βατερλώ από τους συμμάχους και εξορίστηκε
στο νησί Αγία Ελένη, στον μέσον του νότιου Ατλαντικού ωκεανού, όπου και απεβίωσε
στις 5 Μαΐου 1821.
Μετά τη νίκη επί των Γάλλων και μετά το
Συνέδριο της Βιέννης οι ηγεμόνες των νικητριών Δυνάμεων επηρεάσθηκαν από την
Αυστρία και τον Υπουργό Εξωτερικών της Κλέμενς φον Μέτερνιχ και αποφάσισαν «να
προφυλάξουν την Ευρώπη από της επαναλήψεως των Επαναστάσεων». Αυτός ήταν ο
λόγος που δημιούργησαν την «Ιερά Συμμαχία», της οποίας ηγούντο η Ορθόδοξη
Ρωσία, η Ρωμαιοκαθολική Αυστρία και η Προτεσταντική Πρωσία και είχε ως σκοπό
και «ελέω θείου δικαιώματος» να επεμβαίνουν εναντίον κάθε εθνικού, πατριωτικού
και φιλελεύθερου κινήματος (“The Penguin
Atlas of world
history”, vol. two,
p. 39).
Ο Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας Ιωάννης
Καποδίστριας βρέθηκε σε δύσκολη θέση, διότι ο Ρώσος Αυτοκράτορας κατεχόμενος
από την φοβία των Επαναστάσεων απέκλινε, με την πάροδο του χρόνου, ολοένα και
περισσότερο προς την πολιτική του Μέτερνιχ (Αλεξάνδρου Δεσποτόπουλου «Ο
Κυβερνήτης Καποδίστριας και η απελευθέρωσις της Ελλάδος» ΜΙΕΤ, Αθήναι, 2008,
σελ. 17).
Το κλίμα ήταν σε βάρος της Ελληνικής
Επαναστάσεως, αλλά ο Καποδίστριας, παρά το αρνητικό κλίμα που αντιμετώπισε, κινήθηκε
δραστηρίως και επέτυχε την αλλαγή της έναντι Αυτής στάσεως του Ρώσου
αυτοκράτορα καθώς και των κυβερνήσεων Αγγλίας και Γαλλίας. Οι εντατικές
διπλωματικές κινήσεις του Κυβερνήτη οδήγησαν στην πρόσκαιρη συνεργασία των
τριών Δυνάμεων (Ρωσίας, Αγγλίας και Γαλλίας) στη ναυμαχία του Ναυαρίνου και στην
δημιουργία του ανεξάρτητου Ελληνικού κράτους (Αυτ. σελ. 174-175).
Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
No comments:
Post a Comment