Ο Εμίλ Ζολά είναι ο πιο διάσημος συγγραφέας της
σχολής του νατουραλισμού. Γεννήθηκε το 1840 στο
Παρίσι και έγινε πασίγνωστος για τον ρόλο του στην περιβόητη υπόθεση Ντρέιφους.
Τα παιδικά του χρόνια ήταν ιδιαίτερα φτωχά, αφού ο πατέρας του πέθανε όταν ο
μικρός Εμίλ ήταν έξι ετών. Υπήρξε
συμμαθητής με τον μετέπειτα γνωστό ζωγράφο Πωλ Σεζάν και στις ελεύθερες
ώρες τους διάβαζαν μυθιστορήματα. Άρχισε να γράφει τα πρώτα του μυθιστορήματα
ξαπλωμένος στο κρεβάτι για να προφυλάσσει τον εαυτό του από το κρύο, πάμφτωχος
και χωρίς καμία βοήθεια, τρώγοντας μόνο ψωμί για πολλές
εβδομάδες.
Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά τα βιογραφικά στοιχεία,
μας γίνεται κατανοητό πώς άντλησε την έμπνευσή του για το μυθιστόρημά του «Η
Ταβέρνα». Ο Εμίλ Ζολά έγραψε την «Ταβέρνα» το 1877 και ήταν το έργο που τον
απογείωσε και τον έκανε διάσημο. Ο ίδιος είχε ήδη φτιάξει την ζωή του αφού είχε
εκδόσει τρία μυθιστορήματα, ανάμεσά τους το γνωστό «Τερέζα Ρακέν» και
αρθρογραφούσε σε εφημερίδες του Παρισιού. Δεν ξέχασε πότε όμως την πείνα, την
στέρηση και τις κακουχίες που είχε περάσει.
Η «Ταβέρνα» συγκαταλέγεται σε μια σειρά έργων του με γενικό τίτλο «Φυσική και
κοινωνική ιστορία μιας οικογένειας υπό την Β Αυτοκρατορία». Ως Β
Γαλλική Αυτοκρατορία ονομάζουμε τα χρόνια
που κυβερνούσε ο Λουδοβίκος Ναπολέων, ανηψιός του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, από το
1852 ως το 1870. Τα πιο γνωστά έργα αυτής της σειράς που καταπιάνονται με τις
κοινωνικές πτυχές αυτής της περιόδου είναι η «Νανά» (η γνωστή ιστορία μιας
πόρνης των Παρισίων), το «Ζερμινάλ» (οι απάνθρωπες συνθήκες εργασίας των
ανθρακωρύχων) και φυσικά η «Ταβέρνα».
Στην «Ταβέρνα», ο Εμίλ Ζολά μας διηγείται την
ιστορία της πλύστρας Ζερβαίζ, η οποία ερωτεύεται τον Λαντιέ, καιροσκόπο και
τεμπέλη, μαζί του κάνει δύο παιδιά. Αυτός την εγκαταλείπει και λίγο αργότερα
αυτή παντρεύεται τον Κουπώ, έναν καλοκάγαθο εργάτη που αναλαμβάνει να την
βοηθήσει και με την ανατροφή των παιδιών της. Στην αρχή όλα πάνε καλά, η
Ζερβαίζ καθαρίζει, ο Κουπώ ανεβαίνει στις στέγες των σπιτιών να βάλει τσίγκους,
το ζευγάρι κάνει οικονομίες και έπειτα από σκληρή δουλειά καταφέρνουν να
νοικιάσουν ένα μαγαζί για την Ζερβαίζ, για να πλένει τα ασπρόρουχα της γειτονιάς.
Η Ζερβαίζ είναι εργατική, προσλαμβάνει προσωπικό, το ζευγάρι αποκτά και ένα
κοριτσάκι, όλα πάνε καλά. Το όνειρο του εργάτη πραγματοποιείται: γίνεται
μικροαστός, ιδιοκτήτης μικρής επιχείρησης, αφεντικό. Αλλά και ο καιρός έχει
γυρίσματα, ο Κουπώ αρχίζει να πίνει, η Ζερβαίζ σπαταλά τα χρήματά της σε
γλέντια προσπαθώντας να ζήσει ως αστή πλέον και να χαρεί αυτά που δεν της είχαν
επιτραπεί έως τώρα. Γύρω από το ζεύγος, βλέπουμε και άλλους χαρακτήρες: τους
ζηλιάρηδες, τσιγκούνηδες Λοριγιέ, τους κουτσομπόληδες θυρωρούς της
πολυκατοικίας, τον άστεγο παππού που δεν μπορεί
πλέον να εργαστεί και ζει από την φιλανθρωπία, τον ευγενικό Γκουζέ, έναν καλό άνθρωπο. Μια μικρή
παριζιάνικη εργατική συνοικία ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια μας. Κάποιοι
χαρακτήρες φαίνονται κακοί, εγωιστές, απάνθρωποι, κάποιοι άλλοι είναι καλοί,
φιλεύσπλαχνοι, ακέραιοι. Ο Ζολά είχε πει χαρακτηριστικά ότι κανείς δεν είναι
πραγματικά κακός, οι συνθήκες τους αναγκάζουν να γίνονται κακοί. Ο Ζολά έριχνε
όλο το φταίξιμο στην φτώχεια και στην μιζέρια τους.
Αλήθεια, πόσα περιθώρια φιλανθρωπίας και αγάπης
υπάρχουν σε μια αδυσώπητη κοινωνία; Έχουν περάσει σχεδόν εκατόν πενήντα χρόνια
από τότε, και όμως η «Ταβέρνα» είναι κλασική και διαχρονική, είναι μια γροθιά
στο στομάχι. Στην Ευρώπη του σήμερα υπάρχει κόσμος που ψάχνει αποφάγια στους
κάδους των σκουπιδιών. Στην Ευρώπη του σήμερα υπάρχουν άνθρωποι που αφήνονται
στο αλκόολ για να ξεχάσουν την πραγματικότητά τους. Διαβάζοντας κανείς την
Ταβέρνα και γνωρίζοντας ότι η υπόθεση εκτυλίσσεται το 1850, αναρωτιέται τι
άλλαξε από τότε έως σήμερα; Διαβάστε το βιβλίο, γιατί πραγματικά αξίζει τον
κόπο και πάρτε παράδειγμα από τον Γκουζέ, τον μόνο ακέραιο χαρακτήρα, ασχέτως
συνθηκών.
Εύη Ρούτουλα
No comments:
Post a Comment