…ο
απών της μάχης των Θερμοπυλών
Για την μάχη των στενών των
Θερμοπυλών έχουν ειπωθεί τόσα πολλά και από τους αρχαίους συγγραφείς και
ιστορικούς αλλά και από τους σύγχρονους συναδέλφους τους, έχουν γραφτεί ποιήματα,
μυθιστορήματα, έχουν γυριστεί ταινίες και έχουν γραφτεί τραγούδια. Κατά τους Περσικούς Πολέμους οι Έλληνες θριάμβευσαν
στην ναυμαχία της Σαλαμίνας, στην μάχη των Πλαταιών, στην μάχη του Μαραθώνα
αλλά παραδόξως η πιο τιμημένη και η πιο αξιομνημόνευτη στιγμή των
ελληνοπερσικών πολέμων είναι αυτή της «ήττας», της μάχης των Θερμοπυλών.
Η μάχη των στενών των Θερμοπυλών
δεν ενέπνευσε και δεν συγκίνησε μόνο τους Έλληνες αλλά τον κόσμο όλον. Και υπάρχουν δύο κυρίως λόγοι για αυτό:
Α). ο ρεαλιστικός, γιατί η μάχη
των Θερμοπυλών αποτελεί παράδειγμα στρατηγικής εφυίας ως προς την επιλογή της
τοποθεσίας. Οι Έλληνες διέθεταν ελάχιστες
δυνάμεις συγκριτικά με αυτές των Περσών. Οι αρχαίοι ιστορικοί αναφέρουν δύο
εκατομμύρια Πέρσες έναντι επτά χιλιάδων Ελλήνων. Αυτοί οι αριθμοί έχουν
καταρριφθεί από τους σύγχρονους μελετητές, οι οποίοι υπολογίζουν τις μάχιμες
δυνάμεις των Περσών σε 100.000 έως 300.000 και τις αντίστοιχες δυνάμεις των
Ελλήνων σε μόλις 7.000. Η επιλογή λοιπόν της τοποθεσίας της μάχης αποτελεί
στρατηγικό επίτευγμα, αφού το στενό πέρασμα εξουδετέρωνε τον πολυπληθή στρατό
των βαρβάρων δίνοντας την ευκαιρία και το πλεονέκτημα στους ολιγάριθμους Έλληνες
να αντιμετωπίζουν σιγά - σιγά τις ορδές τους. Επίσης το ίδιο στενό πέρασμα εξουδετέρωνε και το ιππικό των Περσών που
δεν μπορούσε να επιτεθεί ταυτόχρονα.
Β). ο ιδεαλιστικός, γιατί οι Πέρσες
διεξήγαν έναν επεκτατικό, ιμπεριαλιστικό πόλεμο, με σκοπό το κέρδος, ενώ οι
Έλληνες υπερασπίζονταν την πατρίδα τους και γνώριζαν το μοιραίο τέλος τους. Παρόλα αυτά παρέμειναν εκεί για να φυλάξουν
Θερμοπύλες, όπως θα έγραφε πολύ αργότερα ο Καβάφης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα
της ανδρείας των Σπαρτιατών είναι ότι
όταν οι Πέρσες τους απείλησαν ότι θα καλύψουν τον ήλιο από τα πολλά βέλη που θα
ρίξουν, αυτοί απάντησαν: «καλύτερα, θα πολεμήσουμε υπό σκιάν». Οι Θερμοπύλες αποτελούν
παράδειγμα πατριωτισμού, ανδρείας, αυτοθυσίας. Οι Θερμοπύλες συμβολίζουν όλες
τις αξίες ενός ήθους που απαντάται δύσκολα, ειδικά στην εποχή μας.
Ας θυμηθούμε όμως λίγο τα
γεγονότα. Είμαστε στα 480 π.χ. Οι Πέρσες
είχαν ήδη νικηθεί στον Μαραθώνα δέκα χρόνια νωρίτερα. Ετοιμάζεται νέα εκστρατεία
με αρχηγό τον Ξέρξη, τον γιο του νικημένου και εκλιπόντα Δαρείου. Ο εφυής
πολιτικός και στρατηγός των Αθηναίων Θεμιστοκλής πείθει τους υπόλοιπους Έλληνες
να αντιμετωπίσουν τους Πέρσες στις Θερμοπύλες και στο Αρτεμίσιο. Οι Έλληνες δέχονται, παρά
την εορτή των Καρνείων που γιόρταζαν στην Σπάρτη και την παράλληλη διεξαγωγή
των Ολυμπιακών Αγώνων, οι Σπαρτιάτες στέλνουν τριακοσίους άντρες με τον βασιλιά
τους, Λεωνίδα. Ο πόλεμος κατά την
διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων ήταν βαριά ιεροσυλία, λόγω όμως της σοβαρότατης
περίστασης γίνεται μια εξαίρεση. Η Πυθία είχε στείλει χρησμό ότι: «είτε η
Σπάρτη θα χαθεί είτε ένας βασιλιάς της που κατάγεται από τον Ηρακλή θα
πεθάνει.» Για αυτόν τον λόγο , γνωρίζοντας κατά κάποιον τρόπο το τέλος του, ο
Λεωνίδας παίρνει μαζί του μόνο τριακόσιους πολεμιστές, οι οποίοι είχαν όλοι
γιους, για να αφήσουν απογόνους πίσω τους. Κατά την διάρκεια της πορείας τους
οι τριακόσιοι του Λεωνίδα ενισχύθηκαν με άλλους πέντε χιλιάδες άντρες, ήταν
Φωκείς, Τεγεάτες, Αρκάδες, Κορίνθιοι, Μυκηναίοι, Θηβαίοι, Είλωτες των
Σπαρτιατών και άλλοι. Οι δύο στρατοί παρατάχθηκαν στις Θερμοπύλες. Επί τέσσερεις ημέρες οι
Πέρσες περίμεναν και δεν επιτέθηκαν, κατόπιν άρχισε η επίθεση και επί δύο
ημέρες οι Έλληνες αντιστάθηκαν με ελάχιστες απώλειες. Την τρίτη ημέρα ένας
προδότης, ο Εφιάλτης, οδήγησε τους Πέρσες από μονοπάτι μυστικό προκειμένου να
κυκλώσουν τους Έλληνες και να τους επιτεθούν στα νώτα τους. Όταν πληροφορήθηκε
την είδηση αυτή ο Λεωνίδας αποφάσισε να διώξει τους υπόλοιπους συμμάχους -
Έλληνες. Η ήττα ήταν πλέον αναπόφευκτη και δεν υπήρχε λόγος να θυσιαστούν όλοι.
Έτσι στα στενά των Θερμοπυλών έμειναν οι τριακόσιοι του Λεωνίδα, τετρακόσιοι
Θεσπιείς και τετρακόσιοι Θηβαίοι. Το αποτέλεσμα ήταν προδιαγεγραμμένο: οι Πέρσες
τους σκότωσαν όλους, έκοψαν το κεφάλι του Λεωνίδα και το μετέφεραν ως τρόπαιο.
Λίγο πριν γίνουν όμως όλα αυτά, ο
Λεωνίδας έδιωξε από το πεδίο της μάχης τρεις από τους τριακοσίους
Σπαρτιάτες: Α). τον Παντίτη, τον είχε
στείλει αγγελιαφόρο στην Θεσσαλία και δεν πρόλαβε να γυρίσει στην μάχη. Ο Παντίτης
όταν έμαθε το τραγικό τέλος των Θερμοπυλών κρεμάστηκε επειδή δεν άντεξε την
σκέψη ότι οι υπόλοιποι Σπαρτιάτες θα τον χαρακτήριζαν λιπόψυχο και δειλό. Β).
τον Εύρυτο και τον Αριστόδημο τους έστειλε πίσω στο αναρρωτήριο στους Αλπηνούς
της Φθιώτιδας, επειδή είχαν τραυματιστεί πολύ σοβαρά στα μάτια και δεν έβλεπαν.
Ο Εύρυτος νεώτερος και πιο ελαφρά τραυματισμένος από τον Αριστόδημο επέστρεψε
πίσω στο πεδίο της μάχης και σκοτώθηκε μαζί με τους υπόλοιπους συντρόφους του.
Ο Αριστόδημος αρκετά πιο προχωρημένης ηλικίας και σχεδόν τυφλός παρέμεινε στους
Αλπηνούς, θεωρώντας ότι δεν ήταν αξιόμαχος και ότι η θυσία του θα ήταν ανώφελη.
Όταν ο Αριστόδημος επέστρεψε στην Σπάρτη αντιμετώπισε την περιφρόνηση και την
πλήρη απαξίωση από τους συμπατριώτες του που τον χαρακτήρισαν ως δειλό. Χαρακτηριστικά
τον φώναζαν «τρέσα», δηλαδή «φοβιτσιάρη». Για τους σκληροτράχηλους Σπαρτιάτες
υπήρχαν μόνο δύο ενδεχόμενα στην μάχη: είτε να νικήσουν είτε να σκοτωθούν
πολεμώντας. Οτιδήποτε άλλο αντιμετωπιζόταν ως δειλία και η παραμικρή υπόνοια
δειλίας ήταν ανήθικη.
Ο Αριστόδημος, ο οποίος έως τότε
ήταν ένας γενναίος πολεμιστής που είχε διακριθεί στα γυμνάσια και στα πεδία της μάχης,
κατάφερε να αναρρώσει και να αντέξει την χλεύη των συμπατριωτών του. Έναν χρόνο
μετά έλαβε μέρος στην μάχη των Πλαταιών όπου πολέμησε με αυτοκτονική μανία
προκειμένου να επανακτήσει την καλή φήμη του στους Σπαρτιάτες. Παρά τα
ανδραγαθήματά του στην μάχη των Πλαταιών δεν έλαβε κάποια ιδιαίτερη διάκριση. Οι
Σπαρτιάτες θεώρησαν ότι πολέμησε με απερισκεψία, επιζητώντας τον αναπόφευκτο
θάνατό του.
Για την τραγική φιγούρα του
παρεξηγημένου Αριστόδημου έγραψε ο Αντώνης Αντωνιάδης στο ιστορικό μυθιστορημά
του «Ο λύκος της Σπάρτης» και η Μαρία Λαμπαρίδου Πόθου στο επίσης ιστορικό μυθιστόρημα
«Τα ξύλινα τείχη».
Εύη
Ρούτουλα
No comments:
Post a Comment