Ρημώνουν
όλα τα κελιά , μεσόνυχτο αρχίζει!
Κι
ο Χριστοφόρος με κερί τα αρνία του φωτίζει …
Ευχαριστήρια
εορτή και θαύματος η μνήμη !
Αίμα
το νάμα γίνεται , σώμα Θεού η ζύμη !
Σε
λάξευμα αποσκιαδερό, σπηλιά του Γρηγορίου
Κρεμάμενα
τα ασκηταριά και τα κελιά του Αγίου…
Αγνάντεμα
αξέχαστο , Θεέ μου τι ευλογία
Να
ψηλαφάς τα σύγνεφα , να ακούς την ησυχία.
Στο
αναλογάκι ακουμπούν μηναία και ωρολόγια
τροπάρια
απολυτίκια κι όλα τα αιώνια λόγια !
Από
τα μέσα της ψυχής ψάλουμε τον Κανόνα
Μη
μείνουμε , ας προσέχουμε , έξω απ τον Νυμφώνα !
Μεσούσης της
νυκτός οι μοναχοί σηκώνονται ολοπρόθυμα απ’ τα κλινάρια τους. Οι κραυγές του
ταλάντου μας ξυπνούν…
Ο ήχος του
μοιάζει να αποκτά φωνή, που με φόβο ιερό διαλαλεί: Άγιος, Άγιος, Άγιος ει ο
Θεός! Δια της Θεοτόκου ελέησον ημάς! «Επτάκις της ημέρας ήνεσά σε, επί τα
κρίματα της δικαιοσύνης Σου». Οι μοναχοί αφήνουν πίσω το σκοτάδι της νύχτας και
βήμα - βήμα, λέξη την λέξη, ψαλμό τον ψαλμό, αίνο τον αίνο, συναντούν
ολοκάθαρο και φωτεινό το λατρευτό πρόσωπο του Νυμφίου, που καταυγάζει τις
καρδιές τους. Λίγο πριν τις τέσσερεις το πρωί, βρισκόμαστε στο Καθολικό της
Γρηγορίου. Καθόμαστε στα στασίδια της Λιτής και σκόρπιες λέξεις απ’ το ψαλτήρι
που αναγιγνώσκεται, ταξιδεύουν τις ορθρίες ψυχές μας.
Σαν κάποιες
να ηχούν πιο δυνατά στα αυτιά μας. Έλεος,
κρίματα, δικαιώματα, νόμος, δικαιοσύνη… Γλύκα στον λάρυγγα, μέλι στο στόμα, όταν αυτό
ανοίγει για να ελκύσει το πνεύμα, που σαν λύχνος θα διαλύσει το σκοτάδι
της πλάνης. Ιερή αδολεσχία και γρηγορούσες καρδιές, φυλακίζουν τις
υποσχέσεις, που δίνονται ασταμάτητα μέχρι εκείνες να φτάσουν στην
πόρτα του Θεϊκού Νυμφώνα. Άνοιξον τας πύλας Ζωοδότα!
Παρατηρούμε
από μακριά έναν μοναχό, που περνά μπροστά απ όλα τα στασίδια ξεκινώντας από
τους χορούς. Σε λίγο βρίσκεται μπροστά μας. Κρατά ένα μικρό κερί και φωτίζει τα
πρόσωπά μας. Είναι ο ηγούμενος Χριστοφόρος! Δεν παίρνει απουσίες!
Δηλώνει με τον πιο συμβολικό τρόπο της πίστης μας, την φλογερή και αδιάλειπτη
δική του παρουσία! Τα αρνία του ποιμαίνει! Σιμώνει και φωτίζει κάθε
αδελφό του, κάθε τεκνίο του εκλεκτό και εκ βάθους ψυχής του φωνάζει: Φιλώ
σε αδελφέ μου! Μην αποκάμνεις! Θάρσει τέκνον! Σε λίγο η πανηγυρική
κωδωνοκρουσία, θα ζωντανέψει το θαύμα της Αγίας Σκέπης. Ο Σαλός δια
Χριστόν Όσιος Ανδρέας και ο μαθητής του Επιφάνιος, είδαν υποστατικά, όχι
σε όραμα, την Παναγία συνοδευόμενη από τον Βαπτιστή και τον κατά χάριν Υιό
της ηγαπημένο μαθητή, να γονατίζει στον σολέα των Βλαχερνών και να
προσεύχεται με καυτά δάκρυα, για την σωτηρία των παιδιών της.
Ύστερα μπήκε
στο Ιερό, πήρε το τσεμπέρι της και σκέπασε με αυτό όσους αγρυπνούντες
προσεύχονταν. Σκέφτομαι, πως υπάρχουν ψυχές τόσο ευλογημένες, που ζουν αυτό το
θαύμα συνεχώς, αυτήν την Μητρική προστασία, που αποδιώχνει κάθε αγωνία,
κάθε άπιστο λογισμό, όχι γιατί είναι τυχεροί ή επιλεγμένοι, μα γιατί το
εκζητούν με ζέουσα πίστη στην καθημερινότητά τους, απαγγέλλοντας αμετρήτως
και ολοπρόθυμα την παράκληση της Μητέρας του Θεού και τους άφταστης ωραιότητας
Χαιρετισμούς της! Και εκείνη σπεύδει εις βοήθειαν! Τείχος καταφυγής και σκέπη
κραταιά των προστρεχόντων… Πόσο σπουδαία αυτή η εορτή της Θεομήτορος που
στον έξω κόσμο ελάχιστοι γνωρίζουν. Τι εκπληκτικά νοήματα αναδύονται στην μνήμη
της!
Δίπλα μας
μια παρέα κωφαλάλων αδελφών μας ρουφά κάθε στιγμή του προσκυνήματός τους. Τόσο
εύγλωττη η σιωπή τους! μου ψιθυρίζει ο Παναγιώτης
και πόσο δίκιο έχει! Το νιώθουμε βαθύτερα, όταν προσέρχονται στον Χριστό και
εκείνοι, έπειτα μετά φόβου Θεού πίστεως και αγάπης… Νους ψυχή
και καρδιά αγιάζονται από το σώμα και το αίμα του αληθινού Θεού, αλεξητήριον
νόσων πολυτρόπων. Κανείς δεν πλησιάζει τα Άγια γιατί θεωρεί τον εαυτό του
άξιο… Ως τραυματισμένοι και πολύπαθοι, ως ασθενείς και ταλαίπωροι μεταλαμβάνουμε τα
αθάνατα μυστήρια εις ίασιν ψυχής τε και σώματος! Χριστού μετάγγιση!
Στην τράπεζα
ο βίος ενός ακόμα σπουδαίου Γρηγορίου, του φωτιστή της Αρμενίας που
χθες εόρταζε. Ένας Ιεραπόστολος και Ομολογητής στα χρόνια των
διωγμών. Και η εποχή μας δεν είναι αμάρτυρη!
Έρχονται στο
μυαλό μας όλοι οι σύγχρονοι Διοκλητιανοί… Δώδεκα χρόνια κλεισμένος ο Άγιος σε
ένα ξηροπήγαδο με λίγο ψωμί, που μια Χριστιανή του πετούσε κρυφά. Καρτερούσε ο
μακάριος, ταις επαγρύπνοις προσευχαίς και τοις εκ βάθων στεναγμοίς, τον Κύριο
και το σχέδιό Του. Τον φωτισμό και τον εκχριστιανισμό της πρώτης χώρας στα μέρη
της Μητέρας Ρωσίας. Πόσο επίκαιρος βίος και πόσο ταιριαστός να ακούγεται στην
τράπεζα μιας Αγιορείτικης Μονής που έδωσε δίνει και θα χαρίζει το φως της
Ιεραποστολής σε όλα τα έθνη! Γρηγορίου και Ιεραποστολή, Γρηγορίου και
απεξάρτηση… Αλληλένδετα και άρρηκτα στο νου όσων την αγαπούν ιδιαιτέρως! Η
ανάγνωση τώρα από το Γεροντικό, σαν καταστάλαγμα στα κατορθώματα της πίστεως
που το συναξάρι εξιστόρησε: Η αγία ταπείνωση και οι ψυχωφελείς πειρασμοί… Όποιος τους
διώχνει απομακρύνει τον Παράδεισο! Μακάριος αυτός που υπομένει έως
τέλους…
Ο Γέροντας
σημαίνει το τέλος της τράπεζας και ευλογεί τα περισσεύματά της. Στο διπλανό του
τραπέζι στέκονται οι δόκιμοι του μοναστηριού. Παρατηρώ έναν που δεν μιλά
ελληνικά, μάλλον είναι Αμερικανός αν κρίνω από την προφορά του. Δεν είχα
ξαναδεί κάτι τέτοιο! Ο τρόπος που έκανε τον Σταυρό του ήταν μοναδικός! Σαν να
ζωγράφιζε πάνω του το ζωοποιόν σχήμα! Δεν άφηνε ούτε χιλιοστό του σώματός του
απέραστο. Λες και ήθελε να αποτυπωθεί, να χαραχθεί πάνω του ο πανίερος
τύπος σαν φυλαχτό και στήριγμα παντοτινό. Αληθινά συγκλονιστική κάθε φορά που
τον σχημάτιζε πάνω του.
Βγαίνουμε
στο προαύλιο! Μιλάμε με τον τόσο γλυκό και καταδεκτικό πατέρα Λ., ακόμα έναν
σοφό της Γρηγορίου. Αποχαιρετάμε τους Χανιώτες αδελφούς μας, που φεύγουν
για το πανηγύρι της Δοχειαρίου. Ο ένας «ζηλεύει» τον άλλον! Εμείς αυτούς
που θα βρεθούν στο πανηγύρι της Γοργοεπηκόου και άλλους που φεύγουν για
του Κουκουζέλη την Λαυριώτικη πανήγυρη!
Εκείνοι εμάς,
που θα οδεύσουμε εδώ για ακόμα μια μέρα! Μοιράζεται η ευλογία στο Όρος.
Δεν είναι κανενός προνόμιο. Κάθε στιγμή εδώ είναι το ίδιο σημαντική,
αξιομνημόνευτη και Θεόσδοτη στην ελάχιστη γωνιά της Αγιορείτικης γης. Κάθε φωνή ικεσίας
ακολουθεί την ίδια διαδρομή, έχει τον ίδιο στόχο: Του Κυρίου την μακρόθυμη
πνοή. Ο πατήρ Θ. μας δίνει οδηγίες για το μπαλκόνι του ουρανού, όπως ο ίδιος
μας το περιέγραψε. Την σπηλιά του κτήτορος προστάτη και τα κελιά, των
Αγιορειτών Πατέρων και της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Οι βίγλες της
Γρηγορίου! Μας είπε για τις κρυψώνες των κλειδιών τους και μας ευχήθηκε ωφέλεια
από αυτό το ξεχωριστό προσκύνημα .
Κανείς μας
δεν φανταζόταν τις αλησμόνητες στιγμές που θ ακολουθούσαν. Μόλις έπειτα
από λίγο ανηφορίσαμε απ’ το κοιμητήρι της Γρηγορίου, παίρνοντας το απαιτητικό μονοπάτι που οδηγεί
στην Μονή του Διονυσίου. Βασιλικοί στο μνήμα του μακαριστού Γεωργίου.
Μύρισε και πάλι ο Παράδεισος με του σταυρολούλουδου την άμοιαστη την
ευωδία.
Εδώ ανέβαινε
τα Σάββατα των ψυχών ο Γέροντας να δεηθεί για τον αναπαμό των αδελφών του των
Γρηγοριατών. Τώρα καρτερά αυτός και αγάλλεται με τα μνήσθητι των
περιλειπομένων… Εκείνη την στιγμή που αμίλητοι στεκόμασταν δίπλα στο ευωδιαστό και απερηφάνευτο
κιβούρι του Γέροντος, άντρο σκιάς και δρόσου που θα λεγε και ο Κυρ - Αλέξανδρος,
ήρθε και πιτσίλισε τα πρόσωπά μας μια απαράβλητη αίσθηση δροσιάς. Στην αρχή
νομίζαμε πως ψιχάλιζε, μα ύστερα από ελάχιστο αντιληφθήκαμε πως ήταν κάτι
τελείως ασύνηθες!
Θυμήθηκα τα
λόγια κάποιου φωτισμένου παππουλάκου εκείνη τη στιγμή ακριβώς, όταν μας
περιέγραφε τα θαυμάσια που μπορεί κανείς να ατενίσει, παρατηρώντας του
Θεού τα έργα τα φαινομενικά ασήμαντα για τον χοϊκό άνθρωπο: Ο άνθρωπος έφτιαξε πολλά! Τεχνητά τα πάντα! Το νερό, η βροχή, τα σύννεφα
ακόμα και ήλιο τεχνητό έκαμε! Την δροσιά και τις σταλιές που το πρωί
σκεπάζουν τα λουλουδόφυλλα και τα ταπεινά χορταράκια δεν μπορεί να τα φτιάξει!
Ξεκίνησε το
ανηφόρισμα, που κάθε τόσο το διέκοπταν τα επιφωνήματα της ψυχής μας, όταν
η Γρηγορίου σε κάθε βήμα που μας ξεμάκραινε φαινόταν διαφορετική, σαν μια
πολύχρωμη ψηφίδα στου Πλάστη το μωσαϊκό.
Έπειτα από
λίγο μπαίναμε στην αυλή των του Άθω Πατέρων και Αγγέλων εν σώματι! Ανάψαμε τα
καντηλάκια και ψάλαμε το απολυτίκι τους. Ακολούθησε η σπηλιά του Αγίου. Υγρή
και αποσκιαδερή, με ένα μικρό άνοιγμα για είσοδο. Ένας βράχος σαν Άγια Τράπεζα και πάνω του εικονάκια
που μετρούν καιρούς και γενεές ευλαβών προσκυνητών. Λίγο παραπάνω καταλήγουμε
στο Ιερόν κελίον της Παναγίας. Βρίσκουμε ξανά τα κλειδιά και χαιρόμαστε σαν
παιδιά όταν καταφέρνουμε να βγούμε στο μικρό μπαλκόνι με την ασύλληπτη θέα. Στο
ισόγειο ένα πρόχειρο μαγεριό και μια μικρή τράπεζα. Εκεί φτιάχνουμε καφέ, και
τσάι του βουνού που βρίσκουμε στο γέρικο φανάρι που γεννά μνήμες. Μέσα κι
άλλα απαραίτητα για όποιον απ τους Πατέρες έρχεται εδώ πάνω για διακόνημα
και προσευχή. Ένα μπουκαλάκι με λάδι, δυο χαρτιά με φακές και ρύζι, λίγο
αλάτι.
Δίπλα στο
εκκλησάκι της Παναγίας δυο μικρά κελιά με κρεβάτια, παλιές κουβέρτες και
ξυλόσομπες. Μακριά από κάθε άνεση, μα πιο κοντά στην ένωση με τον Ελεήμονα
Κύριο. Αποζητώντας την ένδεια και την κακοπάθηση που ανοίγουν τα μάτια στο
αληθινό φως (του Κυρ-Φώτη η λαλιά), λαχταρώντας μόνο τη γαλήνη, την ειρήνη του
Θεού! Καθόμαστε και απολαμβάνουμε την σιγαλιά, που σαν να μας
διδάσκει το αιώνιο. Λίγο αν προσπαθήσουμε θα ακουμπήσουμε στον
ουρανό του. Νιώθεις πως δεν υπάρχει πιο ψηλά από δω που τούτη την ώρα
βρισκόμαστε. Δωροδότης ο Κύριος σε κάθε μας Αθωνική περιπλάνηση! Τι να
πρωτοθυμηθούμε!
Ο Παναγιώτης
ανακαλεί στην μνήμη του όσα ο Παπά-Μύρων μας έλεγε μόλις χθες σε ένα άλλο μοναστικό
ξάγναντο, αυτό της Σίμωνος Πέτρας.
Μας συγκινεί,
όταν μας λέει πως θέλει να τα σημειώσει, ώστε να τα συζητήσει όλα με
τη γυναίκα του μόλις επιστρέψουμε. Την μεταφέρει έτσι νοερώς στα
άβατα αραξοβόλια του Όρους και εκείνη πόσο το χαίρεται! Περνούν ώρες και εμάς
δεν μας κάνει καρδιά να αφήσουμε το μοναδικό τούτο γαλήνεμα. Ο Θεοδόσης μας
προτρέπει να μπούμε στο εκκλησάκι και να ψάλουμε την παράκληση της Παναγίας μας.
Αληθινά θα ήταν κάτι παραπάνω από παράλειψή μας αν δεν το πράτταμε. Μια φιάλη
με αγιασμό στην είσοδο και πάνω από την πόρτα έντεκα εικονίσματα, με παραστάσεις
από κάθε μηνού την ψυχή.
Λείπει του
Οκτωβρίου που είναι ήδη τοποθετημένο κάτω από την εικόνα της Κοίμησης. Ακόμα
πάνω της τα αποξηραμένα λουλούδια από του Αυγούστου την γιορτάδα. Το παλιό
ωρολόγιο είναι ανοιγμένο στην σελίδα του μικρού παρακλητικού κανόνος,
ψαλλομένου εν πάση περιστάσει και θλίψει ψυχής. Ποίημα Θεοστηρίκτου μοναχού! Η
περίσταση αληθινά τόσο ευλογημένη, η ψυχή μας τόσο πολεμουμένη.
Ψέλνουμε
πρωτόγνωρα απαλλαγμένοι, έστω και για ελάχιστα, από την φιλαυτία και την
ανθρωπαρέσκεια, τα ψυχοφθόρα έλκη κάθε ψαλμωδού. Ευλόγησε Κύριε, οι φωνές
μας εν μετανοία και εκ βάθους ψυχής, να σπαράξουν για βοήθεια, σπλαχνισμό,
έλεος και σωτηρία απ τα δεινά!
Κάθε τι εδώ
μέσα είναι αγιασμένο. Οι αισθήσεις μας επαγρυπνούν μήπως και κάτι βεβηλωθεί
έστω και ακουσίως. Σου ’ρχεται να ασπαστείς τα πάντα, ακόμα και την μικρή ξύλινη βάση, το
αναλογάκι. Πάνω του ακουμπούν όλες οι σελίδες που φανερώνουν την αληθινή ζωή.
Αλλάζουμε
και το βιβλίο-μηναίο ανοίγοντας πλέον αυτό του Αη Δημητριάτη μήνα. Στην πρώτη
του σελίδα χειρόγραφα και υπέροχα καλλιγραφημένα στιχηρά του μικρού
εσπερινού του Αθλοφόρου προστάτη. Λογχευθείς ο Μυροβλήτης για την αγάπη
του Χριστού έγινε αιώνια δίστομη ρομφαία προς τους εχθρούς της πίστης μας,
πάθει τω πάθος μιμούμενος…
Αργά το
μεσημέρι πήραμε το κατηφόρι για το Μοναστήρι. Σε λίγο η Γρηγορίου
ξεπρόβαλλε ξανά στο ηλιόλαμπρο φόντο της γαλάζιας αφθονίας. Στην πίσω
πύλη της Μονής μια βρύση και μια γούρνα για το πλύσιμο των ιερών αμφίων
και των υφασμάτων της Αγίας Τράπεζας.
Με μεγάλα
γράμματα μια πινακίδα από πάνω: Προσοχή! Χωνευτήρι! Μόνο για Ιερατικές
στολές και ενδύματα Αγίας Τραπέζης!
Όλα αγιασμένα,
ακόμα και τα λερά απόνερα!
Παντού και
πάντοτε η ιερή υποτακτική της μοναχικής ζωής! Πρόσχωμεν! Αδελφοί μη
μείνωμεν έξω του Νυμφώνος Χριστού!
Κείμενα - Φωτογραφίες: Νώντας Σκοπετέας
No comments:
Post a Comment