Οι Τρεις Ιεράρχες
και γενικότερα οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας μας, που Την διακόνησαν κατά
τον 4ον αιώνα, όπως ασφαλώς και οι υπόλοιποι των άλλων αιώνων, είναι
πάντα επίκαιροι και φάροι για τη ζωή μας, παρά τα όσα υποστηρίζουν ορισμένοι.
Και είναι επίκαιροι οι Τρεις Ιεράρχες γιατί με τη ζωή και το έργο τους, δίδαξαν
αυτό που πρέπει να είναι πάντοτε η επιδίωξη όλων, δηλαδή το πώς βιώνεται το
χριστιανικόν ήθος και πώς ακολουθείται η ασφαλής οδός της σωτηρίας του
ανθρώπου. Δίδαξαν ακόμη πως στην Παιδεία και στην Εκπαίδευση σημασία έχει το
ήθος και όχι το σύστημα. Δείτε πόσα εκπαιδευτικά συστήματα έχουν περάσει από τη χώρα μας. Δεκάδες. Κάθε
κυβέρνηση έφερνε τουλάχιστον ένα στην θητεία της. Κι όμως η Εκπαίδευση και
γενικότερα η Παιδεία μας πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο και η κατηφόρα δεν
λέγει να τελειώσει.
Οι Τρεις Ιεράρχες
είχαν τρία σπουδαία κοινά γνωρίσματα. Το πρώτο είναι πως είχαν παρρησία και
λόγο. Αγαπούσαν με όλη τους την ψυχή τον Χριστό και την Ορθοδοξία και ήσαν
έτοιμοι να θυσιάσουν τα πάντα για την προάσπιση της Αλήθειας και του Δικαίου.
Και τα θυσίασαν. Ο Μέγας Βασίλειος
δεν κάμφθηκε από την πίεση της κοσμικής εξουσίας και τις απειλές του
αυτοκράτορα Ουάλη και του υπάρχου του Μόδεστου. Ο διάλογος του Μεγάλου
Βασιλείου με τον Μόδεστο σώθηκε στον επιτάφιο λόγο που εκφώνησε επί του
σκηνώματος του ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος. Αναφέρω μόνο το τέλος του
διαλόγου. Όταν ο Μόδεστος απείλησε τον Βασίλειο με δήμευση της περιουσίας του,
με εξορία, με βασανιστήρια και με τον θάνατο και πήρε καθαρές και γενναίες
απαντήσεις που τον καθήλωσαν, έκπληκτος είπε στον Μεγάλο Ιεράρχη:
- Έως τώρα, κανείς
δεν μίλησε με τέτοιο τρόπο και με τόσο μεγάλη παρρησία σε εμένα τον Μόδεστο.
Και ο Βασίλειος του απάντησε:
- Ίσως δεν έτυχε να
συναντήσεις Επίσκοπο! Γιατί, αν συναντούσες επίσκοπο πραγματικό, που να
αγωνίζεται για την ορθή πίστη, μ' αυτόν τον τρόπο θα απαντούσε. Εμείς, Ύπαρχε,
σε όλα τα ζητήματα είμαστε επιεικείς και ταπεινότεροι από κάθε άλλον άνθρωπο,
γιατί αυτήν την εντολή έχουμε από τον Κύριο. Και δεν σηκώνουμε τα μάτια μας με
αυθάδεια, όχι μόνο πάνω σε άνθρωπο με τόσο μεγάλη εξουσία όπως η δική σου, αλλ'
ούτε και στον πιο τυχαίο άνθρωπο. Όταν όμως πρόκειται για τον Θεό και όταν
κινδυνεύει η πίστη προς Αυτόν, τότε όλα τα περιφρονούμε και μόνον Αυτόν
λογαριάζουμε. Φωτιά και σπαθί και θηρία και νύχια που ξεσχίζουν τις σάρκες -
αυτά για εμάς είναι μάλλον ευχαρίστηση, παρά φοβέρα. Λοιπόν, μπορείς να
υβρίζεις, να φοβερίζεις, να κάμεις ό,τι θέλεις και να χρησιμοποιήσεις την
εξουσία σου! Αυτή είναι η απάντησή μου - και ας την μάθει και ο βασιλιάς: ότι
εμένα δεν πρόκειται να με υποτάξεις, ούτε να με πείσεις να πάω με το μέρος των
αιρετικών και των ασεβών, έστω κι αν με φοβερίσεις με ακόμη τρομερότερα
πράγματα.
Αυτή η απάντηση του Μεγάλου Βασιλείου στον εξουσιαστή του
κόσμου τούτου δεν είναι επίκαιρη; Δεν αποτελεί πάντα πρότυπο αναφοράς και συμπεριφοράς του κάθε Επισκόπου
προς τις Αρχές και τις Εξουσίες; Δεν πρέπει πάντα ο Επίσκοπος να έχει στην
καρδιά του γενναιότητα και το θάρρος να υπερασπίζεται τα Δίκαια της Εκκλησίας;
Το επιμύθιο της ιστορίας είναι ότι ο Μόδεστος γύρισε ντροπιασμένος στον Ουάλη
και όταν τον είδε οι πρώτες του κουβέντες ήσαν: "Ενικηθήκαμε ω
Βασιλεύ".
Ο Άγιος Γρηγόριος γνώρισε το
μίσος των Αρειανών και τον φθόνο των συνεπισκόπων του Ορθοδόξων. Όταν πήγε στην
Κωνσταντινούπολη τα πράγματα εκεί ήσαν
πολύ δυσάρεστα για την Εκκλησία. Ο Αρειανός Πατριάρχης Δημόφιλος ήλεγχε όλες
τις εκκλησίες πλην αυτής της αγίας Αναστασίας, όπου πήγαιναν οι Ορθόδοξοι. Ο Γρηγόριος,
ήδη Επίσκοπος Σασίμων, σε τέτοια κρίση ανέλαβε το δύσκολο ποιμαντικό έργο στη
Βασιλεύουσα και εκεί εκφώνησε τους πέντε θαυμάσιους λόγους του, που ονομάζονται
"Θεολογικοί" και από τους οποίους ο ίδιος πήρε την επωνυμία
"Θεολόγος". Βλέποντας οι αιρετικοί ότι οι οπαδοί τους επιστρέφουν
στην Ορθοδοξία οργάνωσαν επίθεση κατά του Γρηγορίου και επιχείρησαν να τον
δολοφονήσουν λιθοβολώντας τον. Ο Άγιος εσώθη ως εκ θαύματος.
Το 380 και ενώ ο
Μέγας Θεοδόσιος τον προόριζε για Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως ο Επίσκοπος
Αλεξανδρείας Πέτρος Β' επιδίωξε να χειροτονήσει αθόρυβα και ύπουλα τον Μάξιμο,
κυνικό φιλόσοφο από την Αίγυπτο και "φίλο" του Γρηγορίου. Το εκκλησιαστικό
πραξικόπημα αποφεύχθηκε με αποφασιστική επέμβαση του λαού, αλλά ο Γρηγόριος
είχε πληγωθεί από την προδοσία του "φίλου" του. Ο Αυτοκράτορας
εκτιμώντας ο ίδιος τον Γρηγόριο και γνωρίζοντας την αγάπη και τον σεβασμό που
του είχε ο λαός τον εγκατέστησε Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως το 380, ενώ
προετοιμαζόταν η Β' Οικουμενική Σύνοδος, της οποίας οι εργασίες άρχισαν το 381.
Κατά την έναρξη της
Συνόδου ορισμένοι Επίσκοποι υποστήριξαν ότι η εκλογή του Γρηγορίου ήταν
αντικανονική, γιατί ήταν Επίσκοπος Σασίμων και οι μεταθέσεις των Επισκόπων
απαγορεύονται από τους Ιερούς Κανόνες. Στη Σύνοδο υπήρξε αναταραχή και κίνδυνος
διάλυσής της, αφού τα πάθη είχαν εξαρθεί μεταξύ των υποστηρικτών και των
φθονούντων τον Γρηγόριο. Τότε ο Μεγάλος και στην ψυχή Πατήρ, δεν σκέφθηκε ότι
το δίκιο είναι με το μέρος του, ότι ο Βασιλεύς είναι στο πλευρό του και ότι οι
πολλοί συνεπίσκοποι τον υποστήριζαν. Σκέφθηκε μόνο τη γαλήνη της Εκκλησίας, με
τη δική του θυσία. Όπως είπε στον λόγο της παραιτήσεως του: "Δεν είμαι
σεμνότερος του προφήτου Ιωνά. Ρίξτε με στην θάλασσα για να σταματήσει ο
κλυδωνισμός της Εκκλησίας". Και συνέχισε επί λέξει: "Αιρούμαι παθείν
ό,τι αν βούλησθε, καίπερ αθώος ων, της υμών ομονοίας ένεκεν. Θρόνου εξώσατε,
πόλεως απελάσατε. Μόνον την αλήθειαν και ειρήνην αγαπήσατε!". Με αυτά τα
λόγια παραιτήθηκε του θρόνου της Βασιλεύουσας. Δεν είναι πάντα επίκαιρο το παράδειγμα του; Δεν πρέπει να αποτελεί
πρότυπο η συμπεριφορά του; Πόσοι στην ιστορία και σήμερα Επίσκοποι παραιτούνται
για το καλό και προς όφελος της Εκκλησίας, όταν δεν μπορούν να εκτελέσουν τα
ποιμαντικά τους καθήκοντα ή/και όταν γίνονται αιτία σκανδαλισμού των αδελφών
τους;
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος,
ως Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, ανέπτυξε μεγάλη ιεραποστολική
δραστηριότητα κατά των Αρειανών, αλλά και διοικητική σε βάρος αναξίων Ορθοδόξων
συνεπισκόπων του. Έτσι το 401 συγκάλεσε
Σύνοδο στην Έφεσο, η οποία καταδίκασε για σιμωνία έξι επισκόπους. Η
απόφαση αυτή προκάλεσε άσπονδο μίσος εναντίον του από αυτούς τους αναξίους
Επισκόπους και τους ομοίους τους. Όσοι εχθρεύονταν τον Χρυσόστομο, με
επικεφαλής τον Αλεξανδρείας Θεόφιλο, και έχοντας υποστηρικτές τους και
τους Βασιλείς Αρκάδιο και Ευδοξία
συγκάλεσαν στην τοποθεσία Επί Δρυν, κοντά στην Χαλκηδόνα, Σύνοδο 36 Επισκόπων,
από τους οποίους οι 29 από την ελεγχόμενη από τον Θεόφιλο Αίγυπτο, και κάλεσαν
τον Χρυσόστομο σε απολογία επί φανταστικών κατηγοριών. Εκείνος αρνήθηκε να
δώσει λόγο στην ψευτοσύνοδο και αυτή αποφάσισε να τον καθαιρέσει και να τον
εξορίσει!
Η απόφαση
ανακλήθηκε από την Βασίλισσα Ευδοξία, αλλά για λίγο. Η Βασίλισσα νόμισε ότι
εξαγόρασε τη σιωπή του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, αλλά εκείνος, παρά την
δαμόκλειο σπάθη της εξορίας που αιωρείτο πάνω από τον αυχένα του, εξακολούθησε
να ομιλεί δημόσια και με παρρησία για τα αμαρτήματα της, που σκανδάλιζαν τον
λαό. Την παραμονή του Πάσχα του 404 στρατιωτική δύναμη τον συνέλαβε και την
Πεντηκοστή πήρε τον δρόμο της εξορίας. Μετά από ταξίδι έντεκα εβδομάδων έφτασε
στο χωριό Κουκουσός, στα σύνορα Καππαδοκίας και Αρμενίας. Ήταν ασθενής και
υπέφερε από το ψύχος, αλλά από τις επιστολές του φαίνεται ότι ήταν
αποφασισμένος έως το τέλος της ζωής του να συνεχίσει το ποιμαντικό έργο του. Η
αγάπη του λαού προς τον Μέγα Ιεράρχη φόβιζε πάντα τον αυτοκράτορα, που διέταξε
την μεταφορά του στα Κόμανα του Πόντου. Από τις ταλαιπωρίες απεβίωσε στις 14
Σεπτεμβρίου 407 καθ' οδόν προς τον νέο τόπο της εξορίας του. Η ζωή του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου δεν
είναι επίσης επίκαιρο παράδειγμα Ιεράρχου; Η παρρησία του ως Επισκόπου έναντι
της πολιτικής εξουσίας, η υπεράσπιση της Ορθοδοξίας, με όλες τις συνέπειες που
είχε σε βάρος του, η ποιμαντική του μέριμνα ακόμη και από την εξορία, η
ιεραποστολική του δράση δεν είναι ζωντανά παραδείγματα προς μίμηση;
Το δεύτερο κοινό
στοιχείο των Τριών Ιεραρχών είναι ότι προήρχοντο από ευσεβέστατες οικογένειες
και ότι εξελίχθηκαν σε μεγάλες προσωπικότητες της εποχής τους, με ευρύτερη,
οικουμενική απήχηση. Ο πατέρας του Βασιλείου, Βασίλειος ο παλαιός, ήταν
ενάρετος, συνήγορος στο επάγγελμα, άνθρωπος με ευρεία μόρφωση. Η μητέρα του
Εμμέλεια ήταν χριστιανή με βαθύτατη ευσέβεια, κόρη Χριστιανού, που πέθανε ως
μάρτυρας στους διωγμούς του Διοκλητιανού. Οι γονείς του Αγίου Γρηγορίου ήσαν επίσης ευσεβέστατοι. Ο
πατέρας του, επίσης Γρηγόριος, χειροτονήθηκε Επίσκοπος Ναζιανζού και διακόνησε
εκεί επί 45 χρόνια και έως τον θάνατό του, το 374. Η μητέρα του Νόννα ήταν
ευσεβέστατη και βοηθός του συζύγου της στα επισκοπικά του καθήκοντα. Ο πατέρας
του Χρυσοστόμου, Σεκούνδος, ήταν
ανώτερος αξιωματικός του στρατού στη Συρία και πέθανε λίγο μετά την γέννηση του
υιού του. Η μητέρα του Ανθούσα ήταν ευσεβέστατη Χριστιανή και αν και έμεινε
χήρα σε ηλικία 20 ετών δεν ξαναπαντρεύτηκε, αλλά επιδόθηκε στην ανατροφή του
παιδιού της. Οι τρεις αυτές οικογένειες
δεν είναι επίκαιρα παραδείγματα και σήμερα, όταν βάλλεται τόσο βάναυσα ο θεσμός
της οικογένειας και όταν πάει αυτή να εξισωθεί με κάθε αρρωστημένη και
διεστραμμένη σχέση;
Ως προς τις
προσωπικότητες των Τριών Ιεραρχών. Και οι τρεις ήσαν μεγαλοφυίες στα γράμματα
και σπουδαία ταλέντα στη συγγραφή, στην ομιλία, στην αξιοσύνη. Στις σπουδές
τους ήσαν τόσο πετυχημένοι, που τους ζήλεψαν και οι ίδιοι οι καθηγητές τους,
στην Αθήνα τους Βασίλειο και Γρηγόριο οι Ιμέριος και Προαιρέσιος και στην
Αντιόχεια και στην Κωνσταντινούπολη τον Ιωάννη ο Λιβάνιος, ο οποίος μάλιστα στο
τέλος του βίου του ομολόγησε ότι θα όριζε διάδοχό του στη σχολή της ρητορικής
που είχε ιδρύσει τον Ιωάννη, "εάν
δεν τον είχαν συλήσει οι Χριστιανοί", όπως είπε. Δεν είναι επίκαιρο το παράδειγμα της προσωπικότητας των Τριών Ιεραρχών;
Δεν δείχνουν ότι στην Εκκλησία πρέπει να παίρνουν τις θέσεις των Επισκόπων
αυτοί που αντικειμενικά στην κοινωνία διακρίνονται όχι μόνο για το ήθος τους
και για τα εκκλησιαστικά τους προσόντα, αλλά και για τα γενικότερα προτερήματά
τους, που τους κάνουν αξιοσέβαστους και υπολογίσιμους όχι μόνο στο ποίμνιο
τους, αλλά ακόμη και στους εχθρούς της Εκκλησίας;
Η παιδαγωγική
των Τριών Ιεραρχών
Το τρίτο κοινό
γνώρισμα είναι ότι και οι Τρεις Ιεράρχες αναδείχθηκαν άριστοι παιδαγωγοί. Και
αυτό έχει τη σημασία του, όταν οι μετανεωτερική παρέα των θεολόγων επιζητεί να
εισαγάγει στα θρησκευτικά του Δημοτικού και του Γυμνασίου προτεστάντικες και
συγκρητιστικές μεθόδους διδασκαλίας.
Ο Ακαδημαϊκός
Φαίδων Κουκουλές σε λόγο του, εκφωνηθέντα στις 30 Ιανουαρίου 1951 στην Αίθουσα Τελετών του Πανεπιστημίου
Αθηνών, σημειώνει: "Σοφά και παιδαγωγικώς και ψυχολογικώς ορθά απεφήναντο οι της οικουμένης διδάσκαλοι περί του τρόπου
διδασκαλίας".
Για την ηλικία
εισόδου στην εκπαίδευση και οι τρεις Πατέρες
συμφωνούν ότι είναι τα έξι με τα επτά χρόνια. Ως προς τη μάθηση ο
Χρυσόστομος συνιστά ο μαθητής πρώτα να αποκτά ασφαλή και βεβαία γνώση των
διδαχθέντων και έπειτα να προσδέχεται νέο μάθημα. Ο Βασίλειος υποστηρίζει ότι
τα μαθήματα πρέπει να γίνονται κατά μικρόν και συμμέτρως και ο δάσκαλος να
προχωρεί προσεκτικά από τα απλούστερα και πιο εύληπτα στα δυσκολότερα. Κατά τον
Θεολόγο Γρηγόριο στους μικρούς σε ηλικία μαθητές πρέπει να προσφέρονται τα
απλούστερα και στοιχειωδέστερα των διδαγμάτων. Από την πλευρά του ο Χρυσόστομος
απαιτούσε ο δάσκαλος να μην φορτώνει με πολλά φορτία τους μαθητές του, πολλά
και συνεχώς διδάσκων, αλλά μεθοδικά και τμηματικά, ώστε οι μαθητές του να
μπορούν να κάνουν κτήμα τους τα διδαχθέντα, αλλιώς, όπως επισημαίνει, θα έχει
την ευθύνη οι μαθητές του να γίνουν οκνηρότεροι και αδιάφοροι, επειδή δεν
μπορούν να συγκρατήσουν στη μνήμη τους "τα αθρόως διδασκόμενα". Ο
Γρηγόριος τονίζει ότι είναι προτιμότερο το ολίγο και ασφαλές, από το πολύ και
επισφαλές. Και ο Βασίλειος φέρνει το παράδειγμα του στομαχιού και αναφέρει πως
όπως αυτό δεν μπορεί να χωνέψει το υπερβολικό φαγητό, έτσι και το μυαλό δεν
μπορεί να αφομοιώσει το πολύ μάθημα.
Οι Τρεις Ιεράρχες
στην παιδαγωγική τους υπογραμμίζουν ακόμη ότι η διδασκαλία δεν πρέπει να είναι
γενική και αφηρημένη, αλλά με παραδείγματα να διασαφηνίζονται τα λεγόμενα από
τον δάσκαλο. Η εποπτική διδασκαλία, που πρώτοι οι Τρεις Ιεράρχες δίδαξαν, είναι
βασικό στοιχείο της νεότερης παιδαγωγικής. Κατά τον Μέγα Βασίλειο η διδασκαλία
πρέπει να είναι ευχάριστη και να μην προκαλεί στον μαθητή αρνητικά
συναισθήματα. Μέχρι και για τον επαγγελματικό προσανατολισμό ενδιαφέρθηκαν οι
Πατέρες. Ο Θεολόγος Γρηγόριος επισημαίνει τη σημασία που έχει ο διορατικός
δάσκαλος, ο οποίος εγκαίρως διακρίνει τις κλίσεις των μαθητών του και τους
υποδεικνύει ποιο επάγγελμα πρέπει να ακολουθήσουν για να είναι πετυχημένοι στη
ζωή τους. Τι πιο επίκαιρο από τον
έγκαιρο και πετυχημένο επαγγελματικό προσανατολισμό, που εισηγείται ο Άγιος
Γρηγόριος;…
Να αναφερθεί και
κάτι ακόμη. Οι Τρεις Ιεράρχες συνιστούν οι δάσκαλοι να είναι άριστοι, για να είναι άριστοι οι
μαθητές τους και ο βίος τους να είναι άψογος για να βλέπουν οι μαθητές την
αρετή τους και να την έχουν παράδειγμα και πρότυπο στη ζωή τους, αλλά και να
μπορούν οι δάσκαλοι με παρρησία να ελέγχουν τους μαθητές τους. Αυτά
είναι ζητούμενα στις ημέρες μας. Ο πρακτικός και ιδεολογικός
σοσιαλισμός που επικράτησε στην Ελλάδα ισοπέδωσε τα πάντα και στην Παιδεία, σε
διδάσκοντες και διδασκομένους. Η εξίσωση των διδασκόντων ήταν με τον
ανικανότερο, τον πιο αστοιχείωτο, τον πιο ακατάλληλο… Μιλάμε για τάση ιλιγγιώδη
προς τα κάτω χωρίς φρένο, χωρίς σταμάτημα. Και από την άλλη όποιος είναι κακός
και αμελέστατος μαθητής δεν πρέπει να πληγωθεί… Και όποιος παραπονιέται για την
αθλιότητα της κατάστασης στην Εκπαίδευση στιγματίζεται ως
"οπισθοδρομικός"…
Ένα ακόμη κοινό
χαρακτηριστικό γνώρισμα στην παιδαγωγική διδασκαλία των Τριών Ιεραρχών είναι η
άποψή τους ότι όσοι διδάσκουν τα του Χριστιανισμού πρέπει, πέραν των άλλων
ικανοτήτων και αρετών τους, να είναι πιστοί Ορθόδοξοι, ζέοντες στην Πίστη. Άλλο
ένα ζητούμενο. Με το ισχύον σύστημα των εισαγωγικών εξετάσεων στις Θεολογικές
Σχολές μπορεί να εισαχθεί σ' αυτές ο οποιοσδήποτε, ανεξάρτητα δηλαδή αν
πιστεύει, αν είναι Ορθόδοξος Χριστιανός. Αποτέλεσμα; Σήμερα σε Γυμνάσια και σε
Λύκεια της χώρας θεολόγοι διακηρύσσουν
πως είναι αγνωστικιστές και άθεοι! Τώρα τι θρησκευτικά μπορεί να διδάξει ένας
άθεος αυτό μόνο οι γραφειοκράτες του Υπουργείου Παιδείας το γνωρίζουν.
Τελευταίως έχουμε
και τους "προοδευτικούς", αριστερόστροφους ιδεολογικά θεολόγους, οι
οποίοι προωθούν την αντίληψη τα θρησκευτικά να διδάσκονται με ολίγη Ορθοδοξία,
με πολύ συγκρητισμό και με "μοντέρνες", προτεσταντικής έμπνευσης,
ιδέες. Αυτοί οι μετανεωτερικοί θεολόγοι, μέσα στον φανατισμό και την ιδεολογική
αλαζονική τους μονομέρεια δεν καταλαβαίνουν ότι η πρόταση τους για τα
θρησκευτικά υποβαθμίζει το ρόλο του θεολόγου στο σχολείο και, επομένως,
υπονομεύει την ύπαρξη των Θεολογικών Σχολών, δεν καταλαβαίνουν ότι κόβουν το
κλαδί πάνω στο οποίο κάθονται. Γιατί αν το μάθημα γίνει θρησκειολογικό, όπως
εισηγούνται, τότε ευλόγως οι Φιλοσοφικές Σχολές θα ζητήσουν να το διδάσκουν οι
απόφοιτοί τους και τότε οι Θεολογικές Σχολές δεν θα έχουν λόγο ύπαρξης. Δηλαδή,
αν επιβληθεί το θρησκειολογικό μάθημα δεν θα ζημιωθούν μόνο τα παιδιά, που δεν
θα αποκτούν γνώση της Ορθοδοξίας, αλλά και οι θεολόγοι, που το επάγγελμά τους
θα περάσει στην Ιστορία, όπως τόσα άλλα επαγγέλματα που εγκαταλείφθηκαν.
Οι Τρεις Ιεράρχες
είναι και θα είναι πάντοτε επίκαιροι και εύχομαι να αποτελούν πάντα πρότυπα και
υποδείγματα στη ζωή μας. Πρέπει να αντιληφθούμε την ευθύνη μας στο να
διατηρήσουμε ζωντανή τη μνήμη των Τριών Ιεραρχών και γενικά των Πατέρων της
Εκκλησίας. Οφείλουμε να εφαρμόσουμε ως λαός
τις αιώνιες αξίες που δίδαξαν και να μείνουμε ενωμένοι με τις ρίζες μας.
Μόνον έτσι θα επιβιώσουμε ως Έθνος.
Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
*
Ομιλία εις Κόρινθο, μετά από πρόσκληση των συνεργαζομένων Ορθοδόξων Χριστιανικών
Συλλόγων "Ο Απόστολος Παύλος" και "Ο Απόστολος Θωμάς", την
Κυριακή, 3 Φεβρουαρίου 2012.