Monday, 12 May 2014

Ἐξομολόγηση ἤ ἁπλὰ μιὰ «συζήτηση»;


Μιὰ ἐμπειρικὴ κατάθεση ποὺ ἀσφαλῶς ἐπιδέχεται συζήτηση

Ἐξηγοῦμαι: δὲν διεκδικῶ τὸ προνόμιο νὰ εἶμαι ὁ μοναδικὸς πνευματικὸς ποὺ ἀντιμετωπίζει αὐτὸ τὸ θέμα γιὰ τὸ ὁποῖο θὰ κάνω λόγο στὴ συνέχεια. Θέμα ποὺ ἀφορᾶ τὴν Ἐξομολόγηση, στὴν ὁποία, ὅταν προσέρχονται κάποιοι, ἀντὶ νὰ καταθέσουν αὐτὰ ποὺ βαρύνουν τὴν ψυχή τους, ἀρχίζουν τὴν συζήτηση μὲ τὸν ἱερέα, ἀναφέροντάς του πολλὰ καὶ διάφορα. Μὲ λίγα λόγια, προσπαθοῦν νὰ ἐμφανίσουν τὶς ἁμαρτίες τους, ἀλλὰ μπερδεύονται ὕστερα μὲ πράγματα καὶ ὑποθέσεις διάφορες, ποὺ πραγματικὰ κουράζουν κι ἀποσυντονίζουν τὸν πνευματικό. Ἔστω κι ἄν ἐκεῖνος, μὲ διάκριση καὶ προσοχή,  κοιτάζει πὼς νὰ ἐπαναφέρει τὰ πράγματα στὴ θέση τους. Μετὰ ἀπὸ λίγο ἀρχίζει ξανὰ καὶ ξανὰ ἡ ἄσκοπη ἀδολεσχία, ποὺ καὶ τὴν ἐξομολόγηση τῶν ἄλλων προσώπων καθυστερεῖ ἀσκόπως, ἀλλὰ καὶ τὸν ἴδιο τὸν ποιμένα κουράζει καὶ κάποτε (γιατὶ νὰ μὴν τὸ λέμε κι αὐτό;), τὸν άγανακτεῖ. Γιατὶ ἄνθρωπος εἶναι κι ὁ ἴδιος, τὰ ὅρια του εἶναι καθορισμένα καὶ ὁ χρόνος του λιγοστός. Τὶ μπορεῖ, λοιπόν, νὰ γίνει στὴν περίπτωση αὐτή;  Τὸ ἐρώτημα εἶναι κρίσιμο καὶ χρειάζεται μιὰ σωστή καὶ ὑπεύθυνη ἀπάντηση. Κι ὁ ὑποφαινόμενος θὰ προσπαθήσει νὰ καταθέσει τὴν ἄποψή του, ἡ ὁποία ἀσφαλῶς καὶ μπορεῖ νὰ συζητηθεῖ.


Ὁ κάθε συνειδητὸς ποιμένας ἔχει στὸ δισάκι του πάντα ὡς ὅπλο τὴν ὑπομονή. «Δι᾿ ὑπομονῆς τρέχωμεν τὸν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα» (Ἑβρ.12, 1) μᾶς παραγγέλει ἡ Γραφὴ, ἐνῶ ὁ Ἅγιος τῆς κατανύξεως, ὁ ὅσιος Ἐφραίμ ὁ Σῦρος, εὔχεται νὰ τοῦ δοθεῖ, σὺν τοῖς ἄλλοις, καὶ τὸ πνεῦμα τῆς ὑπομονῆς ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μας. Δὲν ἐπιθυμῶ νὰ ἐπεκταθῶ καὶ στὰ λεγόμενα τῶν ἄλλων Πατέρων ἀναφορικὰ μὲ τὸ καίριο ζήτημα τῆς ὑπομονῆς, ἡ ὁποία σημειωθήτω, εἶναι στάση ζωῆς καὶ μάλιστα πνευματικῆς ζωῆς. Θὰ προσπαθήσω, λοιπόν, νὰ πῶ αὐτὸ ποὺ βιώνω σ᾿ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις, τὶς ὄντως πολὺ λεπτὲς καὶ καίριες, ὥστε νὰ διατηρηθεῖ ἡ ἰσορροπία: μεταξὺ πνευματικοῦ καὶ ἐξομολογουμένου.

Ὁ κάθε ἄνθρωπος ποὺ φορτώνεται μέσα στὴ στυγνὴ καθημερινότητα ἀπὸ πολλά, κάποια στιγμὴ ἔχει ἀνάγκη ν᾿ ἀποφορτωθεῖ κάποι᾿ ἀπ᾿ αὐτὰ ποὺ ἔχει ἀποθηκεύσει μέσα του. Γιατὶ ἡ ψυχή, ἡ κάθε ψυχή, εἶναι ὅπως ἡ στέρνα ποὺ παραγεμίζει καὶ γιὰ νὰ μὴ καταστραφεῖ, ἀφήνει ἕνα μέρος τοῦ νεροῦ νὰ βγεῖ ἀπό τὴν ἔξοδο τῆς ὑπερχείλισης.  Ἔτσι ἀποζητᾶ κάπου «νὰ τὰ πεῖ, νὰ ξεκάμει», κατὰ τὸ κοινῶς λεγόμενο. Καὶ τὸ ἐξομολογητήριο, πιστεύω, ὅτι εἶναι ὁ πλέον ἰδανικὸς τόπος. Τὸ γιατὶ ὅλοι τὸ καταλαβαίνουμε: ἐκεῖ ὁ κάθε ἄνθρωπος νοιώθει ἀσφάλεια, ἄνεση, ἡ ἀτμόσφαιρα εἶναι ἰδανική, ὁ παπᾶς ἔχει μάθει ν᾿ ἀκούει, ὁπότε ὅλα βοηθᾶνε τὴν κάθε ψυχὴ νὰ συζητήσει μὲ τὴν ἡσυχία της. Ὄχι νὰ ἐξομολογηθεῖ, νὰ συζητήσει. Γιὰ τὸ γείτονα ποὺ προέτρεξε καὶ πάρκαρε τὸ αὐτοκίνητο, τὴν οἰκονομικὴ κατάσταση καὶ τὴν μείωση τῶν μισθῶν καὶ τῶν συντάξεων, τὸν τσακωμὸ μέ τὴ σύζυγο ἤ τὸν σύζυγο γιατὶ ἔκαψε τὸ φαγητὸ κοιτώντας τὸ σήριαλ κ.ἄ. Κι ὁ καημένος ὁ παπᾶς κάθεται κι ἀκούει... Τὶ ἄλλο νὰ κάνει; Προσπαθεῖ νὰ ρωτήσει τὶ βαρύνει τὴν ψυχὴ τοῦ ἐξομολογουμένου, ὅμως δὲν τὸ καταφέρνει στὴν ἀρχή. Πρέπει νὰ περιμένει. Κι ἐδῶ εἶναι τὸ πλέον κρίσιμο σημεῖο, στὸ ὁποῖο πρέπει νὰ προσέξει ὁ πνευματικός, ὥστε νὰ μὴ φτάσει στὴν ἀγανάκτηση, γιατὶ θὰ χάσει τὸ χαρακτήρα του τὸ Μυστήριο καὶ θὰ καταστεῖ μιὰ ἔκθεση παραπόνων, οὔτε κἄν διάλογος.  Ὕστερα αἰσθάνεται κι αὐτοὺς ποὺ περιμένουν... Γιατί, ὅπως προλέχθηκε, ἄνθρωπος εἶναι  κι ὁ πνευματικός.

Ὡστόσο δὲν θὰ πρέπει νὰ ξεχνᾶμε καὶ τὸν ἐξομολογούμενο. Κι αὐτὸς ἄνθρωπος εἶναι... Καὶ γιὰ νὰ φτάσει στὴν πόρτα τοῦ πνευματικοῦ, ἀσφαλῶς πῆγε, γιὰ νὰ πεῖ τὸν καημό του, τὰ βάσανά του, νὰ βρεῖ ἐπιτέλους ἕναν ἄνθρωπο νὰ ἀνοίξει τὴν ψυχή του. Κι ὁ παπᾶς εἶναι ὅ,τι τὸ καλύτερο...


Ὅμως, πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ ἰσορροπηθεῖ ἡ ὅλη αὐτὴ ὑπόθεση; Νὰ μὴν ὑπάρξει ἡ παρεξήγηση ποὺ στὶς περισσότερες φορὲς συμβαίνει, ὄχι γιατὶ τὸ ἐπιθυμεῖ ὁ ἕνας ἤ ὁ ἄλλος, ἀλλὰ γιατὶ δὲν μπορεῖ νὰ βρεθεῖ  τὸ σύνορο ὅπου θ᾿ ἀνταμώσουν κι οἱ δύο τους. Μὲ λίγα λογια τὸ ὅλο θέμα ἐπικεντρώνεται στὸ γεγονὸς τῆς ὑπομονῆς ποὺ ὀφείλει νὰ ἐπιδείξει ὁ ποιμένας, γιατὶ ἕνα πράγμα πρέπει νὰ καταλάβει. Ὅτι μέσα στὰ πολλὰ ποὺ θὰ πεῖ ὁ ἐπισκέπτης, ὁπωσδήποτε θὰ ὑπάρξουν καὶ τὰ σημάδια τῆς ψυχῆς του ποὺ χρειάζονται θεραπεία... Εἶναι αὐτὰ ποὺ πρέπει δηλαδὴ νὰ προσέξει ὁ πνευματικὸς καὶ νὰ κοιτάξει νὰ τὰ ξεχωρίσει,  κι ἀπὸ κεῖ ν᾿ ἀρχίσει τὴν ἀληθινὴ ἐξομολόγηση τοῦ πιστοῦ, τονίζοντάς του παράλληλα ὅτι τὸ Μυστήριο αὐτὸ εἶναι ἡ θύρα ποὺ ἀνοίγει γιὰ νὰ ἐπιστρέψει ὁ κάθε κριματισμένος στὸ Θεό-Πατέρα, ὅπως π.χ. ἔγινε μὲ τὴν περίπτωση τοῦ Ἄσωτου γιοῦ (πρβλ. Λκ. 15, 11-32). Γιατὶ οἱ περισσότεροι τῶν ἐξομολουγουμένων δὲ γνωρίζουν, καὶ πιστεύουν,  ὅτι ἅμα πᾶνε στὸν πνευματικό,  μποροῦν νὰ λένε τὰ πάντα, λὲς καὶ κάνουν συζήτηση, δίχως νὰ νοιάζονται γιὰ τὴν ἀναζήτηση τῆς ἄφεσης τῶν ἁμαρτιῶν τους καί τὴν βίωση τῆς μετάνοιας ποὺ ὀφείλουν νὰ ἀποδείξουν.

Ὁ πνευματικός, ὅπως πολὺ σωστὰ εἰπώθηκε, «ὀφείλει νὰ καλέσει τὸν μετανοοῦντα στὴν ἀλλαγὴ ζωῆς, στὴν ἄρνηση τῆς ἁμαρτίας. [Γιατὶ] ὀ Κύριος δὲν συγχωρεῖ, ἐφ᾿ ὅσον ὁ ἄνθρωπος δὲν θελήσει νέα καὶ καλύτερη ζωή, ἐφ᾿ ὅσον δὲν ἀποφασίζει νὰ  βγεῖ στὸν δρόμο τοῦ ἀγῶνα ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας...» (π. Ἀλ. Σμέμαν).

Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀπὸ  τὴν ὅποια «συζήτηση» γίνει μέσα στὸ ἐξομολογητήριο, ὅσο κι ἄν τὰ περισσότερα ποὺ εἰπωθοῦν εἶναι «λίθοι καὶ κέραμοι», στὸ βάθος ὅλων αὐτῶν θὰ ὑπάρξει κι ἕνα μισοσβυσμένο φῶς ποὺ θὰ φωτίσει ἀργότερα τ᾿ ἀραχνιασμένα σπήλαια τῆς ψυχῆς τοῦ κάθε ἐξομολουμένου. Ἀρκεῖ ὁ πνευματικὸς νὰ προσέξει, νὰ κρατήσει ἀναμμένη τὴ φωτιὰ αὐτή, ὅπως κρατᾶ ἄσβυστη τὴν ἀκοίμητη κανδήλα στὸ Ἱερὸ Βῆμα. Φυσικὰ αὐτὸ ἀπαιτεῖ μεγάλο ἀγώνα... Ὅμως ἄς μὴν ξεχνᾶμε ὅτι ὅλη μας ἡ ποιμαντικὴ διαδρομὴ εἶναι ἕνας ἀγώνας, μιὰ ἀδιάλειπτη πάλη  «οὐ...πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς καὶ ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου...» (Ἐφ. 6. 12). Ὅπως μὴν ξεχνᾶμε ὅτι ὁ «κοσμοκράτορας» καὶ στὴν περίπτωση αὐτὴ τῆς Ἐξομολογήσεως, προσπαθεῖ νὰ ἀπογοητεύσει, τόσο τὸν πνευματικό, ὅσο καὶ τὸν ἐξομολογούμενο. Τὰ πάντα, λοιπόν,  ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὴν πίστη τοῦ πρώτου καὶ τὴν ὑπομονή, ἀλλὰ καὶ τὴν εἰλικρίνεια τοῦ δευτέρου. Ἀλλιῶς κι ὁ πρῶτος θὰ ἀγανακτήσει καὶ θὰ πληγωθεῖ κι ὁ δεύτερος θ᾿ ἀπογοητευτεῖ καὶ δὲν θὰ ἐπιστρέψει ποτέ.

π. Κων. Ν. Καλλιανός

No comments: