Παράδειγμα προς μίμηση σε δύσκολους
καιρούς
Καθημερινά πλέον γίνονται ατελείωτες
συζητήσεις για την σκληρή πραγματικότητα που ζει η Ελλάδα: οι περισσότεροι νέοι
-και
όχι μόνο-Έλληνες ξενιτεύονται για να βρουν εργασία και καλύτερες συνθήκες
διαβίωσης. Οι
ηλικιωμένοι βλέπουν τη σύνταξή τους να μειώνεται επικίνδυνα, οι εργαζόμενοι
αδυνατούν να καταβάλουν τις ασφαλιστικές τους εισφορές και να καλύψουν τις
υποχρεώσεις τους. Και το χειρότερο από όλα, είναι η άσχημη ψυχολογία, το άγχος,
η έλλειψη ελπίδας.
Σε αυτές τις δύσκολες στιγμές όλοι
μας χρειαζόμαστε λίγη ελπίδα, αισιοδοξία και δύναμη, γιατί η Ελλάδα έχει
επιβιώσει από πέντε πτωχεύσεις από την γέννηση του νέου ελληνικού κράτους, έχει
βγει νικήτρια από δύο παγκοσμίους πολέμους και από δύο βαλκανικούς πολέμους και
έχει γεννήσει ήρωες. Βέβαια οι ήρωες αυτοί δεν είναι πάντα πολιτικά πρόσωπα που
λαμβάνουν σωστές αποφάσεις, ούτε πλούσιοι
βιομήχανοι που βοηθούνε στην ανάπτυξη. Κάποιες φορές οι
ήρωες είναι απλοί άνθρωποι που με μικρές πράξεις ύψιστου μεγαλείου δίνουν το
παράδειγμα και σε όλους εμάς τους υπόλοιπους.
Μια από τις Ελληνίδες ηρωΐδες,
είναι και η κυρά της Ρω, μια απλή γυναίκα που έμεινε γνωστή στην ιστορία μόνο
και μόνο επειδή κάθε μέρα σχεδόν σε όλη την ζωή της, ύψωνε την ελληνική σημαία.
Πολύς κόσμος έχει υψωμένη την ελληνική σημαία στο μπαλκόνι του ή στην αυλή του,
και όχι μόνο στην διάρκεια των εθνικών εορτών αλλά καθημερινά. Κανείς άλλος
όμως δεν έτυχε να το κάνει αυτό σε ένα μικρό νησάκι που βρίσκεται 5.000 μέτρα
από τις τούρκικες ακτές. Κανείς άλλος δεν έζησε μόνος του σε μια βραχονησίδα
επί σειρά ετών, κανείς άλλος δεν προστάτευσε τόσο την ελληνική γη μόνο με την
παρουσία του και με την απλή -αλλά τόσο συμβολική και ουσιαστική- πράξη
της έπαρσης του εθνικού λαβάρου.
Η κυρά της Ρω λεγόταν Δέσποινα Αχλαδιώτη
και γεννήθηκε το 1890 και από το 1927 εγκαταστάθηκε μαζί με τον άντρα της, τον
Κώστα, στο μικρό νησάκι. Μαζί τους είχαν πάρει και μερικά ζώα
για να καλύπτουν τις διατροφικές τους ανάγκες. Οι ελάχιστοι κάτοικοι του νησιού
έφευγαν σιγά σιγά λόγω των ιδιαίτερα δύσκολων συνθηκών διαβίωσης. Το 1940 ο
άντρας της αρρώστησε βαριά και παρά τις προσπάθειές της να επικοινωνήσει με
τους κατοίκους του Καστελόριζου ανάβοντας φωτιές, ο Κώστας άφησε την τελευταία
του πνοή μέσα στην βάρκα του. Αμέσως μετά η Δέσποινα Αχλαδιώτη πήρε στο νησάκι
της Ρω για να ζήσει μαζί της την τυφλή μητέρα της. Δύο γυναίκες ολομόναχες και
απροστάτευτες στη μέση του Αιγαίου. Δίπλα οι Τούρκοι
καραδοκούσαν και η Δέσποινα κάθε πρωΐ σήκωνε ψηλά την
ελληνική σημαία.
Το 1943 το αντιτορπιλικό «Κουντουριώτης»
βομβαρδίστηκε από τους Γερμανούς στο γειτονικό Καστελόριζο. Τρομοκρατημένοι
οι ελάχιστοι πλέον κάτοικοι της νήσου έφυγαν είτε για την Κύπρο είτε για τη
Μικρά Ασία. Η Δέσποινα όμως έμεινε εκεί δίνοντας τη βοήθειά της στους
στρατιώτες του Ιερού Λόχου της Μέσης Ανατολής (ειδικό σώμα που συγκροτήθηκε το
1942 στη Μέση Ανατολή με Έλληνες αξιωματικούς υπό την διοίκηση του Χριστόδουλου
Τσιγάντε με σκοπό την απελευθέρωση του Αιγαίου. Οι ιερολοχίτες είχαν διακριθεί
για τις καταδρομικές επιχειρήσεις τους τόσο στη Βόρειο Αφρική όσο και στο
Αιγαίο.) Οι ιερολοχίτες καθώς και οι σύμμαχοι ενθουσιάστηκαν και μόνο με την
ιδέα μιας γυναίκας μόνης στο νησί και έσπευσαν να την συνδράμουν προσφέροντάς
της τρόφιμα και αυτή τους βοηθούσε όσο μπορούσε ηθικά και πρακτικά: τους έραβε
τα ρούχα, τους συμβούλευε, τους μαγείρευε, τους έδινε κουράγιο να συνεχίσουν
τον αγώνα κατά του ναζισμού, τους έδινε καταφύγιο.
Ο πόλεμος τελείωσε, τα Δωδεκάνησα ενώθηκαν
επισήμως με την υπόλοιπη Ελλάδα, η Δέσποινα Αχλαδιώτη παρέμεινε ολομόναχη πλέον
στο νησάκι της και κάθε μέρα σήκωνε την ελληνική σημαία. Κάποια στιγμή την
δεκαετία του 1970 η Δέσποινα αρρώστησε και αναγκάστηκε να φύγει από τη Ρω,
αμέσως οι Τούρκοι βρήκαν ευκαιρία και ύψωσαν την τουρκική σημαία στο νησί. Η
κυρά της Ρω επέστρεψε και την κατέβασε. Αμέσως μετά το Πολεμικό Ναυτικό πήγε
στο Καστελόριζο με ένα αντιτορπιλικό και την παρασημοφόρησε για να τον
πατριωτισμό της, η κυρά της Ρω έβγαλε έναν λόγο που τελειώνει
με τη φράση: «Ζήτω
η Ελλάς».
Έκτοτε βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών, από τη Βουλή των Ελλήνων, από τον
Δήμο Ρόδου και άλλους φορείς.
Το 1982 η κυρά της Ρω, η Δέσποινα
Αχλαδιώτη, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει πάλι το νησί της και να πάει στη Ρόδο,
όπου ξεψύχησε στο νοσοκομείο σε ηλικία 92 ετών. Η κηδεία της έγινε δημοσία
δαπάνη και το κράτος εκπλήρωσε και τις δύο επιθυμίες της: να ταφεί στο νησί της
και να σκεπάσει το μνήμα της η ελληνική σημαία. Η ίδια συνήθιζε να λέει: «Η
ζωή στη Ρω δεν είναι βέβαια ευχάριστη αλλά νιώθεις πιο πολύ την Ελλάδα, έτσι όπως
είσαι χαμένος στο πέλαγος».
Θα
μου πείτε τώρα, τι σχέση έχει η η ιστορία της κυράς της Ρω με την σύγχρονη
λαίλαπα που βιώνει η Ελλάδα. Και εγώ θα σας πω: υπάρχει μεγαλύτερη λαίλαπα από
αυτήν του πολέμου που κανένας μας δεν έζησε; Υπάρχει μεγαλύτερος ηρωϊσμός
από αυτόν της απομόνωσης σε μια βραχονησίδα; Από την ημέρα του θανάτου της η
νήσος Ρω είναι ακατοίκητη. Κανείς άλλος δεν τόλμησε να πάει να ζήσει εκεί,
μακριά από τον «πολιτισμό».
Κανείς άλλος δεν ενδιαφέρθηκε να υψώσει την ελληνική σημαία. Και ας σταματήσουν
οι φωνές: τι έκανε για μένα η πατρίδα μου! Ας αρχίσουμε επιτέλους να
σκεφτόμαστε: τι θα κάνω εγώ για την πατρίδα μου. Ας πάρουμε κουράγιο από την
κυρά της Ρω. Έχουμε
δυνάμεις μέσα μας που ούτε και οι ίδιοι δεν μπορούμε να φανταστούμε.
Εύη Ρούτουλα
No comments:
Post a Comment